«Ο πραγματικός πλούτος της κοινωνίας
είναι ο ελεύθερος χρόνος του ανθρώπου» Καρλ Μaρξ
Οι τεχνολογικές ανακαλύψεις στην πορεία εξέλιξης της
κοινωνίας, οδήγησαν σε μεγαλύτερες ή μικρότερες ανατροπές στις διαδικασίες
παραγωγής και αργά ή γρήγορα επέφεραν αλλαγές στις σχέσεις παραγωγής. Στην
περίοδο του καπιταλισμού οι αλλεπάλληλες τεχνολογικές (βιομηχανικές)
επαναστάσεις, επέφεραν εκρηκτική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και
παραγωγής πλούτου, η οποία όμως συνοδεύτηκε από αυξανόμενη ανισότητα στην
κατανομή του εισοδήματος, κυρίως υπέρ των κυρίαρχων οικονομικά και πολιτικά
ελίτ, εντείνοντας τις οικονομικές και κοινωνικές αντιθέσεις του συστήματος.
Ωστόσο οι κοινωνίες για σειριά λόγους, δεν συνειδητοποιούν άμεσα την
αναγκαιότητα αντιστοίχισης των οικονομικών σχέσεων στα νέα δεδομένα των
τεχνολογικών αλλαγών και της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, με αποτέλεσμα
τα προβλήματα και οι αντιθέσεις πολλές φορές να αποδίδονται είτε σε εξωγενείς
αιτίες, είτε σε τεχνολογικές εξελίξεις (βιομηχανικές επαναστάσεις), αντί στις
παρωχημένες ιστορικά καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής.
1.
Τεχνολογικές επαναστάσεις και
καπιταλισμός
Από την εποχή της πρώτης βιομηχανικής
επανάστασης, η οποία έχοντας ως βασική κινητήρια δύναμη τον ατμό και
τον καταμερισμό εργασίας στη μεταποίηση, οδήγησε στη μεγάλη μηχανοποιημένη
παραγωγή, επιφέροντας, όπως διεξοδικά αναλύει ο Μαρξ, την προλεταριοποίηση των
μικρών εμπορευματο-παραγωγών και τη δημιουργίας ενός «εφεδρικού στρατού
ανέργων», δένοντας τον εργάτη στο κεφάλαιο «πιο γερά απ’ ότι τα καρφιά του Ήφαιστου
κάρφωσαν τον Προμηθέα στο βράχο» του Καυκάσου. Ο μισθωτός εργάτης από τα
πλεονεκτήματα της μεγάλης μηχανοποιημένης παραγωγής, στην καλύτερη περίπτωση
έπαιρνε την αξία της εργατικής του δύναμης. Δηλαδή τα μέσα συντήρησης του ίδιου
και της οικογένειάς του, ενώ το υπερ-προϊόν (υπεραξία) από την αύξηση της
παραγωγικότητας πήγαινε στους ιδιοκτήτες του κεφαλαίου.
Στη δεύτερη βιομηχανική επανάσταση, έχοντας
ως βασική κινητήρια δύναμη τον ηλεκτρισμό και το
φορτικό-τεϋλορικό μοντέλο οργάνωσης της παραγωγής και της εργασίας, την
εντατική συγκέντρωση και συγκεντρωποίηση της παραγωγής και του κεφαλαίου και τη
δημιουργία μονοπωλιακών ενώσεων, έχουμε παραπέρα αύξηση της παραγωγικότητας και
διόγκωση της ανισοκατανομής εισοδήματος και πλούτου. Η μεγάλη μάζα των εργατών,
με «μπλε» και «λευκό» κολάρο, μετά από σκληρούς ταξικούς αγώνες, στην καλύτερη
περίπτωση εξασφαλίζουν την αξία της εργατικής τους δύναμης, έχοντας μόνιμο
συνοδοιπόρο τη μεγάλη στρατιά των ανέργων. Το Κεϋνσιανό μοντέλο ρύθμισης της
οικονομίας και ενσωμάτωσης των εργατικών κατακτήσεων στο λεγόμενο «κοινωνικό
κράτος», άμβλυνε ως ένα βαθμό την ανισοκατανομή εισοδήματος, χωρίς ωστόσο να
υπερβεί τις ενδογενείς, οικονομικές και κοινωνικές αντιθέσεις του
καπιταλιστικού συστήματος.
Η τρίτη βιομηχανική επανάσταση (τεχνολογίες
επικοινωνιών-πληροφορικής, ηλεκτρονικά, αυτοματοποίηση παραγωγής), συνοδευόμενη
από τη νεοφιλελεύθερη πολιτική της «απορρύθμισης» και της «κοινωνικής ρεβάνς»
(συρρίκνωσης εργατικών μισθών και κοινωνικών παροχών, ελαστικοποίησης των εργασιακών
σχέσεων, εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση δημοσίων αγαθών, κά), πέτυχε
σχετική αύξηση της παραγωγικότητας εργασίας και ενίσχυση της κερδοφορίας.
Ταυτόχρονα η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση των οικονομικών σχέσεων (πολυμερείς
συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου, απελευθέρωση κίνησης κεφαλαίων, παγκοσμιοποίηση
χρηματοπιστωτικών μηχανισμών, κά), με όχημα τους μεγάλους
πολυκλαδικούς-πολυεθνικούς μονοπωλιακούς ομίλους, ενέτεινε την ανισοκατανομή
εισοδήματος σε όφελος των κυρίαρχων ελίτ. Ταυτόχρονα η υψηλή ανεργία απόκτησε
μόνιμο χαρακτήρα, ενώ η κλιματική αλλαγή, προϊόν της αχαλίνωτης καπιταλιστικής
κερδοσκοπίας, απειλεί άμεσα τη βιωσιμότητα του πλανήτη.
Το συμπέρασμα που απορρέει από τις τρεις
βιομηχανικές επαναστάσεις, είναι ότι οι τεχνολογικές εξελίξεις και οι συνακόλουθες
αλλαγές στην οργάνωση των παραγωγικών δυνάμεων (εργασίας, μέσων παραγωγής και
επιστήμης), δεν μετασχημάτισαν την «ψυχή» του καπιταλισμού, ούτε φυσικά είχαν
ουδέτερο αποτέλεσμα στην κοινωνική εξέλιξη. Αντίθετα η ανάπτυξη και η
αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων τους, πήρε συγκεκριμένο ταξικό περιεχόμενο,
υπηρετώντας κυρίως τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα των ισχυρών του
χρηματιστικού του κεφαλαίου. Αυτό αποκαλύπτουν τα στοιχεία της
υπερ-συγκέντρωσης εισοδήματος και πλούτου σε όλο και λιγότερα χέρια.
Χαρακτηριστικό της αυξανόμενης ανισοκατανομής
εισοδήματος, είναι το γεγονός ότι το 2017, το 1% του πληθυσμού του
πλανήτη (με περιουσία άνω του 1 εκατ. $), κατείχε το 50,1% του
παγκόσμιου πλούτου, σε σχέση με 45,5% που είχε στις αρχές του 2000. Επίσης οι
500 πλουσιότεροι εκατομμυριούχοι, αύξησαν το 2017 τον πλούτο τους κατά 23% (από
4,4 τρις, σε 5,3 τρις δολάρια). Ανάμεσα στους δέκα πρώτους
πολυεκατομμυριούχους επτά ήταν στον τομέα της «πληροφορικής» και του
«διαδικτύου», γεγονός που καταρρίπτει τις θεωρίες για διάχυση των ωφελειών
ανάπτυξης των νέων τεχνολογιών σε όλους τους πολίτες και χώρες του πλανήτη. Το
συμπέρασμα βάζει αναπόφευκτα σε σκέψεις για τους όρους και τις προϋποθέσεις
αξιοποίησης των πλεονεκτημάτων της «νέας βιομηχανικής επανάστασης», που
βρίσκεται σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια και συνοδεύεται από αντιφατικά σενάρια
για το μέλλον των οικονομιών και των κοινωνιών, ιδιαίτερα για τους όρους
εργασίας, επιπέδου εισοδήματος, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων, κά.
2.
Ψηφιακές βιομηχανίες και νεοφιλελεύθερη
παγκοσμιοποίηση
Η σημερινή, τέταρτη βιομηχανική
επανάσταση, στηρίζεται στην παραπέρα ανάπτυξη των τεχνολογιών της
μικροηλεκτρονικής, βιοτεχνολογίας, πληροφορικής και αύξησης συνολικά
του ρόλου της γνώσης στην υλική παραγωγή, η οποία σηματοδοτείται
με ανάπτυξη της «ρομποτικής», της «τεχνητής νοημοσύνης», της
νανοτεχνολογίας», της «γονιδιωματικής», του «διαδικτύου πραγμάτων»
(ΙοΤ), του «κυβερνοχώρου», της «ανάλυσης μαζικών δεδομένων» (Big data
analysis), κά. Κάθε μια από τις συγκεκριμένες «βιομηχανίες του
μέλλοντος», δημιουργεί ευκαιρίες, αλλά εμπεριέχει και κινδύνους, έχει
πλεονεκτήματα αλλά περικλείει και αρνητικές παρενέργειες, ιδιαίτερα στο πεδίο
της απασχόλησης, της ασφάλειας των προσωπικών δεδομένων, της διεύρυνσης των ανισοτήτων,
της προστασίας των δημοκρατικών δικαιωμάτων, κά. Παρ’ ότι διάφορες αναλύσεις
διογκώνουν τα θετικά, είναι γεγονός ότι πολλά από τα σημερινά δεδομένα στο
πεδίο της οικονομίας, των συνθηκών εργασίας, της πολιτικής
διακυβέρνησης, της καθημερινής ζωής, κλπ, θα αλλάξουν ίσως προς το
χειρότερο, αν δεν διασφαλιστούν οι αναγκαίοι όροι αξιοποίησης τους, σε όφελος
γενικά των πολιτών και συνολικά των κοινωνιών.
Ειδικότερα με την ανάπτυξη της «ρομποτικής»
και της «τεχνικής νοημοσύνης», θα πάψουν πολλές από τις χειρονακτικές
εργασίες και εργασίες επαναλαμβανόμενης κίνησης και θα καταργηθούν τα
αντίστοιχα επαγγέλματα (χειρώνακτες εργάτες στη βιομηχανία,
κατασκευές, εξόρυξη, αγροτικό τομέα, οδηγοί μέσων μεταφοράς,
πωλητές σε εμπορικά καταστήματα, διοικητικοί υπάλληλοι, λογιστές, πωλητές μέσω
τηλεφώνου, εφοριακοί, αναλυτές δεδομένων, κά). Από την άλλη θα αναβαθμιστούν οι
εργασίες που απαιτούν δημιουργικότητα, επιτελικότητα, πρωτοβουλία, κοινωνική
επαφή, συναίσθημα, κά. Ιδιαίτερα σημαντική προβλέπεται να είναι η
εισφορά της ρομποτικής σε διάφορους τομείς ιατρικών υπηρεσιών, σε υπηρεσίες
στήριξης ατόμων με ειδικές ανάγκες κά. Σύμφωνα με εκτιμήσεις,
σε 15 αναπτυγμένες χώρες λόγω της αυτοματοποίησης των εργασιακών
διαδικασιών, θα επέλθει μείωση 7,1 εκατ. θέσεων εργασίας ως το 2020, ενώ
προβλέπεται να δημιουργηθούν 2,1 εκατ. νέες θέσεις εργασίας σε
εξειδικευμένες ειδικότητες, ενώ το μερίδιο των ρομπότ στην
παγκόσμια βιομηχανική παραγωγή θα εκτιναχτεί από 10% το 2015, στο 45% το
2025. Ταυτόχρονα προβλέπεται αύξηση της παραγωγικότητας εργασίας κατά
30% σε πολλούς τομείς της βιομηχανίας, καθώς και μείωση του εργατικού κόστους
κατά 18-33% ως το 2020. Από την άλλη η ανάπτυξη της «γονιδιωματικής»
και της μελέτης των γονιδιωμάτων των οργανισμών, μπορεί να συμβάλλει αποφασιστικά
στη διάγνωση και καταπολέμηση του καρκίνου, στην ανάπτυξη φαρμάκων με ειδικά
χαρακτηριστικά ανά ασθενή, στην αντιμετώπιση ψυχικών νόσων, κά.
Σημαντικές αλλαγές προβλέπονται επίσης στο τομέα των
χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Με τη «ψηφιακή κωδικοποίηση του χρήματος»
και της «αγοραπωλησίας αγαθών και υπηρεσιών» με τη χρήση έξυπνων
κινητών τηλεφώνων, θα επέλθει δραστική μείωση του κόστους και πολυπλοκότητας
συναλλαγών και θα επιτευχθεί σύνδεση πολύ απομακρυσμένων κοινοτήτων με τη
διεθνή οικονομία. Η ενίσχυση της αποδοτικότητας του συστήματος πληρωμών, θα
επιφέρει σημαντική μείωση των θέσεων εργασίας, καθώς και αύξησης κινδύνων
εξαπάτησης των συναλλασσωμένων μέσω της χρήσης ψηφιακών νομισμάτων (bitcoins).
Επίσης η ανάπτυξη των ψηφιακών τεχνολογιών «διαδικτύου», παρ’ ότι δημιουργεί
ένα παγκόσμιο ιστό γρήγορης επικοινωνίας με πολύ χαμηλό κόστος, από την άλλη
ανοίγει δρόμους ανεξέλεγκτης χρήσης προσωπικών δεδομένων, χειραγώγησης της
κοινής γνώμης, καταστροφικών επιθέσεων στον «κυβερνοχώρο», κά.
Το κρίσιμο πρόβλημα με την 4η βιομηχανικής
επανάσταση και ειδικότερα με τις ψηφιακές τεχνολογίες, βρίσκεται στο ότι η
ανάπτυξης και αξιοποίηση τους γίνεται υπό καθεστώς ελεύθερης αγοράς και
νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και τα οφέλη τους καρπώνονται κυρίως οι
μεγάλοι κεφαλαιούχοι (πολυεθνικές εταιρίες), ενώ πολύ λίγο, ως σχεδόν καθόλου
οι εργαζόμενοι. Η εμπειρία των προηγούμενων βιομηχανικών επαναστάσεων και
ειδικότερα της τρίτης επανάστασης, δείχνει ότι τα οφέλη των νέων τεχνολογιών
(αύξηση παραγωγικότητας εργασίας), πήγαν κυρίως στους ιδιοκτήτες των εταιριών,
ενώ η ανισοκατανομή εισοδήματος, οι ελαστικές μορφές απασχόλησης και η αύξηση
της ανεργίας, ήταν η «ανταμοιβή» για τους εργαζόμενους. Όπως επισημαίνει ο
Στίβεν Χόκινγκ, «ο καθένας θα μπορούσε να απολαύσει μια πολυτελή ζωή,
αν η ευημερία που παράγεται από τις μηχανές, μοιράζονταν δίκαια, ενώ, οι
άνθρωποι μπορούν να καταλήξουν άθλια φτωχοί αν οι ιδιοκτήτες συνεχίσουν το
λόμπι κατά της αναδιανομής του πλούτου. Μέχρι τώρα η τάση δείχνει προς την
δεύτερη εκδοχή, με την τεχνολογία να οδηγεί σε αυξανόμενη ανισότητα». Εκτός
από εκτόπιση εργατικών χεριών, οι ψηφιακές τεχνολογίες σε συνθήκες
νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, οδηγούν σε ακραίες μορφές ελαστικοποίησης των
εργασιακών σχέσεων, σε αύξηση της μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης και την
ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης. Ειδικότερα το μοντέλο των
«mini-jobs» τείνει να γίνει μια «κανονικότητα» στις αναπτυγμένες χώρες. Το ρόλο
του σύγχρονου γραφείου εύρεσης εργασίας, έχουν αναλάβει ψηφιακές πλατφόρμες,
όπως η «microworkers.com», η «clickworkers.com», η «fiverr.com», κά, οι οποίες
λειτουργούν ως ιστοσελίδες «πληθοπορισμού». Οι πιο πάνω σελίδες φέρνουν σε
επαφή υποψήφιους εργοδότες και εργαζόμενους μιας χρήσης, ενώ μέρος της πληρωμής
πηγαίνει στο μεσάζοντα-πλατφόρμα. Οι εργαζόμενοι σε «mini-jobs» παίρνουν ως
αμοιβή ευτελή ποσά για εργασίες μέσω πληκτρολογίου και για χρόνο απασχόλησης
μικρής διάρκειας. Οι αμοιβές σπάνια ξεπερνούν τα 15 ευρώ ή δολάρια, ενώ η
πληρωμή γίνεται από paypal (πύλη ηλεκτρονικών πληρωμών μέσω διαδικτύου). Το
καθεστώς ασφάλισης και φορολόγησης του συγκεκριμένου είδους εργασίας, είναι
εξαιρετικά θολό σε παγκόσμιο επίπεδο. Πρόκειται για ένα είδος «ελεύθερου
επαγγελματία» που κινείται μεταξύ «μαύρης εργασίας» και «άτυπης οικονομίας», οι
οποίοι δεν θεωρούνται μισθωτοί από τυπική άποψη.
Μια παραλλαγή του πιο πάνω συστήματος σε
πανευρωπαϊκό κλίμακα, είναι η «κατά παραγγελία εργασία» (work on demand), οι
«συμβάσεις σύντομης διάρκειας», οι συμβάσεις απασχόλησης «μηδενικών ωρών», η
τηλε-εργασία, κά. Οι νέες μορφές απασχόλησης, ανεξάρτητα από τις ονομασίες
τους, έχουν κοινά χαρακτηριστικά. Ευέλικτα ωράρια σύμφωνα με τις ανάγκες του
εργοδότη, χαμηλότερες αμοιβές που δεν επαρκούν για τις βασικές ανάγκες, απουσία
κοινωνικής προστασίας, ανυπαρξία εργασιακών δικαιωμάτων και συλλογικής
εκπροσώπησης, ανασφάλεια, απουσία προοπτικών καριέρας, κά. Σύμφωνα με την 6η Ευρωπαϊκή
Έρευνα Εργασιακών Συνθηκών, το 56% των εργαζόμενων απάντησε ότι η ευελιξία
του χρόνου εργασίας ήταν επιλογή του εργοδότη, το 59% απάντησε ότι δεν ήταν
στις προτιμήσεις τους, ενώ το 20% δήλωσε ότι δεν είχε άλλη επιλογή.
Η σύγχρονη «νεοφιλελεύθερη αντεπανάσταση» στην αγορά
εργασίας, επαναφέρει στο προσκήνιο μορφές απόλυτης εξαθλίωσης της εργατικής
τάξης της περιόδου της πρωταρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου. Ο νέος
εφιάλτης της εργασιακής ζούγκλας φέρνει στο προσκήνιο μια γενιά εργαζόμενων με
100 ευρώ το μήνα, με απασχόληση 4-8 ημερών, καθώς και ένα αυξανόμενο ποσοστό
μερικά απασχολουμένων με μισθό 400 ευρώ το μήνα. Με πρόσχημα
μάλιστα την οικονομική κρίση και την υψηλή ανεργία, οι συγκεκριμένες μορφές
εργασίας επεκτείνονται κλαδικά και ηλικιακά σε όλο τον ευρωπαϊκό χώρο. Ωστόσο
μια τέτοια εξέλιξη δεν δημιουργεί καμιά ελπιδοφόρα προοπτική, ούτε για τους
εργαζόμενους, αλλά ούτε βαθύτερα για το ίδιο κεφαλαιοκρατικό σύστημα. Η αύξηση
του παραγόμενου κοινωνικού προϊόντος και αντίστοιχη δυσκολία ρευστοποίησης του,
λόγω μειωμένης αγοραστικής δύναμης καταναλωτών-εργαζόμενων, εντείνει
τη βασική αντίθεση του συστήματος, ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της
παραγωγής και στην ιδιωτικο-καπιταλιστική μορφή ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων
της. Η ιστορική αναγκαιότητα επίλυσης της συγκεκριμένης αντίθεσης,
σε συνθήκες 4ης βιομηχανικής επανάστασης, κάνει περισσότερο
ορατή και πάνω απ’ όλα πιο επιτακτική, την ανάγκη υπέρβασης της.
3.
Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και 4η Βιομηχανικής
Επανάσταση
Η ΕΕ μετά την οξεία κρίση του 2009, αρχίζει να
μιλάει για την ανάγκη εφαρμογή μιας νέας βιομηχανικής πολιτικής και ενίσχυσης
της θέσης της στην παγκόσμια οικονομία. Μετά τη δημιουργία της ΟΝΕ, με εξαίρεση
τη Γερμανία, όλες οι μεγάλες χώρες (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, κλπ) είχαν υποστεί
συρρίκνωση της βιομηχανικής βάσης, με αποτέλεσμα το μερίδιο της ΕΕ στη
μεταποίηση από 18% το 2000 να περιοριστεί στο 14% το 2009, ενώ το 2011 ανέβηκε
λίγο στο 16%. Το 2012 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιεύει την έκθεση, με στόχο την
ενίσχυση της βιομηχανικής της βάσης της ΕΕ. Με την έκθεση ετέθη στόχος το 2020
να φθάσει στο 20%. Το 2016 η ΕΕ εξαγγέλλει το πρόγραμμα «Industry
4.0.» το οποίο έχει ως βάση το αντίστοιχο πρόγραμμα «Industry 4.0.»
της Γερμανίας, που είχε εξαγγελθεί το 2014 στο Ανόβερο με βασικό στόχο την
ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της γερμανικής βιομηχανίας.
Το πρόγραμμα «Industry 4.0.», παρουσίασε επίσης το 2016, ως «The Fourth Industrial Revolution», στο Φόρουμ του Νταβός, ο Klaus Schwab, Founder and Executive Chairman of the
World Economic Forum. Το «Industry 4.0.» περιγράφει την
οργάνωση των διαδικασιών παραγωγής, με βάση την τεχνολογία και τις συσκευές που
επικοινωνούν αυτόματα μεταξύ τους, κατά μήκος της αλυσίδας αξίας. Είναι ένα
μοντέλο «έξυπνου εργοστασίου» του μέλλοντος, όπου τα συστήματα κινούνται μέσω
υπολογιστή, ελέγχουν τις φυσικές διαδικασίες, δημιουργούν ένα εικονικό
αντίγραφο του φυσικού κόσμου και παίρνουν αποκεντρωμένες αποφάσεις, βασιζόμενες
σε μηχανισμούς αυτό-οργάνωσης, κά. Σύμφωνα με αναλυτές, «το
πρόγραμμα Industry 4.0. είναι καθαρά ένα εθνικό, γερμανικό πρόγραμμα,
χωρίς καμία ρητή αναφορά στην Ευρώπη. Η σιωπή αυτή συγκαλύπτει το γεγονός ότι
χωρίς τους οικονομικούς και τους ανθρώπινους πόρους που θα αντληθούν από τα
υπόλοιπα κράτη – μέλη της ΕΕ, το πρόγραμμα δεν μπορεί να υλοποιηθεί. Είναι
προφανές ότι οι Γερμανοί ιθύνοντες θεωρούν τη συνεργασία των υπόλοιπων
Ευρωπαίων και την αποδοχή από αυτούς υποδεέστερων ρόλων στην υλοποίηση του
προγράμματος, σαν κάτι το δεδομένο».
Η προώθηση του «Industry 4.0.» θα αλλάζει προς το
δυσμενέστερο τις συνθήκες ανταγωνισμού μεγάλους μέρους των ΜΜ-Επιχειρήσεων, οι
οποίες δεν μπορούν να αξιοποιήσουν τα πλεονεκτήματα της ψηφιοποίησης. Σε ειδική
έρευνα που έγινε στη Γερμανία το 2014, σε δείγμα 1.000 ΜΜΕ με κύκλο εργασιών
0,5-125 εκατ. €, το 35% απάντησε ότι οι ψηφιακές τεχνολογίες δεν παίζουν
σημαντικό ρόλο στη δραστηριότητα τους, ενώ στις μικρότερες επιχειρήσεις η
αναλογία ήταν στο 52%. Σε ότι αφορά τη μελλοντική προοπτική το 28% πιστεύει ότι
οι ψηφιακές τεχνολογίες δεν θα έχουν σημαντική επίδραση στη λειτουργία τους,
ενώ το 49% θεωρεί ότι η ψηφιοποίηση θα αποτελέσει μέρος της στρατηγική τους. Τα
προσδοκώμενα οφέλη αφορούσαν τη μείωση του κόστους, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας
δια μέσου «έξυπνων» συστημάτων παραγωγής, την εφαρμογή καινοτομιών μέσω
ευέλικτης παραγωγής, νέα δίκτυα πωλήσεων, κά.
Από την άλλη οι προοπτικές για τους
εργαζόμενους, σε ότι αφορά τις θέσεις εργασίας, τις ειδικότητες,
τις αμοιβές, τα εργασιακά δικαιώματα, το χρόνο εργασίας και τις συνθήκες
ζωής, εμφανίζονται πολύ σκοτεινές. Όπως αναφέρει το
κείμενο του προγράμματος «Industry 4.0, «Θα υπάρξει νέα λειτουργική και
οργανωτική δομή που θα απαιτεί τη λήψη αποφάσεων, συντονισμό, έλεγχο και
στήριξη υπηρεσιών – ένα πιο σύνθετο περιβάλλον. Θα υπάρξει επίσης ανάγκη
συντονισμού μεταξύ έξυπνων και πραγματικών μηχανών και των εγκαταστάσεων, στη
διεύθυνση των παραγωγικών συστημάτων». Σύμφωνα με τον πρόεδρο του
Συνδικάτου Μετάλλου της Γερμανίας, με την επερχόμενη ψηφιακή επανάσταση
προκύπτει κίνδυνος για «ισχυρή ένταση στην διεξαγωγή της εργασίας και νέοι
τρόποι επίβλεψης και μέτρησης της». Η οικονομία θα στηρίζεται σε όλο και
περισσότερο σε ευέλικτες εργασιακές σχέσεις, όπως σε “click workers” και
“cloud workers”. Τέτοιες εργασίες δεν πληρώνονται καθόλου καλά, ενώ συνδέονται
κατά κανόνα με καθεστώς ανασφάλιστης εργασίας. Κάθε δεύτερη θέση απασχόλησης
βρίσκεται σε κίνδυνο. Δεν ξέρουμε ακόμα τι είδους θα είναι το κύμα
αυτοματοποίησης που θα επέλθει. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο κόσμος εξακολουθεί
να είναι επιφυλακτικός στη τεχνολογία και ότι οι αυτές δεν θα έλθουν να
καταδυναστεύσουν τους ανθρώπους».
Όσον αφορά τη διάχυση των δυνητικών ωφελειών από την
εφαρμογή του «Industry 4.0.» στις χώρες της ΕΕ, με βάση τη μελέτη της ITRE, οι
χώρες κατατάσσονται σε τέσσερις ομάδες: a) τους “πρωτοπόρους” (Γερμανία,
Σουηδία, Αυστρία, Ιρλανδία), b) τους “δυνητικούς” (Βέλγιο, Δανία, Ολλανδία,
Αγγλία, Γαλλία, και Φινλανδία μεταξύ «πρωτοπόρων» και «δυνητικών», c) τους
“παραδοσιακούς” (Τσεχία, Σλοβακία, Σλοβενία, Ουγγαρία, Λιθουανία) και d) τους
“διστακτικούς” (Ιταλία, Ισπανία, Εσθονία, Πορτογαλία, Πολωνία, Κροατία,
Βουλγαρία). Για τις υπόλοιπες χώρες, μεταξύ αυτών Ελλάδα, Κύπρος, Λετονία,
Μάλτα, κλπ, δεν γίνεται καμιά αναφορά. Είναι φανερό ότι το «Industry 4.0.»,
στοχεύει όχι απλώς στην αναπαραγωγή, αλλά κυρίως την ενίσχυση της διεθνούς
ανταγωνιστικότητας και επέκταση της γερμανικής οικονομίας. Η συνεισφορά των
υπολοίπων χωρών περνάει μέσα από το σύνολο των πολιτικών της ΕΕ, τις οποίες ουσιαστικά
έχει επιβάλλει η Γερμανία. Οι «κοινές πολιτικές», ο «ενιαίος οικονομικός χώρος»
και το «ενιαίο νόμισμα» (Ευρώ), λειτουργούν υπέρ της ισχυρότερης οικονομίας.
Ανεξάρτητα από τις αυτοτελείς προσπάθειες που κάνει κάθε χώρα μαζί και η
Ελλάδα, είναι φανερό ότι το συγκεκριμένο σχέδιο δεν αντιστοιχεί στο όραμα του
«ευρωπαϊκού φεντεραλισμού» αλλά σε μια ΕΕ των «πολλών ταχυτήτων» που στηρίζεται
όχι στην ισότιμη συνεργασία αλλά στην ισχύ και τον ανταγωνισμό. Γι αυτό αντί
σύγκλιση οικονομιών έχουμε απόκλιση και ένταση ανισόμετρης ανάπτυξης, με τις
συνακόλουθες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες. Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν
μπορούν να υπάρξουν συνθήκες αξιοποίηση των ψηφιακών τεχνολογιών σε όφελος των
εργαζόμενων και των λαών, αλλά μόνο των ισχυρών πολυεθνικών εταιριών, κυρίως
του γερμανικού κεφαλαίου.
4.
Τεχνοκρατικές θεωρήσεις και
ανεδαφικές προσεγγίσεις
Η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση με τις αντιφατικές
επιπτώσεις που θα έχει στο κυρίαρχο σύστημα παραγωγής, ανταλλαγής και κατανομής
εισοδήματος, είναι πολύ πιθανό να λειτουργήσει ως καταλύτης στις μακροχρόνιες
τάσεις εξέλιξης του καπιταλισμού και να διευκολύνει αντικειμενικά την υπέρβαση
του, ανοίγοντας στους εργαζόμενους και λαούς ελπιδοφόρες προοπτικές στο μέλλον.
Ωστόσο από τους απολογητές του συστήματος, γίνεται προσπάθεια εξωραϊσμού των
προβλημάτων από την ανάπτυξη και την εφαρμογή των ψηφιακών τεχνολογιών,
ιδιαίτερα στους τομείς απασχόλησης-ανεργίας και ανισοκατανομής εισοδήματος.
Ταυτόχρονα προβάλλονται και απόψεις για μέτρα και ρυθμίσεις που θα αμβλύνουν τα
προβλήματα και θα εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του συστήματος. Συγκεκριμένα
μπροστά στη διαφαινόμενη έκρηξη της ανεργίας και φτωχοποίησης μεγάλου αριθμού
εργαζόμενων με τις συνακόλουθες κοινωνικές προεκτάσεις, ο ιδιοκτήτης της
«Microsoft» Bill Gates, πρότεινε την επιβολή φόρου στα ρομπότ, τους οποίους θα
χρησιμοποιούν για την εξασφάλιση ενός «παγκόσμιου βασικού εισοδήματος», για
τους εργαζόμενους που εξωθούνται στην ανεργία και στην εξαθλίωση!!!
Ανεξάρτητα από τα ερωτήματα που προκύπτουν, για το
ύψος του φόρου, του βασικού εισοδήματος, ο τρόπος διανομής του, κά, ο βαθύτερος
λόγος της πρότασης, δεν εδράζεται τόσο στην κοινωνική ευαισθησία, όσο στη
μεγάλη ανησυχία από τη δραματική πτώση της καταναλωτικής ζήτησης και μείωσης
της αγοραστικής δύναμης εκατομμυρίων εργαζόμενων, λόγω συρρίκνωσης μισθών και
αύξησης ανεργίας από τη χρήσης ψηφιακών τεχνολογιών. Την συγκεκριμένη πρόταση
απορρίπτουν ως μη λειτουργική άλλοι εκπρόσωποι της τεχνοκρατικής θεώρησης των
ψηφιακών τεχνολογιών, όπως ο Γ. Βαρουφάκης, ισχυριζόμενοι ότι θα ήταν καλύτερο
να δημιουργηθεί ένα «δημόσιο ταμείο αρωγής» στο οποίο θα κατατίθεται ένα
σταθερό κομμάτι από κάθε έκδοση νέων μετοχών, από το οποίο οι πολίτες θα
λαμβάνουν ένα «παγκόσμιο βασικό μέρισμα» εξασφαλίζοντας έτσι την επιβίωση των
ανέργων. Ωστόσο το ζήτημα δεν είναι τεχνικό, αν θα δημιουργηθεί ένα UBI ή UBD,
αφού και στις δύο περιπτώσεις δεν αλλάζει το καθεστώς της παραγωγής
«ανέργων-μισθωτών» ή «μισο-αμοιβόμενων» μισθωτών, είτε και σχετικά καλύτερα
αμοιβόμενων «εργαζόμενων-μισθωτών», ενώ διατηρείται ανέπαφο το σύστημα της
εκμετάλλευσης της ζωντανής εργασίας και της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής από
τους καπιταλιστές.
Αυτό που στην ουσία φέρνει στο προσκήνιο η ανάπτυξη
των ψηφιακών τεχνολογιών και η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, είναι ότι
έχει ουσιαστικά εξαντληθεί, το ιστορικό όριο των κυρίαρχων σχέσεων παραγωγής,
ανταλλαγής και διανομής του εισοδήματος και πλούτου και γίνεται πλέον ζωτικά
αναγκαίο, ένα νέο σύστημα οικονομικής οργάνωσης, όπου η παραγωγή και η διανομή
των υλικών αγαθών θα γίνεται σε όφελος όλων των μελών της κοινωνίας και η
ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής θα βρίσκεται υπό τον έλεγχο των πραγματικών
δημιουργών του υλικού και πνευματικού πλούτου της κοινωνίας.
Υπό αυτές τις συνθήκες, στις σημερινές
κοινωνίες προβάλλουν σχηματικά δύο «εναλλακτικά μέλλοντα». Το πρώτο,
είναι η διατήρηση της τάσης συγκέντρωσης του εισοδήματος και πλούτου στα χέρια
των κυρίαρχων ελίτ, οι οποίες ζουν προνομιούχα σε περίκλειστες κοινότητες και
από την άλλη η τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού να ζει στα όρια της φτώχιας
και του κοινωνικού αποκλεισμού, ενώ ένα άλλο ενδιάμεσο μικρό στρώμα, θα
κινείται ανάμεσα στους δύο πόλους απολαμβάνοντας μια άνετη ζωή. Το δεύτερο
«εναλλακτικό μέλλον», είναι η ανάδυση ενός νέου υποδείγματος
μετα-καπιταλιστικής οργάνωσης, στον αντίποδα του σημερινού κόσμου, που θα
αξιοποιεί τις δυνατότητες αυτοματοποίησης και ανάπτυξης των νέων τεχνολογιών,
έχοντας στο επίκεντρο την ικανοποίηση των αυξανόμενων και μεταβαλλόμενων
κοινωνικών αναγκών (υλικών και πνευματικών). Η υπέρβαση της «δυστοπίας» και η
μετάβαση στην «ουτοπία», είναι ζήτημα πολιτικού αγώνα, εκείνων των κοινωνικών
δυνάμεων που έχουν ζωτικό συμφέρον από μια τέτοια εξέλιξη.
5.
Πως τα ρομπότ, αντί για «δυνάστες»,
μπορούν να γίνουν «υπηρέτες» των ανθρώπων
Το ζοφερό σενάριο ανάπτυξης των ψηφιακών τεχνολογιών
με μαζική ανεργία και κοινωνικό αποκλεισμό, δεν είναι μοιραίο ούτε
αναπόφευκτο. Και στις προηγούμενες «βιομηχανικές επαναστάσεις»
είχαν τεθεί με μικρότερη ένταση, ανάλογα διλήμματα και είχαν δοθεί απαντήσεις.
Ακόμα και ο J.M.Keynes, στη δεκαετία του ’30, στην κορύφωση της δεύτερης
βιομηχανικής επανάστασης, είχε μιλήσει για εβδομαδιαία εργασία 15
ωρών. Ωστόσο ο πρώτος που έδωσε φιλοσοφική απάντηση στο ερώτημα, ήταν ο Κ.
Μαρξ, με τη γνωστή φράση ότι «ο πραγματικός πλούτος της κοινωνίας είναι ο
ελεύθερος χρόνος του ανθρώπου». Στη βάση αυτή μπορούμε βάσιμα να ισχυριστούμε,
ότι το δίλημμα μεταξύ «ρομπότ» και «θέσεων εργασίας», ουσιαστικά είναι ένα
ψευτοδίλημμα, διότι με μικρότερο χρόνο εργασίας και δικαιότερη κατανομή
εισοδήματος και πλούτου, δεν υφίσταται ζήτημα. Άλλωστε στα πλαίσια του
κυρίαρχου συστήματος, συντελείται μείωση του εργάσιμου χρόνου, αλλά με όρους
αγοράς και κυρίως με ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και
ένταση της ανισοκατανομής εισοδήματος (ιδιοποίηση παραγωγικότητας
εργασίας από τους ιδιοκτήτες των νέων τεχνολογιών).
Κατά συνέπεια πρωτεύον ζήτημα άμεσης
διεκδίκησης των εργαζόμενων, είναι η δραστική μείωση του ημερήσιου
και εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας, χωρίς μείωση αποδοχών, η αύξηση
των θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης και αυξήσεις μισθών λαμβάνοντας υπ’ όψη
την άνοδο της παραγωγικότητας εργασίας.
Δεύτερο ζήτημα, η προγραμματισμένη
ανάπτυξη και διάχυση των ψηφιακών τεχνολογιών, αντί της άναρχης με
όρους αγοράς εφαρμογή τους, καθώς και η αναπροσαρμογή του συστήματος
εκπαίδευσης και κατάρτισης για την παραγωγή κατάλληλου εργατικού δυναμικού,
αντί του «κυνηγητού εγκεφάλων» ή της «φυγής μυαλών», ένα φαινόμενο που βιώνει
με ιδιαίτερα οδυνηρό τρόπο η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια λόγω της κρίσης. Τρίτο
ζήτημα η ανάπτυξη και η χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών με κριτήριο
την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών (δημόσια αγαθά, κοινωνικές
υπηρεσίες, δημόσιες υποδομές, κά, που αφορούν ζωτικές ανάγκες του πληθυσμού),
αντί την μεγιστοποίηση των κερδών και την πολυτελή κατανάλωση των ολίγων.
Τέταρτο ζήτημα, η επιβολή φορολογίας
κερδών στις εταιρίες ψηφιακής τεχνολογίας (έσοδα από διαφημίσεις
και παρεχόμενες υπηρεσίες) στην επικράτεια της χώρας που πραγματοποιούνται, με
εφαρμογή ταμιακών, αναπτυξιακών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών κριτηρίων.
Παροχή ειδικών κινήτρων ανάπτυξης νεοφυών επιχειρήσεων και δημιουργίας νέων θέσεων
εργασίας. Ειδικά μέτρα αξιοποίησης των ψηφιακών τεχνολογιών από
ΜΜ-Επιχειρήσεις.
Πέμπτο ζήτημα, η εφαρμογή νομοθετικών
ρυθμίσεων προστασίας των προσωπικών δεδομένων, αποτροπής πρακτικών
χειραγώγησης της κοινής γνώμης (τύπου Face-book
& Cambridge Analytica), επιθέσεων κυβερνοχώρου,
διασφάλισης δημόσιας υγείας, της υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους εργασίας,
προστασίας περιβάλλοντος, κά, καθώς και κοινωνικός έλεγχος στην εφαρμογή του.
Έκτο ζήτημα, η ανάπτυξη ισότιμης και
αμοιβαία επωφελούς συνεργασίας μεταξύ χωρών, αντί «εμπορικών
πολέμων» και «οικονομικών κυρώσεων», για την ανάπτυξη και διάχυση των νέων
τεχνολογιών, με σεβασμό του διεθνούς δικαίου, της εθνικής κυριαρχίας και
ειρηνικής χρήσης των πλεονεκτημάτων τους.
Τέλος ιδιαίτερα σημαντικό, είναι η ανάπτυξη
ενωτικού κινήματος αντίστασης για αποτροπή των
αρνητικών παρενεργειών της χρήσης των ψηφιακών τεχνολογιών, προς τους
εργαζόμενους και την κοινωνία, καθώς και ενίσχυση της διεθνιστικής
αλληλεγγύης των εργατικών ενώσεων, επιστημονικών και κοινωνικών φορέων
και λαϊκών κινημάτων, για την προώθηση κοινωνικών μετασχηματισμών που
ανοίγουν ελπιδοφόρους ορίζοντες στους λαούς στο μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου