Τετάρτη 5 Ιουνίου 2024

Oδυσσέας Ανδρούτσος: O Hρωισμός, τα λάθη και η δολοφονία του από ελληνικό χέρι - Πώς δολοφονήθηκε ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ένας από τους πιο παρεξηγημένους και αδικημένους ήρωες της ελληνικής επανάστασης

 


Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος είναι ίσως μία από τις πιο αδικημένες περιπτώσεις ελλήνων οπλαρχηγών της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.

Στις 8 Μαΐου 1821 υπήρξε ο πρωταγωνιστής  της ηρωικής νίκης των Ελλήνων έναντι του φοβερού και τρομερού Ομέρ Βρυώνη, στο Χάνι της Γραβιάς. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 5 Ιουνίου 1825, πέφτει θύμα δολοφονίας στην Ακρόπολη των Αθηνών από χέρια ελληνικά.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 24.3.1953, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»

O σπουδαίος συγγραφέας και σταθερός συνεργάτης του «ΒΗΜΑΤΟΣ», Hλίας Βενέζης παραθέτει στο φύλλο της 24ης Μαρτίου 1953, λόγια του Ανδρούτσου από την προκήρυξή του στους Γαλαξειδιώτες στις 22 Μαρτίου 1822.

«Τι τη θέλομε, βρε αδέρφια, αυτή την πολυπικραμένη ζωή, να ζούμε από κάτω στη σκλαβιά, και το σπαθί των Τούρκων να ακονιέται στα κεφάλια μας; Δεν τηράτε που τίποτα δε μας απόμεινε; Αι εκκλησίες μας γενήκανε τζαμιά και αχούρια των Τούρκων.

»Κανένας δε μπορεί να πει πως τάχα έχει τίποτα ιδικό του, γιατί το ταχιά βρίσκεται φτωχός, σα διακονιάρης στη στράτα. Τίποτα, αδέρφια, δε μας έμεινε. Δεν είναι πρέποντας να σταυρώσουμε τα χέρια και να τηράμε τον ουρανό· ο Θεός μάς έδωκε χέρια, γνώση και νου· ας ρωτήσομε την καρδιά μας και ό,τι μας απαντιχαίνει ας το βάλουμε γλήγορα σε πράξη, και ας είμεθα, αδέρφια, βέβαιοι πως ο Χριστός μας ο πολυαγαπημένος θα βάλει το χέρι απάνω μας…

»Εγώ, καθώς το γνωρίζετε καλότατα, αγαπητοί μου Γαλαξειδιώτες, ημπορώ να ζήσω βασιλικά, με πλούτια, τιμές και δόξες. Οι Τούρκοι ό,τι και να ζητήσω μού το δίνουνε παρακαλώντας, γιατί το σπαθί του Οδυσσέα δε χωρατεύει.

»Μα σας λέγω την πάσα αλήθεια, αδέρφια, δε θέλω εγώ μονάχα να καλοπερνώ και το γένος μου να βογγάει στη σκλαβιά· μου καίεται η καρδιά μου σα βλέπω και συλλογούμαι πως ακόμα οι Τούρκοι μάς τυραγνεύουν…»

Το 1825, όμως, οι Ελληνες ενώ συνεχίζουν τον αγώνα τους εναντίον των Οθωμανών, συνεχίζουν ταυτόχρονα και τη μεταξύ τους εμφύλια διαμάχη.

Ο ελληνικός εμφύλιος

Από τη μία πλευρά του εμφυλίου είναι όλοι σχεδόν οι προεστοί και οι στρατιωτικοί της Πελοποννήσου (Κολοκοτρώνης κ.ά.) και από την άλλη οι Υδραίοι με τους Ρουμελιώτες. Στο στρατόπεδο των πρώτων ανήκει και ο Οδυσσέας Ανδρούτσος.

Ο Ανδρούτσος, πάντως, μέσα σε αυτό το κλίμα του αλληλοσπαραγμού, πιέζει τους οπλαρχηγούς για ομόνοια. Σε επιστολή του μάλιστα προς τον Κολοκοτρώνη, τον Πλαπούτα και τον Νικητάρα αναφέρει το ιστορικό πλέον:

«Έχετε γνώσιν και καταλαμβάνετε ότι πολεμούντες ο Γιάννης με τον Κώστα, δεν κατορθώνουν παρά να κερδίζη ο κοινός εχθρός».

Η αντίπαλη πλευρά στην οποία πρωτοστατεί ο Κωλέττης, επιδιώκοντας να αποδυναμώσουν τον Ανδρούτσο, προσεταιρίζονται τον Γιάννη Γκούρα, πρώην πρωτοπαλίκαρό του, και τον χρήζουν επίσημα φρούραρχο της Ακρόπολης των Αθηνών.

Εξωθούμενος στον λάθος δρόμο

Μία σειρά από απόπειρες δολοφονίας κατά του Ανδρούτσου και το γενικότερο εμφυλιακό κλίμα κάνουν τον οπλαρχηγό να απομονωθεί από τους έλληνες συντρόφους του και να αναπτύξει επικοινωνία με τους Τούρκους.

Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος

Η συμφωνία με τους Τούρκους

Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο Ιωάννης Ζαμπέλιος στο «Τραγωδίαι – Οδυσσεύς Ανδρούτσος», κατά μία μαρτυρία ο Ανδρούτσος ήρθε σε συνεννόηση με τον Ομέρ Πασσά, να μην υπάρξει μεταξύ τους σύγκρουση καθ’ όλη τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης.

Σε περίπτωση που οι Έλληνες επικρατούσαν ο Ανδρούτσος εγγυόταν στους Τούρκους ασφαλή μετάβαση με τον οπλισμό και την περιουσία τους σε σημείο που βρίσκεται υπό οθωμανικό έλεγχο.

Αν κέρδιζαν οι Οθωμανοί, ο Ομέρ εγγυόταν την προστασία του Ανδρούτσου και των ανδρών του από λεηλασία και σφαγή.

Η εξήγηση του Ανδρούτσου για την συμφωνία αυτή ήταν πως το έκανε για να συνετίσει και να ασκήσει πίεση προς την ελληνική κυβέρνηση που επεδίωκε ανοιχτά την εξόντωσή του.

Το αμφιλεγόμενο σχέδιο

Η πλευρά όμως της Κυβέρνησης τον κατηγορεί ως προδότη.

Ο Ανδρούτσος μάταια προσπαθεί να σταματήσει τις εις βάρος του διώξεις που από καιρό έχει ξεκινήσει η Κυβέρνηση και ευρισκόμενος σε αδιέξοδο προχωράει σε ένα αμφιλεγόμενο σχέδιο.

Θέλοντας να καταλάβει το υπό τουρκική κατοχή κάστρο του Καράμπαμπα στη Βοιωτική Ακτή της Χαλκίδας έρχεται σε συνεννόηση με τον Ομέρ πασά και του ζητάει να δεχτεί 300 άνδρες του Ανδρούτσου για επιπλέον ασφάλεια με σκοπό να εξοντώσει εν συνεχεία τους Τούρκους και να παραδώσει το κάστρο στην ελληνική κυβέρνηση.

Ο Ομέρ όμως δεν πείθεται.  Αντ’ αυτού παραχωρεί στον Ανδρούτσο συνοδεία 400 ανδρών ιππικού με διπλή αποστολή. Και για να τον υποστήριζουν αλλά και για να διασφαλίσουν ότι ο έλληνας οπλαρχηγός θα παρέμενε υπό οθωμανική επίβλεψη.

Οι κινήσεις αυτές του Ανδρούτσου σε συνδυασμό και με άλλες επαφές, που σύμφωνα με κάποιες εκδοχές, είχε την περίοδο εκείνη με τους Τούρκους, έπληξαν σοβαρά το κύρος του.

Θεόφιλος, Οδυσσέας Ανδρούτσος και Ιωάννης Γκούρας καταστρέφουσι εν Φοντάνα μέγα τουρκικό στρατό το 1822

Γκούρας εναντίον Ανδρούτσου

Ο Κωλέττης ζητά από τον Γκούρα να συλλάβει τον προδότη Ανδρούτσο, και ύστερα από καταδίωξη και μάχη ο Ανδρούτσος αποφασίζει να παραδοθεί έχοντας τον όρκο του Γκούρα ότι θα του επέτρεπαν να αποσυρθεί στην σπηλιά του στο βουνό του Παρνασσού, την οποία είχε διαμορφώσει σε οίκημα για τον ίδιο και την οικογένειά του.

Ο Γκούρας όμως αθέτησε τον όρκο του και ο Ανδρούτσος οδηγήθηκε στην Αθήνα και φυλακίστηκε στην Ακρόπολη, στον ενετικό πύργο Γουλά, που βρισκόταν δυτικά του ναού της Απτέρου Νίκης.

Η δολοφονία

Ξημερώματα 4ης προς 5η Ιουνίου 1825 μια ομάδα 4  ανδρών, απεσταλμενών του Γκούρα, μπήκε στο κελί του αλυσοδεμένου Ανδρούτσου. Παρά την υπεραρυθμία τους, χρειάστηκε να παλέψουν άγρια με τον κρατούμενο μέχρι να καταφέρουν να τον ακινητοποιήσουν και τελικά να τον στραγγαλίσουν.

Οι δολοφόνοι έλυσαν τις αλυσίδες που ήταν ακόμα δεμένες στο άψυχο σώμα του Ανδρούτσου και το έριξαν  από μεγάλο ύψος θέλοντας να δώσουν την εικόνα ότι ο Ανδρούτσος σκοτώθηκε από πτώση κατά την προσπάθεια του να αποδράσει.

Η μαρτυρία

Ο Βενέζης παραθέτει τη μαρτυρία του αγωνιστή του 1821 Κώστα Καλαντζή, που βρισκόταν στην Ακρόπολη εκείνη τη μοιραία νύχτα.

«Ήταν περασμένα τα μεσάνυχτα όταν βλέπω τέσσαρας άνδρας να έρχονται προς τη φυλακή. Ήταν όλοι αρματωμένοι καλά… (…) Τον άκουσα να τους λέγει (σ.σ. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος):

“Ώρε ξέρω καλά ποιος σας έστειλε σας εδώ, και γιατί ήρθατε τέτοια ώρα εδώ μέσα. Δεν μου λύνετε τόνα μου χέρι να σας δείξω ποιος είμαι και πώς με λένε; Αυτές εδώ τις σαποκοιλιές δεν τις συνερίζομαι, μα συ, μωρέ Γιάννη, γιατί;»

«Πάνω σ’ αυτά αμέσως, καθώς κατάλαβα απ’ την ταραχή που ακολούθησε, ρίχτηκαν κατεπάνω στον αλυσωμένο. Άκουσα το βογγητό του, τους αναστεναγμούς και το μούγκρισμα του λιονταριού εκείνου, και η καρδιά μου ραγίστηκε.

»Ύστερα έγινε πέρα ως πέρα μεγάλη σιωπή. Σε λίγο είδα τους τέσσερις να τραβούν με το φανάρι προς το τείχος της Ακρόπολης που βλέπει προς Μακρυγιάννη. (…)

»Από κει ερχόταν ένας χτύπος όμοιος μ’ εκείνον που γίνεται όταν μπήγουν στύλο μέσα στη γη. Ύστερα τους είδα να γυρίζουν πίσω στην Κούλια (σ.σ. την φυλακή) απ’ όπου πήραν κάτι πολύ βαρύ και το πήγαν μαζωμένοι στο μέρος του χτύπου.

»Εκεί πάλι κάτι έκαναν μέσα σ’ ανακάτωση, και ύστερα πάλι άκουσα χτύπο πέτρας που χτυπά σ’ άλλη πέτρα…

»Το πρωί άμα σηκώθηκα έμαθα πως ο Δυσέας δραπέτευσε τη νύχτα και δοκίμασε να κατέβει απ’ την Ακρόπολι με σκοινί και πώς το σκοινί κόπηκε και σκοτώθηκε από το ύψος πεσμένος.

»Στο μέρος που άκουγα χτύπους ήταν μπηγμένο μεγάλο παλούκι. Απάνω του, δεμένο ένα κομάτι τριχιά. Σαν πήγα κάτω είδα το πτώμα του άμοιρου στρατηγού. Το στόμα του ήταν καταματωμένο.

»Ο λαιμός του είχε μαυρίλες και σημάδια από νύχια…Την ίδια μέρα έγινε το ξόδι (σ.σ. η κηδεία, η εξόδιος ακολουθία) του πολύ καταφρονεμένο, και χειρότερο κι απ’ του τελευταίου κατάδικου.

»Τον έθαψαν σα σκυλί στον Άγιο Δημήτρη, στα δυτικά της Ακρόπολης».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

.

.

Δημοφιλείς αναρτήσεις