Γύρευε, τι, σε τι, και γιατί πιστεύει κάποιος. Δεν τίθεται ωστόσο υπό αμφισβήτηση η κοινωνική δυναμική της θρησκείας, που δια μέσου των αιώνων αποτέλεσε την κινητήριο συνισταμένη στην προόδου του ανθρωπίνου γένους.
Η δύναμη της πίστης αλλά και η ακρότητα της μη-πίστης, γέννησαν από πολέμους μέχρι καινούρια κοινωνικά ρεύματα. Εξέλιξαν τη σκέψη του ανθρώπου, και το αξιακό σύστημα πάνω στο οποίο είναι δομημένη η κοινωνία μας.
Ορισμένοι μελετητές της Ιστορίας, υποστηρίζουν ότι στον πυρήνα της πίστης κάθε θρησκείας ή δόγματος, καθώς και στη ρητορική εκφορά αυτών των ιδεών, μπορεί κανείς να αναγνώσει την πιο καλλιτεχνική απεικόνιση της ισχύος της επικοινωνίας. Σε αντίθεση μάλιστα με ό, τι υποστηρίζουν ορισμένες περιφερόμενες ημιμάθειες του καιρού μας, η επικοινωνία δεν αποτελεί κάποιου είδους βιτρίνα ή αποπροσανατολισμό, για να καλύψει την κενότητα του περιεχομένου.
Αντιθέτως, η επικοινωνία μεγιστοποιεί το περιεχόμενο, και την απήχησή του στο ακροατήριο στο οποίο απευθύνεται.
Με τη θρησκεία συμβαίνει και το εξής: Διαχωρίζεις τον πυρήνα και τα διδάγματα της πίστης από τους λειτουργούς της.
Δίνεις στους τελευταίους γήινη υπόσταση, και κάτω από αυτό το πρίσμα τους κρίνεις και τους αξιολογείς. Και φυσικά, δεν παραγνωρίζεις ποτέ το γεγονός ότι η θρησκεία αποτελεί την πλέον συνθετική αξία κάθε κοινωνίας.
Ειδικά η Ελλάδα, είχε διαμέσου των αιώνων προνομιακά στενή σχέση με την Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη. Και υπήρξαν ιεράρχες, που άγγιξαν τους απλούς ανθρώπους, κατά τρόπο μαζικό και απόλυτο, όπως δεν τα κατάφερε κανένας άλλος πολιτικός, επιστήμονας, παράγοντας του δημοσίου βίου.
Ειδικά η Ελλάδα, είχε διαμέσου των αιώνων προνομιακά στενή σχέση με την Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη. Και υπήρξαν ιεράρχες, που άγγιξαν τους απλούς ανθρώπους, κατά τρόπο μαζικό και απόλυτο, όπως δεν τα κατάφερε κανένας άλλος πολιτικός, επιστήμονας, παράγοντας του δημοσίου βίου.
Ο μακαριστός Χριστόδουλος, που “έφυγε” στις 28 Ιανουαρίου του 2008, ανέβηκε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο, σαν σήμερα, 28 Απριλίου του 1998, επικρατώντας των κ.κ. Ιερωνύμου και Άνθιμου. Υπήρξε ο τελευταίος τόσο μεγάλος ιεράρχης. Εθνάρχη άλλωστε τον αποκαλούσαν, πριν αλλά και μετά την κοίμησή του. Κατάφερε να αγγίξει τις καρδιές και το μυαλό των ανθρώπων, και ίσως γι’ αυτό γνώρισε τόση αντίδραση, και εισέπραξε τόσο παθιασμένο μίσος, από τους λιγοστούς αλλά φανατικούς επικριτές, έως και εχθρούς του.
Το βέβαιο είναι, ότι ακόμη και οι τελευταίοι θα δυσκολευτούν να μην αναγνωρίσουν πόσο πολύ λείπει η φωνή του Χριστόδουλου από τη δύσκολη σημερινή συγκυρία. Εθνική, κοινωνική, οικονομική και πολιτική. Και πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα, ακόμη και στο κρίσιμο επίπεδο της ψυχολογικής ανακούφισης και ανάτασης της ελληνικής κοινωνίας.
«Να μην πολιτικολογείτε. Ο λαός περιμένει από εμάς νηφαλιότητα και ειρηνοποιό παρουσία», είχε πει πριν από μερικά χρόνια στην Ιερά Σύνοδο ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος.
«Να μην πολιτικολογείτε. Ο λαός περιμένει από εμάς νηφαλιότητα και ειρηνοποιό παρουσία», είχε πει πριν από μερικά χρόνια στην Ιερά Σύνοδο ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος.
Μάλλον υπάρχει μια μικρή παρανόηση… Άλλο “πολιτικολογία” και άλλο συμβολή στον δημόσιο κοινωνικό διάλογο για το που βρίσκεται και, κυρίως, που πηγαίνει η πατρίδα μας. Και να μην συγχέουμε ακόμη τη “νηφαλιότητα” και την “ειρηνοποιό παρουσία”, με τη… βαθιά υπνηλία. Γιατί η τελευταία δεν αξίζει στην Εκκλησία της Ελλάδας. Και ακόμη περισσότερο, δεν αξίζει στους Έλληνες.
Μάνος Οικονομίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου