Δευτέρα 14 Απριλίου 2025

Ψηφιακός παράδεισος ή δυστοπία; Το Kινεζικό σχέδιο για τις πόλεις του μέλλοντος - Το κινεζικό μοντέλο ίσως μοιάζει αποτελεσματικό. Αλλά σε έναν κόσμο όπου η αποτελεσματικότητα αντικαθιστά την ελευθερία, αυτό που χάνεται τελικά είναι ο ίδιος ο άνθρωπος


 Οι λεγόμενες «έξυπνες πόλεις» έχουν αναδειχθεί σε σύγχρονο υπόδειγμα αστικής ανάπτυξης, προβάλλοντας τη χρήση της τεχνολογίας ως μέσο για την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των κατοίκων, την αποδοτικότερη διαχείριση των πόρων και την αντιμετώπιση χρόνιων προβλημάτων των μητροπολιτικών περιοχών, όπως η κυκλοφοριακή συμφόρηση, η εγκληματικότητα, η ενεργειακή σπατάλη και η περιβαλλοντική βιωσιμότητα.

Ωστόσο, παρά την αρχική εντύπωση προόδου και εξυπηρέτησης του κοινωνικού συνόλου, η εφαρμογή των τεχνολογιών που καθιστούν μια πόλη «έξυπνη» εγείρει σοβαρά ερωτήματα σχετικά με το τίμημα που συνοδεύει αυτή τη μετάβαση και το ποια ακριβώς μορφή επιδιώκεται να λάβουν αυτές οι πόλεις παγκοσμίως.

Πίσω από την ελκυστική εικόνα μιας τεχνολογικά ανεπτυγμένης και λειτουργικά αποδοτικής πόλης, αναδύεται μια πιο ανησυχητική διάσταση, καθώς η έννοια της «έξυπνης πόλης» δεν είναι ουδέτερη· αντανακλά συγκεκριμένες πολιτικές προθέσεις, πρότυπα διακυβέρνησης και αντιλήψεις για τα δικαιώματα του πολίτη.

Το πιο χαρακτηριστικό και συγχρόνως ακραίο παράδειγμα ενός τέτοιου μοντέλου συναντάται σήμερα στην Κίνα, όπου πόλεις όπως η Χανγκτζού και η Σαγκάη έχουν μετατραπεί σε υβρίδια ψηφιακής παρακολούθησης και κοινωνικού ελέγχου. Εκεί, κάθε περιοχή υποστηρίζεται από ένα κεντρικό σύστημα διαχείρισης δεδομένων, γνωστό ως «εγκέφαλος της πόλης», το οποίο συλλέγει, επεξεργάζεται και αποθηκεύει τεράστιο όγκο πληροφοριών για όλους τους πολίτες, με την υποστήριξη ενός εκτεταμένου δικτύου εκατομμυρίων καμερών με δυνατότητες αναγνώρισης προσώπου και ανάλυσης συμπεριφοράς μέσω τεχνητής νοημοσύνης.

Η επιτήρηση φτάνει σε πρωτοφανές βάθος: καταγράφεται αν ένας εργάτης φοράει κράνος στον χώρο εργασίας, αν κάποιος πετάει σκουπίδια σε μη εγκεκριμένο σημείο ή διαπράττει άλλες μικρές παραβάσεις, με την αστυνομία να έχει άμεση πρόσβαση σε αυτές τις πληροφορίες μέσω ειδικής εφαρμογής σε κινητές συσκευές. Το κράτος παρουσιάζει αυτό το σύστημα ως επιτυχία, με τα κρατικά μέσα ενημέρωσης να υπερηφανεύονται πως οι αρχές μπορούν να εντοπίσουν οποιοδήποτε άτομο στον δρόμο μέσα σε ένα μόνο δευτερόλεπτο. Η παρακολούθηση δεν περιορίζεται στους δημόσιους χώρους· επεκτείνεται μέχρι και στις εισόδους των οικιών, καθιστώντας αδύνατη την απομόνωση ή την απόσυρση από το βλέμμα της κρατικής εποπτείας.

Η αρχιτεκτονική αυτής της επιτήρησης δεν είναι απλώς ένα εργαλείο «έξυπνης διαχείρισης», αλλά θεμελιώνει και υποστηρίζει ένα σύστημα κοινωνικής βαθμολόγησης, στο οποίο κάθε πολίτης κατατάσσεται σύμφωνα με τη συμπεριφορά και τη συμμόρφωσή του προς τους κανόνες του κράτους. Ανάλογα με το «σκορ» του, μπορεί να επιβραβευθεί ή να τιμωρηθεί.

Η ένταξη σε «μαύρη λίστα» σημαίνει περιορισμούς που αγγίζουν κάθε πτυχή της καθημερινότητας: απαγόρευση χρήσης αεροπορικών και σιδηροδρομικών μεταφορών υψηλής ταχύτητας, περιορισμό της πρόσβασης σε εκπαιδευτικά ιδρύματα υψηλής ποιότητας για τα παιδιά, αποκλεισμό από ενοικίαση κατοικιών, ακόμα και άρνηση έκδοσης ταξιδιωτικών εγγράφων. Έτσι, η «έξυπνη πόλη» μετατρέπεται σε ένα εργαλείο διαχείρισης πειθαρχίας και συμμόρφωσης, διαμέσου ενός διαρκούς και καθολικού ψηφιακού ελέγχου.

Το συγκεκριμένο μοντέλο δεν έχει προκύψει τυχαία, αλλά συνιστά συνειδητή πολιτική επιλογή ενός αυταρχικού κράτους που αξιοποιεί τις τεχνολογικές δυνατότητες όχι για τη διεύρυνση των ελευθεριών, αλλά για τον περιορισμό τους. Η τεχνολογία, αντί να απελευθερώνει, εργαλειοποιείται για να επιβάλλει ένα καθεστώς διαρκούς παρακολούθησης, ενίσχυσης του κοινωνικού ελέγχου και τυποποίησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς σύμφωνα με τις επιταγές του κεντρικού σχεδιασμού. Η εμπειρία της Κίνας θέτει κρίσιμα ερωτήματα για το ποια κατεύθυνση θα ακολουθήσουν οι «έξυπνες πόλεις» σε παγκόσμιο επίπεδο: θα αποτελέσουν εργαλεία κοινωνικής ευημερίας και ελευθερίας ή μήπως πλατφόρμες ελέγχου, συμμόρφωσης και πειθάρχησης;

Το πιο ανησυχητικό είναι πως τέτοιες πρακτικές πλέον δεν περιορίζονται στο εσωτερικό της Κίνας. Σύμφωνα με ένα άρθρο του World Population Review του 2024, «οι έξυπνες πόλεις άρχισαν να εμφανίζονται στην Ευρώπη με πρωτοστάτες τη Βαρκελώνη και το Άμστερνταμ», με την τελευταία να βραβεύεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως ‘Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα Καινοτομίας’ για το έτος 2016. «Στις Ηνωμένες πολιτείες, το Σαν Φρανσίσκο, η Ατλάντα, η Νέα Υόρκη, το Μαϊάμι το Ντένβερ, η Βοστώνη, το Κολόμπους, το Σικάγο και το Κάνσας Σίτι ήταν από τις πρώτες έξυπνες πόλεις των ΗΠΑ». Δεν γίνεται αναφορά στην Κίνα και τις περισσότερες από 500 έξυπνες πόλεις της, γιατί αυτό ίσως κάνει τους ανθρώπους να αμφισβητήσουν το σχέδιο. Καλύτερα να προσποιούμαστε ότι είναι ευρωπαϊκή ιδέα.

Οι έξυπνες πόλεις , στην πραγματικότητα, είναι μια κινεζική κομμουνιστική ιδέα, που καθιερώθηκε από το Κομουνιστικό Κόμμα της Κίνας στο 12ο Πενταετές Σχέδιό της, που εκδόθηκε το 2011.

Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (WEF), μέσω της G20 Global Smart Cities Alliance, προωθεί αντίστοιχες αρχές «διακυβέρνησης μέσω τεχνολογίας» και σε άλλες χώρες. Ο ιδρυτής του WEF, Κλάους Σβαμπ, φαίνεται να είναι μεγάλος θαυμαστής του κινεζικού μοντέλου και έχει ανοιχτά χαρακτηρίσει την Κίνα «πρότυπο για το μέλλον». Εδώ και χρόνια, ο ΟΗΕ και το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, με επικεφαλής τον Κλάους Σβαμπ, προωθούν την παγκόσμια επιτήρηση με τη μορφή των «έξυπνων πόλεων». Στην Κίνα, ήδη από το 2018, υπήρχαν περισσότερες από 500 «έξυπνες πόλεις». Ο ρόλος του WEF στην ανάπτυξη έξυπνων πόλεων παγκοσμίως είναι βασικός. Το WEF, παρόλο που δεν εκλέγεται από κανέναν, ηγείται της πρωτοβουλίας 2022 G-20 για τις έξυπνες πόλεις. Ο μη εκλεγμένος Σβαμπ κατέχει επίσης εξέχουσα θέση στις συνεδριάσεις της G20 για λόγους που είναι εντελώς ασαφείς.

Με επικεφαλής το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, η G20 Global Smart Cities Alliance είναι η μεγαλύτερη παγκόσμια πρωτοβουλία που «αναπτύσσει, δοκιμάζει και εφαρμόζει παγκόσμια πρότυπα και πολιτικές για να διασφαλίσει ότι τα δεδομένα που συλλέγονται σε δημόσιους χώρους χρησιμοποιούνται με ασφάλεια και ηθική, μετριάζουν πιθανούς κινδύνους και ενισχύουν την εμπιστοσύνη του κοινού».

Ποιος όμως παρακολουθεί τους «παρατηρητές»; Η όλη ιδέα βασίζεται στο ότι «η αλεπού παρακολουθεί το κοτέτσι».

Η Δύση, και ιδιαίτερα η Ευρώπη, βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι

Αν η Δύση, στο βωμό της «τεχνολογικής εξέλιξης», ακολουθήσει το παράδειγμα αυτό, διακυβεύει κάτι πολύ πιο ουσιαστικό από την αποδοτικότητα της διαχείρισης πόλεων. Διακυβεύει τον ίδιο τον δημοκρατικό της χαρακτήρα.

Η απουσία θεσμικών εγγυήσεων για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, η έλλειψη διαφάνειας στη χρήση αλγορίθμων και η ανεξέλεγκτη επέκταση της παρακολούθησης δημιουργούν ένα πλαίσιο επικίνδυνης κανονικοποίησης του ψηφιακού ελέγχου.

Το ερώτημα. λοιπόν, για τις δυτικές κοινωνίες είναι επείγον και κρίσιμο: Μπορούν να υιοθετήσουν την τεχνολογία των έξυπνων πόλεων χωρίς να υιοθετήσουν και το αυταρχικό της φορτίο;

Η απάντηση προϋποθέτει ξεκάθαρες θεσμικές και ηθικές γραμμές. Πρέπει να διασφαλιστεί η προστασία της ιδιωτικότητας, η λογοδοσία των συστημάτων AI, η δημόσια πρόσβαση στη λήψη αποφάσεων και κυρίως η αποτροπή της παρακολούθησης των πολιτών χωρίς τη συναίνεσή τους.

Η τεχνολογία δεν είναι κακή από μόνη της. Το κρίσιμο ερώτημα είναι: ποιος την ελέγχει; Με τι σκοπούς; Και με ποια όρια; Στο κινεζικό μοντέλο, ο έλεγχος ανήκει στο κράτος και ο στόχος είναι η «πειθαρχία» του πολίτη, όχι η ελευθερία και η ευημερία του.

Ο Δυτικός κόσμος έχει μπροστά του μια επιλογή: είτε να ενσωματώσει την τεχνολογία με σεβασμό στις αξίες της ελευθερίας, της ιδιωτικότητας και της δημοκρατικής λογοδοσίας είτε να διολισθήσει σε ένα νέο, τεχνοκρατικό καθεστώς, πιο ύπουλο και σιωπηλό από κάθε παραδοσιακή μορφή ελέγχου.

Το κινεζικό μοντέλο ίσως μοιάζει αποτελεσματικό. Αλλά σε έναν κόσμο όπου η αποτελεσματικότητα αντικαθιστά την ελευθερία, αυτό που χάνεται τελικά είναι ο ίδιος ο άνθρωπος.

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

.

.

Δημοφιλείς αναρτήσεις