Ο Κωστής Χατζηδάκης, Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, φαίνεται να λειτουργεί ως προστάτης των συμφερόντων των τραπεζών, των funds και των εταιρειών διαχείρισης δανείων (servicers), σύμφωνα με αποκαλύψεις που προκύπτουν από πρόσφατες ενέργειές του. Παρά τις δηλώσεις του στη Βουλή ότι νοιάζεται για την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων και για την προστασία των δανειοληπτών, τα πραγματικά δεδομένα αποδεικνύουν το αντίθετο. Η έρευνα φέρνει στο φως μια κίνηση του Υπουργού, η οποία αν και πέρασε απαρατήρητη από τα μέσα, έχει σοβαρές συνέπειες για εκατοντάδες χιλιάδες δανειολήπτες που αγωνίζονται να σώσουν τις κατοικίες τους από τα χέρια των funds.
Η μεγαλύτερη υφαρπαγή ιδιοκτησίας στη σύγχρονη Ελλάδα
Η εξαγορά των «κόκκινων» δανείων από funds αγνώστων συμφερόντων συνιστά, σύμφωνα με ειδικούς, τη μεγαλύτερη επιχείρηση υφαρπαγής ακίνητης περιουσίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα funds, στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν ενδιαφέρονται για ρυθμίσεις δανείων, αλλά επιδιώκουν την αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των ακινήτων.
Πριν από περίπου έναν χρόνο ο ανεξάρτητος βουλευτής Φλώρος Κωνσταντίνος είχε ρωτήσει τον κ. Χατζηδάκη για ποιον λόγο δεν γίνεται υποχρεωτική η αναγγελία του τιμήματος με το οποίο τα funds αγόρασαν τα δάνεια. Σε εκείνη την ερώτηση ο υπουργός Οικονομικών είχε απαντήσει πως βεβαίως και είναι θεσμοθετημένη η αναφορά αυτή με βάση τον νόμο που προαναφέραμε.
Τον ∆εκέμβριο του 2023 ακολουθεί η ψήφιση νέου νόμου, ο οποίος προσδιορίζει τα σχετικά με τα «κόκκινα» δάνεια και το πρόγραμμα «Ηρακλής», με το οποίο θα ασχοληθούμε στη συνέχεια της έρευνάς μας. Κι έτσι τον Φεβρουάριο του 2024 ο Κωστής Χατζηδάκης εκδίδει υπουργική απόφαση (ΦΕΚ: 19169 ΕΞ 2024) κανονιστικής σημασίας για τον νέο νόμο.
Στην υπουργική απόφαση εκ πρώτης όψεως όλα μοιάζουν να πηγαίνουν… ρολόι, καθώς συνεχίζει να αναφέρεται, όπως και στον προηγούμενο νόμο, πως στο σχετικό έντυπο δημοσίευσης της αγοράς των δανείων πρέπει να αναφέρεται ο τρόπος υπολογισμού της αγοράς κάθε δανείου, δηλαδή το ποσό με το οποίο αγοράστηκε.
Μάλιστα, οι ενώσεις δανειοληπτών ένιωσαν ανακούφιση με την παραμονή της υποχρέωσης αναγγελίας του ποσού, γιατί έτσι θα μπορούσαν να συνεχίσουν να τη διεκδικούν. Όταν όμως πήραν στα χέρια τους το Παράρτημα, που δημοσιεύτηκε μαζί με την υπουργική απόφαση, διαπίστωσαν τον… δράκο που κρυβόταν σε ψιλά γράμματα.
Στο Παράρτημα αυτό (Παράρτημα 2, όρος 2α, σελίδα 7841), σε μια μικρή υποσημείωση διευκρινιζόταν πως το τίμημα κάθε δανείου αρκεί να αναφέρεται στη σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης, δηλαδή στο ιδιωτικό συμφωνητικό που υπογράφει η τράπεζα με το fund. Και ως γνωστόν, τα ιδιωτικά συμφωνητικά δεν έχουν υποχρέωση δημοσιοποίησης.
Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά στον Σύλλογο Ελλήνων ∆ανειοληπτών & Προστασίας Καταναλωτών Βορείου Ελλάδας, «το υπουργείο, αντί να εφαρμόσει τον νόμο που επιβεβαίωσε το 2023, επέβαλλε -έμμεσα και με τακτική πονηρού μικροαπατεώνατην απόκρυψη του ποσού αγοράς. Έτσι το δικαστήριο δεν μπορεί πλέον να ελέγξει αν υπάρχει αισχροκέρδεια και επιτρέπει στα funds να απαιτούν οτιδήποτε από κάθε άτυχο που πέφτει στα νύχια τους». Και φυσικά τα funds, μέσω των servicers, με τους οποίους επίσης θα ασχοληθούμε στη συνέχεια, προτείνουν λύσεις που δεν ανταποκρίνονται καν στο οφειλόμενο κεφάλαιο. Ειδικά όταν εκτιμούν ότι ο δανειολήπτης έχει δυνατότητες απομύζησης ή όταν επιθυμούν να αγοράσουν τα ίδια ένα ακίνητο, μέσω εταιριών real estate που σκανδαλωδώς ελέγχουν και αποκαλούνται ReoCO (Real Estate Owned Companies).
Απουσία διαφάνειας
Παρά το γεγονός ότι οι τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί με χρήματα των φορολογουμένων, το κόστος εξαγοράς των δανείων από τα funds παραμένει ασαφές, παρότι ο νόμος 3156/2003 απαιτεί τη δημοσιοποίηση αυτών των στοιχείων. Η έλλειψη διαφάνειας αποστερεί από τους δανειολήπτες τη δυνατότητα να προστατευτούν από πρακτικές αισχροκέρδειας και εκβιασμού.
Νομικές ρυθμίσεις και παραθυράκια
Παρόλο που ο νόμος απαιτεί τη δημοσιοποίηση του τιμήματος αγοράς των δανείων σε ειδικό έντυπο που θα είναι διαθέσιμο στους δανειολήπτες, μια υποσημείωση σε υπουργική απόφαση του κ. Χατζηδάκη (ΦΕΚ: 19169 ΕΞ 2024) αλλάζει τα δεδομένα. Σύμφωνα με το Παράρτημα της απόφασης, το τίμημα μπορεί να παραμένει κρυφό σε ιδιωτικές συμφωνίες μεταξύ τραπεζών και funds, οι οποίες δεν υποχρεούνται να δημοσιοποιούνται.
Περιπτώσεις καταχρηστικών απαιτήσεων
Η έλλειψη διαφάνειας επιτρέπει στα funds και τους servicers να απαιτούν υπέρογκα ποσά, συχνά δυσανάλογα με το πραγματικό οφειλόμενο κεφάλαιο. Για παράδειγμα, δανειολήπτης με αρχικό χρέος 47.186 ευρώ κλήθηκε να πληρώσει 150.941 ευρώ σε τρεις δόσεις των 50.941 ευρώ, ποσό που στην πραγματικότητα αποσκοπεί στην κατάσχεση του ακινήτου.
Το ερώτημα που παραμένει
Πόσο πλήρωσαν τα funds για να εξαγοράσουν αυτά τα δάνεια; Η απάντηση, παρά τις νομοθετικές υποχρεώσεις, παραμένει άγνωστη, καθώς οι ρυθμίσεις της κυβέρνησης φαίνεται να προστατεύουν τη μυστικότητα αυτών των συμφωνιών. Αυτό εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τη διαφάνεια και τη νομιμότητα των διαδικασιών, καθώς και για το πραγματικό ενδιαφέρον της κυβέρνησης για τους δανειολήπτες.
Η υπόθεση αυτή είναι ενδεικτική της ευρύτερης στρατηγικής που προωθείται για την εκμετάλλευση της ακίνητης περιουσίας των Ελλήνων, με κερδισμένους τα funds και τους συνεργάτες τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου