Η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, καθώς η απήχησή της στην κοινωνία έχει μειωθεί σημαντικά και οι περιθώριοι για ανατροπή αυτής της κατάστασης φαίνεται να είναι περιορισμένοι. Στο Μέγαρο Μαξίμου, οι πιέσεις από τους βουλευτές και τους υπουργούς είναι έντονες, με πολλούς να ζητούν από την κυβέρνηση να ακολουθήσει μια πιο λαϊκή πολιτική, που θα περιλαμβάνει συγκεκριμένες παροχές και ενδεχομένως να απευθύνεται σε ακροατήρια που παραδοσιακά υποστήριζαν το κόμμα, προκειμένου να επιτευχθεί μια μεγαλύτερη συσπείρωση.
Με αυτή την κατάσταση στο προσκήνιο, η συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας, που είναι προγραμματισμένη για τις 4 Απριλίου, αναμένεται να είναι καθοριστική. Πολλοί βουλευτές θα εκμεταλλευτούν την ευκαιρία για να εκφράσουν την δυσαρέσκειά τους απέναντι στην κυβέρνηση και να επικρίνουν τις χειρισμούς της σε θέματα της καθημερινότητας. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα επαναφέρουν και το ζήτημα των αυξήσεων στους μισθούς των Σωμάτων Ασφαλείας, αλλά και άλλων επαγγελματικών ομάδων, όπως οι υγειονομικοί, που έχουν εκφράσει τις ανησυχίες τους για τις συνθήκες εργασίας και τις αποδοχές τους.
Το ζήτημα που απασχολεί το Μέγαρο Μαξίμου δεν περιορίζεται μόνο στα μέτρα που πρέπει να περιληφθούν στο πρόγραμμα της ΔΕΘ. Το κυριότερο πρόβλημα για την κυβέρνηση είναι ότι κάθε μέρα βλέπουν να χάνονται παραδοσιακοί σύμμαχοι του Κυριάκου Μητσοτάκη, γεγονός που καθιστά την πολιτική της θέση όλο και πιο επισφαλή. Στην κορυφή αυτής της δυναμικής, αναδείχθηκε η δημόσια παρατήρηση από κυβερνητικές πηγές και τον Παύλο Μαρινάκη προς τον Άδωνι Γεωργιάδη, η οποία προκάλεσε δυσαρέσκεια στον υπουργό Υγείας, ο οποίος μέχρι πρότινος υπήρξε πιστός υποστηρικτής του Κυριάκου Μητσοτάκη. Παράλληλα, υπήρξε και η αναγνώριση των ηγετικών προθέσεων άλλων πρώην υποστηρικτών του Μητσοτάκη, όπως ο Βασίλης Κικίλιας, ο οποίος δείχνει ότι δεν διστάζει να αμφισβητήσει τον πολιτικό του μέντορα όταν πρόκειται για το προσωπικό του πολιτικό κεφάλαιο.
Αυτή η κατάσταση είναι αποτέλεσμα της γενικευμένης κινητοποίησης των κυβερνητικών στελεχών και βουλευτών που προετοιμάζονται για την επόμενη ημέρα στη Νέα Δημοκρατία. Η αναμφισβήτητη άνοδος του Νίκου Δένδια έχει δημιουργήσει μια αλλαγή διαθέσεων σε πολλά στελέχη, τα οποία πλέον αναζητούν συμμαχία με τον υπουργό Άμυνας. Όσο και αν παλαιότερα θεωρούνταν σταθεροί υποστηρικτές του Μητσοτάκη, τώρα, αρκετοί από αυτούς προσπαθούν να κερδίσουν την εύνοια του Δένδια, εκτιμώντας ότι αυτός μπορεί να είναι ο πολιτικός φορέας του μέλλοντος.
Ενδεικτικό της αλλαγής αυτής είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, «παρακαλάνε κάποιοι για ένα ραντεβού με τον Δένδια», με την ελπίδα ότι έτσι θα εξασφαλίσουν κάποια διακριτική μεταχείριση στο μέλλον. Αυτό φανερώνει ότι πλέον αρκετοί δεν περιμένουν κάτι ουσιαστικό από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και είναι ήδη προσανατολισμένοι στην επόμενη μέρα για τη Νέα Δημοκρατία, εξετάζοντας νέες πολιτικές συμμαχίες και στρατηγικές κινήσεις.
Ωστόσο, το πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν περιορίζεται μόνο στις πολιτικές πιέσεις και τα εσωκομματικά ζητήματα. Υπάρχει και ένα ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα, το οποίο αφορά την απομάκρυνση παραδοσιακών υποστηρικτών του από τον επιχειρηματικό κόσμο, οι οποίοι αρχίζουν να κρατούν αποστάσεις και στρέφονται προς το μέλλον, χωρίς να βλέπουν πλέον τον Μητσοτάκη ως τον κατάλληλο ηγέτη για την επόμενη φάση.
Ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς εκπροσώπους αυτής της δυσαρέσκειας είναι ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος του ΣΕΒ, ο οποίος έχει εκφράσει την απογοήτευσή του για την κυβέρνηση και την έλλειψη πραγματικών μεταρρυθμίσεων. Παράλληλα, ο Μιχάλης Σάλλας, πρώην επικεφαλής της Τράπεζας Πειραιώς, αναδεικνύει την αποτυχία της κυβέρνησης να δημιουργήσει έναν ισχυρό μεταποιητικό τομέα, κάτι που έχει κρίσιμη σημασία για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Από την πλευρά του, ο Ευάγγελος Μυτιληναίος έχει επικρίνει την στρατηγική της κυβέρνησης, ειδικά σε ό,τι αφορά την επένδυση στην αμυντική βιομηχανία, αλλά και τη στάση της Ελλάδας απέναντι στη Ρωσία, θέτοντας ερωτήματα για τη μακροπρόθεσμη στρατηγική της χώρας.
Επιπλέον, παραδοσιακοί επιχειρηματικοί παίκτες, όπως ο Βαγγέλης Μαρινάκης, φαίνεται να έχουν επενδύσει στην πτώση του Κυριάκου Μητσοτάκη, αναζητώντας την επόμενη πολιτική κατεύθυνση για τη Νέα Δημοκρατία και για την χώρα γενικότερα. Ακόμα και άλλα ισχυρά επιχειρηματικά τζάκια φαίνεται να έχουν στραφεί στον Νίκο Δένδια ως τη φυσική συνέχεια στην προεδρία του κόμματος, ελπίζοντας σε μια ανανέωση της ηγεσίας που να προσαρμόζεται καλύτερα στις τρέχουσες πολιτικές και οικονομικές ανάγκες.
Όλοι αυτοί οι πρώην υποστηρικτές, τόσο από το πολιτικό όσο και από το επιχειρηματικό στρατόπεδο, βλέπουν πλέον την τρέχουσα κατάσταση ως κάτι που βαδίζει προς το τέλος του, και στρέφονται με ενδιαφέρον στην επόμενη μέρα χωρίς τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην ηγεσία της ΝΔ. Οι κινήσεις τους αντανακλούν την αβεβαιότητα για το πολιτικό μέλλον της χώρας και την ανάγκη για αλλαγή, η οποία ενδεχομένως να σηματοδοτεί μια νέα εποχή για το κόμμα και τη χώρα.
Επί του προκειμένου τώρα, τα θεσμικά και επιχειρηματικά κέντρα προτρέπουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη να πάρει τη σχετική πρωτοβουλία, προκειμένου να αλλάξει ο εκλογικός νόμος όσον αφορά το bonus των βουλευτών, ούτως ώστε μετεκλογικά η ΝΔ να έχει τη δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας είτε με το ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη, είτε την Ελληνική Λύση του Βελόπουλου!
Οι ίδιες πηγές πάντως υποστηρίζουν ότι υπογείως και σε επίπεδο στελεχών έχει ανοίξει ένας διάλογος, κυρίως μεταξύ ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, χωρίς ωστόσο ακόμη να έχει επιτευχθεί σύμπλευση και συμπόρευση σχετικά με την αλλαγή του εκλογικού νόμου!
Συνεχίζεται το μπάχαλο για το «δώσ’ τα όλα»
Σε πλήρη εξέλιξη για ακόμα μία μέρα βρίσκεται το εσωκομματικό μέτωπο που έχει ξεσπάσει στο κυβερνητικό στρατόπεδο μετά το αίτημα δεκάδων «γαλάζιων» στελεχών αλλά και δύο υπουργών (Κικίλιας, Γεωργιάδης) για επέκταση των αυξήσεων σε όλους τους ενστόλους και όχι μόνο στους στρατιωτικούς. Παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης, το παρασκήνιο γύρω από το συγκεκριμένο θέμα παραμένει έντονο, αποτυπώνοντας την έντονη εσωτερική κρίση στους κόλπους της Πειραιώς.
Το Μέγαρο Μαξίμου και ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν κρύβουν τη δυσαρέσκεια τους για τη στάση κυρίως των δύο υπουργών οι οποίοι επέλεξαν να κινηθούν σε διαφορετικό μήκος κύματος από τη «γραμμή» που χαράχτηκε στο υπουργικό συμβούλιο. Η ακύρωση της προγραμματισμένης επίσκεψης του Κυριάκου Μητσοτάκη στο υπουργείο Υγείας ερμηνεύεται ως μια κίνηση έμπρακτης δυσαρέσκειας στο πρόσωπο του Αδωνη Γεωργιάδη, κι αυτό δεν μπορεί να «κρυφτεί» παρά τις προσπάθειες του Παύλου Μαρινάκη να χαμηλώσει τους τόνους της εσωκομματικής αντιπαράθεσης.
Την ίδια στιγμή, η ουσιαστική αυτονόμηση αρκετών βουλευτών της «γαλάζιας» Κοινοβουλευτικής Ομάδας επιβεβαιώνει και μια ανησυχία που καθημερινά ενισχύεται, καθώς αρκετοί βλέπουν ότι τα ποσοστά που καταγράφει η Ν.Δ. μοιάζουν απαγορευτικά για την επανεκλογή τους στις επερχόμενες εκλογές κι έτσι, με οδηγό την… επιβίωση, προχωρούν σε κινήσεις διαφοροποίησης, με σκοπό να απευθυνθούν σε ευρύτερα κοινωνικά ακροατήρια. Σε αυτό το πλαίσιο άλλωστε εντάσσεται και η ερώτηση των «11» για την αγορά ακινήτων από τουρκικά κεφάλαια σε ακριτικές περιοχές, ενώ αποτελεί κοινό μυστικό πως παράγονται ζυμώσεις και για άλλες πρωτοβουλίες το αμέσως επόμενο διάστημα.
Λεπτές ισορροπίες
Χθες, τη δική του θέση γι’ αυτό το εσωκομματικό αλαλούμ εξέφρασε και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης. Σε τηλεοπτική του συνέντευξη ο κ. Χατζηδάκης, απαντώντας ουσιαστικά στα στελέχη και στους βουλευτές του κόμματός του, συνέχισε την κόντρα ξεκαθαρίζοντας ότι «οι εποχές τού “δώσ’ τα όλα” έχουν περάσει, δεν ήρθαμε να κυβερνήσουμε με λεφτόδεντρα». Παράλληλα, προσπαθώντας να διατηρήσει τις… λεπτές ισορροπίες, πρόσθεσε ότι «θα εξαντλήσουμε τα δημοσιονομικά περιθώρια για τη διεύρυνση των αυξήσεων στο σύνολο των ενστόλων», ενώ αναφορικά με τις τοποθετήσεις των «γαλάζιων» υπουργών παραδέχθηκε ότι «δεν ήταν μία καλή στιγμή επικοινωνιακά».
Από τη δική του πλευρά, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος πάσχισε ακόμα μια φορά να διασκεδάσει τις αρνητικές εντυπώσεις που έχουν προκληθεί, επαναλαμβάνοντας σε συνέντευξή του ότι «δεν υπάρχει ζήτημα κίτρινης ή κόκκινης κάρτας σε υπουργούς». Ομως ξεκαθάρισε ότι «δεν υπάρχει πολιτικός στην κυβέρνηση, στη Βουλή, βουλευτής της Ν.Δ., υπουργός, υφυπουργός που να είναι λιγότερο ευαίσθητος και να πιστεύει λιγότερο στην ανάγκη οι συμπολίτες μας να ενισχυθούν, αλλά χρειάζεται σχέδιο και το σχέδιο αυτό θεωρώ ότι υπάρχει και εφαρμόζεται και ο κόσμος ζητάει δικαίως περισσότερα και εμείς σταδιακά προσπαθούμε να αποκαταστήσουμε αυτές τις αδικίες». Σχολιάζοντας τη δημοσκοπική εικόνα του κυβερνώντος κόμματος, ο Παύλος Μαρινάκης παραδέχθηκε ότι «έχουμε ακόμα πολύ μεγάλη απόσταση από το επιθυμητό ποσοστό επανεκλογής μας το 2027», τονίζοντας πάντως ότι η Ν.Δ. παραμένει κυρίαρχη πολιτική δύναμη.
Επιπλέον, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, αναφερόμενος με έμμεσο τρόπο στην υπόθεση των Τεμπών, επανέλαβε το επιχείρημα του Μεγάρου Μαξίμου «ότι ένα πολύ μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης, ειδικά τους τελευταίους δύο μήνες, παραπλανήθηκε από μία προσπάθεια χειραγώγησης, πάνω σε ένα τραγικό δυστύχημα, από τα κόμματα της αντιπολίτευσης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου