Μετανάστες: Ενώ σε άλλες χώρες της ευρωζώνης, οι ηγεσίες λαμβάνουν μέτρα για να μπλοκάρουν την παράνομη μετανάστευση… η άβουλη Ελλάδα δέχεται τους μετανάστες που ξεφορτώνεται η Γερμανία. Τα σενάρια περί επιστροφής μεταναστών από τη Γερμανία στην Ελλάδα επιβεβαιώνονται.
Ο αρμόδιος υπουργός με μια τακτική… δημιουργικής ασάφειας παραδέχθηκε ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, έχει πει το «ναι» στον Γερμανό καγκελάριο, Olaf Scholz, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι οι επιστροφές… δεν θα γίνουν μαζικά (!).
Ειδικότερα, ο κ. Παναγιωτόπουλος δήλωσε ότι οι επιστροφές από τη Γερμανία στην Ελλάδα δεν πρόκειται να γίνουν μαζικά, παρά τις όποιες ανησυχίες έχουν προκύψει. Δηλαδή ο Νίκος Παναγιωτόπουλος αποκάλυψε ότι οι μετανάστες θα επιστρέψουν στην Ελλάδα, αλλά σε… δόσεις. Και το ερώτημα που τίθεται είναι: Ποια η διαφορά εάν οι μετανάστες επιστρέφουν στην Ελλάδα κατά δεκάδες ή κατά χιλιάδες ή κατά δεκάδες χιλιάδες;
Στην Ελλάδα δεν θα καταλήξουν; Στην Ελλάδα δεν θα στοιβαχθούν; Αξίζει να σημειωθεί ότι -σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες που ωστόσο δεν έχουν διαψευστεί- η Γερμανία θέλει να «επαναπατρίσει» στην Ελλάδα δεκάδες χιλιάδες μετανάστες τρίτων χωρών, που πέρασαν στην Ελλάδα είτε από τον Έβρο είτε από τα νησιά και πλέον βρίσκονται στη Γερμανία. Ο αριθμός των μεταναστών που το Βερολίνο θέλει να στείλει πίσω στη χώρα μας κυμαίνεται από 70.000 έως 100.000. Άλλωστε, όπως έσπευσε να διευκρινίσει ο κ. Παναγιωτόπουλος, όλα αυτά προβλέπονται και από την ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Ο κίνδυνος εγκλωβισμού μεταναστών στις χώρες υποδοχής
Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος κάθε άλλο παρά… φειδωλός ήταν στις δηλώσεις του. Αρχικά, παραδέχθηκε τον κίνδυνο εγκλωβισμού των μεταναστών στις χώρες υποδοχής (σσ. όπως η Ελλάδα) και στη συνέχεια παραδέχθηκε ότι μετανάστες από τη Γερμανία θα επιστρέψουν στην Ελλάδα. Κι όλα αυτά τα κάλυψε με το πέπλο της δημιουργικής ασάφειας (οι μετανάστες θα επιστρέψουν, αλλά όχι μαζικά) αλλά και του νόμου (επιστροφές προσφύγων από τη Γερμανία, που έχουν λάβει άσυλο στην Ελλάδα, προβλέπονται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία).
Ειδικότερα, ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου -μιλώντας στην ΕΡΤ- ανέφερε ότι υπάρχει έντονος φόβος κινδύνου εγκλωβισμού των μεταναστών στις χώρες υποδοχής, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για αυστηρή φύλαξη των ευρωπαϊκών συνόρων. «Πρέπει να διασφαλίσουμε την φύλαξη των ευρωπαϊκών συνόρων», δήλωσε χαρακτηριστικά, τονίζοντας την προτεραιότητα της ασφάλειας στα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επιστροφές μεταναστών
Επιπλέον, ο κ. Παναγιωτόπουλος ανέφερε ότι δεν τίθεται ζήτημα μαζικών επιστροφών παράνομων μεταναστών από τη Γερμανία στην Ελλάδα. Ο υπουργός τόνισε ότι η Ελλάδα ζητά την εφαρμογή του πλέγματος των συμφωνιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την μετανάστευση, καθώς υπάρχουν τεχνικά και νομικά ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν. Οι γερμανικές αρχές έχουν παραδεχτεί ότι αντιμετωπίζουν τεχνικά και νομικά προβλήματα με τη διαχείριση των προσφύγων και των μεταναστών στη χώρα τους.
Στη συνέχεια ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου τόνισε ότι οι επιστροφές από τη Γερμανία στην Ελλάδα δεν πρόκειται να γίνουν μαζικά, παρά τις όποιες ανησυχίες έχουν προκύψει. Συγκεκριμένα, υπογράμμισε: «Όχι, δεν φέρνω επιστροφές χιλιάδων. Το έχει ξεκόψει κατηγορηματικά ο Πρωθυπουργός τις προάλλες».
Οι συζητήσεις στη Γερμανία
Ο κ. Παναγιωτόπουλος εξήγησε ότι το θέμα συζητήθηκε λεπτομερώς με τους Γερμανούς εταίρους κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο Βερολίνο, όπου συναντήθηκε με την ηγεσία του γερμανικού υπουργείου Εσωτερικών και Μετανάστευσης. Η συζήτηση αφορούσε κυρίως τους λόγους ασφαλείας που επικαλούνται οι Γερμανοί για την επιβολή πρόσθετων ελέγχων στα σύνορα.
«Δεν πρόκειται για κλείσιμο συνόρων, αλλά για επιβολή επιπλέον ελέγχων» ανέφερε ο υπουργός, σημειώνοντας ότι αυτή η πρακτική εφαρμόζεται ήδη από τη Γερμανία με κάποιες κεντροευρωπαϊκές χώρες, όπως η Τσεχία και η Σλοβακία, και τώρα επεκτείνεται.
Η ευρωπαϊκή νομοθεσία
Ο κ. Παναγιωτόπουλος υπογράμμισε επίσης ότι οι επιστροφές προσφύγων από τη Γερμανία, που έχουν λάβει άσυλο στην Ελλάδα, προβλέπονται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Ωστόσο, τόνισε ότι το ζήτημα δεν αφορά μαζικές επιστροφές και ότι η ελληνική κυβέρνηση παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, επισημαίνοντας ότι υπάρχει μια γενικότερη πολιτική στροφή στην Ευρώπη προς αυστηρότερους κανόνες στο μεταναστευτικό.
Ο υπουργός τόνισε πως είναι ζωτικής σημασίας να διασφαλιστεί η συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο ζήτημα του μεταναστευτικού, με αυστηρότερους ελέγχους και συντονισμένες πολιτικές, χωρίς να διακυβεύεται η Συνθήκη Σένγκεν. «Δεν θέλουμε να δούμε την Ευρώπη να κλείνει τα σύνορά της, αλλά να βρούμε λύσεις που θα απαντούν στις ανησυχίες των πολιτών, χωρίς να διαλύσουμε την ευρωπαϊκή ενότητα και αλληλεγγύη».
Το αναμενόμενο χάος Μητσοτάκη και Σολτς
Η ελληνική κοινή γνώμη δικαιούται να προβληματίζεται -ως και να εξοργίζεται- για τη στάση της Γερμανίας στο Μεταναστευτικό και τα σημαντικά προβλήματα (ασφάλειας, οικονομικά και κοινωνικά) που μπορεί να προκαλέσει προσεχώς, αλλά όχι και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Γιατί γνώριζε τις προθέσεις και προτάσεις του καγκελαρίου Όλαφ Σολτς ήδη από την άνοιξη του 2022 και, ενώ αρχικά επέδειξε διπλωματική πυγμή απόρριψής τους, στη συνέχεια μπήκε στη λογική συζήτησής τους.
Συγκεκριμένα, κατά την πρώτη συνάντησή τους με την ευκαιρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον Μάιο του 2022 (ο κ. Σολτς ανέλαβε καθήκοντα τον Δεκέμβριο του 2021), ο Γερμανός καγκελάριος έθεσε ζήτημα επιστροφής στην Ελλάδα άνω των 30.000 αναγνωρισμένων προσφύγων ή κατόχων νόμιμων εγγράφων ασύλου. Διπλωμάτες με έγκυρη γνώση των τότε διαμειφθέντων σημειώνουν ότι ο κ. Μητσοτάκης, αν και αιφνιδιάστηκε, ήταν επιμελώς διαβασμένος στον φάκελο του Μεταναστευτικού. Τόνισε αφενός ότι οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες ταξίδευσαν νόμιμα από την Ελλάδα προς την κεντρική Ευρώπη, αφετέρου πως τα ίδια τα γερμανικά δικαστήρια είχαν αναγνωρίσει τα δικαιώματα των «ασυλούχων». Στην ίδια συνάντηση, ο κ. Σολτς αγνόησε το αίτημα του πρωθυπουργού για στήριξη στην υπεράσπιση των χερσαίων και θαλάσσιων ελληνικών συνόρων έναντι των παράνομων μεταναστών, ενώ ήταν αρνητικός στο ενδεχόμενο προσωπικής εμπλοκής του στις σχέσεις Αθήνας – Άγκυρας.
Ωστόσο, σύντομα, ο κ. Μητσοτάκης έγινε πιο δεκτικός στις απαιτήσεις του κ. Σολτς, ελπίζοντας (ή πέφτοντας στην παγίδα) ότι με τον τρόπο αυτόν θα διευκολυνθούν και κατευναστικές παρεμβάσεις του προς την Άγκυρα για το Αιγαίο. Έτσι, στη συνάντησή τους στο Μαξίμου, στα τέλη Οκτωβρίου του 2022, ο πρωθυπουργός έδειξε έτοιμος να αποδεχθεί τις προτάσεις Σολτς σε περίπτωση που δεν εφαρμόζονταν μόνον διμερώς, αλλά από όλα τα μέλη της Ε.Ε. Αποδείχθηκε λάθος τακτική, καθώς η ανταπάντηση του Βερολίνου, τους επόμενους μήνες, ήταν ότι η Ελλάδα και η Γερμανία όφειλαν να δώσουν πρώτες το παράδειγμα υιοθέτησης των νέων ρυθμίσεων, αφού ο πρωθυπουργός τις έκρινε ρεαλιστικές για το σύνολο της Ε.Ε.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο καγκελάριος επαύξησε την πίεσή του προς την Ελλάδα στις συνομιλίες του Βερολίνου, τον Ιανουάριο του 2023, με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, αξιοποιώντας και τη διπλωματική απειρία της. Όσο κι αν ακούγεται εξωπραγματικό, ο κ. Σολτς φέρεται ότι αύξησε τον αριθμό όσων έπρεπε να επιστρέψουν από 30.000 σε 50.000! Επιπρόσθετα, πρότεινε νομοθετικές αλλαγές στην Ελλάδα για την παροχή κινήτρων σε όσους έχουν εισέλθει και βρίσκονται ακόμα στη χώρα, αλλά και -κυρίως- για εκείνους που «πρέπει» να επιστρέψουν από τη Γερμανία. Εκ του αποτελέσματος, προκύπτει πως οι απαντήσεις της κυρίας Σακελλαροπούλου δεν επηρέασαν στο παραμικρό τον κ. Σολτς, ο οποίος επανήλθε στον πρωθυπουργό, στο Βερολίνο, στα μέσα Νοεμβρίου του 2023. Στις συγκεκριμένες συνομιλίες, καταγράφεται η πρώτη στροφή του κ. Μητσοτάκη, καθώς (αποδεχόμενος εισηγήσεις δύο συνεργατών του) έκρινε -και δημόσια- πως πρέπει να «αντιμετωπίσουμε πραγματικά, υπαρκτά προβλήματα δευτερογενών ροών» που «χρήζουν μιας κοινής στρατηγικής, μιας κοινής προσέγγισης των δύο χωρών μας».
Στο πρώτο εξάμηνο του 2024, εν όψει και ευρωεκλογών, οι διμερείς επαφές και οι συζητήσεις στην Ε.Ε. για το Μεταναστευτικό ατόνησαν υπό τον φόβο του επερχόμενου πολιτικού κόστους. Άλλωστε, αν βασιζόμασταν στις πανηγυρικές δηλώσεις του κ. Μητσοτάκη, στις 20 Δεκεμβρίου 2023, για το νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου της Ε.Ε., σήμερα δεν θα έπρεπε να ανησυχούμε, σχεδόν καθόλου, για το πρόβλημα. Ο πρωθυπουργός είχε υπογραμμίσει πως «επήλθε, επιτέλους, μια σημαντική ευρωπαϊκή συμφωνία, στην οποία η Ελλάδα είχε πρωτοστατήσει, όπου λαμβάνονται υπόψη και οι εθνικές ιδιαιτερότητες».
Ωστόσο, οι ηγέτες άλλων μελών της Ε.Ε. όχι μόνον δεν αυτοθαυμάστηκαν, αλλά αξιοποίησαν το χρονικό κενό για να συντονίσουν τη στρατηγική τους σε πλήθος θεμάτων, όπως αποδείχθηκε με τη συμπόρευση του κ. Σολτς με τον Γάλλο πρόεδρο Εμ. Μακρόν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του περασμένου Ιουνίου. Αντίθετα, ο πρωθυπουργός αρκείται ακόμα στις -άνευ αποτελέσματος- επιστολές του προς την πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου