Το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ (DOJ) παρενέβη σε μια αγωγή που ισχυρίζεται ότι η Pfizer διέπραξε απάτη κατά τη διάρκεια κλινικών δοκιμών για το εμβόλιο των Pfizer-BioNTech για την COVID-19.
Από τον Michael Nevradakis, Ph.D./The Defender
Το DOJ ζήτησε ταυτόχρονα από το δικαστήριο να απορρίψει την αγωγή, η οποία είχε κατατεθεί από την πληροφοριοδότη Brook Jackson κατά της Pfizer. «Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα πρέπει να υποχρεωθούν να δαπανήσουν πόρους σε μια υπόθεση που δεν συνάδει με την πολιτική της χώρας για τη δημόσια υγεία», ανέφερε το DOJ στην αίτησή του για την απόρριψη της αγωγής.
Η Jackson είπε στο The Defender ότι η πρόταση του Υπουργείου Δικαιοσύνης ήταν «αναμενόμενη» και ότι «διευκρινίζοντας τα πρότυπα που εφαρμόζονται “για καλό σκοπό”», όπως αναφέρεται στην αιτιολόγηση της πρότασης, «επέτρεψε στην Pfizer να διαπράξει απάτη στον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ» (FDA).
«Αυτή η απάτη κόστισε αναμφίβολα δισεκατομμύρια δολάρια στους Αμερικανούς φορολογούμενους και οδήγησε σε έναν ανείπωτο αριθμό τραυματισμών από τα αντίμετρα κατά της COVID-19, συμπεριλαμβανομένης της μόνιμης αναπηρίας και του θανάτου μεταξύ των συμπολιτών μου», ανέφερε η Jackson.
Η ίδια είναι πρώην υπάλληλος του Ερευνητικού Ομίλου Ventavia, ενός ανεξάρτητου εργαστηρίου που διεξήγαγε μερικές από τις κλινικές δοκιμές για το εμβόλιο των Pfizer-BioNTech για την COVID-19.
Τον Ιανουάριο του 2021, η Jackson μήνυσε την Pfizer, τη Ventavia και την ICON plc, έναν άλλο εξωτερικό συνεργάτη της Pfizer, ισχυριζόμενη στην αγωγή της ότι οι εταιρείες διέπραξαν πολυάριθμες παραβιάσεις του νόμου περί Ψευδών Ισχυρισμών κατά τη διάρκεια των δοκιμών.
Τον Σεπτέμβριο του 2022, η ίδια υπέβαλε μια τροποποιημένη καταγγελία, η οποία απορρίφθηκε τον Απρίλιο του 2023. Στη συνέχεια υπέβαλε μια δεύτερη τροποποιημένη καταγγελία τον Οκτώβριο του 2023, προτρέποντας το Υπουργείο Δικαιοσύνης να παρέμβει. Οι προφορικές συζητήσεις για την υπόθεση έχουν προγραμματιστεί για τις 17 Απριλίου ενώπιον του Περιφερειακού Δικαστηρίου των ΗΠΑ για την Ανατολική Περιφέρεια του Τέξας Beaumont.
Η Sasha Latypova, πρώην στέλεχος της φαρμακευτικής βιομηχανίας με 25 χρόνια εμπειρίας στη φαρμακευτική έρευνα και ανάπτυξη, είπε στο The Defender: «Η αγωγή ισχυρίζεται ότι η Pfizer διέπραξε απάτη προκειμένου να κερδίσει το συμβόλαιο για τα εμβόλια κατά της COVID-19 από την κυβέρνηση των ΗΠΑ ενώ εν γνώσει της παρέδωσε ένα ελαττωματικό προϊόν». «Η απάτη που περιγράφει η Jackson… δεν αμφισβητήθηκε (νομικά) από την Pfizer», είπε η Latypova.
Ο Robert Barnes, ένας από τους δικηγόρους που εκπροσωπεί την Jackson, μίλησε σε μια παρουσίαση του Ιδρύματος Έρευνας για την Ασφάλεια Εμβολίων στις 8 Μαρτίου, όπου είπε: «Όποια και κάθε μορφή απάτης μπορούσαν να διαπράξουν, την έκαναν», δήλωσε αναφερόμενος στην Pfizer. «[Η Jackson] την ανακάλυψε, την αποκάλυψε και πέρασε από τα κατάλληλα πρωτόκολλα εσωτερικού ελέγχου, υποθέτωντας ότι οι άνθρωποι θα διόρθωναν τα ελαττώματα», ανέφερε ο Barnes. «Και αντί να συμβεί αυτό, απολύθηκε με συνοπτικές διαδικασίες».
«Η Pfizer είπε ψέματα για να πληρωθεί»
Η πρόταση απόρριψης της αγωγής εκ μέρους του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ (DOJ) αναφέρει ότι η Jackson «υποστηρίζει ότι οι κατηγορούμενοι παραβίασαν το πρωτόκολλο της κλινικής δοκιμής των εμβολίων των Pfizer-BioNTech κατά της COVID-19 σε τρεις τοποθεσίες που πραγματοποιούνταν η μελέτη στο Τέξας και ότι η κατηγορούμενη Pfizer παραποίησε τα στοιχεία που απέστειλε στον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) όσον αφορά την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα του εμβολίου των Pfizer-BioNTech για την COVID-19».
Η Jackson κατέθεσε την αγωγή της βάσει του νόμου περί Ψευδών Ισχυρισμών (False Claims Act), ο οποίος επιτρέπει στην κυβέρνηση (ή σε κάποιον εκ μέρους της όπως η Jackson) να προχωρήσει σε νομικές ενέργειες και να προσπαθήσει να πάρει πίσω χρήματα, επικαλούμενη Ψευδείς Ισχυρισμούς οι οποίοι υποβλήθηκαν από τα μηνυθέντα μέρη σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσουν οικονομικό όφελος από την κυβέρνηση.
Αυτά τα μέρη, όπως η Pfizer-BioNTech, μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνα βάσει του νόμου εάν αποδειχθεί ότι εν γνώσει τους υπέβαλαν Ψευδείς Ισχυρισμούς/Αξιώσεις ή χρησιμοποίησαν ψευδή αρχεία ή δηλώσεις για να εξασφαλίσουν οικονονικά οφέλη.
Σύμφωνα με την πρόταση του Υπουργείου Δικαιοσύνης, ο νόμος περί Ψευδών Ισχυρισμών/Αξιώσεων «απαιτεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες να ειδοποιήσουν το δικαστήριο εάν θα παρέμβουν στην διαδικασία qui tam ή θα αρνηθούν να αναλάβουν δράση», μετά από «μια περίοδο έρευνας». Η qui tam αγωγή αναφέρεται σε κάθε νομική περίπτωση κατά την οποία ένας ιδιώτης κινεί νομικές ενέργειες για λογαριασμό ενός κράτους.
Η κυβέρνηση μπορεί να επιλέξει αν θα παρέμβει σε υποθέσεις qui tam. Εάν το κάνει, μπορεί στη συνέχεια να προχωρήσει στη διαδικασία της αγωγής αντί του πολίτη που υπέβαλε αρχικά την αξίωση —άτομο το οποίο αποκαλείται «πληροφοριοδότης». Η κυβέρνηση μπορεί στη συνέχεια να επιλέξει να διευθετήσει την υπόθεση ή να υποβάλει πρόταση απόρριψης, κάτι που έκανε στη συγκεκριμένη περίπτωση το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ.
Το DOJ ισχυρίζεται ότι οι ΗΠΑ «έχουν βάσιμους λόγους να παρέμβουν με σκοπό την απόρριψη» με βάση το προηγούμενο του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ σε απόφαση του Ιουνίου 2023, συγκεκριμένα της υπόθεσης United States ex rel. Polansky v. Executive Health Resources Inc., et al., στην οποία αναφέρεται ότι η κυβέρνηση μπορεί να παρέμβει και να προχωρήσει στην απόρριψη μιας υπόθεσης με βάση το νόμο False Claims Act ανά πάσα στιγμή στη διάρκεια μιας υπόθεσης.
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης ισχυρίζεται περαιτέρω ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει βάσιμους λόγους να παρέμβει επειδή έχει πρόσβαση στα ίδια δεδομένα κλινικών δοκιμών, στα δεδομένα ανεπιθύμητων ενεργειών και σε άλλες επιστημονικές έρευνες στις οποίες αναφέρεται η Jackson στην καταγγελία της.
Για να υποστηρίξει τους ισχυρισμούς του, το Υπουργείο Δικαιοσύνης παρέθεσε ένα άρθρο της JAMA στις 5 Ιανουαρίου του 2024 που συντάχθηκε από τον Επίτροπο της FDA Robert Califf και τον Διευθυντή του Κέντρου Βιολογικής Αξιολόγησης και Έρευνας του FDA, Peter Marks, που υποστηρίζει ότι: «Σε αντίθεση με την πληθώρα παραπληροφόρησης που είναι διαθέσιμη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στο διαδίκτυο, δεδομένα από διάφορες μελέτες δείχνουν ότι από την αρχή της πανδημίας της COVID-19, δεκάδες εκατομμύρια ζωές σώθηκαν με τον εμβολιασμό».
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης υποστηρίζει επίσης ότι, εάν επιτραπεί η συνέχιση της υπόθεσης, η διαδικασία έρευνας και οι συνεχιζόμενες νομικές διαδικασίες «θα επιβάλουν σημαντικό βάρος στους οργανισμούς FDA, HHS [Η.Π.Α. Υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών], και DOJ».
Αναφερόμενος στην απόφαση Polansky του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η Jackson είπε: «Η κυβέρνηση μπήκε στην υπόθεση την τελευταία στιγμή και έκανε αυτό που κάνει σε αυτές τις περιπτώσεις, προσπαθώντας να τις ξεφορτωθεί».
«Έτσι, έφτασε να επικαλεστει μέχρι και το Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο έκρινε ότι βάσει του νόμου περί Ψευδών Αξιώσεων (ισχυρισμών), η κυβέρνηση έχει την τελική εξουσία να κάνει ό,τι θέλει, κατά μία έννοια. Αλλά και πάλι, πρέπει να δείξει… “καλή θέληση”».
Η Latypova ανέφερε ότι μόλις κατατεθεί μια αγωγή/μήνυση με βάση το νόμο περί Ψευδών Αξιώσεων, «σφραγίζεται αμέσως για τις πρώτες 60 ημέρες». Μετά, «η κυβέρνηση έχει 60 ημέρες για να αποφασίσει αν θα παρέμβει στην υπόθεση ή όχι. Θα μπορούσαν να έχουν παρέμβει και να την έχουν απορρίψουν ή θα μπορούσαν να αρνηθούν να παρέμβουν και να μην την απορρίψουν».
Σύμφωνα με την Jackson, «Τον Φεβρουάριο του 2022, αφού κράτησε την υπόθεση σφραγισμένη και ερεύνησε τους ισχυρισμούς για σχεδόν 14 μήνες, η κυβέρνηση επέλεξε να μην παρέμβει, αλλά δεν προχώρησε και στην άμεση απόρριψη της. Στη συνέχεια, η υπόθεση αποσφραγίστηκε, επιτρέποντάς μου να προχωρήσω στη δράση μόνη μου, ενεργώντας για λογαριασμό των ΗΠΑ».
«Το Υπουργείο Δικαιοσύνης περίμενε μέχρι την τελευταία στιγμή πριν από τον πρώτο γύρο ακροάσεων απόρριψης ενώπιον του δικαστή και έκανε μια πολύ σπάνια παρέμβαση, αλλά όχι πλήρη», είπε ο Barnes. «Το επιχείρησαν και λειτούργησε εν μέρει», πρόσθεσε, αναφερόμενος στην αρχική απόρριψη της αγωγής της Jackson τον Απρίλιο του 2023.
Ο Barnes πρόσθεσε: «Καταφέραμε να κάνουμε τον δικαστή να επανεξετάσει την απόφασή και επανέφερε τo ζήτημα της απάτης και την αξίωση προτροπής, γιατί αυτός είναι ο βασικός ισχυρισμός -ότι η Pfizer είπε ψέματα για να αποκομίσει οικονομικά οφέλη (να πληρωθεί). Είπαν ψέματα για αυτό που παρέδιδαν. Είπαν ότι αυτό που παρέδιδαν ήταν ασφαλές. Δεν ήταν».
Ο Barnes είπε ότι βάσει της σύμβασης της κυβέρνησης των ΗΠΑ με την Pfizer, οι ΗΠΑ «δεν πλήρωναν για ένα θεραπευτικό προϊόν, δεν πλήρωναν για ένα διαγνωστικό προϊόν, πλήρωναν για κάτι που θα εμβολίαζε (και θα προκαλούσε ανοσία). Και φυσικά αυτό δεν έγινε ποτέ».
Σύμφωνα με τη Latypova, με την παρέμβαση της τελευταίας στιγμής, επικαλούμενη την απόφαση Polansky, η κυβέρνηση επέλεξε να περιμένει έως ότου «να έχουν την ευκαιρία να γίνουν όσο περισσότεροι εμβολιασμοί σε όσα περισσότερα χέρια ήταν δυνατόν».
«Αυτή είναι η δεύτερη φορά που το Υπουργείο Δικαιοσύνης σχεδιάζει να παρέμβει και να ζητήσει από το δικαστήριο να απορρίψει τη δεύτερη τροποποιημένη καταγγελία της Brook, είπε η Latypova. «Αυτό δείχνει ξεκάθαρα την επιθυμία της κυβέρνησης των ΗΠΑ να μην διερευνήσει την απάτη των κλινικών δοκιμών για τα εμβόλια COVID-19», είπε.
H Jackson ανέφερε ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης πρέπει ακόμη να επικαλεστεί βάσιμους λόγους, σημειώνοντας ότι η πρόταση απόρριψης «πρέπει να γίνει με καλή την πίστη και πρέπει να παρέχει αποδείξεις ότι όλα έγιναν “με καλούς σκοπούς” –αυτό είναι το κλειδί της υπόθεσης και γιατί είμαι σίγουρη ότι αυτές οι προτάσεις τελικά θα απορριφθούν», είπε.
«Η κυβέρνηση πρέπει να δείξει… γιατί έχει ένα εύλογο επιχείρημα ότι είναι πιο πιθανό τα αρνητικά της υπόθεσης να υπερβαίνουν τα θετικά», είπε ο Barnes. «Σε μια υπόθεση πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων, ποιο θα είναι αυτό το επιχείρημα από το Υπουργείο Δικαιοσύνης;».
Η διερεύνηση της υπόθεσης θα μπορούσε να δείξει ότι η κυβέρνηση συγκάλυψε τις παρενέργειες του εμβολίου
Εάν η πρόταση απόρριψης του Υπουργείου Δικαιοσύνης αποτύχει, η διαδικασία διερεύνησης θα προχωρήσει και αυτό μπορεί να αποκαλύψει περισσότερα στοιχεία για τη φερόμενη συγκάλυψη εκ μέρους της κυβέρνησης. «Πιστεύουμε ότι η διερεύνηση θα δείξει ότι η κυβέρνηση δεν διεξήγαγε καμία ουσιαστική έρευνα», είπε ο Barnes. «Έλεγε ψέματα στην Brook Jackson, έλεγε ψέματα στον δικηγόρο της και το πιο σημαντικό, σε κάποιο βαθμό, έλεγε ψέματα στο δικαστήριο».
«Αυτό που συνέβη πραγματικά καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας είναι ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης σκόπιμα καθυστέρησε την παρέμβαση προς όφελος της Pfizer», πρόσθεσε ο Barnes. «Θα ζητήσουμε να λάβουμε ενδεχομένως κάποια στοιχεία σχετικά με το τι συνέβη κατά τη διάρκεια αυτής της 14μηνης κυβερνητικής έρευνας και γιατί επέλεξαν να την κρατήσουν σφραγισμένη τόσο καιρό και σε εκείνο το χρονικό σημείο τελικά (αποφάσισαν) να την απορρίψουν… Θέλουμε να μάθουμε το γιατί», είπε η Jackson.
Όσο για το τι θα μπορούσε να αποκαλυφθεί, η Latypova είπε ότι είναι «αρκετά σίγουρη» ότι «θα επιβεβαίωνε όλους τους ισχυρισμούς περί απάτης που έχουν παρατηρηθεί από την Brook —παραβιάσεις του πρωτοκόλλου κλινικών δοκιμών, έλλειψη κατάλληλης ενημερωμένης συναίνεσης, χειραγώγηση δεδομένων, απόκρυψη ανεπιθύμητων συμβάντων από τα εμβόλια και πολλά άλλα».
Η ευκαιρία να υποβάλει μια δεύτερη τροποποιημένη καταγγελία επέτρεψε επίσης την ενσωμάτωση περισσότερων αποδεικτικών στοιχείων στην υπόθεση, είπε η Jackson, καθώς η προηγούμενη καταγγελία της επέτρεπε μόνο στο να «προχωρήσει με όσα γνώριζε ως τον Σεπτέμβριο του 2020». «Μάθαμε περισσότερα για τη διαδικασία έγκρισης μέσω της έκδοσης των εγγράφων κλινικών δοκιμών από τον FDA. Καθώς περισσότεροι άνθρωποι εμφανίστηκαν, καθώς η επιστήμη εξελισσόταν, μάθαμε περισσότερα», είπε η Jackson.
Σύμφωνα με τη Latypova, αυτές οι νέες πληροφορίες περιλαμβάνουν προκλινικές μελέτες από την Pfizer και τη Moderna, δεδομένα ανθρώπινων ανεπιθύμητων ενεργειών από το σύστημα αναφοράς ανεπιθύμητων ενεργειών του εμβολίου (VAERS) και άλλες βάσεις δεδομένων, και «αναφορές και δημοσιευμένες μελέτες από χιλιάδες γιατρούς και τραυματίες».
«Τα δεδομένα είναι συντριπτικά, υποδεικνύοντας σοβαρές ζημιές που προκαλούνται από αυτά τα προϊόντα», είπε η Latypova. «Η τεκμηρίωση δείχνει επίσης ότι οι κατασκευαστές γνώριζαν ότι το προϊόν ήταν εξαιρετικά επικίνδυνο… Ωστόσο, είπαν ψέματα για την ασφάλεια, την αποτελεσματικότητα και την ποιότητα κατασκευής του προϊόντος και πήραν δισεκατομμύρια δολάρια σε χρήματα των φορολογουμένων».
Σύμφωνα με τον Barnes, θα τεθούν επίσης συνταγματικά ζητήματα εάν προχωρήσει η αγωγή. Αυτό περιλαμβάνει το «αν εμπλέκονται ζητήματα σχετικά με την Πρώτη Τροποποίηση ή όχι σχετικά με την παρέμβαση του Υπουργείου Δικαιοσύνης, μια υπόθεση που θα μπορούσε να φέρει σε δύσκολη θέση την τρέχουσα κυβέρνηση που ήταν στο… κρεβάτι με την Pfizer ως προς αυτό το εμβόλιο».
«Πέρασαν τέσσερα χρόνια που πολεμάμε ένα σύστημα που νόμιζα ότι θα ήταν με το μέρος μας», είπε η Jackson. «Έχουμε χάσει την οποιαδήποτε πίστη σχετικά με το ποιον θα έπρεπε τελικά να υπερασπίζεται η κυβέρνηση. Είναι οι άνθρωποι». «Θα υπενθυμίσω στις δυνάμεις στην Ουάσιγκτον για άλλη μια φορά ότι σύμφωνα με το Σύνταγμα των ΗΠΑ, η δουλειά της κυβέρνησης είναι να προστατεύει και να υπηρετεί τον λαό. Είμαστε το μόνο συμφέρον και απαιτούμε δικαίωση».
Kαθώς η μετοχή της Pfizer (PFE) διαπραγματεύεται κοντά σε νέα χαμηλά, η φαρμακοβιομηχανία ποντάρει την ανάστασή της στα φάρμακα για τον καρκίνο τα οποία παράγει η Seagen για την εξαγορά της οποίας η Pfizer δαπάνησε 43 δις ευρώ.
Τον περασμένο μήνα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε το Prevnar 20 της Pfizer, ένα εμβόλιο που βοηθά στην προστασία των βρεφών και των παιδιών από την πνευμονιοκοκκική νόσο. Η εταιρεία είπε επίσης πρόσφατα ότι το νέο της φάρμακο Adcetris – χάρη στην εξαγορά της Seagen από 43 δισεκατομμύρια δολάρια τον Δεκέμβριο – βελτίωσε σημαντικά τη συνολική επιβίωση σε ασθενείς με μια μορφή λεμφώματος. Η Pfizer αναζητά τώρα για το Adcentris την όγδοη έγκριση του Οργανισμού Τροφίμων και Φαρμάκων.
Στην πραγματικότητα, η Pfizer λέει ότι ο αγωγός των αντικαρκινικών φαρμάκων της θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιθανά οκτώ νέα υπερπαραγωγικά φάρμακα έως το 2030. Η Seagen είναι βασικό μέρος αυτού. Η εταιρεία είναι ειδικός στην παραγωγή συζεύξεων φαρμάκων αντισωμάτων ή ADC. Αυτά τα στοχευμένα φάρμακα στέλνουν τοξικές χημικές ουσίες απευθείας στα καρκινικά κύτταρα.
Η Pfizer είπε πρόσφατα ότι το εμβόλιο του αναπνευστικού συγκυτιακού ιού της, Abrysvo, αποδείχθηκε αποτελεσματικό έναντι τόσο του RSV A όσο και του B σε δύο εποχές. Η Pfizer ανταγωνίζεται το Arexvy της GSK (GSK), η οποία βγήκε στην αγορά περίπου την ίδια περίοδο το 2023.
Ωστόσο, υπάρχουν αρκετοί πτωτικοί παράγοντες που μαστίζουν τη μετοχή της Pfizer. Τα έσοδα από τα προϊόντα Covid – που ώθησαν την Pfizer στο προσκήνιο το 2020 – συνεχίζουν να μειώνονται. Η εταιρεία ήλπιζε επίσης να συμμετάσχει στη μάχη απώλειας βάρους όπου κυριαρχούν οι Novo Nordisk (NVO) και η Eli Lilly (LLY). Μόνο που τον Δεκέμβριο η Pfizer απέσυρε το χάπι της για την απώλεια βάρους λόγω απροσδόκητα υψηλών ποσοστών ναυτίας και εμέτου.
Για το τέταρτο τρίμηνο, η Pfizer ανέφερε απροσδόκητα κέρδη 10 σεντ ανά μετοχή, μείον ορισμένα στοιχεία. Αυτό ανέτρεψε τις προσδοκίες για απώλεια 18 σεντ ανά μετοχή. Τα κέρδη μειώθηκαν κατά 91% σε ετήσια βάση. Το κέρδος οφειλόταν στα καλύτερα από τα αναμενόμενα μεικτά περιθώρια και τις χαμηλές δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη.
Οι πωλήσεις μειώθηκαν επίσης κατακόρυφα κατά 41% στα 14,25 δισεκατομμύρια δολάρια και χαμένες προβλέψεις για 14,37 δισεκατομμύρια δολάρια. Εξαιρουμένης της επίδρασης των προϊόντων Covid, του εμβολίου Comirnaty και του από του στόματος αντιιικού Paxlovid, οι πωλήσεις αυξήθηκαν λειτουργικά κατά 8%.
Εκτός από τις αναμενόμενες μειώσεις για το Comirnaty και το Paxlovid, τα έσοδα από το εμβόλιο για τον πνευμονιόκοκκο Prevnar μειώθηκαν κατά 8% στα 1,61 δισεκατομμύρια δολάρια. Αυτό έχασε πολύ τις προβολές. Οι πωλήσεις από τα αντικαρκινικά φάρμακα Ibrance και Xtandi ήρθαν επίσης στο φως.
Από την άλλη πλευρά, τα έσοδα από το Eliquis και το Vyndaqel ξεπέρασαν τις προσδοκίες. Το Vyndaqel αντιμετωπίζει μια κατάσταση κατά την οποία συσσωρεύεται μη φυσιολογική πρωτεΐνη στην καρδιά. Οι πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 41% στα 961 εκατομμύρια δολάρια. Το Eliquis, που αναπτύχθηκε σε συνεργασία με την Bristol Myers Squibb (BMY), απέφερε πωλήσεις 1,61 δισεκατομμυρίων δολαρίων, αυξημένες κατά 9%.
Για το πρώτο τρίμηνο του 2024, οι αναλυτές μετοχών της Pfizer προέβλεψαν κέρδη 54 σεντς ανά μετοχή και 14,23 δισεκατομμύρια δολάρια σε πωλήσεις. Τα κέρδη αναμένεται να μειωθούν κατά 56%, καθώς οι πωλήσεις πέφτουν περισσότερο από 22%.
Οι επενδυτές ενθαρρύνονται να αναζητήσουν μετοχές με 20%-25% πρόσφατη αύξηση πωλήσεων και κερδών. Η Pfizer δεν πιάνει αυτά τα νούμερα. Οι μεγάλοι θεσμικοί επενδυτές – οι οποίοι αντιπροσωπεύουν έως και το 70% όλων των συναλλαγών της αγοράς – συνήθως αναζητούν μετοχές με επιταχυνόμενη αύξηση κερδών και πωλήσεων.
Οι πωλήσεις της Pfizer μειώθηκαν αισθητά από τότε που σημείωσαν ρεκόρ το 2022. Πέρυσι, οι πωλήσεις μειώθηκαν κατά 42% σε σχεδόν 58,5 δισεκατομμύρια δολάρια. Οι κορυφαίες πωλήσεις περιλάμβαναν το Comirnaty και την Paxlovid, οι οποίες απέφεραν έσοδα 11,22 δισεκατομμυρίων δολαρίων και 1,28 δισεκατομμύρια δολάρια, αν και οι πωλήσεις μειώθηκαν αντίστοιχα κατά 70% και 93% σε ετήσια βάση.
Το αραιωτικό αίματος Eliquis απέφερε πωλήσεις 6,75 δισεκατομμυρίων δολαρίων, αυξημένες κατά 4% σε αυστηρή βάση, όπως αναφέρθηκε. Οι πωλήσεις του Prevnar αυξήθηκαν κατά 2% στα 6,44 δισεκατομμύρια δολάρια.
Αλλά άλλα βασικά προϊόντα είδαν μειώσεις. Τα έσοδα από το Xeljanz, που αντιμετωπίζει φλεγμονώδεις καταστάσεις, μειώθηκαν κατά 5% στα 1,7 δισεκατομμύρια δολάρια. Οι πωλήσεις του Enbrel, που αναπτύχθηκε με την Amgen (AMGN), μειώθηκαν κατά 17% στα 830 εκατομμύρια δολάρια. Η Pfizer πουλά το Enbrel εκτός των ΗΠΑ και του Καναδά.
Για το 2024, η Pfizer αναμένει προσαρμοσμένα κέρδη από 2,05 έως 2,25 δολάρια ανά μετοχή και 58,5 έως 61,5 δισεκατομμύρια δολάρια σε πωλήσεις. Στα μεσαία σημεία, τα κέρδη θα αυξάνονταν σχεδόν κατά 17%, καθώς οι πωλήσεις αυξάνονταν σχεδόν κατά 3%.
Τον Μάρτιο, η Pfizer είπε ότι το νέο της φάρμακο, το Adcetris, βελτίωσε τη συνολική επιβίωση, την επιβίωση χωρίς εξέλιξη και τα συνολικά ποσοστά ανταπόκρισης σε ασθενείς με διάχυτο λέμφωμα μεγάλων Β-κυττάρων. Η επιβίωση χωρίς εξέλιξη είναι το χρονικό διάστημα που ζουν οι ασθενείς πριν επιδεινωθεί ο καρκίνος τους. Η εταιρεία πρόσθεσε το Adcentris στα τυπικά αντικαρκινικά φάρμακα λεναλιδομίδη και ριτουξιμάμπη. Συνέκρινε το σχήμα με λεναλιδομίδη και ριτουξιμάμπη συν ένα εικονικό φάρμακο.
«Τα αποτελέσματα είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά επειδή η μελέτη αξιολόγησε ασθενείς που είχαν λάβει βαριά προθεραπευτική αγωγή, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων που είχαν λάβει προηγούμενη θεραπεία με CAR-T», δήλωσε ο Chief Development Officer της Pfizer, Roger Dansey. Τα φάρμακα CAR-T αναπτύσσονται χρησιμοποιώντας τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος του ίδιου του ασθενούς.
Ελπιδοφόρα, η Pfizer είπε τον Φεβρουάριο ότι το εμβόλιο RSV της Abrysvo, αποδείχθηκε αποτελεσματικό κατά 77,8% σε διάστημα δύο ετών κατά της λοίμωξης του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος σε ενήλικες ηλικίας 60 ετών και άνω. Αυτό είναι μέρος ενός on
Οι μετοχές της Pfizer έχουν Σύνθετη Βαθμολογία-Composite Rating 21, πολύ μακριά από το καλύτερο δυνατό 99. Το μέτρο σταθμίζει τις βασικές μετρήσεις ανάπτυξης μιας μετοχής έναντι όλων των άλλων μετοχών. Οι κορυφαίες μετοχές τείνουν να έχουν Composite Ratings 95 ή καλύτερο, σύμφωνα με την IBD Digital.
Η μετοχή της Pfizer έχει βαθμολογία σχετικής ισχύος-Relative Strength Rating 14, πού μακριά από τη καλύτερη δυνατή 99. Η βαθμολογία RS μετρά τη 12μηνη απόδοση μιας μετοχής σε σχέση με όλες τις άλλες μετοχές. Αυτή η Βαθμολογία RS σημαίνει ότι η μετοχή της Pfizer κατατάσσεται στο χαμηλότερο 14% όλων των μετοχών όσον αφορά την απόδοση κατά το τελευταίο έτος.
Η βαθμολογία EPS της φαρμακευτικής εταιρείας, ένα μέτρο κερδοφορίας, είναι 34 από το καλύτερο δυνατό 99. Η βαθμολογία EPS συγκρίνει την πρόσφατη και μακροπρόθεσμη αύξηση των κερδών μιας μετοχής με όλες τις άλλες μετοχές.
Με βάση τους έξυπνους κανόνες επένδυσης, η μετοχή PFE δεν συνιστάται για αγορά αυτή τη στιγμή.
Η μετοχή της Pfizer πρέπει ακόμη να αποδείξει τη θεμελιώδη και τεχνική της αξία. Επίσης, οι μετοχές δεν σχηματίζουν ένα μοτίβο γραφήματος με ξεκάθαρη είσοδο για τους επενδυτές, παρά το γεγονός ότι πρόσφατα ανέκτησαν έδαφος και επανέλαβαν για λίγο τη γραμμή των 50 ημερών. Τώρα, οι μετοχές είναι κάτω από αυτό το ανώτατο όριο.
Θα είναι σημαντικό να παρακολουθούμε πώς αποδίδει η μετοχή της Pfizer καθώς η εταιρεία ενισχύει τον αγωγό της και αναζητά νέες εγκρίσεις στις προσπάθειές της να προχωρήσει πέρα από την αστρονομική ανάπτυξη που είδε στο απόγειο της πανδημίας. Αν και έχει ενισχυτικό πλάνο Covid, όπως οι ανταγωνιστές Moderna (MRNA) και Novavax (NVAX), οι αναλυτές δεν αναμένουν ότι οι πωλήσεις θα ανέβουν.
Αντίθετα, η Wall Street παρακολουθεί στενά το εμβόλιο RSV ενηλίκων, το οποίο κυκλοφόρησε στην αγορά ταυτόχρονα ως ανταγωνιστής από την GSK. Οι προσπάθειες της Pfizer τώρα που κατέχει τη Seagen θα μπορούσαν επίσης να είναι βασικές για τη μελλοντική ανάπτυξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου