ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΙΟΥΛΙΑΣ ΜΠΙΜΠΑ (ΒΙΕΝΝΗ, 26 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1943).
Γράφει ο
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΛΑΓΟΣ*
Σήμερα, 26 Φεβρουαρίου 2017, συμπληρώνονται 75 χρόνια από την εκτέλεση από τους Γερμανούς της Ιουλίας Μπίμπα, ηρωίδας της Εθνικής Αντίστασης.
Υπήρξε μέλος του «Ουλαμού Καταστροφών» της αντιστασιακής οργάνωσης ΠΕΑΝ, που με επικεφαλής τον αξιωματικό της Ελληνικής Αεροπορίας, Κώστα Περρίκο, ανατίναξε στις 20 Σεπτεμβρίου 1942 τα γραφεία της ελληνοναζιστικής οργάνωσης ΕΣΠΟ στο κέντρο της Αθήνας.
Η ΕΣΠΟ είχε επιχειρήσει να στρατολογήσει Έλληνες για να πολεμήσουν στο πλευρό των Γερμανών στο Ανατολικό μέτωπο και συνέδραμε στην αποστολή εργατών στα γερμανικά πολεμικά εργοστάσια.
Στη διάρκεια της βομβιστικής επίθεσης και της πυρκαγιάς που ακολούθησε, καταστράφηκαν και τα κεντρικά γραφεία της Μυστικής Αστυνομίας του Γερμανικού Στρατού στην Αθήνα-Πειραιά, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους και Γερμανοί στρατιωτικοί. Στο σπίτι της Μπίμπα κατασκευάστηκε η βόμβα που ισοπέδωσε το κτίριο της ΕΣΠΟ, και μάλιστα η ίδια βοήθησε στην κατασκευή της.
Προηγουμένως είχε βοηθήσει -πάλι στο σπίτι της- στην κατασκευή των βομβών με τις οποίες ο Ουλαμός Καταστροφών ανατίναξε στις 15 Αυγούστου 1942 τη λέσχη των Γερμανών αξιωματικών του Υγειονομικού, κοντά στο Αρχαιολογικό Μουσείο, και στις 22 Αυγούστου 1942 τα γραφεία της οργάνωσης ΟΕΔΕ (Καντακουζηνού 7), μιας ελληνοναζιστικής οργάνωσης, μικρότερης της ΕΣΠΟ.
Στην ενέργεια εναντίον των κεντρικών γραφείων της ΕΣΠΟ, στις 20 Σεπτεμβρίου 1942, η Ιουλία κουβάλησε την πάνινη τσάντα με τη βόμβα των 10 κιλών -καλυμμένη με χόρτα- από το σπίτι της στο Κουκάκι μέχρι και το κέντρο της Αθήνας. Στις τρεις περίπου ώρες που διήρκησε η αναμονή, μέχρι οι σαμποτέρ, Μυτιληναίος και Γαλάτης, να τοποθετήσουν και να πυροδοτήσουν τη βόμβα μέσα στο κτίριο της ΕΣΠΟ, η Ιουλία την κρατούσε συνέχεια στα χέρια της παριστάνοντας την ανέμελη κοπέλα που μετά το πέρας της κυριακάτικης λειτουργίας έκανε τη βόλτα της χαζεύοντας τις βιτρίνες των καταστημάτων.
Στις 11 Νοεμβρίου 1942, οι Γερμανοί συνέλαβαν τα σημαντικότερα μέλη του Ουλαμού Καταστροφών, ανάμεσά τους τον Κώστα Περρίκο και την Ιουλία Μπίμπα. Ενώ ήταν κρατούμενη, η Ιουλία βασανίστηκε σαδιστικά από τους Γερμανούς. Οι ίδιοι πίστευαν ότι ως γυναίκα θα ήταν πιο εύκολο να την κάνουν να αποκαλύψει τους συνεργούς της στην ανατίναξη της ΕΣΠΟ. Τα φριχτά βασανιστήρια «έσπασαν» τελικά την Ιουλία, η οποία ομολόγησε στους βασανιστές της ότι συμμετείχε στην ανατίναξη της ΕΣΠΟ. Όμως, πήρε όλη την ευθύνη πάνω της και δεν αποκάλυψε το παραμικρό για κανένα άλλο. Η ομολογία της, και το γεγονός ότι οι Γερμανοί ανακάλυψαν στο σπίτι της στο Κουκάκι τα υπόλοιπα εκρηκτικά του Ουλαμού Καταστροφών, σφράγισαν τη μοίρα της. Έτσι, στις 31 Δεκεμβρίου 1942 το Γερμανικό Στρατοδικείο Αθηνών την καταδίκασε δις σε θάνατο «διά πελέκεως». Μέχρι τότε οι Γερμανοί δεν είχαν εκτελέσει γυναίκα στην Ελλάδα καταδικασμένη σε θάνατο από στρατοδικείο τους και έτσι ο τρόπος θανάτου μάλλον έχει να κάνει με το γεγονός ότι ήταν γυναίκα αλλά και από μίσος γι’ αυτό που τους έκανε. Οι άλλοι συναγωνιστές της, ανάμεσά τους και ο Κώστας Περρίκος, εκτελέστηκαν δια τυφεκισμού στο Σκοπευτήριο Καισαριανής. Καθώς στην Ελλάδα δεν γίνονταν αποκεφαλισμοί, η Ιουλία Μπίμπα παρέμενε φυλακισμένη στο Εμπειρίκειο Άσυλο -που οι Γερμανοί είχαν επιτάξει προκειμένου να φυλακίζουν εκεί γυναίκες της Αντίστασης- μέχρι να κανονιστεί η μεταγωγή της στο εξωτερικό όπου και θα την αποκεφάλιζαν. Μετά τη δίκη της, ο γαμπρός της, Αλέκος Μπίμπας, την επισκέφτηκε στο Εμπειρίκιο. Οι Γερμανοί είχαν την Ιουλία δεμένη σ’ ένα δέντρο και είχε βασανιστεί σε τέτοιο βαθμό που είχε καταντήσει σκιά του εαυτού της. Τα βασανιστήρια συνεχίζονταν, παρ’ όλο που η ίδια είχε πια καταδικαστεί σε θάνατο και οι Γερμανοί γνώριζαν ότι δεν θα μάθαιναν απ’ αυτή κάτι για την ανατίναξη της ΕΣΠΟ. Όμως, τα ναζιστικά κτήνη με τον τρόπο αυτό ξεσπούσαν πάνω στην κοπέλα που τους είχε προξενήσει τόσο κακό. Κάποια στιγμή η Ιουλία σήκωσε το κεφάλι της, κοίταξε τον γαμπρό της, και του είπε: «Αλέκο, να είσαι υπερήφανος που με είχες νύφη σου και να είσαι βέβαιος ότι δεν μαρτύρησα απολύτως τίποτε από όσα ήξερα, εις τους Χιτλερικούς». Αυτά ήταν και τα τελευταία λόγια που άκουσε ο Αλέκος από την Ιουλία, αφού δεν την είδε ποτέ ξανά. Τον Ιανουάριο ή Φεβρουάριο του 1943, έγινε η μεταγωγή της Μπίμπα από το Εμπειρίκιο στις φυλακές Αβέρωφ. Ούτε όμως και τώρα οι Γερμανοί σταμάτησαν να την κάνουν να υποφέρει. Με το κορμί της τσακισμένο από τα βασανιστήρια, την υποχρέωσαν να κάνει τη διαδρομή από το Εμπειρίκιο στις Φυλακές Αβέρωφ πεζή υπό ισχυρή συνοδεία, κρατώντας στα χέρια της τη βαλίτσα με τα πράγματά της. Από του Αβέρωφ, η Ιουλία θα στελνόταν στη Γερμανία, ή σε κάποια κατεχόμενη χώρα όπου υπήρχε λαιμητόμος προκειμένου να εκτελεστεί εκεί η ποινή της. Η Μπίμπα έφυγε από την Ελλάδα κάποια στιγμή το Φεβρουάριο ή Μάρτιο 1943 προκειμένου να εκτελεστεί η ποινή της. Αυτό συνέβη σύμφωνα με τις περισσότερες μεταπολεμικές πηγές στη Γερμανία, ενώ κάποιες λίγες καταγράφουν τη Βουλγαρία ή την Πολωνία, χώρες όπου στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου γίνονταν επίσης εκτελέσεις με λαιμητόμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου