Στο πλαίσιο ενός ολοένα και εντεινόμενου νομισματικού πολέμου που αμφισβητεί πλέον την κυριαρχία των ΗΠΑ αλλά και του δολαρίου ως «βασιλιά» των αποθεματικών νομισμάτων, οι δύο μεγαλύτεροι ξένοι κάτοχοι αμερικανικών ομολόγων στον κόσμο, η Ιαπωνία και η Κίνα, συνέχισαν να μειώνουν την τοποθέτησή τους στο αμερικανικό χρέος τον Δεκέμβριο του 2022, σύμφωνα με στοιχεία από το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ που δημοσιοποιήθηκαν την Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2023 ενώ την εν λόγω τάση αποεπένδυσης ακολούθησαν και άλλες χώρες.
Τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της Ιαπωνίας σε δολάρια μειώθηκαν κατά 224,5 δισ. δολάρια συγκεκριμένα, ενώ τα διαθέσιμα της Κίνας μειώθηκαν κατά 173,2 δισ. δολάρια στα 867,1 δισ. δολάρια, το χαμηλότερο επίπεδο από τον Μάιο του 2010, την εποχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Και αν και για την Κίνα εύκολα μπορεί να πει κάποιος ότι ο γεωπολιτικός παράγοντας είναι κυρίαρχος σε αυτού του επιπέδου συναλλαγές αλλά η Ιαπωνία αποτελεί μια έκπληξη και πολλοί ήδη αναρωτιούνται αν γνωρίζουν κατι περισσότερο για το μέλλον της οικονομίας του Μπάιντεν.
Αρκετοί αναλυτές αναφέρουν ότι η ιαπωνική απόφαση οφείλεται στην απόφαση έκδοσης από τον Απρίλιο του εγχώριου ιαπωνικού κρυπτονομίσματος και έτσι στο Τόκυο θεωρούν ότι δεν θα πρέπει να χρηματοδοτούν πλέον τόσο πολύ την αμερικανική οικονομία που βασίζεται όλο και πιο πολύ στην έκδοση χρέους εκμεταλλευόμενη το ισχυρό νόμισμά της ως παγκόσμιο αποθεματικό και δεν αντιστοιχεί στην πραγματική παραγωγική οικονομία.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι αλλαγές στις τοποθετήσεις της Κίνας όσον αφορά το χρέος των ΗΠΑ ήταν ένα θέμα μεγάλης ανησυχίας, στις διεθνείς αγορές και προκαλούσε σημαντικούς κλυδωνισμούς ενώ συνδεόταν με την εκάστοτε κατάσταση των σχέσεων Κίνας – ΗΠΑ.
Ωστόσο, οι λόγοι πίσω από την πρόσφατη απομείωση της τοποθέτησης σε χρέος των ΗΠΑ από την Κίνα είναι κυρίως οικονομικοί, καθώς τα προβλήματα στην οικονομία των ΗΠΑ και οι αλλαγές στις διμερείς οικονομικές και εμπορικές σχέσεις έχουν αυξήσει την ανάγκη εκ μέρους της Κίνας να επιδιώξει τη διαφοροποίηση των συναλλαγματικών της αποθεμάτων, σύμφωνα με αναφορές των κινεζικών ΜΜΕ το Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2023.
Στη σημερινή συγκυρία, παρότι η Κίνα έχει μειώσει την τοποθέτησή της στο αμερικανικό χρέος παρόλο τα αμερικανικά ομόλογα παραμένουν σημαντικό μέρος των κινεζικών συναλλαγματικών αποθεμάτων.
Η Κίνα εξακολουθεί να είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος κάτοχος αμερικανικών ομολόγων εκτός ΗΠΑ στον κόσμο, επειδή το δολάριο ΗΠΑ παραμένει ακόμη το κυρίαρχο νόμισμα στον κόσμο όσον αφορά τον διακανονισμό των εμπορικών συναλλαγών και ένα ασφαλές καταφύγιο για τους επενδυτές.
Κατ’ αρχάς, το μέγεθος του χρέους των ΗΠΑ συνεχίζει να αγγίζει νέα υψηλά, αυξάνοντας την πιθανότητα χρεοκοπίας.
Οι πιο πρόσφατες μακροπρόθεσμες προοπτικές του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσου προέβλεπαν στις ΗΠΑ το δημόσιο χρέος θα ισούται με το 98% του ΑΕΠ στο τέλος του 2022.
Εάν δεν αλλάξει τίποτα από τα βασικά οικονομικά δεδομένα, το χρέος προβλέπεται να αυξηθεί στο ιστορικό υψηλό του 107% του ΑΕΠ το 2031 και θα φτάσει στο 185% του ΑΕΠ το 2052.
Ο κυβερνητικός δανεισμός για την κάλυψη των υποχρεώσεων δαπανών του Κογκρέσου έχει ήδη φτάσει το νόμιμο ανώτατο όριο χρέους των 31,38 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Το Υπουργείο Οικονομικών έχει καταφύγει σε «έκτακτα μέτρα» για να αποφύγει κρατική χρεοκοπία και έδωσε στο Κογκρέσο προθεσμία «αρχές Ιουνίου» για να διαπραγματευτεί με τον πρόεδρο Biden για την αύξηση του ορίου χρέους.
Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου την Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου δήλωσε ότι το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ θα εξαντλήσει την ικανότητά του να καλύπτει τις δημοσιονομικές ανάγκες κάποια στιγμή μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου, εκτός εάν αυξηθεί ή ανασταλεί το τρέχον ανώτατο όριο δανεισμού των 31,49 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ωστόσο, η δικομματική αντιπαράθεση εξακολουθεί να φαίνεται να εμποδίζει τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση του ζητήματος του ορίου χρέους.
Εάν το πρόβλημα δεν επιλυθεί εγκαίρως, οι ΗΠΑ ενδέχεται να αντιμετωπίσουν μια καταστροφική χρεοκοπία που θα ήταν δυνατόν ακόμη και να μετατραπεί σε παγκόσμια οικονομική κρίση.
Δεύτερον, η νομισματική πολιτική της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ έχει επίσης υπονομεύσει την ελκυστικότητα των περιουσιακών στοιχείων σε δολάρια σε κάποιο βαθμό.
Αφότου το αθρόο τύπωμα δολαρίων εκ μέρους της της Fed οδήγησε σε εκτίναξη του πληθωρισμού, υιοθέτησε επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων.
Σε αυτό το πλαίσιο, το κόστος των τοκοχρεωλυσίων για την εξυπηρέτηση του χρέους αυξάνεται ραγδαία, επιδεινώνοντας τον κίνδυνο κατάρρευσης της αμερικανικής αγοράς ομολόγων υψηλής απόδοσης.
Τρίτον, η Κίνα έχει τεράστια συναλλαγματικά αποθέματα εκπεφρασμένα σε δολάρια, τα οποία έφτασαν τα 3,18 τρισεκατομμύρια δολάρια στα τέλη Ιανουαρίου, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε η Κρατική Διοίκηση Συναλλάγματος (SAFE).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου