του Νεκτάριου Δαπέργολα
Διδάκτορος Βυζαντινής Ιστορίας
Όσοι πιστοί εκκλησιάστηκαν χτες, Κυριακή των Μυροφόρων, είχαν την (κακή) τύχη να
πέσει στα χέρια τους ένα απαράδεκτο κείμενο. Ο λόγος για το γνωστό περιοδικό έντυπο «Φωνή Κυρίου» που διανέμεται τις Κυριακές στους ιερούς ναούς και το οποίο χτες φιλοξενούσε άρθρο με τίτλο «Η υπακοή στους επισκόπους και η ευλογία της διακονίας». Ο τίτλος φυσικά αρκούντως εύγλωττος, προϊδέαζε εξ αρχής για τη συνέχεια. Και πράγματι ήταν και η συνέχεια αρκούντως χαρακτηριστική.
Το κείμενο ξεκινούσε βεβαίως σχετικώς αθώα, με αναφορά στον Απόστολο της ημέρας, όπου μνημονευόταν η εκλογή των επτά διακόνων, λόγω της αύξησης των χριστιανών και του «γογγυσμοῦ τῶν Ἑλληνιστῶν πρός τούς Ἐβραίους». «Φωτίζει λοιπόν ο Θεός τους αποστόλους», αναφέρει το κείμενο της Φωνής, «που ήσαν και οι πρώτοι Επίσκοποι της Εκκλησίας» και ζητούν από τον λαό να εκλέξει τους επτά διακόνους, ώστε οι ίδιοι να παραμείνουν απερίσπαστοι το έργο της διάδοσης του Λόγου του Θεού. Και έτσι οι Απόστολοι (συνεχίζει το κείμενο) «άπλωσαν τα πλατιά φτερά της θεολογίας τους και ως υψιπέτες δίδαξαν ως τα πέρατα της οικουμένης. Μικρός πειρασμός έφερε ακόμη περισσότερο χάρη Χριστού. Υπήρξε όμως πρωτύτερα μια προϋπόθεση: άπαντες έκαναν υπακοή στην υπόδειξη των αποστόλων για την εκλογή των επτά διακόνων».
Και έκτοτε (αφού με ένα απερίγραπτο λογικό άλμα «ξεκαθαρίζεται» ότι εφόσον άπαντες έκαναν τότε υπακοή στους Αποστόλους και εφόσον και οι σημερινοί επίσκοποι είναι διάδοχοι και ισοδύναμοι των Αποστόλων, άρα οφείλουμε πλήρη υπακοή και σε αυτούς!), αρχίζει φυσικά το γνωστό…μεταπατερικό παραλήρημα, που όλοι φαντάζεστε. Μεταφέρω επί λέξει, σταχυολογώντας τα πλέον χαρακτηριστικά: «Όσο υπακούμε στους Επισκόπους…ξεπερνούμε τους πειρασμούς και μεγαλύνονται ο Χριστός και η Εκκλησία του. Στο κοπάδι το κριάρι προηγείται και το κοπάδι ακολουθεί. Οι φατρίες και οι παρασυναγωγές πληγώνουν το σώμα του Χριστού και η πρόκληση σχισματικών καταστάσεων ούτε με το μαρτύριο του αίματος δεν ξεπληρώνεται. Ο φανατισμός είναι ξένος προς τα παιδιά του Θεού, δείχνει δε την ασθένεια κάποιου που κινείται ιδεολογικά, θρησκευτικά, χωρίς να έχει την παραμικρή ιδέα του εκκλησιαστικού τρόπου ζωής. Γι’αυτό, αδελφοί μου, να αποφεύγουμε τον φανατισμό σαν μεγάλη ασθένεια και να υπακούμε στην Εκκλησία μας. Γνωρίζει κάλλιστα ο Χριστός ποιους θέτει στα πηδάλια του νοητού σκάφους της Εκκλησίας του. Στην ουσία εκείνος ανάγει και κατάγει! … Ας προσέχουμε τη συμπεριφορά μας, αδελφοί. Ας μην πληγώνουμε το σώμα του Χριστού, την Εκκλησία του. Εμείς την έχουμε απόλυτη ανάγκη, είναι το οξυγόνο της ύπαρξής μας… Κεφαλή του έχει το σώμα αυτό τον Επίσκοπο-Χριστό και τους επί γης επισκόπους του…».
Σαφέστατο ασφαλώς το νόημα του κειμένου – και παντελώς αδύνατο να κρυφτεί καθ’ ολοκληρίαν κάτω από τον ύπουλα νηφάλιο και σκοπίμως μειλίχιο, αγαπολογικό, παρακλητικό και «εμπόνως» πατερναλιστικό μανδύα του συντάκτη του. Όπως απολύτως σαφής είναι φυσικά και ο στόχος του: αφ’ενός να διατυμπανίσει στεντορείως την πλήρη παντοκρατορία των επισκόπων και την υποχρέωση όλων μας να τους υπακούμε τυφλά σε όσα λένε (άλλωστε είναι θεόθεν εμπεπιστευμένοι) και επομένως αφ’ ετέρου να καυτηριάσει όσους σχηματίζουν «φατρίες και παρασυναγωγές που πληγώνουν το σώμα του Χριστού» και προκαλούν σχίσματα. Γίνεται όμως έτσι βέβαια μία πλήρης διαστρέβλωση της πραγματικότητας, γιατί φυσικά ουδείς λόγος γίνεται από τον κειμενογράφο για το τι λένε οι εκκλησιαστικοί κανόνες σε περιπτώσεις που οι επίσκοποι παύουν να είναι ορθόδοξοι και συγχρωτίζονται με αιρέσεις και αιρετικούς. Ουδείς λόγος γίνεται για το πόσο αποτελούν πραγματικά συνέχεια των Αγίων Αποστόλων του Κυρίου μας, όταν μετατρέπονται από ποιμένες σε «λύκους βαρεῖς μή φειδομένους τοῦ ποιμνίου» και «λαλοῦντας διεστραμμένα», οι οποίοι «προκόπτουσιν ἐπί τό χεῖρον πλανῶντες καί πλανώμενοι». Ουδείς λόγος γίνεται για το ότι το σύστημα εκκλησιαστικής διοίκησης είναι μεν επισκοπικό, αλλά όχι… επισκοπολατρικό (όσο και αν κάποιοι ελλαδικοί μητροπολίτες φαντασιώνονται αναφανδόν εδώ και πολλά χρόνια νοσηρές καταστάσεις παπικού…αλαθήτου) και ότι υπακοή στην Εκκλησία δεν σημαίνει τυφλή και άκριτη υπακοή σε όλα όσα προστάζουν οι επίσκοποι. Ουδείς λόγος επίσης γίνεται και για το ποια υποχρέωση έχουμε άπαντες (κληρικοί τε και λαϊκοί) έναντι των αιρέσεων (πόσω δε μάλλον των παναιρέσεων), ενώ αντίθετα η αλήθεια διαστρέφεται πλήρως, καθώς καυτηριάζονται ξεκάθαρα ως φανατικοί πρόξενοι φατριών και παρασυναγωγών και σχισμάτων, αλλά και ως άσχετοι προς τον γνήσιο εκκλησιαστικό τρόπο ζωής (!!!), όχι εκείνοι που διαστρεβλώνουν και νοθεύουν την ορθόδοξη θεολογία με τις οικουμενιστικές τους πλάνες και βλασφημίες, αλλά όσοι πολύ απλά την υπερασπίζονται!
Γενικά, το «πονηρό» αυτό κείμενο απηχεί και αναμασά κάποιες από τις γνωστές πλέον αντιλήψεις και δοξασίες της (λεγόμενης και) «μεταπατερικής» ψευδοθεολογίας (μέρος των οποίων έχω επισημάνει και σε πρόσφατο άρθρο με τίτλο «Κάποιες απαντήσεις προς…μεταπατερικούς»: ενδεικτικά βλ. https://katanixis.blogspot.gr/2017/04/blog-post_34.html). Και φυσικά δεν θα άξιζε ίσως τον κόπο υπό άλλες συνθήκες να ασχοληθεί κάποιος μαζί του, αν ήταν δηλαδή ένα απλώς εκ των πολλών παρομοίων κειμένων που κυκλοφορούν στον τύπο ή το διαδίκτυο. Στην προκείμενη περίπτωση όμως δεν πρόκειται για κάτι τόσο απλό και ασήμαντο, αφού μιλάμε για κείμενο που ουσιαστικά διανεμήθηκε στους πιστούς κατά τον κυριακάτικο εκκλησιασμό τους και αποτελεί συνεπώς μία ακόμη επίσημη απόπειρα (έμμεσης αυτή τη φορά, αλλά – επαναλαμβάνω – σαφέστατης, δια τους έχοντας οφθαλμούς οράν) διακίνησης φιλοοικουμενιστικών ιδεών εντός των ναών μας, μετά το διαβόητο «Προς τον Λαό» που είχε διανεμηθεί από αρκετές μητροπόλεις κατά την Κυριακή της Ορθοδοξίας. Ας έχουμε τον νου μας, γιατί φυσικά θα ακολουθήσουν και άλλες απόπειρες.
Μέχρι τότε, επιστρέφουμε στον συντάκτη του κειμένου «Η υπακοή στους επισκόπους και η ευλογία της διακονίας» όλες τις απαράδεκτες περί Εκκλησίας αντιλήψεις του (καθώς και την πασιφανή αγωνία του ιδίου και βασικά των προϊσταμένων εκκλησιαστικών ινστρουχτόρων του, εξαιτίας των αντιδράσεων από κληρικούς και λαϊκούς, που καθημερινά αυξάνονται απέναντί τους για τις οικουμενιστικές βλασφημίες τους). Όσον αφορά δε τέλος και την εκπεφρασμένη άποψή του περί…κριαριών και κοπαδιών, οφείλουμε να τον ενημερώσουμε ότι βεβαίως οι πιστοί αποτελούμε το ποίμνιο, αλλά είμαστε έλλογο ποίμνιο, που ουδόλως οφείλει άκριτη και τυφλή υπακοή στους ποιμένες του, όταν αυτοί δογματικά αποδεικνύονται «μωροί και τυφλοί» (και υπάρχουν πολύ συγκεκριμένα και άκρως αντικειμενικά θεολογικά κριτήρια επ’ αυτού). Πρόβατα πάντως (τουλάχιστον όπως δείχνει να το εννοεί ο ίδιος) ούτε είμαστε, ούτε και σκοπεύουμε να γίνουμε…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου