Εφορία: Πως η εφορία ανακαλύπτει όσους κάνουν παρανομίες με τις αποδείξεις. Τι εξετάζουν για να ξεσκεπάσουν τους απατεώνες.
Η Εφορία πλέον βρίσκει τις αποδείξεις που δεν έχουν κοπεί στο παρελθόν κατά τη διάρκεια ελέγχου.
Πρόκειται για την διαδικασία των έμμεσων τεχνικών ελέγχου που εφαρμόζει η ΑΑΔΕ τα τελευταία χρόνια και η οποία είναι ιδιαίτερα αποδοτική, όπως προκύπτει και από τις αποφάσεις της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, στην οποία προσφεύγουν οι ελεγχόμενοι, αλλά χάνουν τις υποθέσεις.
Σε πρόσφατη υπόθεση που εκδικάστηκε από τη ΔΕΔ, απορρίφθηκε ο ισχυρισμός της ελεγχόμενης εταιρείας για πλημμελή εφαρμογή της μεθόδου των έμμεσων τεχνικών ελέγχου, όπως και η αμφισβήτηση της αξιοπιστίας των αναλογιών για τον προσδιορισμό των αποτελεσμάτων.
Εφορία: Έτσι δουλεύουν οι «έμμεσες τεχνικές ελέγχου»
Η διαδικασία των έμμεσων τεχνικών ελέγχου που κάνει η Εφορία στηρίζεται βασικά στη διασταύρωση των αγορών και των πωλήσεων και των δηλωθέντων τζίρων, για τα έτη που τελούν υπό έλεγχο, με βάση και τη σχέση της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο του κύκλου εργασιών.
Ειδικότερα, για τη μέθοδο της σχέσης της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο του κύκλου εργασιών επισημαίνεται ότι, με τη μέθοδο αυτή προσδιορίζονται τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα με την εφαρμογή της τιμής πώλησης στον αριθμό των μονάδων ή το συνολικό όγκο κύκλου εργασιών.
Για την εφαρμογή της τεχνικής της σχέσης της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο του κύκλου εργασιών, ο έλεγχος προσδιορίζει, χρησιμοποιώντας τεχνικές ανάλυσης και έρευνας και αξιοποιώντας στοιχεία κόστους, με βάση τα λογιστικά αρχεία του ελεγχόμενου ή μέσω τρίτων πηγών, τον αριθμό των μονάδων ή τον όγκο κύκλου εργασιών που πραγματοποίησε ο ελεγχόμενος, με βάση τη συνάρτηση παραγωγής που απεικονίζει τον μετασχηματισμό συγκεκριμένης εισροής (πρώτη ύλη) σε εκροή (προϊόν/υπηρεσία) και την ποσότητα της εισροής που απαιτείται για την παραγωγή μιας μονάδας προϊόντος ή την παροχή μιας μονάδας υπηρεσίας.
Η εν λόγω μέθοδος που εφαρμόζει η Εφορία δύναται να χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα, μέσω εύρεσης της δυνατότητας παραγωγής μιας επιχείρησης, όταν:
η επιχείρηση παράγει ένα ή περισσότερα ομοειδή προϊόντα, τα οποία έχουν μια σταθερή σχέση μεταξύ των συντελεστών παραγωγής (π.χ. σχέση υφάσματος με τα παραγόμενα πουκάμισα, παραγγελίες εξαρτημάτων που απαιτούνται για παρασκευή εμπορευσίμων προϊόντων) ή μέσω προσδιορισμού του όγκου κύκλου εργασιών όταν το ύψος των πωλήσεων συνδέεται με μεταβλητές δαπάνες/λειτουργικά έξοδα που είναι ανάλογα του κύκλου εργασιών (π.χ. σχέση συσκευασίας με μερίδες διανεμόμενου φαγητού, σχέση δαπανών προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος και νερού με παρεχόμενη υπηρεσία).
Σημειώνεται ότι η μέθοδος της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο κύκλου εργασιών ενδείκνυται για τον προσδιορισμό των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα όταν:
Ο έλεγχος δύναται να προσδιορίσει την τιμή πώλησης ανά μονάδα και τον αριθμό των μονάδων (προϊόντων/υπηρεσιών) ή τον όγκο συναλλαγών με βάση το κόστος των αγαθών που πωλούνται ή τις δαπάνες/έξοδα.
Ο ελεγχόμενος έχει περιορισμένα είδη προϊόντων ή ορισμένου είδους παρεχόμενες υπηρεσίες και οι τιμές των πωλουμένων αγαθών ή οι αμοιβές για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες είναι σχετικά σταθερές σε όλη τη διάρκεια της φορολογικής περιόδου… Γ. Προσδιορισμός των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα.
Τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα που προσδιορίζονται με βάση τις προαναφερόμενες έμμεσες τεχνικές ελέγχου συνιστούν τα τελικά έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, εφόσον είναι μεγαλύτερα από τα αντίστοιχα δηλωθέντα.
Εφόσον τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα του ελεγχόμενου προσώπου προσδιορίζονται με τις έμμεσες μεθόδους της παρούσας, τότε ως κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα για κάθε φορολογικό έτος θεωρείται το σύνολο των, προσδιορισθέντων με τις έμμεσες μεθόδους της παρούσας, εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα μετά την αφαίρεση των επιχειρηματικών δαπανών, των αποσβέσεων και των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις.
Τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των τυχόν οφειλόμενων λοιπών φόρων, τελών και εισφορών, που προκύπτουν για τις λοιπές φορολογίες. Ο προσδιορισμός διενεργείται σύμφωνα με τις ισχύουσες για κάθε φορολογία διατάξεις.
Ειδικότερα για το φόρο προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.), όταν τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα που προσδιορίζονται με τη χρήση των ανωτέρω έμμεσων μεθόδων αποδεδειγμένα αφορούν αγαθά και υπηρεσίες για τα οποία εφαρμόζεται συγκεκριμένος συντελεστής Φ.Π.Α., τότε το ποσό της διαφοράς των εσόδων, προστίθεται στις φορολογητέες εκροές του συγκεκριμένου αυτού συντελεστή Φ.Π.Α.
Έτσι θα γίνεται η online διασταύρωση για αδήλωτα εισοδήματα στο εξωτερικό
Καινούργιο σύστημα ηλεκτρονικών διασταυρώσεων εισοδημάτων και περιουσιακών στοιχείων που τηρούν Έλληνες στο εξωτερικό σχεδιάζει η φορολογική διοίκηση. Οι φορολογικές αρχές στην Ευρώπη, αλλά και σε πολλές τρίτες χώρες σφίγγουν το κλοιό, προκειμένου να περιορισθεί η φοροδιαφυγή από τους πολίτες τους που διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία σε άλλες χώρες.
Με το σύστημα των ηλεκτρονικών διασταυρώσεων, το οποίο σε επόμενο στάδιο θα είναι online μεταξύ των εφοριών που συμμετέχουν στο σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών θα κλείσουν οι «τρύπες» που υπάρχουν σήμερα στη φορολογία.
Μάλιστα, η ΑΑΔΕ έλαβε και νέα στοιχεία από τις ξένες φορολογικές αρχές και τα οποία θα προωθηθούν στη φορολογική διοίκηση προκειμένου να διαπιστωθεί εάν υπάρχουν ενδείξεις φοροδιαφυγής. Σε αυτή την περίπτωση, δηλαδή εφόσον διαπιστωθούν πρόσθετα περιουσιακά στοιχεία που δεν έχουν δηλωθεί στην Ελλάδα, οι ελεγκτικές αρχές θα προχωρήσουν σε έλεγχο δεκαετίας.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία στην περίπτωση που οι αρχές λάβουν στοιχεία τα οποία δεν θα μπορούσαν να είναι υπόψη τους, δεν είχαν δηλωθεί ποτέ στη χώρα ή δεν είχαν περάσει ποτέ από το πιστωτικό σύστημα, ο έλεγχος επεκτείνεται στη δεκαετία.
Βέβαια, το να διατηρεί κάποιος λογαριασμούς στο εξωτερικό ή γενικότερα να διαθέτει κινητή ή ακίνητη περιουσία δεν είναι παράνομο, καθώς η κίνηση κεφαλαίων είναι ελεύθερη. Το παράνομο, είναι να υπάρχουν εισοδήματα που δεν έχουν δηλωθεί ποτέ στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία, οι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας υποχρεούνται να δηλώσουν μέσω της ετήσιας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος το παγκόσμιο εισόδημά τους. Ταυτόχρονα υποχρεούνται ακόμη αν δεν παράγεται εισόδημα αλλά υφίστανται περιουσιακά στοιχεία στην αλλοδαπή, αυτά να δηλωθούν στο έντυπο Ε1 της φορολογικής δήλωσης και συγκεκριμένα στον πίνακα 2 (πληροφοριακά στοιχεία).
Οι φορολογικές αρχές των χωρών, που ανταλλάσσουν πληροφορίες, αποστέλλουν:
Το όνομα, τη διεύθυνση, τον ΑΦΜ, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης (στην περίπτωση φυσικού προσώπου) κάθε δηλωτέου προσώπου που είναι δικαιούχος, καθώς και των επιχειρήσεων.
Τον αριθμό λογαριασμού (ή λειτουργικό ισοδύναμο ελλείψει αριθμού λογαριασμού).
Το υπόλοιπο ή την αξία του λογαριασμού.
Σε περίπτωση λογαριασμού θεματοφυλακής:
Το συνολικό ακαθάριστο ποσό των τόκων, το συνολικό ακαθάριστο ποσό των μερισμάτων και το συνολικό ακαθάριστο ποσό λοιπών εισοδημάτων που προέκυψαν σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία που τηρούνται στον λογαριασμό.
Τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα από την πώληση ή την εξαγορά χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, τα οποία καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν στον λογαριασμό
Σε περίπτωση καταθετικού λογαριασμού, το συνολικό ακαθάριστο ποσό των τόκων που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε στον λογαριασμό κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων.
Ακολουθήστε τον www.oparlapipas.gr στο (facebook) και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου