Ο φτωχός, λαϊκός άνθρωπος όχι μόνο εξαπατήθηκε κι έχασε άδικα τα λεφτά του, αλλά του αρνήθηκαν επίσης μια σαφή εξήγηση του πώς λειτουργούσε μια οικονομία της αγοράς. Αντίθετα, του λένε ότι χρειαζόμαστε το μεγάλο, σωτήριο κράτος, για να αποτρέψει την αυτοκαταστροφή της οικονομίας!
Το αόρατο χέρι της αγοράς: Γιατί χρησιμοποιούμε κρατικό χρήμα αντί για χρήμα της αγοράς; Με άλλα λόγια, γιατί δεν μπορούμε να επιλέξουμε τα χρήματα που θέλουμε να χρησιμοποιούμε;
Τα κρυπτονομίσματα είναι μια εναλλακτική λύση στην αγορά, αλλά δεν έχουν θέσει ακόμα το κρατικό χρήμα εκτός κυκλοφορίας. Αν ποτέ απειλήσουν να το κάνουν, το κράτος μπορεί να τα απαγορεύσει.του George Ford Smith
Τα νομίσματα της αγοράς είναι υγιή λόγω δύο βασικών χαρακτηριστικών. Πρώτον, αντιπροσωπεύουν την επιλογή της αγοράς για ένα παγκοσμίως αποδεκτό μέσο ανταλλαγής και δεύτερον, δεσμεύουν την κυβέρνηση σε μεγάλο βαθμό, απελευθερώνοντας τους ανθρώπους. Ένα κράτος που μπαίνει σε ξένα χωράφια, στο όνομα της ελευθερίας και της δημοκρατίας, και κρατά τον εγχώριο πληθυσμό πειθήνιο, με «δωρεάν» παροχές και απειλές, δεν έχει κανένα συμφέρον από ένα νόμισμα το οποίο δεν μπορεί να επιβάλλει δια της βίας. Για αυτόν τον λόγο, τα κράτη μισούν το υγιές χρήμα.
Ακόμη χειρότερα, οι άνθρωποι μισούν το υγιές χρήμα. Το υγιές χρήμα σημαίνει να αναλαμβάνουν την ευθύνη για τη ζωή τους, να βασίζονται στις αποταμιεύσεις τους ή την φιλανθρωπία, όταν η ζωή γίνεται άσχημη. Δεν μπορούν να απευθυνθούν στο κράτος για βοήθεια, επειδή τα κράτη χωρίς τον έλεγχο του νομισματοκοπείου τείνουν να αφήνουν τους ανθρώπους να αντιμετωπίζουν -ή να καρπώνονται- τις συνέπειες των επιλογών τους.
Σχεδόν κανείς σήμερα δεν καταλαβαίνει τι σημαίνει υγιές χρήμα. Θα μπορούσαν να απαντήσουν, άλλωστε, ότι «αν κάποτε το υγιές χρήμα ήταν ο χρυσός, δείτε τα προβλήματα που προκάλεσε. Μαστιζόμασταν από κρίσεις οικονομικού πανικού όταν καθιερώθηκε ο χρυσός» (ξεχνώντας ότι το βασισμένο στον χρυσό σύστημα ήταν αλλοιωμένο από το στρεβλό καθεστώς των κλασματικών αποθεματικών των τραπεζών ). «Και όταν χτύπησε η ύφεση, η οικονομία υπέφερε επειδή δεν υπήρχε το νομισματοκοπείο έσχατης ανάγκης, για να πολλαπλασιάσει το «μη υγιές» χρήμα και να βάλει σε λειτουργία την παραγωγική της μηχανή» (παραβλέποντας ότι η δίχως βάσεις πιστωτική επέκταση δημιούργησε το πρόβλημα εξαρχής).
Οι καλύτεροι άνθρωποι είναι προνοητικοί—δεν τους αρέσει να κάθονται και να αφήνουν τα πράγματα να πάρουν το δρόμο τους, όπως έγινε με τις κρίσεις του 19ου αιώνα. Γι’ αυτό οι φωτισμένες ελίτ δημιούργησαν την Federal Reserve (η Κεντρική Τράπεζα του κράτους των ΗΠΑ). Τα πράγματα είναι καλύτερα σήμερα με μια κεντρική τράπεζα έτοιμη να αποκρούσει την καταστροφή με ενέσεις ρευστότητας. Μερικές φορές μεγάλες ενέσεις. Το υγιές χρήμα είναι μια μη υγιής ιδέα για την σύγχρονη, βιομηχανική οικονομία που έχει γίνει «αφυπνισμένη» (woke). Ο χρυσός είναι ένα «βάρβαρο λείψανο», με την έμφαση στο βάρβαρο.
Εάν η ιστορία και η θεωρία δεν αποδείκνυαν το αντίθετο, μπορεί να μπαίναμε στον πειρασμό να πιστέψουμε τους επικριτές του χρυσού. Βεβαίως, μέρος της ιστορίας είναι υποθετικό, αλλά είναι μια βάσιμη υπόθεση.
Αυτοί που παράγουν και εμπορεύονται
Τα αρχαιολογικά ευρήματα μας δείχνουν ότι οι άνθρωποι κάποτε ζούσαν σαν άγρια ζώα, κυνηγώντας και συλλέγοντας την τροφή τους. Όταν ανακάλυψαν ότι μπορούσαν να καλλιεργήσουν μέρος της τροφής τους και να εξημερώσουν ορισμένα φυτά και ζώα, σχημάτισαν οικισμούς. Η γεωργία παρείχε πλεόνασμα τροφίμων και επέτρεπε στους ανθρώπους να περνούν λιγότερο χρόνο προσπαθώντας να τραφούν και περισσότερο χρόνο δουλεύοντας σε άλλες παραγωγικές επιδιώξεις, δημιουργώντας έτσι μια διαφοροποίηση της εργασίας.
Με την εξειδίκευση ήρθε η ευκαιρία του εμπορίου, ξεκινώντας από τον αντιπραγματισμό (σ.σ. ανταλλαγή αγαθών) και προχωρώντας στην έμμεση ανταλλαγή. Όλες οι άλλες ανακαλύψεις που έχουν ανεβάσει το βιοτικό μας επίπεδο εξαρτώνται από την απλή διαδικασία ανταλλαγής ενός αγαθού με ένα άλλο αγαθό υψηλής ρευστότητας. (Ένα σπίτι έχει υψηλή αξία αλλά καθόλου ρευστότητα, ενώ ένα χαρτόκουτο με αυγά έχει και ρευστότητα και αξία.) Αυτό το εξαιρετικά εμπορεύσιμο αγαθό, θα μπορούσε να ανταλλαχθεί για κάτι άλλο αντί να καταναλωθεί, και έτσι μέσω διαδοχικών συναλλαγών τα άτομα θα μπορούσαν να αποκτήσουν το αγαθά που ήθελαν, και τα οποία δεν μπορούσαν να λάβουν μέσω άμεσης ανταλλαγής.
Τα αγαθά που έγιναν παγκοσμίως αποδεκτά στο εμπόριο έγιναν γνωστά ως χρήματα. Μόνο με την εμφάνιση του χρήματος θα μπορούσε να αναπτυχθεί σε μεγάλο βαθμό ένας καταμερισμός της εργασίας, επιτρέποντας στους ανθρώπους να ειδικεύονται σε γραμμές παραγωγής που ταιριάζουν περισσότερο στις δεξιότητες ή την ιδιοσυγκρασία τους. Έτσι, τα χρήματα κατέστησαν δυνατή την πρόοδο του πολιτισμού όπως τον ξέρουμε.
Κοιτάζοντας πίσω -από την ασφάλεια του σήμερα- βρίσκουμε κάτι περίεργο σ’ αυτήν την εξέλιξη από τις ανταλλαγές έως το χρήμα. Σε κανένα σημείο της ιστορίας δεν μπόρεσε κανείς να ανταλλάξει το τίποτα με κάτι—εκτός από τις περιπτώσεις εξαπάτησης. Σε μια ελεύθερη αγορά, ένα άτομο δεν θα μπορούσε να μαζέψει μια χούφτα βρεγμένα φύλλα, για παράδειγμα, και να περιμένει να τα ανταλλάξει με ένα καλάθι με αυγά ή να εισέλθει σε μια θεατρική παράσταση. Ένας έμπορος έπρεπε να φέρει κάτι στην αγορά, που οι άνθρωποι πραγματικά ήθελαν.
Οι άνθρωποι υιοθέτησαν την ιδέα του χρήματος γιατί τους έκανε πολύ πιο πλούσιους. Σε αντίθεση με την ανταλλαγή, δεν περιορίζονταν πλέον από την διπλή σύμπτωση των επιθυμιών. Όταν ο χρυσός και το ασήμι υιοθετήθηκαν παγκοσμίως στη Δύση, τα αγαθά διαπέρασαν μαζικά τα σύνορα, έχοντας μόνο τις κυβερνητικές πολιτικές να τα παρεμποδίζουν.
Αυτοί που καταφεύγουν στα πολιτικά μέσα
Ο πολιτισμός όμως αναπτύχθηκε και με άλλους τρόπους. Δεν ήταν όλοι ικανοποιημένοι να συντηρούν τον εαυτό τους και την οικογένειά τους με την εργασία και το εμπόριο. Μερικοί άντρες γίνονταν μέλη μιας κυβερνώσας συμμορίας, που εξέδιδε κανόνες και απαιτούσε φόρο υποτέλειας από τους παραγωγούς αγαθών με αντάλλαγμα την προστασία τους από άλλες συμμορίες. Έτσι, η ανάπτυξη του πολιτισμού συνέπεσε με την εμφάνιση του αυταρχικού κράτους, μιας πολυεπίπεδης κοινωνικής δομής με παρασιτικούς κακοποιούς σε διάφορα επίπεδα να δίνουν εντολές και την υπόλοιπη κοινωνία να τους υπακούει.
Καθώς άρχισαν να χρησιμοποιούνται τα νομίσματα, οι κυβερνώντες είδαν ότι ο έλεγχος των χρημάτων αύξανε σημαντικά την εξουσία τους.
Κατά τη διάρκεια των αιώνων, τα κράτη, σε συνεννόηση με τους τραπεζίτες, έχουν εκδιώξει το εμπορευματικό χρήμα από τις παγκόσμιες αγορές, αντικαθιστώντας το με το «νόμιμο» χαρτονόμισμα, που είναι αποκομμένο από οποιαδήποτε σχέση με αγοραία αξία. Όσοι επιχειρούν να χρησιμοποιήσουν χρυσό ή ασήμι σε ανταλλαγές θα πρέπει να προετοιμαστούν για μια μακρά ποινή φυλάκισης.
Από το αυταρχικό κράτος δεν θα περιμέναμε τίποτα λιγότερο. Η μονοπώληση της παραχάραξης των χρημάτων ήταν για το κράτος πάντα ένας προτιμώμενος τρόπος κατάσχεσης του πλούτου των υπηκόων του, καθώς δεν προκαλεί την εκρηκτική αντίδραση που προκαλούν οι φόροι.
Τι γίνεται όμως με τις λεγόμενες δημοκρατικές κοινωνίες, όπου η κυβέρνηση φέρεται να εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ανθρώπων που την εκλέγουν; Ανακάλυψε μήπως κάποιος οικονομολόγος μιαν αλήθεια που τυχαίνει να νομιμοποιεί τις δραστηριότητες των κατασταλτικών κυβερνήσεων; Υπακούμε σε έναν επιστημονικό συλλογισμό που λέει στην ουσία ότι η περισσότερη ποσότητα από ένα καλό πράγμα είναι πάντα προτιμότερη, και αφού τα χαρτονομίσματα είναι καλά, τα περισσότερα χαρτονομίσματα είναι προτιμότερα; Και δεδομένου ότι το χαρτονόμισμα μπορεί να παραχθεί γρήγορα χωρίς σχεδόν κανένα όριο, είναι το χαρτονόμισμα (ή το ηλεκτρονικό του ισοδύναμο) η καλύτερη επιλογή;
Πώς εντέλει αποκτήσαμε ένα τόσο βάρβαρο νομισματικό σύστημα, όταν το χρήμα μπήκε στον κόσμο ως ένας αθώος ευεργέτης της ανθρωπότητας;
Το κράτος παίρνει τα πάνω του
Με την άνοδο της κρατικής εξουσίας τον 20ό αιώνα, υπό τη σημαία του προοδευτισμού , οι οικονομολόγοι συρρέουν στο κράτος για να ενισχύσουν το «ιδανικό» του πληθωρισμού και των ελλειμμάτων ως μια μόνιμη συνθήκη. Από το 1930 έως τη δημοσίευση της Γενικής Θεωρίας της Απασχόλησης, του Τόκου και του Χρήματος του John Maynard Keynes το 1936, οι οικονομολόγοι της ελεύθερης αγοράς έπεσαν στη λήθη. Τα λίγα βιβλία που προσφέρουν μια ερμηνεία απ’ τη σκοπιά της ελεύθερης αγοράς για το μεγάλο κραχ —κυρίως το The Great Depression του Lionel Robbins (1934) και το Banking and the Business Cycle: A Study of the Great Depression in the United States από τους Chester Phillips, TF McManus και RW Nelson ( 1937)—ποτέ δεν επηρέασαν την ασκούμενη πολιτική. Οι εκδόσεις McMillan δημοσίευσαν και τα τρία έργα και ο Robins αποκήρυξε αργότερα το βιβλίο του.
Ο Φ.Α. Χάγιεκ πίστευε ότι ο Κέηνς αργότερα θα απέρριπτε τη Γενική Θεωρία όπως είχε κάνει με ένα προηγούμενο έργο του, οπότε δεν μπήκε στον κόπο να το κριτικάρει αμέσως (αν και από το 1937 έως το 1988 του άσκησε κριτική με διάφορους τρόπους). Κατά τη δεκαετία του 1930 και κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο οικονομολόγος της τράπεζας Chase, Benjamin Anderson, επέκρινε τις κυβερνητικές πολιτικές σε άρθρα που δημοσιεύθηκαν αργότερα στο Economics and the Public Welfare το 1949, τη χρονιά που πέθανε.
Όπως επισημαίνει ο Gary North, το βιβλίο του Keynes κέρδισε την ιδεολογική μάχη, παρόλο που κανείς δεν το διαβάζει. Αντίθετα, διαβάζουν την εκδοχή του εκπαιδευτικού συγγράμματος, ξεκινώντας με το βιβλίο Οικονομικά του Paul Samuelson , που δημοσιεύθηκε αρχικά το 1948. Ο Samuelson ηγήθηκε της ευθύνης για την προώθηση του «ιδιοφυούς έργου» του Keynes:
Και καταλήγει ότι,
Ο φτωχός, λαϊκός άνθρωπος όχι μόνο εξαπατήθηκε κι έχασε άδικα τα σελίνια του, αλλά του αρνήθηκαν επίσης μια σαφή εξήγηση του πώς λειτουργούσε μια οικονομία της αγοράς. Αντίθετα, του λένε ότι χρειαζόμαστε το μεγάλο, σωτήριο κράτος, για να αποτρέψει την αυτοκαταστροφή της οικονομίας.
Οι κυβερνητικές ενέργειες, από τη φύση τους, δεν ωφελούν ποτέ όλους. Το αόρατο χέρι του Άνταμ Σμιθ λειτουργούσε στο βαθμό που οι παρεμβατιστές κάθονταν στ’ αυγά τους.
Καθώς ο Κέηνς θεωρείται ο πιο επιδραστικός οικονομολόγος του εικοστού αιώνα, οι υπερ-παρεμβατικές κυβερνήσεις, όχι η αγορά, είναι που ευθύνονται για την φθίνουσα οικονομική κατάσταση του κόσμου σήμερα. Εάν οι οικονομίες ήταν απαλλαγμένες από την εισβολή του κράτους, η ζωή θα ήταν πολύ καλύτερη και κάθε έκκληση για μια Μεγάλη Επανεκκίνηση θα αντιμετώπιζε την απόρριψη.
Ο George Ford είναι πρώην προγραμματιστής για mainframe και pc υπολογιστές και εκπαιδευτής τεχνολογίας και συγγραφέας οκτώ βιβλίων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου