Τι είναι ο ανιχνευτής ψεύδους με τον οποίο ζητά να εξεταστεί η Ρούλα Πισπιρίγκου
Ένας αξιόπιστος ανιχνευτής ψεύδους σίγουρα θα έλυνε τα χέρια των ανακριτικών και δικαστικών αρχών, διακρίνοντας με ασφάλεια τους ψευδείς από τους αληθείς ισχυρισμούς.
Η Ρούλα Πισπιρίγκου ζήτησε να υποβληθεί σε τεστ με ανιχνευτή ψεύδους προκειμένου να αποδείξει, όπως ισχυρίζεται, πως δεν έχει καμία σχέση με το θάνατο της κόρης της Τζωρτζίνας, για τον οποίο κατηγορείται.
Πόσο ακριβές είναι όμως το αποτέλεσμα του συγκεκριμένου τεστ και πόσο μπορεί να βασιστεί κανείς σε αυτό για να «καταδικάσει» έναν άνθρωπο ως ψεύτη;
Πώς λειτουργεί ο ανιχνευτής ψεύδους
Οι ανιχνευτές ψεύδους στηρίζονται στην επιστημονική υπόθεση ότι το ψέμα προκαλεί άγχος, σε αυτόν που το λέει.
Συγκεκριμένα, οι μελέτες έχουν δείξει πως όταν εξαπατούμε ένα άλλο πρόσωπο, το τμήμα του εγκεφάλου που σχετίζεται με τα συναισθήματα, η αμυγδαλή, «ανάβει». Έτσι, αισθανόμαστε ντροπή, τύψεις κι αρχίζουμε να γινόμαστε νευρικοί.
Αν και νομίζουμε πως μπορούμε να κρύψουμε αυτό που νιώθουμε από τον συνομιλητή μας, το σώμα μας μάς προδίδει: η αναπνοή μας μπορεί να αλλάξει, οι καρδιακοί παλμοί και η αρτηριακή πίεση ανεβαίνουν, τα άκρα μας, χέρια και πόδια, έχουν συσπάσεις, μπορεί ακόμη και να αρχίσουμε να ιδρώνουμε.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο «πιάνει δουλειά» ο πολύγραφος, το μηχάνημα που σχεδιάστηκε για να μετρά ακριβώς αυτές τις φυσιολογικές αποκρίσεις του οργανισμού. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή…
Ο εξεταζόμενος κάθεται αναπαυτικά και ο εξεταστής τον «συνδέει» με μια σειρά από αισθητήρες που καταγράφουν τον ρυθμό της αναπνοής, την κίνηση σε χέρια και πόδια, την αρτηριακή πίεση, καθώς και τον ιδρώτα.
Η διαδικασία…
Αφού ολοκληρωθεί η… καλωδίωση του εξεταζομένου, αρχίζει ο καταιγισμός ερωτήσεων, οι οποίες στην αρχή είναι εξαιρετικά απλές, του τύπου «είστε άνθρωπος;» ή «έχετε πει ποτέ ψέματα σε κάποιον;».
Στη συνέχεια ο… βαθμός δυσκολίας ανεβαίνει με τις ουσιαστικές ερωτήσεις να «πέφτουν βροχή» και μάλιστα να επαναλαμβάνονται συχνά, αλλά με κάποιες διαφοροποιήσεις στη διατύπωση, ώστε ο εξεταζόμενος να πέσει στην παγίδα και να προδοθεί.
Οι ειδικοί υποστηρίζουν πως τα επιστημονικά στοιχεία ενισχύουν την εγκυρότητα των τεστ για την ανίχνευση ψεύδους, εφόσον αυτά διεξάγονται και ερμηνεύονται με βάση τις σωστές διαδικασίες. Μάλιστα, όταν τηρούνται οι προβλεπόμενες διαδικασίες, η εγκυρότητα του συγκεκριμένου τεστ φτάνει το 87%.
Μια αμφιλεγόμενη μέθοδος
Το τεστ με πολυγράφο χρησιμοποιείται κυρίως στις ΗΠΑ, σε συνδυασμό με ειδικές μεθόδους ερωτήσεων. Μάλιστα το τεστ αυτό έχει χρησιμοποιηθεί ακόμη και από δημόσιες υπηρεσίες κατά τη διαδικασία πρόσληψης προσωπικού. Ωστόσο η όλη διαδικασία θεωρείται νομικά και ηθικά αμφιλεγόμενη, ενώ πολλοί επικρίνουν και την επιστημονική της αρτιότητα.
Ο Τζον Ντύλαν Χέινς, διευθυντής του Κέντρου Νευροαπεικόνισης στο Βερολίνο, αναφέρει σχετικά: «Οι παραδοσιακοί ανιχνευτές ψεύδους καταγράφουν τη σωματική και ψυχική διέγερση του εξεταζόμενου και μπορούν να έχουν ως ένα βαθμό επιτυχία. Ωστόσο είναι και πάλι πιθανό πως κάποια άτομα να είναι σε θέση να ξεγελάσουν αυτό το μηχάνημα».
Αστάθμητοι ψυχολογικοί παράγοντες όπως το άγχος, η έκπληψη αλλά και ο φόβος μπορούν να επηρεάσουν τις απαντήσεις. Είναι επίσης δυνατό ένας παντελώς αθώος να αντιδράσει με το ίδιο τρόπο όπως ο πραγματικός ύποπτος, επισημαίνει ο Χανς Γκέοργκ Ριλ, ειδικός στην δικαστική ψυχολογία από το Μάιντς. Ας σημειωθεί μάλιστα ότι αντίστοιχες μέθοδοι ανίχνευσης των ψευδών καταθέσεων απαγορεύονται σύμφωνα με το γερμανικό δίκαιο.
Σε αμφισβήτηση η τεχνολογία ανίχνευσης ψεύδους
Στις χώρες όπου επιτρέπεται η χρήση ανιχνευτών ψεύδους, αυτή συχνά συνοδεύεται από ειδικές μεθόδους ανάκρισης. Μια γνωστή μέθοδος είναι να δίνονται στον εκάστοτε ύποπτο κάποιες πρώτες πιθανές απαντήσεις. Εάν αυτός εμφανίσει την τάση να επιλέγει συνεχώς τις σωστές απαντήσεις, τότε αρχίζει να κινεί περισσότερες υποψίες ως προς την εικαζόμενη ενοχή του. Αντίστοιχες πρακτικές χρησιμοποιούνται στην Ιαπωνία.
Μια άλλη μέθοδος για την ανίχνευση του ψεύδους προσομοιάζει με το εγκεφαλογράφημα. Πρόκειται για ένα είδος «σκαναρίσματος» του εγκεφάλου, το οποίο εντοπίζει περιοχές που δείχνουν να ενεργοποιούνται όταν κάποιος λέει ψέματα. Αλλά και η αυτή η τεχνική είναι αμφιλεγόμενη.
«Δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη περιοχή του εγκεφάλου που συνδέεται ειδικά με το ψέμα», λέει ο Ματίας Γκάμερ, νευροεπιστήμονας από την πανεπιστημιακή κλινική του Αμβούργου-Έπεντορφ.
Μάλιστα ο γερμανός ειδικός χαρακτηρίζει ως εντελώς ακατάλληλα διάφορα σχετικά τεστ που κυκλοφορούν στο εμπόριο. Στην ίδια γραμμή συντάσσονται κι άλλοι ειδικοί του χώρου, κυρίως από την Ευρώπη, οι οποίοι αμφισβητούν την αξιοπιστία αντίστοιχων μηχανημάτων.
Ακολουθήστε
τον www.oparlapipas.gr στο (facebook) και
μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου