Ένα σαρκοφάγο παράσιτο, γνωστό ως Leishmania mexicana, το οποίο θεωρείτο επικίνδυνο κυρίως για τους ταξιδιώτες, πιθανότατα εξαπλώνεται πλέον τοπικά μέσω ορισμένων σκνιπών που ενδημούν στις νότιες ΗΠΑ, σύμφωνα με νέα ανάλυση των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC).
Οι δερματικές πληγές, που προκαλούνται από αυτό το παράσιτο, συνήθως εμφανίζονται εβδομάδες έως μήνες μετά το τσίμπημα ενός μολυσμένου εντόμου. Τα τραύματα μπορούν να διαρκέσουν για χρόνια, σύμφωνα με το CDC, οδηγώντας σε ουλές.
Τα νοσοκομεία έχουν κάποια φάρμακα για να θεραπεύσουν όσους πάσχουν από αυτή την ασθένεια που προκαλείται από το παράσιτο, την οποία οι γιατροί αποκαλούν «δερματική λεϊσμανίαση», αν και το CDC τονίζει ότι δεν απαιτούν όλες οι περιπτώσεις θεραπεία με φάρμακα.
Μέχρι στιγμή δεν υπάρχει διαθέσιμο εμβόλιο για τη λεϊσμανίαση στον άνθρωπο.
Όπως αναφέρουν οι αξιωματούχοι του CDC, η άμεση ανησυχία που προκλήθηκε από την ανακάλυψη είναι η ευαισθητοποίηση σχετικά με το παράσιτο, το οποίο τώρα φαίνεται να είναι “ενδημικό” στο Τέξας καθώς και σε ορισμένες νότιες πολιτείες κοντά στα σύνορα.
«Αυτές οι γενετικές πληροφορίες ενισχύουν την ιδέα ότι η λεϊσμανίαση, που συμβαίνει στις ΗΠΑ, είναι ενδημική στην χώρα, τουλάχιστον στο Τέξας και ίσως στις νότιες πολιτείες», δήλωσε στο CBS News η Dr. Mary Kamb, της Διεύθυνσης Παρασιτικών Ασθενειών και Ελονοσίας του CDC.
Η Kamb συνέγραψε τα νέα ευρήματα, τα οποία δημοσιεύθηκαν την Πέμπτη σε μια περίληψη στην ετήσια συνάντηση της Αμερικανικής Εταιρείας Τροπικής Ιατρικής και Υγιεινής.
Περιπτώσεις λεϊσμανίασης έχουν αναφερθεί προηγουμένως σε Αμερικανούς που δεν είχαν ταξιδέψει εκτός των ΗΠΑ. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας περιλαμβάνει ήδη τις ΗΠΑ στη λίστα των χωρών όπου η δερματική λεϊσμανίαση είναι “ενδημική”.
Ένα «πολύ διακριτό» γενετικό αποτύπωμα
Κατά την προσπάθεια διάγνωσης ασθενών, οι γιατροί συνήθως συλλέγουν δείγματα λαμβάνοντας βιοψίες από τις μολυσμένες πληγές. Στη συνέχεια, αυτά αποστέλλονται συχνά στο CDC, το οποίο μέχρι το 2020 διηύθυνε το μοναδικό εργαστήριο, που θα μπορούσε να ελέγξει για αυτά τα παράσιτα.
Η ανασκόπηση του CDC διαπίστωσε ότι η πλειονότητα των ασθενών με λεϊσμανίαση χωρίς ιστορικό ταξιδιών, μολύνθηκαν από το Leishmania Mexicana. Μεταξύ αυτών των περιπτώσεων, 50 μολύνθηκαν από ένα στέλεχος του παρασίτου το οποίο έφερε ένα ελαφρύ αλλά διακριτό σύνολο γενετικών αλλαγών που τα ξεχώριζαν.
«Αυτοί οι δύο πολυμορφισμοί στην αλληλουχία, είναι πολύ διακριτοί μεταξύ εκείνων που ταξίδεψαν σε σύγκριση με εκείνους που δεν το έκαναν», δήλωσε ο μικροβιολόγος και κτηνίατρος του CDC, Vitaliano Cama, ο οποίος επίσης εργάστηκε στη μελέτη.
Τουλάχιστον μία περίπτωση με αυτό το γενετικό αποτύπωμα είχε αναφερθεί κάθε χρόνο, είπε ο Cama.
Πώς εξαπλώνονται τα παράσιτα που προκαλούν λεϊσμανίαση
Η καταπολέμηση των λεγόμενων «μεταδιδόμενων με φορείς» ασθενειών όπως η λεϊσμανίαση εστιάζεται συχνά στην εξάλειψη των εντόμων που μεταδίδουν τα παράσιτα μεταξύ των ανθρώπων, καθώς και στον έλεγχο του κινδύνου που θέτουν άλλα ζώα, όπως τα τρωκτικά, που μπορούν επίσης να είναι «ξενιστές/φορείς».
Ο έλεγχος των σκνιπών μπορεί να είναι δύσκολος και απαιτητικός σε σύγκριση με άλλα μεγαλύτερα έντομα. Οι σκνίπες είναι το ένα τέταρτο του μεγέθους των κουνουπιών και δεν χρειάζονται στάσιμο νερό για να αναπαραχθούν.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) εκτιμά ότι τα παράσιτα, που προκαλούν λεϊσμανίαση, μολύνουν έως και ένα εκατομμύριο ανθρώπους κάθε χρόνο. Οι περισσότερες περιπτώσεις στην Αμερική διαγιγνώσκονται στη Βραζιλία, αν και λοιμώξεις από αυτά τα παράσιτα έχουν αναφερθεί σε όλη τη Λατινική Αμερική.
Στις ΗΠΑ, η λεϊσμανίαση δεν είναι υποχρεωτικό να καταγράφεται στις περισσότερες πολιτείες, περιορίζοντας την ικανότητα του CDC να παρακολουθεί εάν οι περιπτώσεις αυξάνονται τώρα. Ωστόσο, ο Cama είπε ότι η υπηρεσία έχει δεχτεί αυξανόμενο όγκο αιτημάτων για βοήθεια στη διάγνωση περιστατικών λεϊσμανίασης.
«Είναι μια τάση. Δεν πρόκειται για τεράστιο άλμα, αλλά υπάρχει μια τάση αύξησης των αιτημάτων», δήλωσε ο Cama.
Τα σκυλιά θα μπορούσαν να φέρουν ένα πιο θανατηφόρο παράσιτο
Η ανακάλυψη έρχεται καθώς νέες συστάσεις καταρτίζονται για να βοηθήσουν τους αξιωματούχους να αντιμετωπίσουν τις ανησυχίες ότι ένας διαφορετικός και πιο θανατηφόρος “ξάδερφος”, το Leishmania infantum, θα μπορούσε επίσης να εδραιωθεί στις ΗΠΑ.
Το Leishmania infantum προκαλεί μια πιο σοβαρή μορφή της νόσου που ονομάζεται «σπλαγχνική λεϊσμανίαση». Περισσότεροι από το 90% των ασθενών με σπλαγχνική λεϊσμανίαση που δεν λαμβάνουν έγκαιρη θεραπεία πεθαίνουν, σύμφωνα με τον Παναμερικανικό Οργανισμό Υγείας.
Τα συμπτώματα
Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν πυρετό, απώλεια βάρους και διόγκωση του ήπατος και της σπλήνας.
Σε χώρες που «πολεμούν» με εστίες σπλαχνικής λεϊσμανίασης, τα σκυλιά θεωρούνται «ο κύριος ξενιστής ή φορέας» του παρασίτου. Η «έκρηξη» στις αφίξεις σκύλων από το εξωτερικό τα τελευταία χρόνια, είτε μέσω ταξιδιών, είτε μέσω υιοθεσιών, είτε μέσω μετακόμισης, έχει εγείρει ανησυχίες για την εξάπλωση αυτού του παρασίτου.
«Όλοι μας έχουμε δεχτεί κλήσεις από κτηνιάτρους δημόσιας υγείας της πολιτείας, από κτηνιάτρους του Στρατού, που προσπαθούν να καταλάβουν τι να κάνουν», ανέφερε η διευθύντρια του Κέντρου Αναδυόμενων Λοιμωδών Νοσημάτων του Πανεπιστημίου της Αϊόβα, Christine Petersen.
Σποραδικές περιπτώσεις «leishmania infantum» έχουν ήδη αναφερθεί ότι εξαπλώνονται σε σκύλους που δεν έχουν ταξιδέψει στο εξωτερικό. Εκτός από το ότι μεταφέρουν το παράσιτο στις μύγες, τα σκυλιά μπορούν επίσης να μεταδώσουν το παράσιτο απευθείας μέσω επαφής ή δαγκώματος.
«Φορείς» και οι άνθρωποι
Οι άνθρωποι μπορούν επίσης να γίνουν άθελά τους φορείς. Εξετάσεις αίματος δείχνουν ότι 1 στους 5 στρατιώτες των ΗΠΑ που ταξίδεψαν στο Ιράκ, μπορεί να έχει αναπτύξει ασυμπτωματικές λοιμώξεις.
Σε συνεργασία με επιστήμονες από τον στρατό και το CDC, η Christine Petersen συνέγραψε ένα νέο «εργαλείο εκτίμησης κινδύνου» που ελπίζουν ότι θα βοηθήσει τους κτηνιάτρους και τους αξιωματούχους δημόσιας υγείας να καταλάβουν πώς να χειριστούν μολυσμένα σκυλιά εάν κολλήσουν το παράσιτο. Ένα προσχέδιο του εργαλείου παρουσιάστηκε προκαταρκτικά στη συνάντηση της ASTMH.
Οι αποφάσεις σχετικά με την ευθανασία του σκύλου μπορούν να ληφθούν με γνώμονα τη στάθμιση παραγόντων όπως η προέλευση του σκύλου και η πιθανότητα εμφάνισης τοπικών σκνιπών που θα μπορούσαν να μεταδώσουν το παράσιτο.
«Αυτό ήταν όλο το θέμα με την εκτίμηση κινδύνου. Εκτός από την λύσσα, ίσως θα έπρεπε να αρχίσουμε να μιλάμε για τα άλλα πράγματα τα οποία μεταφέρουν τα σκυλιά και μπορούν να μας σκοτώσουν», είπε η Petersen.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου