Συναγερμός έχει σημάνει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) για υψηλό βιολογικό κίνδυνο στο Σουδάν, καθώς ένοπλοι κατέλαβαν εργαστήριο με μολυσματικούς ιούς, όπως ιλαρά και χολέρα.
Μιλώντας στους δημοσιογράφους στη Γενεύη μέσω βιντεοσύνδεσης από το Σουδάν, ο εκπρόσωπος του ΠΟΥ Νίμα Σαΐντ Άμπιντ δήλωσε πως οι τεχνικοί δεν μπορούν να φθάσουν στο Εργαστήριο Εθνικής Δημόσιας Υγείας για να ασφαλίσουν τα υλικά.
«Αυτή είναι η κύρια ανησυχία: καμία προσβασιμότητα για τους εργαστηριακούς τεχνικούς να πάνε στο εργαστήριο και να περιορίσουν με ασφάλεια το βιολογικό υλικό και τις διαθέσιμες ουσίες», είπε, αρνούμενος να διευκρινίσει ποια πλευρά κατέλαβε τις εγκαταστάσεις.
Οι συγκρούσεις ανάμεσα στις σουδανικές ένοπλες δυνάμεις και τις παραστρατιωτικές Δυνάμεις Ταχείας Υποστήριξης ξέσπασαν στις 15 Απριλίου και έχουν προκαλέσει τον θάνατο τουλάχιστον 459 ανθρώπων και τον τραυματισμό άλλων 4.072, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΠΟΥγείας.
Οι συγκρούσεις έχουν παραλύσει νοσοκομεία και άλλες απαραίτητες υπηρεσίες και εγκλώβισαν πολλούς στα σπίτια τους με τις προμήθειες τροφίμων και νερού να μειώνονται συνεχώς.
Το Γραφείο Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων (OCHA) των Ηνωμένων Εθνών αναγκάστηκε να περικόψει ορισμένες από τις δραστηριότητές του σε τμήματα του Σουδάν λόγω των σφοδρών συγκρούσεων
Τουλάχιστον πέντε εργαζόμενοι σε οργανώσεις αρωγής έχουν σκοτωθεί αφότου ξέσπασαν οι συγκρούσεις και οι δύο υπηρεσίες του ΟΗΕ που έχουν χάσει μέλη του προσωπικού τους, ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης και το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα, έχουν αναστείλει τις δραστηριότητές τους στη χώρα.
«Σε περιοχές όπου σφοδρές συγκρούσεις παρεμπόδισαν τις ανθρωπιστικές επιχειρήσεις μας, αναγκαστήκαμε να μειώσουμε το αποτύπωμά μας», δήλωσε ο Γενς Λέρκε, εκπρόσωπος του OCHA. «Όμως δεσμευόμαστε να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για τον λαό του Σουδάν», πρόσθεσε. Είπε πως μια ομάδα του OCHA θα ηγηθεί των ανθρωπιστικών επιχειρήσεων για την έξοδο από το Πορτ Σουδάν μετά τη μεταφορά από το Χαρτούμ.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ, ο Πάτρικ Γιούσεφ, περιφερειακός διευθυντής για την Αφρική της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού (ICRC), έκανε έκκληση σε άλλες χώρες να συνεχίσουν να ασκούν πίεση στο Σουδάν ώστε να εξευρεθεί μια «μακροχρόνια λύση», ακόμη και μετά την απομάκρυνση ξένων υπηκόων.
Εξάλλου, έως 270.000 άνθρωποι μπορεί να έχουν φύγει από το Σουδάν και να βρίσκονται στο Τσαντ και στο Νότιο Σουδάν, δήλωσε σήμερα η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (HCR).
Σύμφωνα με τη Λάουρα λο Κάστρο, εκπρόσωπο της HCR στο Τσαντ, 20.000 πρόσφυγες έχουν φθάσει στη χώρα αυτή, και ο οργανισμός αναμένει την άφιξη έως και 100.000 ανθρώπων «στη χειρότερη περίπτωση».
Επίσης, «στο Νότιο Σουδάν, το πιο πιθανό σενάριο είναι 125.000 επιστροφές Νοτιοσουδανών προσφύγων και 45.000 πρόσφυγες», δήλωσε η εκπρόσωπος της HCR στη χώρα αυτή, Μαρί-Ελέν Βερνέ, σε συνέντευξη Τύπου.
Πάνω από 30 γιατροί πρώτης γραμμής εκπαιδεύτηκαν στις αρχές των μαζικών απωλειών και εξοπλίστηκαν για να γίνουν εθνικοί εκπαιδευτές. Περαιτέρω μετέφεραν την εκπαίδευση σε περισσότερους από 150 εργαζόμενους στον τομέα της υγείας πρώτης γραμμής το 2022 και σε 60 ακόμη το 2023, με καθοδήγηση και συνεχή καθοδήγηση από την Περιφερειακή Πρωτοβουλία Τραύματος. Η Περιφερειακή Πρωτοβουλία Τραύματος, το Γραφείο Χώρας του ΠΟΥ και το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Υγείας συνεργάστηκαν για να βοηθήσουν στη δημιουργία πολλαπλών ομάδων διαχείρισης μαζικών ατυχημάτων με επικεφαλής Σουδανούς γιατρούς και νοσηλευτές που μπορούν να κινητοποιηθούν σε περιόδους μαζικού περιστατικού, όπως αυτό που εκτυλίσσεται στο Σουδάν.
Οι εθνικές ομάδες διαχείρισης μαζικών ατυχημάτων έχουν ενεργοποιηθεί ως απάντηση στην τρέχουσα κλιμάκωση της βίας στο Σουδάν. Αυτές οι ομάδες υποστηρίζουν τα νοσοκομεία στην αντιμετώπιση της εισροής θυμάτων και συνεργάζονται στενά με το Υπουργείο Υγείας και τον ΠΟΥ για να διασφαλίσουν ότι παρέχονται φάρμακα και προμήθειες στα νοσοκομεία στην πρώτη γραμμή της κρίσης. Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης κλιμάκωσης, περισσότερα από 15 νοσοκομεία ενεργοποίησαν τα σχέδια διαχείρισης μαζικών ατυχημάτων και ενεργοποίησαν τα πρότυπα του ΠΟΥ για την αντιμετώπιση της έκτακτης ανάγκης.
Το Γραφείο Χώρας του ΠΟΥ στο Σουδάν είχε επίσης προτάξει βασικές προμήθειες σε αποθήκες έτοιμες για απελευθέρωση τις πρώτες ώρες ενός περιστατικού μαζικών απωλειών. Με το ξέσπασμα των μαχών, οι προκαθορισμένες προμήθειες τραυμάτων και βασικών χειρουργικών κιτ κινητοποιήθηκαν για νοσοκομεία στην πρώτη γραμμή, παρέχοντας απαραίτητα φάρμακα, εξοπλισμό και αναλώσιμα για σωτήριες παρεμβάσεις, όπως έλεγχος αιμορραγίας, διαχείριση αεραγωγών και επείγουσα χειρουργική επέμβαση.
Ωστόσο, ο ΠΟΥ δεν είναι επί του παρόντος σε θέση να αναπτύξει περαιτέρω τραύματα και βασικά χειρουργικά κιτ στο Σουδάν, καθώς τα αεροδρόμια παραμένουν μη λειτουργικά και οι δρόμοι μη ασφαλείς. Εν τω μεταξύ, το Γραφείο Χώρας του ΠΟΥ χρησιμοποιεί εταίρους για τη συγκέντρωση πόρων και τη διανομή της ελάχιστης ποσότητας προμηθειών για τραύματα που είναι διαθέσιμα στη χώρα.
Πριν από το ξέσπασμα της βίας, ο ΠΟΥ είχε επίσης σχεδιάσει να στείλει ειδικούς σε θέματα τραυμάτων στη χώρα για να υποστηρίξουν το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Υγείας να ενισχύσει το μονοπάτι φροντίδας του τραύματος. Κεντρικό στοιχείο της Περιφερειακής Πρωτοβουλίας για το Τραύμα είναι η κατανόηση ότι είναι ζωτικής σημασίας να οικοδομηθεί βιώσιμη ικανότητα φροντίδας τραυμάτων σε ανθρωπιστικά περιβάλλοντα μέσω επενδύσεων και ενίσχυσης των εθνικών δομών και του τοπικού εργατικού δυναμικού στον τομέα της υγείας. Αυτό θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την αναγκαιότητα διαχείρισης ενός ασθενούς από το σημείο του τραυματισμού με επένδυση σε υπηρεσίες προνοσοκομειακής φροντίδας, μέσω χειρουργικών υπηρεσιών και αποκατάστασης. Στόχος είναι η μείωση του θανάτου και της αναπηρίας που μπορούν να αποφευχθούν.
Ο ΠΟΥ διερευνούσε επίσης τρόπους ενσωμάτωσης της περίθαλψης τραύματος στα κέντρα πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας με τη δημιουργία Σημείων Σταθεροποίησης Τραύματος (TSP). Η κεντρική λειτουργία ενός TSP είναι να αναζωογονεί, να σταθεροποιεί και να παραπέμπει βαριά τραυματισμένους ασθενείς σε ανώτερη εγκατάσταση υποδοχής. Αυτές θα λειτουργούσαν παρόμοια με προηγμένες θέσεις πρώτων βοηθειών που είναι ενσωματωμένες σε κέντρα πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας για την παροχή άμεσης φροντίδας που σώζει ζωές και άκρα σε αγροτικές ή απομακρυσμένες κοινότητες.
Υπάρχει άμεση ανάγκη να αναβαθμιστεί η οδός φροντίδας τραυματισμών στο Σουδάν. Τα νοσοκομεία χρειάζονται επείγουσα υποστήριξη με αναπτυσσόμενο προσωπικό υγειονομικής περίθαλψης, συμπεριλαμβανομένων ιατρών και νοσοκόμων που έχουν εκπαιδευτεί στη φροντίδα τραυμάτων, μαζί με προμήθειες τραυματισμών, συμπεριλαμβανομένων εξωτερικών σταθεροποιητών και άλλου χειρουργικού εξοπλισμού. Τα ασθενοφόρα και το παραϊατρικό προσωπικό πρέπει να είναι εξοπλισμένα με σωτήριες προμήθειες, έτσι ώστε οι τραυματίες να μπορούν να προσεγγιστούν εγκαίρως για άμεση επείγουσα περίθαλψη.
Τα νοσοκομεία απαιτούν επίσης βασικές προμήθειες λειτουργίας, όπως καύσιμα, νερό και ρεύμα.
Ωστόσο, τίποτα από τα παραπάνω δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς την ιερότητα της σεβαστής υγειονομικής περίθαλψης και της ασφαλούς πρόσβασης των εργαζομένων στον τομέα της υγείας. Εάν οι επιθέσεις κατά της υγειονομικής περίθαλψης συνεχιστούν, οι ασθενείς είναι αυτοί που θα φέρουν το μεγαλύτερο βάρος. Χωρίς υγειονομική περίθαλψη, ο αριθμός των θανάτων που προέρχονται άμεσα από τη βία ή που προκαλούνται έμμεσα από ζητήματα υγείας, όπως μεταδοτικές, μητρικές, νεογνικές, διατροφικές και μη επικοινωνιακές ασθένειες, θα αυξηθεί γρήγορα.
Ανακουφισμένοι οι Έλληνες που απεγκλωβίστηκαν από το Σουδάν – «Δεν θα επιστρέψουμε σύντομα»
Σε ελληνικό έδαφος πάτησαν στις 10.30 σήμερα το πρωί 13 Έλληνες που απεγκλωβίστηκαν από την κόλαση και την ένταση στο Σουδάν που αυξάνεται λόγω της εμφύλιας σύρραξης που επικρατεί στη χώρα. Ανάμεσα τους ήταν και ένας τραυματίας.Οι Έλληνες καθώς και 4 σύζυγοι που είναι υπήκοοι άλλων χωρών έφτασαν από το Τζιμπουτί που βρισκόταν το C-27J Spartan της Πολεμικής Αεροπορίας από χθες για να τους μεταφέρει.
Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, ο τραυματίας μεταφέρθηκε στο 401 στρατιωτικό νοσοκομείο. Οι υπόλοιποι πήγαν σε συγγενικά σπίτια και άλλοι στο Υπουργείο Εξωτερικών.
Συγκλονίζουν οι μαρτυρίες των Ελλήνων
«Πολύ δύσκολη» χαρακτήρισε την κατάσταση στο Σουδάν ο ομογενής Χρήστος Δέδες και τόνισε πως δεν πρόκειται να επιστρέψουν εκεί άμεσα.
Ο κ. Δέδες ευχαρίστησε την Πολεμική Αεροπορία ενώ ο ίδιος θεωρεί πως ήταν θέμα τύχης που κατάφεραν να φύγουν.
Περιγράφοντας το πολεμικό σκηνικό, είπε ότι ξεκίνησε ξαφνικά το πρωινό της 15ης Απριλίου. Και οι δύο πλευρές χρησιμοποιούν πολύ ισχυρά όπλα. Σημείωσε επίσης πως κάποιοι βρίσκονταν μέσα σε ξενοδοχείο, που και αυτό δέχτηκε πυρά και πως γενικά έπεφταν πολλές αδέσποτες σφαίρες.
Ο Φαντύ, πατέρας 4 παιδιών,δήλωσε πως πολύ δύσκολα κατάφεραν να βγουν από τη χώρα.
«Ευχαριστώ τις ελληνικές δυνάμεις, τον στρατό, την γαλλική πρεσβεία που μας έβγαλαν από το Χαρτούμ. Κινδυνεύσαμε πολύ, βγήκαμε με το αυτοκίνητο, ήταν πολύ δύσκολα. Έχω 3 παιδιά, βγήκαμε πάρα πολύ δύσκολα, ευτυχώς η γαλλική πρεσβεία ηταν κοντά στο σπίτι μας.
Η ελληνική κοινότητα εκεί μας είπε να πάμε στην γαλλική πρεσβεία. 4 μέρες κράτησε ο απεγκλωβισμος μας. Από την δεύτερη μέρα του πολέμου καταλάβαμε ότι είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα γιατί έπεσε ενας πύραυλος κοντά στο σπίτι μας».
Μέχρι στιγμής, από την Κυριακή, μέχρι σήμερα έχουν απεγκλωβιστεί από το Σουδάν 35 Έλληνες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου