(Όποιος πουλάει στο λαό φύκια για μεταξωτές κορδέλες, στο τέλος θα πουλήσει και το λαό για μεταξωτές γραβάτες)
Την ώρα που περνούσε τη θηλιά του απαγχονισμού στο λαιμό του λαού του ο ρωποπερπερήθρας** πρωθυπουργός, ως μια πράξη ψυχιατρικώς
υπεραναπληρωματική της ταύτισης θηλιάς και γραβάτας, δια της αρρήτου αναλγησίας του Αισχύλειου αίσχους «βροτοῖς πέφυκε τόν πεσόντα λακτίσαι» (Ἀγαμέμνων 885) (είναι στη φύση των θνητών να κλωτσούν αυτούς που έπεσαν), δήλωνε, πως θα φορέσει στον δικό του λαιμό γραβάτα.
«… Είναι γάτα, είναι γάτα (προφανώς, Ιμαλαΐων) ο κοντός με τη γραβάτα
Κανείς δεν του τη βγαίνει σε τίποτα
και όλους τους δουλεύει κανονικά…» (Νίκος Καρβέλας δια φωνής Ρίτας Σακελλαρίου).
Ακούγοντας αυτά για την επίδειξη μόδας της χαμερπούς πολιτικής κοπτοραπτικής, κατά το θυμοσοφικό «ο κόσμος καίγεται και η εσχάρα*** χτενίζεται», με τη διαπεραστική φωνή της Ρίτας Σακελλαρίου να τρυπάει τα αυτιά μου, πώς να αντισταθώ τον πειρασμό να ανατρέξω στη συμβουλή ενός maître της Παρισινής haute couture (υψηλής ραπτικής), του Yves Saint Laurent, που μου διαβεβαίωσε, ότι «οι μόδες είναι περαστικές, το στυλ αιώνιο. Η μόδα είναι ασήμαντη, το στυλ όχι» («Les modes passent, le style est éternel. La mode est futile, le style pas»).
Εφήμερη μόδα οι αγραβάτωτοι, εφήμερη μόδα και οι γραβατωφόροι.
Διαχρονικό στυλ οι προσωπιδοφόροι, κατά το Άξιον Εστί Ανάγνωσμα Τέταρτο, για το Ανάξιον Εστί Μνημόνιο Τέταρτο:
«ΓΥΡΙΣΑ τα μάτια δάκρυα γιομάτα
κατά το παραθύρι
Και κοιτώντας έξω καταχιονισμένα
τα δέντρα των κοιλάδων
Αδελφοί μου, είπα ως κι αυτά μια μέρα
κι αυτά θα τ’ ατιμάσουν
Προσωπιδοφόροι μες στον άλλον αιώνα****
τις θηλιές ετοιμάζουν
……………………………..
Τόσο δεν αγγίζουν η φωτιά με το άχτι
που πένεται ο λαός μου
Του Θεού το στάρι στα ψηλά καμιόνια
το φόρτωσαν και πάει
Μες την έρμη κι άδεια πολιτεία μένει
το χέρι που μονάχα
Με μπογιά θα γράψει στους μεγάλους τοίχους
ΨΩΜΙ ΚΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» (Ελύτης).
* Πολιτικό ομοίωμα επίδειξης μόδας.
** Ο κενοδοξοψιλικατζής, εκ του ῥῶπος (φτηνόπραγμα, ψιλικό) και του πέρπερος (κενόδοξος).
*** Εκ του ρήματος ἴσχω (εμποδίζω, κρατώ), το αναιδές της αιδούς αιδοίο, ήτοι η θεία εσχάρα – ψητοπωλείο της αρρένου Επιχαρμείου «ὀρύας*****», κοινώς λουκάνικου.
**** Τα σκοτεινά και δίσεκτα χρόνια, τα χρόνια της ευρωπαϊκής γραβάτας (θηλιάς).
***** Κωμωδία του Επίχαρμου (524 – 435 πΧ) με τίτλο «ὀρύα» (λουκάνικο).
Σίγουρα, πολύ λίγοι πολιτικοί θα γνωρίζουν τον Επίχαρμο και πολύ λιγότεροι τη φράση του «νοῦς ὁρῆ καί νοῦς ἀκοὺει, τ’ ἂλλα δέ κωφά καί τυφλά», όταν απευθύνονται σε άνοες πολίτες, μετερχόμενοι αντί για την πειθώ του λόγου, το επιχείρημα της γραβάτας.
ΔΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου