Είναι αδύνατον να εξοικονομήσει ποτέ η Ελλάδα τα λύτρα που απαιτούν οι «δανειστές» της για να εξαγοράσει την εθνική της κυριαρχία, οπότε τη
δημοκρατία, τα ατομικά δικαιώματα και τις ελευθερίες των Πολιτών της – γεγονός που σημαίνει ότι, είτε θα συνεχίσουμε να αποδεχόμαστε αδιαμαρτύρητα την μετατροπή μας σε γερμανικό προτεκτοράτο, είτε θα αντιδράσουμε όλοι μαζί.«Δεν υπάρχει σημαντικότερος πολιτικός σκοπός από την ανεξαρτησία ενός Έθνους – ενώ μόνο η ύπαρξη ενός ανεξάρτητου κράτους μπορεί να εγγυηθεί πως οι Πολίτες του έχουν και μπορεί να έχουν δικαιώματα και ελευθερίες, όποιας μορφής και αν είναι αυτές.Μία χώρα όμως που έχει μετατραπεί σε αποικία χρέους δεν είναι ανεξάρτητη και δεν μπορεί να παρέχει τίποτα στους Πολίτες της, ούτε δημοκρατικά ή ατομικά δικαιώματα, ούτε ελευθερίες – ενώ είναι αφελές να υπολογίζει στην αλληλεγγύη των άλλων κρατών, η οποία δεν είναι ποτέ ανιδιοτελής ή καλοπροαίρετη. Άλλωστε είναι γνωστό πως στις διεθνείς σχέσεις υπάρχουν μόνο συμφέροντα – ενώ έχουν παραμείνει στην εποχή των βαρβάρων«.
Ανάλυση
Ένας άνθρωπος χάνει την αυτοπεποίθηση του, όταν παύει να πιστεύει πως είναι σε θέση να τα καταφέρει μόνος του, συνήθως ως αποτέλεσμα κακών εμπειριών – οπότε προσπαθεί να επιβιώσει με τη βοήθεια των άλλων, νοιώθοντας όμως εύλογα μία συνεχώς αυξανόμενη ανασφάλεια, αφού δεν έχει προφανώς τη δυνατότητα να ελέγξει τους «άλλους».
Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τα κράτη, όπως στο παράδειγμα της Ελλάδας. Εν προκειμένω αυτοί που τάσσονται υπέρ των μνημονίων, παρά τα τεκμηριωμένα καταστροφικά τους αποτελέσματα σύμφωνα με όλους τους σοβαρούς οικονομολόγους (ανάλυση), θεωρούν πως η χώρα έχει την ανάγκη των άλλων για να επιβιώσει – ενώ όσοι τάσσονται εναντίον πιστεύουν πως μπορεί μόνη της, έστω πληρώνοντας ένα πολύ ακριβό τίμημα.
Το γεγονός δε ότι, τα περισσότερα πολιτικά κόμματα σήμερα υποστηρίζουν τα μνημόνια, παρά το ότι αρκετά από αυτά, όπως η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση, ήταν εναντίον στο παρελθόν,σημαίνει πως έχουν χάσει την αυτοπεποίθηση τους – οπότε ουσιαστικά δεν είναι πλέον σε θέση να κυβερνήσουν (εάν είχαν ποτέ αυτοπεποίθηση, ανέκαθεν υποτελή στους ξένους και επικεντρωμένα στη νομή της εξουσίας με κάθε θεμιτό ή αθέμιτο τρόπο).
Περαιτέρω, όπως αναφέρθηκε στην αρχή του κειμένου, ένα κράτος που δεν είναι εθνικά ανεξάρτητο δεν είναι σε θέση να παρέχει τίποτα στους Πολίτες του – ούτε δικαιώματα, ούτε ελευθερίες, ούτε μία δημοκρατική διακυβέρνηση με γνώμονα το δικό τους συμφέρον. Στα πλαίσια αυτά, όλα τα κόμματα θα έπρεπε να έχουν ως προτεραιότητα την ανάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας της Ελλάδας, όχι για ιδεολογικούς σκοπούς, αλλά για καθαρά πρακτικούς – γνωρίζοντας επί πλέον πως κάτι τέτοιο δεν ενδιαφέρει κανέναν από τους «δανειστές» της.
Το δικό τους συμφέρον είναι η παραμονή της Ελλάδας σε καθεστώς αποικίας χρέους στο διηνεκές – όπου θα πληρώνει τους τόκους των δανείων τους (άρα θα παράγει πρωτογενή πλεονάσματα με κάθε κόστος για τους Πολίτες της), ενώ αυτοί θα υφαρπάζουν τα περιουσιακά της στοιχεία, δημόσια και ιδιωτικά, σε όσο το δυνατόν πιο χαμηλές τιμές.
Πιθανότατα η Ελλάδα, εάν ήταν στη δική τους θέση, θα έκανε ακριβώς το ίδιο, αφού το αρχαίο ρητό «δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται» δεν έχει πάψει ποτέ να ισχύει – οπότε δεν μπορεί να παρεξηγήσει κανείς τους ξένους, οι οποίοι εκμεταλλεύονται τα λάθη της, τοποθετώντας συνεχώς ύπουλες παγίδες και διευκολύνοντας τις εμφύλιες διχογνωμίες και αντιπαραθέσεις/συγκρούσεις (=διαίρει και βασίλευε).
Το καθεστώς της αποικίας
Το τι σημαίνει τώρα «αποικία» αναλύθηκε από έναν καλό φίλο μας (πηγή). Σύμφωνα με αυτόν, οι χώρες που χαρακτηρίζονται ως αποικίες ή προτεκτοράτα δεν ήταν άμεσες κτήσεις και δεν αποτελούσαν έδαφος του μητροπολιτικού κράτους. Αντίθετα, αρκετές από αυτές είχαν οργανωθεί ως αυτοτελείς κρατικές οντότητες – με Βασιλέα ή με Πρόεδρο της Δημοκρατίας, με κυβερνήσεις (πρωθυπουργό, υπουργούς), με κοινοβούλια ίσως, καθώς επίσης με άλλες διοικητικές αρχές. Στελεχώνονταν δε από άτομα, τα οποία στο μεγαλύτερο τους μέρος ήταν Πολίτες των αποικιών, αυτόχθονες, ιθαγενείς – ενώ είχαν συχνά το δικό τους εθνικό νόμισμα (κάτι που προβλέπεται επίσης για την Ελλάδα).
Συνεχίζοντας, οι αποικίες εμφανίζονταν τυπικά ως ελεύθερα συμβαλλόμενες χώρες, με τις δυνάμεις που ουσιαστικά τις κατείχαν – όπως η Αίγυπτος με τη Μ. Βρετανία. Υπήρχε όμως ένα πλέγμα συμφωνιών και οικονομικών συμβάσεων, λιγότερο επώδυνων από τις δικές μας δανειακές συμβάσεις και τα μνημόνια, οι οποίες είχαν επιβληθεί με την πάροδο του χρόνου, σταδιακά – με αποτέλεσμα οι σχέσεις μεταξύ της μητρόπολης και της αποικίας να είναι σχέσεις εξάρτησης και υποτέλειας.
Με τη βοήθεια τώρα και τη συνεργασία των διεφθαρμένων συνήθως τοπικών ελίτ, τους οποίους οι μητροπόλεις βοηθούσαν να αναρριχηθούν και να παραμείνουν στην εξουσία, εκμεταλλεύονταν τις αποικίες και τους Πολίτες τους – τις απομυζούσαν δηλαδή, υφαρπάζοντας όλο τον υλικό και έμψυχο πλούτο τους (πρώτες ύλες, επιχειρήσεις, στρατηγικούς οικονομικούς κλάδους, εκπαιδευμένο προσωπικό κλπ.).
Στο παράδειγμα της Ελλάδας σήμερα, όλοι ενημερωθήκαμε πως τα 14 αεροδρόμια που εξαγόρασε η FRAPORT, χωρίς να πληρώσει σχεδόν τίποτα (ανάλυση), απέφεραν κέρδη 106 εκ. € το πρώτο έτος ή το 1/8 των συνολικών κερδών της μητρικής (πηγή) – ενώ δεν ήταν βέβαια τα μοναδικά, αφού αυξήθηκε πολύ περισσότερο η χρηματιστηριακή της αξία (από 51,73 € ανά μετοχή το Νοέμβριο του 2016 στα 82,65 € πρόσφατα ή κατά 2,78 δις € – πηγή). Ένα άλλο παράδειγμα είναι η Θεσσαλονίκη, η οποία γίνεται σταδιακά γερμανική πόλη – με αντίστοιχα οφέλη για τη «μητρόπολη».
Περαιτέρω, συχνά με την άμεση παρέμβαση των μητροπόλεων (όπως ήταν η απαγόρευση της δημιουργίας μύλων επεξεργασίας βαμβακιού στις Η.Π.Α. από τη Μ. Βρετανία που τότε λειτουργούσε ως μητρόπολη), κυρίως όμως με τη σκόπιμη διαμόρφωση των κατάλληλων συνθηκών, οι μητροπόλεις καθόριζαν τους τομείς «ανάπτυξης» της αποικίας – έτσι ώστε να μην αναπτυχθεί ορθολογικά, διεκδικώντας την εθνική της κυριαρχία, αλλά να παραμείνει εξαρτημένη (όπως ο τουρισμός στην Ελλάδα που, όσο και να αναπτυχθεί, θα εξαρτάται πάντοτε από τους Ευρωπαίους τουρίστες – ενώ θα μπορεί κάθε στιγμή να «ελεγχθεί», για παράδειγμα με ένα συμβάν στο Αιγαίο, δρομολογούμενο έμμεσα από την Τουρκία).
Εκτός αυτού οι αποικίες εμφανίζονταν πάντοτε ως χώρες-οφειλέτες, με δανειστές τις μητροπόλεις – οι οποίες με προσχηματικό ενδιαφέρον, «αλληλέγγυα», προσέφεραν δάνεια στα προτεκτοράτα τους για τη δημιουργία υποδομών, τις οποίες όμως οι ίδιες χρειάζονταν για να τις λεηλατούν (μερκαντιλισμός). Εκτός αυτού αναλάμβαναν την οργάνωση των δημοσίων υπηρεσιών τους (όπως στην Ελλάδα σήμερα τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων ή Πληροφοριακών Συστημάτων), της αστυνομίας τους, του στρατού τους κοκ. – όλων εκείνων των «εργαλείων» δηλαδή που χρειάζονταν για τη διαιώνιση της κυριαρχίας τους.
Συνεχίζοντας, κάποιες φορές οι μητροπόλεις διέγραφαν επιδεικτικά μέρος των χρεών των αποικιών τους, τα οποία ουσιαστικά οι ίδιες τους είχαν δημιουργήσει με τις πολιτικές που τους επέβαλλαν, με την εγχώρια διαφθορά που συντηρούσαν, με τους τόκους των δανείων κοκ. – ως ένδειξη ενδιαφέροντος για τους ιθαγενείς, έτσι ώστε να μην καταλάβουν τι ακριβώς συνέβαινε και να μην εξεγερθούν, ούτε να αναρωτηθούν που πήγαιναν τα έσοδα από την υφαρπαγή/ξεπούλημα του φυσικού πλούτου τους ή των επιχειρήσεων τους αφού τα δημόσια χρέη τους συνέχιζαν να αυξάνονται.
Για να διατηρούν δε την κοινωνική ειρήνη στις αποικίες, τις οποίες είχαν καταδικάσει στη φτώχεια, στην εξαθλίωση και στην υπανάπτυξη, τους υπενθύμιζαν συνεχώς τα δυσβάστακτα δάνεια απέναντι τους, τα λάθη τους στο παρελθόν, τη διαφθορά τους, τη μη παραγωγικότητα τους κοκ. – απαιτώντας συχνά την εξόφληση τους για να εξασφαλίσουν την υποταγή των Πολιτών, καθώς επίσης το σφίξιμο του βρόγχου γύρω από το λαιμό τους. Στα πλαίσια αυτά, μπορεί κανείς να ενημερωθεί καλύτερα από το παράδειγμα της Νοτίου Αφρικής, όταν «απελευθερώθηκε» (άρθρο) – ενώ οι μητροπόλεις απαιτούσαν πάντοτε μεγαλύτερες παραχωρήσεις όσον αφορά την εθνική κυριαρχία και τα δικαιώματα των αποικιών, τις οποίες τότε ονόμαζαν «Δρομολογήσεις».
Βέβαια, σιγά-σιγά συνειδητοποίησαν οι άνθρωποι στις αποικίες πως δεν είναι αυτοί που θα έπρεπε να αισθάνονται ένοχοι, αποτινάζοντας το σύνδρομο της Στοκχόλμης – πως δεν ήταν στην ουσία οι οφειλέτες των μητροπόλεων, αλλά οι πιστωτές τους. Ότι η κατάσταση τους δεν ήταν το αποτέλεσμα της κατωτερότητας, της ροπής τους προς τη διαφθορά, των χαμηλών επιδόσεων τους, της έλλειψης επιχειρηματικότητας, της οκνηρίας κοκ., όπως τους κατηγορούσαν οι μητροπόλεις – οπότε επαναστάτησαν, με στόχο την ανάκτηση της εθνικής τους κυριαρχίας, κάποιες επιτυγχάνοντας το και κάποιες άλλες όχι.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, όπως φαίνεται από τα παραπάνω, αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα δεν είναι κάτι καινούργιο – αλλά μία πρακτική, δοκιμασμένη δεκάδες φορές στο παρελθόν. Εν προκειμένω, όλοι γνωρίζουμε πως δεν είναι δυνατόν να παράγουμε τόσα αγαθά, ώστε να εξυπηρετηθούν τα χρέη μας – τα οποία συνεχώς αυξάνονται παρά το PSI, τον αφελληνισμό των τραπεζών, τις ιδιωτικοποιήσεις κοκ. (γράφημα, εξέλιξη χρέους προς ΑΕΠ) Πόσο μάλλον όταν παράλληλα τα ιδιωτικά μη εξυπηρετούμενα δάνεια από σχεδόν μηδενικά το 2009, έχουν εκτοξευθεί στη στρατόσφαιρα (ανάλυση) – λόγω της πτώσης των μισθών και εισοδημάτων, των αυξήσεων των φόρων και του περιορισμού του κοινωνικού κράτους.
.
Με απλά λόγια, είναι αδύνατον να εξοικονομήσουμε ποτέ τα «λύτρα» που απαιτούν οι δανειστές για να εξαγοράσουμε την εθνική μας κυριαρχία – οπότε τη δημοκρατία, τα ατομικά δικαιώματα και τις ελευθερίες μας.
Στα πλαίσια αυτά δεν έχει κανένα νόημα να χωριζόμαστε μεταξύ μας σε αντίπαλα «στρατόπεδα» – σε μνημονιακά ή σε αντιμνημονιακά, σε δεξιά, σε κεντρώα ή σε αριστερά, σε ελίτ ή σε μάζες. Σε οτιδήποτε δηλαδή μας ωθούν οι «δανειστές» μας, για να μην τεθεί σε κίνδυνο η κυριαρχία τους στη χώρα μας – ενδεχομένως επίσης τα σχέδια τους, όπως είναι η δημιουργία του 4ου Ράιχ από την πρωσική κυβέρνηση της Γερμανίας με μία δεύτερη αποικιοκρατική αποχή, εάν υποθέσουμε πως αυτός είναι ο στόχος της.
Εκείνο που προέχει είναι η ανάκτηση της εθνικής μας κυριαρχίας, την οποία αναμφίβολα επιθυμούμε όλοι – οπότε ο καθένας είναι υποχρεωμένος να προσφέρει όλα όσα μπορεί, ανεξάρτητα πολιτικών πεποιθήσεων, χωρίς περιττές αντιπαραθέσεις και κομματικές αντιπαλότητες. Σε κάθε περίπτωση, ο δρόμος των μνημονίων οδηγεί κατ’ ευθείαν στην κόλαση – ενώ ένα πείραμα που έχει αποτύχει τόσες φορές, είναι ανόητο να επαναλαμβάνεται, αποτελώντας τον ορισμό της ηλιθιότητας κατά τον Αϊνστάιν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου