Ο χήρος που προσπαθεί ώστε κανένας ασθενής να μην μείνει μόνος ξανά....
Αφού η σύζυγός του πέθανε σε ένα νοσοκομείο του Κολοράντο το 2020 χωρίς την παρουσία της οικογένειας της, ο Στιβ Ράιτερ προσπαθεί από τότε ώστε κανένας ασθενής να μη μείνει ποτέ ξανά μόνος.
Ξεκίνησε το Never Alone Project για να μεγαλώσει την ευαισθητοποίηση σχετικά με τους κινδύνους της απομόνωσης ασθενών στα νοσοκομεία και για να επηρεάσει τη νομοθεσία που θα απαιτούσε από τα νοσοκομεία να επιτρέπουν στις οικογένειες να επισκέπτονται τους αγαπημένους τους ενώ νοσηλεύονται.
«Η μία μελέτη μετά την άλλη, δείχνουν ότι το να έχεις ένα αγαπημένο πρόσωπο στο νοσοκομείο δίπλα στον ασθενή βοηθά στη διαδικασία της ανάρρωσης», είπε ο Ράιτερ στους The Epoch Times.
«Το να μην μπορώ να δω τη σύζυγό μου ήταν καταστροφικό για εμένα προσωπικά και μπορούσα να δω μέσω του FaceTime ότι αυτό την επηρέαζε».
Σε μια μελέτη του Εθνικού Ινστιτούτου Έρευνας Υγείας και Φροντίδας ( pdf ) για ανθρώπους κατ’ οίκον φροντίδας κατά τη διάρκεια του COVID-19, η κοινωνική απομόνωση —η οποία περιλαμβάνει τα μέτρα κοινωνικής απόστασης που ελήφθησαν το 2020— συνέβαλε σε δυσμενή αποτελέσματα υγείας που προέρχονται από τη μοναξιά, όπως θνησιμότητα, καρδιαγγειακές παθήσεις. κατάθλιψη και άνοια.
Μια μελέτη (pdf) στο επιστημονικό περιοδικό Antioxidants & Redox Signaling, αναφέρει ότι «τα στοιχεία υποστηρίζουν την άποψη ότι η μοναξιά και η κοινωνική απομόνωση αυξάνουν τη νοσηρότητα και τη θνησιμότητα και πρέπει να θεωρούνται παράγοντας κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο».
Επιπλέον, η μελέτη αναφέρει ότι η κοινωνική αλληλεπίδραση μπορεί να δημιουργήσει το νευροπεπτίδιο ωκυτοκίνη, το οποίο είναι γνωστό ότι παρέχει μια συνολική αίσθηση ευεξίας και υποστήριξης του ανοσοποιητικού.
Παρά τις ακόμη περισσότερες μελέτες που καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η κοινωνική απομόνωση οδηγεί σε χειρότερη υγεία, οι πολιτικές του 2020 για τον COVID, που ενθάρρυναν την απομάκρυνση και την απομόνωση, άφησαν πολλούς εγκαταλελειμμένους σε εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Η δύναμη του να είμαστε εκεί»
Καθ’ όλη τη διάρκεια των περιοδικών νοσηλειών της, η τελευταία επίσκεψη της Ελισάβετ θα ερχόταν το 2020, όταν η υστερία των πολιτικών για τον COVID—υποστηριζόμενη από αφηγήσεις που πλέον καταρρέουν— έφτανε στο αποκορύφωμά της.
Ο Ράιτερ και η Ελίζαμπεθ παντρεύτηκαν το 2001 και απέκτησαν δύο γιους. Μέσα στη χαρά μιας αυξανόμενης οικογένειας, διαγνώστηκε με λύκο και ρευματοειδή αρθρίτιδα. Το 2014 διαγνώστηκε με πνευμονική υπέρταση.
Ο γιατρός εκείνη την εποχή είπε στον Ράιτερ, ότι υπήρχε πολύ μεγάλη πιθανότητα η Ελίζαμπεθ να μην προλάβαινε να δει τα παιδιά τους να αποφοιτούν.
Το 2020, προσβλήθηκε από μια βακτηριακή λοίμωξη στους πνεύμονές της που αργότερα εξελίχθηκε σε πνευμονία και τελικά έγινε σήψη. Ο γιατρός της είχε υποθέσει ότι ήταν COVID, όταν ο ίδιος ο Ράιτερ άρχισε να εμφανίζει παρόμοια συμπτώματα, οπότε την αντιμετώπισε μόνο εικονικά.
Το πρόβλημα με αυτό ήταν, είπε ο Ράιτερ, ότι πολλά από αυτά που βίωνε δεν μπορούσαν να διαγνωστούν μέσω τηλεφώνου.
Στις 29 Απριλίου, ξύπνησε στις 3 τα ξημερώματα κάνοντας εμετό — ανίκανη να καταπιεί έστω μια γουλιά Gatorade. Ο Ράιτερ είπε σε εκείνο το σημείο ότι ήξερε ότι έπρεπε να μεταφερθεί στο νοσοκομείο, πράγμα που σήμαινε ότι ίσως ήταν η τελευταία φορά που θα την έβλεπε ζωντανή.
Αν και τα τεστ τους βγήκαν αρνητικά, ο Ράιτερ και τα παιδιά τους δεν είχαν την άδεια να επισκεφθούν την Ελίζαμπεθ καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής της στο νοσοκομείο, μέχρι τον θάνατό της στις 19 Μαΐου.
Ο Ράιτερ ήξερε ότι η παρουσία του θα την βοηθούσε, όχι μόνο λόγω των μελετών που υποστηρίζουν αυτόν τον ισχυρισμό, αλλά και επειδή το είδε ο ίδιος με τα μάτια του το 2014, όταν η Ελίζαμπεθ νοσηλεύτηκε για δύο εβδομάδες για έξαρση λύκου και έπειτα, για τρεις εβδομάδες για συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια. .
«Είδαμε τη δύναμη του να είμαστε εκεί», είπε ο Ράιτερ. «Οι γιατροί δεν ήταν σίγουροι ότι θα αναρρώσει, και το έκανε. Πιστεύω ότι αυτό έγινε σε μεγάλο βαθμό επειδή ήμασταν εκεί 24 ώρες το 24ωρο, 7 μέρες την εβδομάδα. Οι γιατροί έμειναν έκπληκτοι από το πόσο γρήγορα ανάρρωσε».
Συζητήσεις που δεν πρέπει να γίνονται μέσω FaceTime
Ωστόσο, το 2020, εξαιτίας καθορισμένων μέτρων που ορίστηκαν υπό την απειλή της προσβολής από τον COVID, ο Ράιτερ και τα παιδιά του μπορούσαν να δουν την Ελισάβετ μόνο μέσω του FaceTime.
Το Σαββατοκύριακο, την Ημέρα της Μητέρας, πήγαν στο νοσοκομείο και δείπνησαν στο πάρκινγκ με την Ελισάβετ στο FaceTime και τον σύζυγό της και τα παιδιά της να την χαιρετούν, κουνώντας τα χέρια μέσα από το βαν τους. Την Κυριακή, είχαν μια συνομιλία που ο Ράιτερ είπε ότι δεν θα έπρεπε ποτέ να γίνει με αυτόν τον τρόπο, αλλά αυτοπροσώπως.
«Προς το τέλος της κλήσης μας, η συζήτηση στράφηκε στο, “τι θα γίνει αν…., τελικά δεν γυρίσει στο σπίτι;”
Δεδομένου ότι έγινε συνήγορος της επίσκεψης ασθενών, ο Ράιτερ είπε ότι μίλησε με πολλές νοσοκόμες που παραιτήθηκαν λόγω του ψυχολογικο΄θ τραύματος που απέκτησαν, αφού έπρεπε να κρατούν ένα iPad πάνω από έναν ασθενή που πέθαινε, ώστε η οικογένειά τους να τους αποχαιρετήσει.
«Καταλαβαίνω πλήρως την ανάγκη προστασίας των γιατρών, των νοσηλευτών και των ασθενών, αλλά όταν ζητάτε από τους νοσηλευτές να αρχίσουν να καλύψουν τις συναισθηματικές ανάγκες των ασθενών όταν είναι ήδη καταπονημένοι και υπεραγχωμένοι, η επαγγελματική εξουθένωση είναι αναπόφευκτη», είπε.
Ο Ράιτερ, ξεκίνησε το Never Alone Project για να ευαισθητοποιήσει σχετικά με το θέμα, με απώτερο στόχο να επηρεάσει τη νομοθετική αλλαγή.
«Οι ασθενείς θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να βλέπουν ένα αγαπημένο τους πρόσωπο ή να συνηγορούν καθημερινά μέσα σε λογικά, ή ακόμη και χωρίς χρονικά όρια», είπε.
Οι νομοθετικές του προσπάθειες ξεκίνησαν στην πολιτεία καταγωγής του, το Κολοράντο, ώστε να ψηφιστεί ένα νομοσχέδιο που θα επέτρεπε σε έναν ασθενή να έχει κοντά του ένα μέλος της οικογένειας όλο το 24ωρο ή να επιτρέπεται η επίσκεψη στον ασθενή κατά τακτά χρονικά διαστήματα.
Ωστόσο, είπε, αυτή η προσπάθεια, όπως και η παρόμοια προσπάθειά του σε άλλες πολιτείες, έχουν αντιμετωπιστεί με αντίσταση από ενώσεις κρατικών νοσοκομείων που «ξαναγράφουν» το νομοσχέδιο μέχρι να καταστεί αναποτελεσματικό.
Ακόμη και τότε, είπε, με το νομοσχέδιο να έχει περιοριστεί σε περιορισμένη επίσκεψη ή απλώς μια πρόταση στα νοσοκομεία να αναθεωρήσουν τις πολιτικές επισκέψεών τους, ορισμένοι θα εξακολουθούν να το καταψηφίζουν.
«Στις περισσότερες από αυτές τις πολιτείες, οι ενώσεις των νοσοκομείων θα έρθουν και θα διατυπώσουν τα άρθρα σύμφωνα με το δικό τους συμφέρον», είπε.
Σε ορισμένες πολιτείες όπου έχει ψηφιστεί νομοθεσία που επιτρέπει τουλάχιστον δύο ώρες επίσκεψης, τα νοσοκομεία συνέχισαν να αφήνουν τους ανθρώπους έξω επειδή δεν γνώριζαν καν τη νομοθεσία. Και όσοι προσπαθούν να μπουν και δεν του επιτρέπεται δεν υποβάλουν καταγγελία, από φόβο αντεκδίκησης από το νοσοκομείο προς το αγαπημένο τους πρόσωπο.
«Η εκδικητική συμπεριφορά είναι πραγματική, κάτι που ισχύει», είπε. «Ένας γιατρός που μίλησε σε μια ακρόαση της Γερουσίας στο Κολοράντο, ανέφερε πως μολύνθηκε με κορωνοϊό από έναν ασθενή και ότι έπρεπε να βιώσει τη μοναξιά και την απομόνωση της θεραπείας, ως ασθενής. Μετά την κατάθεσή του, οι ώρες του και οι ασθενείς του, κόπηκαν από το νοσοκομείο αυτό και μεταφέρθηκαν αλλού».
«Έχουμε χάσει την ανθρωπιά μας μέσα από όλο αυτό»
Τον Ιούνιο του 2022, οι εκπρόσωποι Jeff Van Drew (RN.J.) και Andy Harris (R-Md.), εισήγαγαν τον νόμο No Patient Left Alone, ο οποίος εγγυάται το δικαίωμα του ασθενούς να έχει επισκέπτες και απαιτεί από τα νοσοκομεία να τηρούν αυτό το δικαίωμα ως προϋπόθεση για τη συμμετοχή τους στο Medicare.
«Μία από τις πιο σπαραχτικές πολιτικές της εποχής του COVID-19, ήταν ο αυστηρός περιορισμός των επισκεπτών στα νοσοκομεία», είπε ο Χάρις σε δελτίο τύπου σχετικά με την προτεινόμενη νομοθεσία.
«Δυστυχώς, όλοι έχουμε ακούσει πάρα πολλές ιστορίες αγαπημένων προσώπων που δεν μπορούσαν να είναι στο πλευρό της οικογένειάς τους στο νοσοκομείο—συμπεριλαμβανομένων των ασθενών που δεν είχαν COVID. Από την εμπειρία μου ως γιατρός, δεν μπορώ να υπερεκτιμήσω το όφελος από την παρουσία ενός μέλους της οικογένειας ή ενός φίλου κατά τη διάρκεια της παραμονής ενός ασθενούς στο νοσοκομείο.”
Νοσοκομειακές ενώσεις, νοσοκομεία, γιατροί και νοσηλευτές δήλωσαν ότι υπάρχουν περιορισμένες ώρες επίσκεψης για την προστασία των γιατρών, των νοσηλευτών και των ασθενών.
Ωστόσο, η έρευνα έχει δείξει ότι η παρουσία ενός μέλους της οικογένειας, δεν παίζει σημαντικό ρόλο στη μετάδοση του COVID.
Σε μια μελέτη (pdf) με 9.149 ασθενείς που εισήχθησαν σε ιατρικό κέντρο σε διάστημα 12 εβδομάδων, 697 διαγνώστηκαν με COVID.
«Στο πλαίσιο ενός ολοκληρωμένου και προοδευτικού προγράμματος ελέγχου λοιμώξεων, εντοπίστηκαν μόνο 2 περιπτώσεις που δείχνουν ότι κόλλησαν από το νοσοκομείο: 1 ασθενής πιθανότατα μολύνθηκε από τον προσυμπτωματικό σύζυγο πριν εφαρμοστούν οι περιορισμοί στους επισκέπτες και 1 ασθενής εμφάνισε συμπτώματα 4 ημέρες μετά από νοσηλεία 16 ημερών», αναφέρει η έκθεση, υποδεικνύοντας ότι «ο συνολικός κίνδυνος του να κολλήσει κάποιο COVID-19 από το νοσοκομείο ήταν χαμηλός και ότι τα αυστηρά μέτρα ελέγχου των λοιμώξεων μπορεί να σχετίζονται με ελαχιστοποιημένο κίνδυνο».
Οι νοσοκομειακές πολιτικές που εφαρμόστηκαν κατά τη διάρκεια του COVID, οδήγησαν στην «θυσία του ενός ατόμου για την προστασία των πολλών», είπε ο Ράιτερ, αποκαλώντας τις, «πολιτικές που δεν επηρεάζονται από στοιχεία αλλά από φόβο».
«Πόσα άτομα θα ήταν ακόμα εδώ σήμερα αν τα νοσοκομεία άφηναν τους αγαπημένους τους να μπουν και να τους δουν;» ρώτησε ο Ράιτερ.
Ο Ράιτερ συνεχίζει το έργο του, έτσι ώστε καμία οικογένεια να μην βιώσει όσα πέρασαν εκείνοι όταν τους είπαν ότι δεν τους επιτρεπόταν να επισκεφτούν την Ελίζαμπεθ.
Δεδομένων των όσων έχει δει τα τελευταία χρόνια, ο Ράιτερ κατέληξε: «Έχουμε χάσει την ανθρωπιά μας μέσα από όλο αυτό που βιώσαμε τα τελευταία 3 χρόνια».
«Και πρέπει να βρούμε τον δρόμο της επιστροφής», συμπλήρωσε…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου