Κίνδυνο εκδήλωσης καρδιακής αρρυθμίας διαπίστωσαν γερμανοί ερευνητές σε άτομα που είχαν κατανάλωσει πολλές μπίρες σε μικρό χρονικό διάστημα, κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ «Οκτόμπερφεστ» που εορτάζεται κάθε φθινόπωρο στη Γερμανία.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσαν στο επιστημονικό έντυπο European Heart Journal, οι ερευνητές του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Μονάχου, με επικεφαλής τους επίκουρους καθηγητές Στέφαν Μπρούνερ και Μόριτς Σίνερ, μελέτησαν πάνω από 3.000 ανθρώπους κατά μέσο όρο 30 ετών (το 30% γυναίκες), που είχαν καταναλώσει μπίρες σε διάφορες ποσότητες, σε μια ημέρα, κατά τη διάρκεια του «Οκτόμπερφεστ».
Είναι η πρώτη έρευνα που διερευνά τη σχέση κατανάλωσης πολλών μπιρών και καρδιακών αρρυθμιών σε ένα μεγάλο αριθμό ανθρώπων όχι αναδρομικά, αλλά την περίοδο της κατανάλωσης.
Αυτό κατέστη εφικτό καθώς οι ερευνητές είχαν μαζί τους φορητό ηλεκτροκαρδιογράφο και φορητή συσκευή αλκοτέστ, κάνοντας επιτόπια εξέταση στα άτομα που συμμετείχαν στην «Οκτόμπερφεστ» και συσχετίζοντας το επίπεδο του αλκοόλ στο αίμα με τη λειτουργία της καρδιάς.
Διαπιστώθηκε ότι, ενώ στον γενικό πληθυσμό το ποσοστό καρδιακών αρρυθμιών είναι 1% έως 4%, σε όσους είχαν πιεί πολλές μπίρες το ποσοστό ήταν 30,5% και της ταχυκαρδίας 26%.
Οι επιστήμονες είχαν εστιάσει σε άτομα που είχαν πιεί έως τρία γραμμάρια αλκοόλ ανά κιλό αίματος. Για κάθε παραπάνω γραμμάριο αλκοόλ ανά κιλό αίματος, η πιθανότητα καρδιακής αρρυθμίας αυξανόταν κατά 75%.
«Τρία γραμμάρια αλκοόλ ανά κιλό αίματος είναι μια πολύ μεγάλη ποσότητα και δεν είναι πολλοί αυτοί που μπορούν να την αντέξουν. Συγκριτικά, το νόμιμο όριο στο αίμα των οδηγών στη Γερμανία είναι μισό γραμμάριο αλκοόλ ανά κιλό αίματος. Η ποσότητα μπίρας που χρειάζεται για να φθάσει κανείς σε αυτό το επίπεδο, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Χονδρικά, χρειάζονται τουλάχιστον έξι λίτρα μπίρας για έναν αδύνατο νηστικό άνθρωπο με αργό μεταβολισμό αλκοόλ, και πάνω από δέκα λίτρα για έναν βαρύτερο φαγωμένο άνθρωπο με πιο γρήγορο μεταβολισμό», εξηγεί ο Δρ Μπρούνερ.
Επίσης, οι ερευνητές εξέτασαν ξεχωριστά, σε ένα διαφορετικό δείγμα άνω των 4.100 ατόμων, τις επιπτώσεις της χρόνιας συνήθους κατανάλωσης αλκοόλ σε ποσότητες μέτριες, τυπικές για το γενικό πληθυσμό και όχι υπερβολικές, όπως συμβαίνει στις γιορτές και στις διακοπές.
Εντόπισαν και πάλι συσχέτιση με τις αρρυθμίες, αλλά πολύ μικρότερη. Μόνο το 2,7% των συμμετεχόντων είχαν καρδιακή αρρυθμία και η πιθανότητα εμφάνισής της αύξανε κατά 3% με κάθε παραπάνω γραμμάριο αλκοόλ μέσα στη μέρα.
Οι αρρυθμίες μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο κολπικής μαρμαρυγής και αυτό να οδηγήσει σε καρδιακή ανακοπή ή εγκεφαλικό επεισόδιο. Η μαζική κατανάλωση αλκοόλ σε σύντομο χρονικό διάστημα, κάτι που γίνεται συνήθως σε γιορτές ή διακοπές, σύμφωνα με τους επιστήμονες, μπορεί να προκαλέσει καρδιολογικά προβλήματα ακόμη και σε ανθρώπους που δεν έχουν ανάλογο ιστορικό.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι οι αρρυθμίες που ανιχνεύονται σε έκτακτα περιστατικά, όπως οι γιορτές, είναι συνήθως παροδικές και όταν οι άνθρωποι ξεμεθούν, η καρδιακή λειτουργία επανέρχεται στο φυσιολογικό. Αν όμως κάποιος έχει καρδιολογικό πρόβλημα (διαγνωσμένο ή όχι), τότε η αρρυθμία που πυροδοτείται από το αλκοόλ, μπορεί να συνεχισθεί και μετά. Οι επιστήμονες σκοπεύουν να μελετήσουν περαιτέρω το ζήτημα σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου