Στην ενήλικη ζωή ένας από τους σημαντικούς τομείς της καθημερινότητας μας αφορά τις στενές διαπροσωπικές σχέσεις που αναπτύσσουμε. Ειδικά στις πρώτες δεκαετίες της ενήλικης ζωής μας η δημιουργία σχέσεων, η ύπαρξη του έρωτα και η εξερεύνηση της αγάπης κατέχουν κεντρικό ρόλο στις σκέψεις και τις εμπειρίες μας.
Πώς και γιατί λοιπόν οι άνθρωποι ερωτεύονται; Σύμφωνα με την θεωρία κατονομασίας του περιπαθούς έρωτα (των Ε. Hatefield και Ε. Βerscheid) οτιδήποτε εγείρει έντονα συναισθήματα (ακόμη και αρνητικά συναισθήματα) μπορεί να είναι η πηγή του έντονου ερωτικού συναισθήματος. Δηλαδή, η σεξουαλική διέγερση ή η έξαψη ή ο θυμός ή η ζήλια δημιουργούν βιο- φυσιολογική διέγερση. Ταυτόχρονα, το άτομο είναι προετοιμασμένο να βιώσει τον έρωτα εξαιτίας της προσοχής που δείχνει η κοινωνία σε αυτό το συναίσθημα (πχ. ο έρωτας προβάλλεται στην μουσική, τις ταινίες, τις διαφημίσεις κτλ). Έτσι, εάν η βιο- φυσιολογική διέγερση θεωρηθεί από το άτομο ότι οφείλεται στο συναίσθημα του έρωτα, τότε νιώθει το ερωτικό συναίσθημα και κρίνει ότι έχει ερωτευτεί. Αυτή η θεωρία, μας βοηθάει να κατανοήσουμε γιατί πολλές φορές κάποιος επιμένει να έχει ερωτικά συναισθήματα για ένα πρόσωπο που τον απορρίπτει ή τον πονά.
Προχωρώντας λίγο παραπέρα, ο Stenberg υποστήριξε ότι η διάφορες εκφάνσεις της αγάπης αποτελούνται από έναν συνδυασμό των τριών στοιχείων: της οικειότητας, του πάθους και της δέσμευσης. Έτσι, σε μία διαπροσωπική επαφή που δεν υπάρχει κανένας από αυτούς τους τρεις παράγοντες δεν υπάρχει συναίσθημα αγάπης ενώ αν υπάρχει μόνο η οικειότητα υπάρχει το συναίσθημα της συμπάθειας και η φιλία. Αν σε μία διαπροσωπική επαφή υπάρχει μόνο το πάθος τότε δημιουργείται μία σχέση που βασίζεται κυρίως στην σεξουαλική έλξη και εάν υπάρχει μόνο η δέσμευση δημιουργείται μία σχέση καθήκοντος, όπως για παράδειγμα δύο σύζυγοι που αποφασίζουν να ζήσουν μαζί μόνο για τα παιδιά τους.
Ο συνδυασμός της οικειότητας και του πάθους δημιουργεί τον ρομαντικό έρωτα που απολαμβάνει ένα νέο ζευγάρι τα μέλη του οποίου δεν προγραμματίζουν ακόμη το μέλλον τους μαζί. Ενώ ο συνδυασμός της οικειότητας και της δέσμευσης δημιουργούν μία συντροφική αγάπη σε ένα ζευγάρι όπου ενώ υπάρχει συναισθηματική επαφή δεν υπάρχει πλέον σεξουαλική έλξη μεταξύ τους. Τέλος, ο συνδυασμός του πάθους και της δέσμευσης δημιουργεί μία επιπόλαιη αγάπη, μία σχέση όπως δύο συντρόφων που αποφασίζουν να συγκατοικήσουν ενώ γνωρίζονται ελάχιστα. Η ολοκληρωμένη αγάπη δημιουργείται από τον συνδυασμό και των τριών στοιχείων σε ένα ζευγάρι που έχει μία ερωτική και σεξουαλικά έντονη μακροχρόνια σχέση.
Στην πλειονότητα τους οι σχέσεις ακολουθούν ένα παρόμοιο μοτίβο, όπου δύο άτομα συναναστρέφονται το ένα το άλλο όλο και πιο έντονα, σε περισσότερα μέρη αναζητώντας ο ένας την συντροφιά του άλλου. Στη συνέχεια αναπτύσσουν στενή σωματική επαφή, μοιράζονται τις εμπειρίες της ζωής τους και αποκαλύπτουν μυστικά, εκφράζουν τα θετικά και αρνητικά συναισθήματα τους. Σταδιακά, τα άτομα συμφωνούν για τους στόχους της σχέσης και εμφανίζουν παρόμοιες αντιδράσεις στα διάφορα γεγονότα. Τέλος, αρχίζουν και υπολογίζουν αυτή την νέα σχέση ως παράμετρο της ευεξίας και της επιτυχία τους θεωρώντας την μοναδική και πολύτιμη και τελικά αρχίζουν και δρουν ενιαία ως ζευγάρι.
Ωστόσο, δεν διαμορφώνουμε όλοι με τον ίδιο τρόπο τις σχέσεις μας καθώς κάποιοι άνθρωποι έχουν μεγάλη ανάγκη εγγύτητας στην σχέση και κάποιοι άλλοι όχι. Ο Bowlby, υποστήριξε ότι ο τρόπος με τον οποίο συνδεόμαστε με τους φροντιστές (γονείς ή άλλα άτομα που φροντίζουν το παιδί) στην βρεφική ηλικία συνδέεται με τον τρόπο με τον οποίο δημιουργούμε σχέσεις στην ενήλικη ζωή. Βρέφη που έχουν μεγαλώσει με ασφαλή προσκόλληση, δηλαδή νιώθουν τους φροντιστές τους παρόντες, ασφαλείς και προβλέψιμους, ως ενήλικες τείνουν να δημιουργούν στενές ερωτικές σχέσεις όπου αισθάνονται ευτυχισμένοι και αισιόδοξοι για την πορεία της σχέσης. Βρέφη που έχουν μεγαλώσει με προσκόλληση αποφυγής, δηλαδή νιώθουν τους φροντιστές απορριπτικούς και απόντες, ως ενήλικες τείνουν να δημιουργούν σχέσεις στις οποίες δεν επενδύουν, χωρίζουν συχνά και νιώθουν υψηλά επίπεδα μοναξιάς. Τέλος, βρέφη που έχουν μεγαλώσει με αμφιθυμική προσκόλληση, δηλαδή ένιωθαν τους φροντιστές τους απρόβλεπτους ή που προσέφεραν ακατάλληλη φροντίδα με υπερβολικό άγχος, ως ενήλικες τείνουν να δημιουργούν σχέσεις στις οποίες επενδύουν υπερβολικά, χωρίζουν επανειλημμένα με τον ίδιο σύντροφο και συχνά έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου