Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2025

Όλη H αλήθεια για την «αποστολή θανάτου» στη Λιβύη

 


Η προχειρότητα που προκαλεί έκπληξη, η ανυπαρξία οργάνωσης που εξοργίζει, και η πλήρης έλλειψη επαγγελματισμού που προκαλεί τρόμο. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά συνέβαλαν στην τραγική απώλεια πέντε ανθρώπινων ζωών—τριών στρατιωτικών και δύο πολιτών—κατά την αποστολή της ελληνικής αποστολής στη Λιβύη το Σεπτέμβριο του 2023.

Περισσότερο από 16 μήνες μετά από αυτήν την καταστροφική επιχείρηση, ήρθε στο φως έγγραφο-ντοκουμέντο που αποκαλύπτει όλη την αλήθεια, την οποία επίμονα επιχείρησαν να αποκρύψουν. Η αγωγή κατατέθηκε από έναν ανώτερο αξιωματικό, ο οποίος συμμετείχε στην αποστολή, υπέστη σοβαρούς τραυματισμούς και συνεχίζει να βασανίζεται από τις συνέπειες των τραυμάτων του. Η αγωγή στρέφεται εναντίον του ελληνικού δημοσίου και συγκεκριμένα κατά των υπουργών Εθνικής Άμυνας, Νίκου Δένδια, και Εξωτερικών, Γιώργου Γεραπετρίτη.

Παρά τα σοβαρότατα λάθη και τις επικίνδυνες παραλείψεις που οδήγησαν στην τραγωδία, δεν υπήρξε καμία τιμωρία για τους υπεύθυνους. Αντίθετα, κάποιοι από τους εμπλεκόμενους επιβραβεύτηκαν με προαγωγές, γεγονός που προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη αίσθηση αδικίας.

Αυτή η αποστολή, η οποία είχε τις μεγαλύτερες απώλειες για τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις σε καιρό ειρήνης, θα πρέπει να θεωρείται παράδειγμα προς αποφυγή στις στρατιωτικές σχολές. Παρά τις πολλές φήμες και πληροφορίες που κυκλοφόρησαν για τα αίτια αυτής της τραγωδίας, η πλήρης εικόνα παραμένει σκοτεινή.

Ο ανώτερος αξιωματικός που συμμετείχε στην αποστολή περιγράφει με δραματική λεπτομέρεια τις εξελίξεις στην αγωγή του κατά του ελληνικού δημοσίου, αφήνοντας άφωνο όποιον διαβάσει τα όσα καταγγέλλει. Η έκταση των λαθών και της επιπολαιότητας που αποκαλύπτεται, κυρίως στα υψηλά κλιμάκια της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, ξεπερνά κάθε φαντασία.

Η ανυπαρξία προετοιμασίας και οι πρώτες ανησυχίες

Η αφήγηση του αξιωματικού ξεκινά με την περιγραφή της «προετοιμασίας» της αποστολής, η οποία ήταν περισσότερο επιφανειακή και ελλιπής από ό,τι θα μπορούσε να φανταστεί κανείς. Ο αξιωματικός εξιστορεί πώς, στις 14 Σεπτεμβρίου 2023, κατά τη διάρκεια της 24ωρης υπηρεσίας του, ενημερώθηκε προφορικά από τον Υποδιευθυντή Ταξίαρχο και τη διευθύνουσα Μήτσιου ότι είχε επιλεγεί—μαζί με τον συνάδελφό του Γ.Κ.—να συμμετάσχει σε ανθρωπιστική αποστολή στη Λιβύη για παροχή ιατρικής βοήθειας στην περιοχή της Ντέρνα. Η προφορική εντολή, όπως τον ενημέρωσαν, ερχόταν από τον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ, Κωνσταντίνο Φλώρο, χωρίς όμως να του δοθούν περισσότερες πληροφορίες, παρά μόνο ότι η αναχώρηση επρόκειτο να πραγματοποιηθεί το Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου 2023 από το στρατιωτικό αεροδρόμιο Ελευσίνας.

Ο αξιωματικός, αμέσως μόλις έλαβε την ενημέρωση, εξέφρασε την αντίρρησή του για τη συμμετοχή του, καθώς η αποστολή αυτή, όπως υποστήριξε, ήταν εκτός των καθηκόντων του υγειονομικού σώματος. Επιπλέον, διαμαρτυρήθηκε για την προφορική φύση της εντολής, κάτι που του φάνηκε εξαιρετικά ανησυχητικό.

Η έλλειψη γραπτής εντολής και οι αβεβαιότητες

Μία ημέρα μετά, στις 15 Σεπτεμβρίου, ο αξιωματικός ζήτησε και πάλι γραπτή διαταγή, καθώς ήταν αδύνατο να προχωρήσουν χωρίς επίσημο έγγραφο. Με έκπληξη διαπίστωσε ότι η διαταγή δεν είχε εκδοθεί ακόμα και ότι, σύμφωνα με τον Διευθυντή του 1ου Γραφείου, δεν υπήρχε καν έγγραφο ή σήμα που να αναφέρεται στην αποστολή. Εν τω μεταξύ, οι εκπλήξεις δεν σταμάτησαν εκεί. Όπως αναφέρει, η αποστολή ανακοινώθηκε και μέσω της κοινής ομάδας στο Viber, όπου τα μέλη της ζητήθηκαν να στείλουν φωτογραφία των διαβατηρίων τους.

Το Υπουργείο Εξωτερικών, λόγω προβλημάτων με τα διαβατήρια, αναγκάστηκε να καθυστερήσει την αναχώρηση κατά μία ημέρα, ορίζοντας νέο χρόνο αναχώρησης την Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου. Ωστόσο, οι ανησυχίες των συμμετεχόντων στην αποστολή αυξάνονταν.

Ανησυχίες για την ασφάλεια και την απουσία σαφήνειας

Η μεγαλύτερη ανησυχία για τον αξιωματικό και τους άλλους συμμετέχοντες προέκυψε όταν ενημερώθηκαν ότι θα αναχωρούσαν για την αποστολή άοπλοι, κατόπιν εντολής του Υπουργείου Εξωτερικών. Η ανησυχία του εντάθηκε περαιτέρω όταν, στο αεροδρόμιο της Ελευσίνας, κατά την αναχώρηση, ο Στρατηγός Διοίκησης Ειδικού Πολέμου, Χούπης, ανέφερε δημόσια ότι «δεν υπάρχει σαφής αποστολή, ούτε σαφής γνώση για το που θα εγκατασταθούμε και θα δράσουμε».

Η επόμενη πηγή ανησυχίας ήταν η φωτογράφηση και η άμεση δημοσίευση της αποστολής στα ΜΜΕ, κάτι που δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητο, δεδομένης της επικίνδυνης περιοχής στην οποία κατευθύνονταν. Η τελική ενημέρωση για τις συνθήκες της αποστολής ήρθε μέσω εφαρμογής κινητού από έναν Λοχαγό, ο οποίος δεν συνόδευσε την αποστολή, ενώ τους ανακοινώθηκε ότι οι επικοινωνίες θα πραγματοποιούνταν μέσω κάρτας που θα παραλαμβάνονταν στη Βεγγάζη. Επιπλέον, ο αξιωματικός πληροφορήθηκε για έναν μυστηριώδη σύνδεσμο στην περιοχή, έναν «Αλέξη», του οποίου η εικόνα και τα στοιχεία δεν του δόθηκαν ποτέ. Η αποστολή βρισκόταν υπό διαρκή αλλαγή και ανατροπή, με αλλαγές στα δρομολόγια και στους προορισμούς της τελευταίας στιγμής, κάτι που ενίσχυσε την ανησυχία του για την ασφάλεια όλων των συμμετεχόντων.

Η κορύφωση των ανησυχιών ήρθε όταν έγινε σαφές ότι η ασφάλεια της αποστολής εξαρτιόταν αποκλειστικά από ένα μόνο άτομο, κάτι που φάνηκε να είναι το αποκορύφωμα της αμέλειας και της ανεπάρκειας στην οργάνωση της αποστολής.

Ένα αφιλόξενο σκηνικό

Το μεσημέρι της 17ης Σεπτεμβρίου, η ελληνική αποστολή έφτασε στη Βεγγάζη με το C-130, και η περιγραφή του αξιωματικού για την άφιξή τους είναι αποκαλυπτική και σοκαριστική. Όπως αναφέρει, η υποδοχή στο αεροδρόμιο ήταν αφιλόξενη, με τις τουαλέτες που τους παραχωρήθηκαν να είναι σε άθλια κατάσταση. Στα θωρακισμένα οχήματα που τους συνόδευαν, επέβαιναν δύο πάνοπλοι άνδρες, σε αντίθεση με την ελλιπή προετοιμασία και την έλλειψη οπλισμού της αποστολής. Επιπλέον, το σύστημα επικοινωνίας ήταν ανύπαρκτο, καθώς οι κάρτες επικοινωνίας που τους υποσχέθηκαν ποτέ δεν παραδόθηκαν. Αντίθετα, ο αξιωματικός αναγκάστηκε να ενεργοποιήσει την περιαγωγή στο κινητό του και να στείλει μήνυμα στη σύζυγό του για να την ενημερώσει για την άφιξή του. Αυτό που τον εξέπληξε, όμως, ήταν ότι εκείνη ήδη γνώριζε για την άφιξή του από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, γεγονός που φανερώνει τη διαρροή στρατιωτικών πληροφοριών πριν από την επίσημη ανακοίνωση.

Το πιο σοκαριστικό, ωστόσο, ήταν ότι τα οχήματα και το προσωπικό ασφαλείας της αποστολής δεν είχαν ελεγχθεί ποτέ από τους υπεύθυνους ασφαλείας, κάτι που καταδεικνύει την αδιαφορία για την ασφάλεια της αποστολής.

Από την αμέλεια στη τραγωδία

Η περιγραφή του αξιωματικού για την πορεία με το λεωφορείο προς την περιοχή της αποστολής αποτυπώνει πλήρως την αδιανόητη αμέλεια και την ανευθυνότητα με την οποία το Υπουργείο Εξωτερικών, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και το ΓΕΕΘΑ διαχειρίστηκαν την όλη επιχείρηση. Σύμφωνα με την αφήγησή του, όταν επιβιβάστηκαν στο λεωφορείο, ένας από τους Ελληνολίβυους μεταφραστές τους προειδοποίησε να μην κοιτάζουν από τα παράθυρα και να κλείσουν τις κουρτίνες για λόγους ασφαλείας. Επίσης, τους ενημέρωσε ότι θα υπήρχε ανεφοδιασμός στη μέση της διαδρομής, η οποία θα διαρκούσε σχεδόν 5 ώρες.

Παρά την προειδοποίηση, το λεωφορείο ανέπτυξε υπερβολική ταχύτητα, άνω των 120 χιλιομέτρων ανά ώρα, κάτι που προκάλεσε ανησυχία στους επιβάτες, οι οποίοι διαμαρτυρήθηκαν για την επικίνδυνη ταχύτητα, χωρίς όμως να εισακουστούν. Το προπορευόμενο όχημα ασφαλείας επίσης ανέπτυξε εξαιρετικά υψηλές ταχύτητες, με αποτέλεσμα το λεωφορείο να το προσπερνά σε κάποιες στιγμές, ενώ σε άλλες ήταν σε αρκετά μεγάλη απόσταση, κάτι που παραβίαζε τους κανόνες για τις φάλαγγες ασφαλείας.

Η πορεία συνεχίστηκε με την ίδια επικίνδυνη ταχύτητα, ενώ πίσω τους ακολουθούσαν το φορτηγό με το υλικό και το άλλο θωρακισμένο όχημα. Στη διάρκεια της διαδρομής, το λεωφορείο σταμάτησε για περίπου 10 λεπτά για ανεφοδιασμό, χωρίς να εκκενωθεί κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, και χωρίς να υπάρχει καμία επίβλεψη από υπεύθυνο ασφαλείας. Η κατάσταση δεν βελτιώθηκε και η επικίνδυνη πορεία συνεχίστηκε, με την ίδια ιλιγγιώδη ταχύτητα, παρά τις εκκλήσεις από τους επιβάτες για μείωση της ταχύτητας και προσοχή στην οδήγηση.

Η στιγμή της σύγκρουσης

Η σύγκρουση του λεωφορείου, σύμφωνα με την περιγραφή του αξιωματικού, συνέβη περίπου μισή ώρα μετά τη στάση για ανάπαυση, και ήταν ακαριαία και σφοδρή. Το λεωφορείο συγκρούστηκε με ένα λευκό αγροτικό όχημα μάρκας TOYOTA, το οποίο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του αξιωματικού, μετέφερε 1-2 άτομα. Η ορατότητα ήταν περιορισμένη λόγω των κλειστών κουρτινών και της θέσης του αξιωματικού, γεγονός που έκανε αδύνατη την αναγνώριση των επιβατών του αγροτικού. Μάλιστα, εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσε να εντοπίσει το προπορευόμενο όχημα ασφαλείας, καθώς η απόσταση μεταξύ τους αυξομειωνόταν συνεχώς.

Η σύγκρουση ήταν πλαγιομετωπική και εξαιρετικά σφοδρή. Το αγροτικό όχημα, το οποίο είχε εκτραπεί από την πορεία του και επανήλθε χωρίς να μειώσει ταχύτητα, είχε αναπτύξει μια ταχύτητα της τάξης των 200 χιλιομέτρων ανά ώρα. Η σύγκρουση ήταν τόσο δυνατή που το λεωφορείο ακινητοποιήθηκε, σαν να είχε προσκρούσει σε τοίχο, με τους πίσω τροχούς να ανασηκώνονται και να ξεσπάει άμεσα πυρκαγιά. Ο καπνός ήταν τόσο πυκνός που περιόριζε τη οπτική επαφή με το εμπρός μέρος του λεωφορείου και απλωνόταν μέχρι τον πίσω αριστερό άξονα, καλύπτοντας τα συντρίμμια της σύγκρουσης.

Χάος μετά τη σύγκρουση

Μετά τη σύγκρουση, η κατάσταση έγινε δραματική για τους επιβάτες του λεωφορείου. Ο αξιωματικός περιγράφει τις σοβαρές κακώσεις που υπέστη, μεταξύ των οποίων τραυματισμούς στο κεφάλι, στον αυχένα, στα άκρα, ρινορραγία από κάκωση του ρινικού ιστού, καθώς και θλαστικά τραύματα και μυοσυνδεσμικές κακώσεις. Παρά την παρουσία ζώνης ασφαλείας, η σφοδρότητα της σύγκρουσης είχε συρρικνώσει τόσο τον χώρο των καθισμάτων που ο επιβάτης πίσω του προσέκρουσε στο κεφάλι του. Η κατάσταση ήταν εξαιρετικά επικίνδυνη, με τα τραύματα και την αίσθηση της λιποθυμίας να τον καταβάλουν. Παρά την κόπωση και τη θόλωση όρασης, ο αξιωματικός, αντιμέτωπος με την πυρκαγιά και τον κίνδυνο έκρηξης, κατάφερε να βγει από το λεωφορείο.

Ο τρόπος με τον οποίο κατάφερε να διαφύγει ήταν συγκλονιστικός: βγήκε από το πίσω δεξιό παράθυρο, το οποίο έσπασε με τη βοήθεια δύο άλλων μελών της αποστολής. Ωστόσο, η πτώση από το παράθυρο ήταν εξαιρετικά επικίνδυνη, καθώς οι περισσότεροι τραυματίστηκαν από τα θραύσματα των κρυστάλλων και την απόσταση της πτώσης από το ύψος των 2,5 μέτρων στο έδαφος. Παρά τις σοβαρές τους καταστάσεις, ο αξιωματικός αντλούσε δύναμη από τον κίνδυνο της φωτιάς και της πιθανής έκρηξης, καταφέρνοντας να απομακρυνθεί από το φλεγόμενο όχημα.

Μετά την απόσταση των περίπου 15 βημάτων, ακούστηκε η πρώτη έκρηξη του λεωφορείου, η οποία, μαζί με τα θερμικά ωστικά κύματα, ρίξε τον αξιωματικό ξανά στο έδαφος. Οι επόμενες εκρήξεις ακολούθησαν άμεσα, με το λεωφορείο να καταστρέφεται ολοκληρωτικά μέσα σε μόλις δύο λεπτά. Οι φωνές για γρήγορη απομάκρυνση ήταν έντονες, καθώς η καταστροφή ήταν ολοκληρωτική και ακαριαία.

Άοπλοι και χωρίς επικοινωνίες σε εχθρική ζώνη

Οι Έλληνες στρατιωτικοί βρέθηκαν άοπλοι και χωρίς αξιόπιστες επικοινωνίες σε εχθρικό έδαφος. Τα εγκληματικά λάθη όσων δεν σχεδίασαν επιχείρηση αλλά «εκδρομή» στη Λιβύη, προκάλεσαν το θάνατο 5 επιβαινόντων στο λεωφορείο και έθεσαν σε άμεσο κίνδυνο τη ζωή των υπολοίπων. Διαβάστε πώς περιγράφει όσα ακολούθησαν μετά από τις εκρήξεις, ο Ανώτερος αξιωματικός που έχει καταθέσει την αγωγή:

«Όσοι καταφέραμε να βγούμε απομακρυνθήκαμε περί τα 50 μέτρα από το φλεγόμενο όχημα. Όσοι αιμορραγούσαμε ξαπλώσαμε και αφαιρέσαμε τα διακριτικά και την σημαία από τις στολές για λόγους ασφαλείας, καθώς δεν ήταν ξεκάθαρο τι ακριβώς είχε συμβεί. Ο νοσοκόμος Τ… έκανε ισχαιμική περίδεση στο αιμορραγούν άνω άκρο του Λοχία Ι… , ενώ έβαλε τον Λοχαγό Ρ… σε πλάγια θέση ανάνηψης, κατόπιν οδηγιών μου, διότι βρισκόταν σε σοκ, πιθανώς μεθαιμορραγικό, πέρα από τα εγκαύματα που έφερε. Όσο μου ήταν δυνατό λόγω της κατάστασής μου έδινα οδηγίες και βοήθεια στους βαρύτερα τραυματισμένους. Δεν μπορούσε κανείς να αποκλείσει το ενδεχόμενο εσωτερικής αιμορραγίας, λόγω σφοδρότητας της σύγκρουσης, καθώς είναι η πιο συνήθης αιτία θανάτου σε συγκρούσεις, λόγω ρήξης αγγείων και σπλάχνων. Πρώτες βοήθειες ελήφθησαν μόνο από εμάς τους ίδιους.

Συγκεκριμένα αφού ήλεγξα την ρινορραγία μου έστειλα άμεσα ενημερωτικό μήνυμα προς τον Στρατηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού- Διεύθυνση Υγειονομικού Κασίμο Δ. χωρίς καμία απόκριση, οπότε παρά το γεγονός ότι δεν επιθυμούσα σε καμία περίπτωση να ανησυχήσω τη σύζυγο μου, έστειλα μήνυμα σε εκείνη λέγοντας της, ότι είμαι καλά για να μην ανησυχεί και ότι συνέβη ατύχημα με τραυματίες και φωτιά στις 2,5 ώρες από τη Βεγγάζη προς Ντέρνα και παράλληλα της ζητούσα να ειδοποιήσει το Γενικό Επιτελείο Στρατού/ Κέντρο Επιχειρήσεων, όπως και έκανε με επιτυχία».

Το Κέντρο Επιχειρήσεων του ΓΕΣ ενημερώθηκε από τη σύζυγο του Αξιωματικού, ο οποίος συνεχίζοντας τη περιγραφή του αναφέρει:

«Το Κέντρο Επιχειρήσεων δεν είχε ουδεμία πληροφορία για το δυστύχημα, αφού δεν είχαν διασφαλίσει συνεχή επικοινωνία με τον επικεφαλής της αποστολής, όπως κανονικά προβλέπεται. Η τελευταία τους επικοινωνία ήταν στο αεροδρόμιο της Βεγγάζης περί τις 2:30 ώρες πριν. Για το λόγο αυτό ζητούσαν πληροφορίες από τη σύζυγο μου, ενώ δεν κατανοούσαν και δεν γνώριζαν την αδυναμία επικοινωνίας στην περιοχή, παρά μόνο με SMS και ενεργοποίηση περιαγωγής, αναφέροντας χαρακτηριστικά στη σύζυγό μου ότι είχα κλειστό το κινητό μου. Η ενημέρωση έγινε περίπου 30 λεπτά (16:07) μετά τη σύγκρουση, από ιδιωτικό κινητό και μόνο, καθώς δεν υπήρχε καμία άλλη επικοινωνία, όπως άλλωστε και όλη η επικοινωνία μέχρι τελικής διακομιδής μας με το C-130 στην Αθήνα.

Δεν μας χορηγήθηκαν ποτέ κάρτες συμβατές με τη χώρα, ούτε και άλλο σύστημα επικοινωνίας ή εντοπισμού GPS. Τα λοιπά μέσα επικοινωνίας καταστράφηκαν στο λεωφορείο. Μοναδική επικοινωνία το κινητό μου με μηνύματα και μόνος σύνδεσμος ήταν η σύζυγος μου».

Η μεταφορά των τραυματιών Ελλήνων στρατιωτικών ήταν επίσης μια δύσκολη και επικίνδυνη περιπέτεια:

«Τα πρώτα μέσα μεταφοράς -αγροτικά και παλαιού τύπου ασθενοφόρα- ήρθαν σε περίπου 50 λεπτά. Στο χώρο του δυστυχήματος επικρατούσε πανικός. Ο Λοχίας Ι… και ο Αρχιλοχίας Τ… πήγαν να δουν που βρίσκονταν οι λοιποί, αλλά βρήκαν μόνο τον Συνταγματάρχη να κείτεται περίπου 8 μέτρα έμπροσθεν του λεωφορείου με πολλαπλές κακώσεις και αδυναμία μετακίνησης. Επιβιβάστηκε με προτεραιότητα όπως και ο Ρ… στα ασθενοφόρα οχήματα και ακολουθήσαμε οι υπόλοιποι. Σε περίπου μία ώρα φτάσαμε στο -τύπου-αγροτικό ιατρείο της περιοχής, όπου υπήρχαν ελάχιστα μέσα για την αντιμετώπιση μας. Δεν υπήρχαν ούτε υλικά για τοπική αντισηψία, είχαν μόνο γάζες και φυσιολογικό ορό».

Στη συνέχεια όπως περιγράφει μεταφέρθηκαν από το ίδιο άθλιο οδικό δίκτυο σε απόσταση μιάμισης ώρας στο νοσοκομείο ΤΑΚΝΙΣ.

Εκεί ο Ανώτερος Αξιωματικός που περιγράφει τα γεγονότα, είχε την πρώτη επαφή με στρατιωτικό από την Αθήνα. Επικοινώνησε μαζί του ο τότε επικεφαλής της Διοίκησης Ειδικού Πολέμου που υποτίθεται είχε την ευθύνη της αποστολής, Στρατηγός Δημήτρης Χούπης. Ο τραυματισμένος Αξιωματικός τον ενημέρωσε για τα δραματικά γεγονότα και ζήτησε άμεσα αεροδιακομιδή με ελικόπτερο Chinook από την Κρήτη.

Νέα μεταφορά για τέσσερις ώρες στο ιδιωτικό νοσοκομείο Benghazi Specialized Hospital,όπου ο πρόξενος και ο «σύνδεσμος» Αλέξης Τ… που υποτίθεται είχε ρυθμίσει τα πάντα επισκέφθηκαν τους τραυματίες και εξέφρασαν τη λύπη τους για το συμβάν.

 Η ομάδα μεταφοράς των τραυματιών πήγε πάνοπλη στη Λιβύη

Μετά από την ενημέρωση για το θανατηφόρο και ανεπανάληπτο φιάσκο της αποστολής ΥΠΕΘΑ και ΓΕΕΘΑ έστειλαν αεροπορικώς ιατρική ομάδα για να μεταφέρει τους τραυματίες στην Αθήνα. Η ιατρική ομάδα συνοδεύονταν από πάνοπλη ομάδα με πλήρη προστατευτικό εξοπλισμό. Έπρεπε να χάσουμε 5 ανθρώπους μας για να το καταλάβουν;

Οι τραυματίες Έλληνες στρατιωτικοί μεταφέρθηκαν αεροπορικώς στην Αθήνα και στα νοσοκομεία 401 ΓΣΝΑ, 251 ΓΝΑ και ΝΝΑ. Ο Ανώτερος Στρατιωτικός που έχει καταθέσει την αγωγή αναφέρει τι είπε στον ίδιο και στη σύζυγο του ο τότε Α/ΓΕΕΘΑ Κ.Φλώρος:

«Όλοι μας δήλωναν την λύπη τους για το συμβάν, ενώ ο Α/ΓΕΕΘΑ δήλωσε μπροστά στη σύζυγο μου, ότι ζητά συγγνώμη για το μέρος της ευθύνης που του αναλογεί, ότι δεν προέβλεψε την πιθανότητα τροχαίου ατυχήματος (!) και ότι θα το λάβει υπόψη στην επόμενη αποστολή».

Ο Ανώτερος Αξιωματικός επισημαίνει:

«Επισημαίνω ότι σε κίνηση φάλαγγας οχημάτων το μοναδικό αλλά και το κυριότερο που πρέπει να προβλεφθεί και να αποφευχθεί με κάθε τρόπο και μέσο, είναι το ενδεχόμενο ενός τροχαίου δυστυχήματος ή ατυχήματος. Αυτό επιτυγχάνεται με έλεγχο και επανέλεγχο των δρομολογίων, οχημάτων, οδηγών και αποκλεισμό του ρεύματος κατά το δυνατόν, με συνεχείς επικοινωνίες, ασφάλεια οχημάτων και προσωπικού, καθώς και πιθανή χρήση θωρακισμένων οχημάτων. Πόσο μάλλον στη συγκεκριμένη αποστολή όπου η κατάσταση της περιοχής ήταν ευμετάβλητη με τρομοκρατικές δράσεις και γενικά ασαφής και ανασφαλής.

Γενικά, μας επισκέφθηκαν για το τυπικό της διαδικασίας, ενώ στην πράξη δεν με ρώτησαν αν υπάρχουν άλλες ανάγκες, ούτε καν να μεταφέρουν τη σύζυγο μου με όχημα υπηρεσίας, καθώς με επισκεπτόταν καθημερινά με ταξί και στην οποία χρωστούν την ενημέρωση για το συμβάν».

Η αγωγή που έχει καταθέσει κρίνεται ως πολύ καλά στοιχειοθετημένη, αφού επικαλείται όσα προβλέπονται για τέτοιου είδους αποστολές. Τίποτα απ΄ αυτά δεν τηρήθηκαν. Η αποστολή στη Λιβύη αντιμετωπίστηκε ως ένα σόου για τα τηλεοπτικά κανάλια, μια ευκαιρία να παρουσιαστεί ως μία ακόμη «επιτυχία» της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας. Είχε προηγηθεί να υπενθυμίσουμε ο «απεγκλωβισμός» Ελλήνων από το Σουδάν που στην πραγματικότητα ήταν αποστολή στα σύνορα της Αιγύπτου, όπου απλά παραλάβαμε τους Έλληνες που μας έφεραν ξένες στρατιωτικές δυνάμεις.

Με την αγωγή του ο ανώτερος στρατιωτικός διεκδικεί από το ελληνικό δημόσιο ποσό που προσεγγίζει τις 600.000 ευρώ.

Παρά το ανεπανάληπτο και οφθαλμοφανές φιάσκο κανείς μέχρι σήμερα δεν έχει υποστεί συνέπειες. Αρκεί να αναφέρουμε ότι ο τότε επικεφαλής της Διοίκησης Ειδικού Πολέμου που θεωρητικά τουλάχιστον είχε την ευθύνη για την επιχείρηση στη Λιβύη, όχι μόνο δεν αποστρατεύθηκε αλλά στις επόμενες κρίσεις των Ενόπλων Δυνάμεων έγινε  Α/ΓΕΕΘΑ. Δεν γίνεται λόγος για κάποια παραίτηση. Φαίνεται ότι δεν πέρασε από το μυαλό κανενός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

.

.

Δημοφιλείς αναρτήσεις