Παναγιώτης Νάστος
Η αμυντική βιομηχανία της Γαλλίας και άλλων χωρών της ΕΕ εξαρτάται από τις εξαγωγές τους,επειδή η ικανότητά τους υπερβαίνει τις απαιτήσεις των εθνικών ενόπλων δυνάμεων τους
Ηνέα Γερμανική κυβέρνηση φέρνει στο προσκήνιο την υιοθέτηση κοινής στάσης των κρατών μελών της ΕΕ αναφορικά με τις πωλήσεις όπλων σε τρίτες χώρες
Η Γερμανική πρόταση
Ωστόσο, η εστίαση της νέας γερμανικής κυβέρνησης σε μια κοινή πολιτική εξαγωγών όπλων για την Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει μια δύσκολη μάχη αφού ένας Γάλλος αξιωματούχος δήλωσε αυτή την εβδομάδα το Παρίσι δεν είναι διατεθειμένο να υποχωρήσει στα εθνικά του συμφέροντα
Η ώθηση από το Βερολίνο εμφανίστηκε στη συμφωνία συνασπισμού μεταξύ των κυβερνώντων Σοσιαλδημοκρατών, του Κόμματος των Πρασίνων και των Ελεύθερων Δημοκρατών τον περασμένο μήνα.
Το έγγραφο είναι εμπεριέχεται στην ατζέντα της νέας κυβέρνησης συνασπισμού, για θέματα άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής.
Το κόμμα των Πρασίνων, το οποίο ηγείται του υπουργείου Εξωτερικών με την Annalena Baerbock, σε συζητήσεις αναφορικά με τις εξαγωγές όπλων, έχει μια ιστορία δημιουργίας τριβών στις αμυντικές σχέσεις Γερμανίας-Γαλλίας.
Μια διαφωνία σχετικά με τους όρους εξαγωγής για την τεχνολογία Future Combat Air System παραλίγο να βυθίσει αυτό το πρόγραμμα προτού καν αρχίσει να λειτουργεί σε υψηλό επίπεδο πριν από μερικά χρόνια.
Η Γαλλική αντίδραση
Η γαλλική θέση για τη διατήρηση των εξαγωγικών αποφάσεων οπλικών συστημάτων ως καθαρά εθνική υπόθεση παραμένει η ίδια, σύμφωνα με την Alice Guitton, τη γενική διευθύντρια διεθνών σχέσεων και στρατηγικής στο γαλλικό Υπουργείο Άμυνας.
Οποιαδήποτε προσπάθεια εδραίωσης της εξουσίας λήψης αποφάσεων σε επίπεδο ΕΕ θα αντιμετωπίσει «μεγάλες δυσκολίες», είπε σε συνέντευξη Τύπου στις 16 Δεκεμβρίου στο Παρίσι.
Τα ιδρυτικά έγγραφα του μπλοκ της ΕΕ πρόσθεσε, εγγυώνται ένα «εθνικό προνόμιο» όταν πρόκειται για την πώληση όπλων στο εξωτερικό
Μένει να δούμε πόσο δυναμικά σκοπεύει η νέα γερμανική κυβέρνηση να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις για το θέμα. Η συμφωνία συνασπισμού είναι κάπως απαλή στη διατύπωση, λέγοντας ότι τα κυβερνητικά κόμματα στο Βερολίνο στοχεύουν να «συντονίσουν» με τους Ευρωπαίους εταίρους μια περιοριστική εξαγωγική πολιτική με «πιο δεσμευτικούς κανόνες».
Το απόσπασμα απαριθμεί επίσης τον στόχο της αναθεώρησης του εθνικού καθεστώτος εξαγωγών όπλων της Γερμανίας σε έναν ενιαίο νόμο που θα διαμορφωθεί σύμφωνα με μια κοινή θέση της ΕΕ. Ενώ μια τέτοια θέση είναι σε κείμενα της ΕΕ από το 2008, τα κράτη μέλη δεν είναι υποχρεωμένα να την ακολουθήσουν σε μεμονωμένες περιπτώσεις πωλήσεων.
Οι εθνικοί νόμοι της Γερμανίας προκαλούν σύγχυση επειδή ταλαντεύονται μεταξύ μιας προεπιλεγμένης άδειας - ή μιας προεπιλεγμένης απαγόρευσης - εξαγωγής αμυντικής τεχνολογίας, ανάλογα με τον παραλήπτη και τους τύπους των οπλικών συστημάτων , εξήγησε ο Christian Mölling του Γερμανικού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων με έδρα το Βερολίνο.
Η αμυντική βιομηχανία της Γαλλίας εξαρτάται από τις εξαγωγές επειδή η ικανότητά της υπερβαίνει τις απαιτήσεις των εθνικών ενόπλων δυνάμεων. Ως εκ τούτου, η κυβέρνηση πανηγυρίζει τακτικά για τις πωλήσεις σε χώρες ιδεολογικά έξω από τους βασισμένους σε αξίες κύκλους των κυβερνήσεων της ΕΕ ή του ΝΑΤΟ, όπως η Αίγυπτος ή η Βραζιλία.
Η πιθανή στάση της Γερμανίας στο μέλλον
Η Γερμανία θεωρείται πιο περιοριστική από άλλα μέλη της ΕΕ όταν πρόκειται για την εξαγωγή όπλων σε κυβερνήσεις με ιστορικό παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για παράδειγμα, αν και οι εξαιρέσεις συχνά καλύπτονται από σημαντικό βαθμό μυστικότητας στη λήψη αποφάσεων στο Βερολίνο.
Οι υποστηρικτές μιας πιο περιοριστικής πολιτικής εξαγωγών όπλων που ασκείται από τις Βρυξέλλες υποστηρίζουν ότι η κίνηση θα εξαλείψει μια προφανή αντίφαση με τις δημοκρατικές αξίες που οι ηγέτες τείνουν να απαγγέλλουν ως προμετωπίδα ενάντια στις πολιτικές της Κίνας ή της Ρωσίας.
Σύμφωνα με τον Mölling, η Γερμανία από μόνη της είναι απίθανο να ανοίξει νέους δρόμους προς αυτή την κατεύθυνση.
Το Βερολίνο πρόκειται να χάσει σημαντικό μοχλό στη διεθνή σκηνή, αν άφηνε τις αξίες να καθοδηγούν πλήρως την εξωτερική του πολιτική, υποστήριξε λέγοντας ότι, «Θα είχαμε επιβάλει τις αξίες μας, πράγματι, αλλά αυτά ισχύουν μόνο στο εσωτερικό της χώρας».
Διαπιστώσεις- Συμπεράσματα
Η Γερμανική πρόταση μπορεί να ακούγεται εκ πρώτης όψεως ως σωστή, ωστόσο στην παρούσα φάση είναι ανεφάρμοστη .
Ο λόγος είναι ότι η PESCO δεν έχει προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό ακόμη έτσι ώστε η ΕΕ να έχει την δική της εννοποιημένη αμυντική βιομηχανία, προκειμένου να μπορούν αφενός τα κράτη-μέλη να προμηθεύονται οπλικά συστήματα από αυτήν, αφετέρου να εξάγονται οπλικά συστήματα σε τρίτες χώρες από την ενοπιημένη αμυντική βιομηχανία της ΕΕ και όχι από τα κράτη της
Επίσης, αυτό που εισηγείται η Γερμανία θα προϋπόθετε μια κοινή εξωτερική πολιτική της ΕΕ σε σχέση με τρίτες χώρες, κάτι που μέχρι στιγμής δεν ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις, αλλά κατά περίπτωση.
Θα πρέπει πρώτα λοιπόν να υπάρξει εναρμονισμός και πρόοδος στα παραπάνω δύο ζητήματα, προκειμένου να μπορέσει στη συνέχεια να εφαρμοστεί στην πράξη η γερμανική πρόταση
Τέλος, οι αμυντικές βιομηχανίας προηγμένων ευρωπαϊκών κρατών, όπως της Γαλλίας, Ιταλίας, Ισπανίας, Σουηδίας, Βελγίου, Ολλανδίας , αλλά και Γερμανίας, υπερβαίνουν κατά πολύ τις απαιτήσεις των κρατών τους , προκειμένου να επιβιώσουν
Το όλο θέμα θα μπορούσε να ξεκινήσει με νομοθετική πρόνοια στην ΕΕ, από τη βάση και οπτική της Ελλάδας, σύμφωνα με την οποία καμμία χώρα της ΕΕ δεν θα έπρεπε να πουλάει οπλικά συστήματα σε τρίτη χώρα η οποία απειλεί την ασφάλεια κράτους-μέλους της ΕΕ, όπως για παράδειγμα στην Τουρκία , η οποία απειλεί ανοιχτά την Ελλάδα και την Κύπρο.
Δεν μπορεί να είμαστε εταίροι στην ΕΕ με την Ισπανία λόγου χάρη και αυτή να πουλάει όπλα στον Ερντογάν που απειλεί να κατακτήσει ελληνικά νησιά.
Για ποια αρχή αμοιβαιότητας μιλάμε και κοινή εξωτερική πολιτική άμυνας και ασφάλειας ΚΕΠΑ, μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ μιλάμε τότε;
Κλείνοντας επισημαίνουμε μια άλλη πτυχή της γερμανικής πρότασης, η οποία έχει να κάνει με το γεγονός ότι αυτή η πρόταση γνωρίζουν στο Βερολίνο ότι στην παρούσα φάση δεν μπορεί να εφαρμοστεί και απλά κατατίθεται για δύο λόγους:
O πρώτος είναι για να αμφισβητήσει τους επόμενους μήνες τη δημιουργία του Ευρωστρατού και την πρωτοκαθεδρία της Γαλλίας σε αυτόν
Ο δεύτερος είναι ότι γνωρίζοντας ότι το Βερολίνο θα εισπράξει άρνηση στην υλοποίηση της πρότασής του από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, θα χρησιμοποιήσει αυτήν ως δικαιολογία για αλλαγή της στάσης του σε θέματα πώλησης οπλικών συστημάτων σε τρίτες χώρες.
Σε αυτήν την περίπτωση θα δούμε μια μετατόπιση των γερμανικών θέσεων αναφορικά με τη ναυπήγηση 6 υποβρυχίων για λογαριασμό της Τουρκίας, κάτι το οποίο θα είναι εξαιρετικά επικίνδυνο για την θαλάσσια κυριαρχία σε Αιγαίο και ΝΑ Μεσόγειο.
ΚΛΙΚΑΡΕ (ΕΔΩ) ΤΩΡΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου