«Αν εμβολιάσεις άτομα που έχουν βιώσει φυσική μόλυνση, ειδικά πρόσφατα, δυνητικά ανοίγεις την πόρτα σε ιατρικές επιπλοκές»
Άτομα που είχαν μολυνθεί προηγουμένως με SARS-CoV-2 αναπτύσσουν ανοσία και μπορεί να είναι πιο πιθανό να εμφανίσουν παρενέργειες μετά τον εμβολιασμό κατά του COVID-19 σε σύγκριση με άτομα χωρίς ιστορικό μόλυνσης, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Clinical Infectious Diseases.
Καναδοί ερευνητές διεξήγαγαν μια μεγάλη μελέτη παρατήρησης για να αξιολογήσουν τη βραχυπρόθεσμη ασφάλεια των εμβολίων COVID-19 σε ενήλικες με προηγούμενο ιστορικό μόλυνσης από SARS-CoV-2.
Οι συμμετέχοντες στη μελέτη έλαβαν ένα ηλεκτρονικό ερωτηματολόγιο επτά ημέρες μετά τη λήψη της πρώτης, δεύτερης και τρίτης δόσης εμβολίου για να εκτιμηθεί εάν οι παρενέργειες μετά τον εμβολιασμό εμπόδισαν τις καθημερινές δραστηριότητες, την παρακολούθηση στην εργασία ή το σχολείο ή απαιτούσαν ιατρική φροντίδα, συμπεριλαμβανομένης της νοσηλείας.
Μεταξύ 684.998 εμβολιασμένων συμμετεχόντων που συμπεριλήφθηκαν στην ανάλυση, 369.406 έλαβαν το εμβόλιο της Pfizer για τον COVID-19, 201.314 έλαβαν Moderna και 113.127 έλαβαν το εμβόλιο για τον ιικό φορέα της AstraZeneca.
Υπήρχαν 18.127 άτομα (2,6 τοις εκατό) που ανέφεραν προηγούμενη εργαστηριακά επιβεβαιωμένη μόλυνση COVID-19 δύο έως έξι μήνες πριν λάβουν την πρώτη τους δόση του εμβολίου.
Σύμφωνα με τη μελέτη, άτομα που είχαν μολυνθεί προηγουμένως με SARS-CoV-2 είχαν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν ένα ανεπιθύμητο συμβάν την εβδομάδα μετά τον εμβολιασμό -ανεξαρτήτως τύπου εμβολίου- που παρεμπόδιζε τις καθημερινές δραστηριότητες, το σχολείο και την εργασία ή απαιτούσε επισκέψεις στο τμήμα επειγόντων περιστατικών ή νοσηλεία .
Μετά τη δεύτερη και την τρίτη δόση του εμβολίου, ο μεγαλύτερος κίνδυνος που σχετίζεται με προηγούμενη λοίμωξη από SARS-CoV-2 ήταν επίσης παρών, αλλά ήταν εξασθενημένος σε σύγκριση με την πρώτη δόση.
Η συσχέτιση ήταν χαμηλότερη ή απουσίαζε για όλες τις δόσεις μετά από ήπια ή ασυμπτωματική λοίμωξη. Με άλλα λόγια, ο κίνδυνος ήταν πιο σημαντικός μεταξύ εκείνων που εμφάνισαν μέτριο έως σοβαρό COVID-19 πριν από τον εμβολιασμό.
Επιπλέον, τα εμβόλια mRNA COVID-19 συνέχισαν να προκαλούν αυξημένες ανοσολογικές αντιδράσεις σε άτομα που είχαν μολυνθεί προηγουμένως, ενώ το εμβόλιο ιικού φορέα του AstraZeneca δεν το έκανε. Μετά την αναμνηστική ή τρίτη δόση εμβολίου της Pfizer ή της Moderna, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ένα υψηλότερο ποσοστό συμμετεχόντων που είχαν μολυνθεί προηγουμένως ανέφεραν ανεπιθύμητα συμβάντα που παρεμπόδιζαν τις καθημερινές δραστηριότητες, το σχολείο ή την εργασία – ή που απαιτούσαν ιατρική παρέμβαση.
«Ο συσχετισμός είναι ισχυρότερος μετά την πρώτη δόση παρά μετά τη δεύτερη και την τρίτη δόση», έγραψαν οι συγγραφείς. «Οι πάροχοι θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο πρόσθετης συμβουλευτικής εμβολίων σχετικά με τις αναμενόμενες παρενέργειες για άτομα που είχαν προηγουμένως μολυνθεί με SARS-CoV-2 πριν από τον εμβολιασμό», κατέληξαν. .
«Αυτά τα ευρήματα δεν προκαλούν έκπληξη, ούτε πρέπει να εκπλαγεί κανένας ανοσολόγος», δήλωσε στους The Epoch Times ο συνήγορος της δημόσιας υγείας και ανοσολόγος Δρ. Hooman Noorchashm. «Αν εμβολιάσεις άτομα που έχουν βιώσει φυσική μόλυνση, ειδικά πρόσφατα, δυνητικά ανοίγεις την πόρτα σε ιατρικές επιπλοκές».
Ο Δρ. Noochashm εξιστόρησε την περίπτωση ενός νεαρού ορθοπεδικού χειρουργού , του J. Barton Williams, ο οποίος πέθανε στις 8 Φεβρουαρίου 2021, από φλεγμονώδες σύνδρομο πολλαπλών συστημάτων (MIS) αφού έλαβε τη δεύτερη δόση του εμβολίου της Pfizer για τον COVID-19. Το MIS είναι μια σπάνια και σοβαρή ανοσολογική αντίδραση που μπορεί να εμφανιστεί σε όσους είχαν λοίμωξη από SARS-CoV-2 εβδομάδες ή μήνες πριν από τη λήψη εμβολίου για τον COVID-19 και μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική βλάβη οργάνων.
«Υπήρξαν αρκετοί θάνατοι στον ιατρικό τομέα, όπως του Williams, που ενώ είχε νοσήσει με COVID-19, οποίος στη συνέχεια έλαβε μία ή δύο δόσεις εμβολίου, παρουσίασε υπεράνοση απόκριση και πέθανε», είπε ο Δρ. Noorchashm.
Ο Δρ. Noorchashm προσπάθησε να θέσει αυτό το ζήτημα στην προσοχή των κατασκευαστών εμβολίων και της Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) όταν εγκρίθηκαν για πρώτη φορά τα εμβόλια για τον COVID-19. Ανησυχούσε ότι όσοι είχαν προηγούμενη μόλυνση και έπρεπε να εμβολιαστούν σύμφωνα με τις υποχρεωτικές εντολές εμβολιασμού θα μπορούσαν να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν μια παρενέργεια και ζήτησε να γίνει έλεγχος των επιπέδων αντισωμάτων πριν από τον κάθε εμβολιασμό.
«Γενικά, ένα πρότυπο φροντίδας είναι ο έλεγχος πριν από τον εμβολιασμό για να εκτιμηθεί εάν κάποιος έχει ανοσία», είπε ο Δρ. Noorchashm. «Επειδή τα εμβόλια για τον COVID-19 έχουν ένα προφίλ παρενεργειών που περιλαμβάνει μυοκαρδίτιδα και θρόμβους αίματος, ακόμη και αν είναι σπάνια, όταν μιλάμ για εμβολιασμό εκατομμυρίων ανθρώπων σε σύντομο χρονικό διάστημα με ένα πειραματικό εμβόλιο, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Τουλάχιστον, πρέπει να έχουμε διαθέσιμη τεχνολογία σε όσους θέλουν να μάθουν αν χρειάζονται να κάνουν πραγματικά ή όχι το εμβόλιο».
Παρά αυτές τις ανησυχίες, ο FDA εξέδωσε οδηγίες τον Μάιο του 2021 «υπενθυμίζοντας στο κόσμο και στους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης ότι με τα στοιχεία που προκύπτουν από τις επί του παρόντος εγκεκριμένες δοκιμές αντισωμάτων SARS-CoV-2 δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται συμπεράσματα για την αξιολόγηση του επιπέδου ανοσίας ή προστασίας ενός ατόμου από τον COVID-19, και ειδικά αφού το άτομο έκανε ήδη μια δόση κατά του COVID-19».
Ο Δρ. Noorchashm βρήκε τις οδηγίες του FDA ανησυχητικές, σχετικά με το γεγονός ότι το να επιτρέπεται στους γιατρούς να αξιολογούν τα επίπεδα αντισωμάτων πριν από τον εμβολιασμό μπορεί να αποτρέψει πιθανές σοβαρές παρενέργειες και διασφαλίζει ότι θα εμβολιαστούν μόνο όσοι χρειάζονται εμβόλιο.
«Ένα πρότυπο φροντίδας είναι η αξιολόγηση της ανοσίας με προσυμπτωματικό έλεγχο, οπότε γιατί να μην το διαθέσουμε στους πολίτες; Γιατί υπήρχε τέτοια αντίσταση σε αυτό;» ρώτησε ο Noorchashm. «Ο FDA δεν παρείχε καμία βάση για την καθοδήγησή του που συνιστά κατά του προσυμπτωματικού ελέγχου για αντισώματα — κάτι που είναι ενδεικτικό προηγούμενης μόλυνσης από τον SARS-CoV-2. Εάν ο σκοπός είναι να διασφαλίσουμε ότι όλοι έχουν ανοσία, αυτό είναι πολύ διαφορετικό από το να διασφαλίσουμε ότι όλοι θα εμβολιαστούν».
Σύμφωνα με τη μελέτη στο Clinical Infectious Diseases, οι κατασκευαστές εμβολίων δεν αξιολόγησαν συστηματικά άτομα με προηγούμενο ιστορικό μόλυνσης από SARS-CoV-2 σε δοκιμές πριν από την αδειοδότηση εμβολίων COVID-19. Ωστόσο, ο Δρ Noorchashm, ο οποίος δεν αμφισβητεί την αποτελεσματικότητα των εμβολίων COVID-19, είπε ότι θα ήταν πολύ απλό να το κάνει.
Σημείωσε επίσης τι δεν κατέγραψε η μελέτη – εκείνα τα άτομα που είχαν ήδη αποκτήσει φυσική ανοσία μέσω προηγούμενης μόλυνσης αλλά πέθαναν ως αποτέλεσμα του εμβολιασμού και δεν ήταν σε θέση να απαντήσουν σε ένα ερωτηματολόγιο.
«Χαίρομαι που πλέον γίνεται περισσότερη έρευνα πάνω σε αυτό, αλλά θα μπορούσε εύκολα να είχε γίνει πριν από χρόνια κατά τη διάρκεια της πανδημίας», είπε ο Δρ. Noorchashm.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου