Καμία Αραβική μοναρχία δεν «έπεσε» κατά τη διάρκεια της Αραβικής Άνοιξης- και μόνο μία αντιμετώπισε «κρίση καθεστώτος», το Μπαχρέιν.
Αυτά τα καθεστώτα, που επί δεκαετίες χαρακτηρίζονται ως αναχρονιστικά, αντιμετώπισαν την πολιτική καταιγίδα που ξέσπασε στην περιοχή, πολύ καλύτερα από τους «δημοκράτες γείτονές τους». Παρόλο που πολλοί εξέφρασαν απόψεις, από το ότι η διαδοχή είναι ισχυρότερη από τη δημοκρατία, μέχρι την άποψη ότι δεν απέχουν πολύ από την πτώση τους, τα καθεστώτα αυτά, απέδειξαν μία αντοχή, που κανείς δεν μπόρεσε να εξηγήσει επαρκώς. Για κάποιους λόγους, οι Αραβικές μοναρχίες υπάρχουν και παραμένουν.
Είναι γεγονός ότι οι αραβικές μοναρχίες διακήρυξαν τον πλούτο του πετρελαίου τους, έναντι σε άκαιρες απαιτήσεις για μεταρρυθμίσεις. Ακόμη και τα σχετικά φτωχότερα σε πετρέλαιο βασίλεια «κρατήθηκαν» από τους πλουσιότερους συμμάχους τους. Και κάθε αραβική μοναρχία διατήρησε την συμμαχική «στήριξη», τόσο των εσωτερικών συμφερόντων της, όσο και των περιφερειακών συμμάχων και των τυπικά δυτικών αλλοδαπών πατρώνων της.
Φυσικά, οι παράμετροι στρατηγικής διαφέρουν ανάλογα με τη χώρα, όπως άλλωστε και οι ίδιες οι μοναρχίες.
Για να γίνουν όλα αυτά ευκολότερα αντιληπτά, θα πρέπει να γίνει ένας γενικός θεσμικός διαχωρισμός των αραβικών μοναρχιών. Στο Μαρόκο και στην Ιορδανία οι βασιλιάδες κυβερνούν ως μεμονωμένα άτομα. Στις χώρες του Κόλπου κυβερνούν οικογένειες – με την ευρύτερη έννοια του όρου. Στη δεύτερη κατηγορία, στις δυναστικές μοναρχίες δηλαδή, οι μονάρχες είναι μέρος ενός ευρύτερου κυβερνητικού σώματος.
Αυτός ο διαχωρισμός έχει ουσιαστικά καθορίσει το είδος της αντίδρασης της μοναρχίας σε κάθε εξέγερση – δεδομένου ότι είναι δυσκολότερο για έναν βασιλιά να «απολύσει» τον πρωθυπουργό του, αν αυτός είναι ξάδελφός του- καθώς και να επιφέρει μεταρρυθμίσεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν υπάρξει πιέσεις για μεταρρυθμίσεις.
Παρά ταύτα, τα καθεστώτα αυτά παραμένουν σταθερά. Αυτοί που προβλέπουν επικείμενη πτώση των αραβικών μοναρχιών επισημαίνουν τις αντιθέσεις που υπάρχουν μέσα σε αυτές τις χώρες. Δεν έχουν καταφέρει όμως να δώσουν μία εκδοχή, πώς αυτές οι αντιθέσεις θα μπορούσαν να «μεταφραστούν» σε πτώση του καθεστώτος. Κάθε γενιά, μετά το Β’Παγκόσμιο Πόλεμο, έχει ακούσει προβλέψεις για τη διάλυση της Σ. Αραβίας. Οι τελευταίες παρόμοιες «καταστροφικές» προβλέψεις ακούστηκαν το 2011. Αν οι μοναρχίες ήταν επισφαλείς και επρόκειτο να πέσουν, γιατί δεν έγινε αυτό, στην κορύφωση της περιφερειακής αστάθειας που επικράτησε τότε; Ακόμη και η μοναρχία του Μπαχρέιν – η οποία υπέστη κραδασμούς – από την λαϊκή κινητικότητα, κατόρθωσε να επιβιώσει.
Μία από τις πιο συνηθισμένες «κρατικές» απειλές, προκειμένου να επιβιώσει η μοναρχία, έχοντας όμως αποτέλεσμα, είναι η πιθανή πτώση στην τιμή του πετρελαίου, γεγονός που θα δημιουργούσε ένα γενικό πρόβλημα: ένα πρόβλημα για κάθε υπήκοο.
Η επιβίωση των μοναρχιών, ειδικότερα σε εποχές περιφερειακών εντάσεων, θα πρέπει να θεωρηθεί μία ένδειξη ισχύος. Είναι μία ένδειξη ότι υποβόσκουσες σε αυτές πηγές ισχύος και ελέγχου είναι σταθερές, μη επηρεαζόμενες – κάτι που βέβαια συμφέρει και τις ΗΠΑ. Στην πλειοψηφία τους οι μοναρχίες έχουν κοινά συμφέροντα με τους πολιτικούς στόχους των ΗΠΑ στη Μ. Ανατολή και συνεργάζονται σε στρατιωτικό και διπλωματικό επίπεδο, καθώς και σε κοινοποίηση θεμάτων της κοινότητας Πληροφοριών. Είναι ουσιαστικοί και αλληλοεξαρτώμενοι σύμμαχοι.
Φυσικά, η ρητορική των ΗΠΑ περί εκδημοκρατικοποίησης είναι εντελώς υποκριτική, όσον αφορά τους φίλους τους, τους μονάρχες. Όταν οι ΗΠΑ συνομιλούν με τους μονάρχες της Ιορδανίας και του Μαρόκου, δεν εκφράζουν τόσο έντονη απειλή, δεδομένου ότι έχουν γίνει συμβιβαστικές κινήσεις με τους λαούς, με την ύπαρξη π.χ. κοινοβουλίων, χωρίς φυσικά να αλλάζει η φύση των μοναρχιών. Φυσικά, σε συζητήσεις με άλλες μοναρχίες, όπως της Σ. Αραβίας, του Μπαχρέιν, του Κουβέιτ, πρόκειται απλά για επιφανειακές συζητήσεις.
Όταν οι ΗΠΑ στοχεύουν στην προώθηση του εκδημοκρατισμού και μεταρρυθμίσεων στη Μ. Ανατολή – όπως πλέον έχουν διδαχθεί στο πεδίο – η προσέγγιση σε κάθε χώρα πρέπει να είναι διαφορετική.
Παρά τις υπαρκτές και σημαντικές θεσμικές διαφοροποιήσεις, που υφίστανται μέσα σε κάθε καθεστώς, όλοι οι άραβες μονάρχες, εμίρηδες και σουλτάνοι, έχουν βρεθεί υπό κάποια πίεση από τις εξεγέρσεις στον Αραβικό κόσμο προς την εκδημοκρατιστικές πολιτικές μεταρρυθμίσεις. Ακόμη κι εκείνοι που εξακολουθούν να ανθίστανται παρά τις κινητοποιήσεις των πληθυσμών, μεταξύ άλλων προκλήσεων.
Μία από τις πλέον σημαντικές ιδεολογικές προκλήσεις είναι τα κινήματα των Σαλαφιστών σε όλες τις αραβικές χώρες, αναφορικά με τις δημοκρατικές εξεγέρσεις. Αν και δεν έχουν εκδημοκρατιστεί όλοι οι Σαλαφιστές, αρκετοί έχουν αποδεχθεί τις εκλογικές διαδικασίες, ερχόμενοι σε ιδεολογική αντίθεση με τις βασικές αρχές των Σαλαφιστών, που δεν έχουν σχέση με τη δημοκρατία. Αυτή η πρόκληση είναι ουσιαστικά η πιο επίφοβη απειλή για τη Σαουδική μοναρχία, η οποία έχει καταστήσει το Σαλαφιστικό Ισλάμ ως βάση της ιδεολογικής της δικαιολογίας για τον τρόπο που διοικεί. Η ευρεία εξάπλωση του Σαλαφισμού, παρά ταύτα, δημιουργεί παντού συζητήσεις για δημοκρατία σε κάθε αραβική μοναρχία.
Ίσως η μεγαλύτερη απειλή που πραγματικά μπορεί να επηρεάσει αυτά τη σταθερότητα αυτών των καθεστώτων είναι μία πτωτική τάση στις τιμές του πετρελαίου. Ακόμη και τα μη πετρελαιοπαραγωγικά μοναρχικά καθεστώτα (Ιορδανία ή Μπαχρέιν) μπορούν να επηρεαστούν. Οι οικονομίες τους είναι αλληλένδετα με τις πετρελαιοεξαγωγικές χώρες του Κόλπου και οι κυβερνήσεις τους βασίζονται σε βοήθεια.
Για την αποφυγή εσωτερικών αντιδράσεων, οι πετρελαιοπαραγωγικές χώρες φρόντισαν την αναδιάρθρωση μισθών και συνθηκών των εργαζομένων στον κρατικό τομέα, επιχορηγήσεις και υποσχέσεις για εκσυγχρονισμό των υποδομών.
Όλες αυτές οι εξελίξεις είναι ακόμη εν τη γενέσει. Το μόνο σαφές είναι πως οι «πετρελαϊκές μοναρχίες έχουν τεράστια δημοσιονομικά αποθέματα – τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα – ώστε να αντιμετωπίσουν τις τρέχουσες τιμές πετρελαίου.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τη Σ. Αραβία. Η χώρα διαθέτει σε κεφάλαια εξωτερικού σχεδόν $700δις (υπό κρατικό έλεγχο), σύμφωνα με έγκυρες εκτιμήσεις. Οι δαπάνες της χώρας το 2013 ήταν περίπου $230δις, ενώ τα έσοδα περίπου $280δις. Ακόμη και αν υπάρξει μείωση των εσόδων κατά 30%, το Ριάντ θα μπορούσε – ακόμη και με μικρή αύξηση του πληθωρισμού, να συνεχίζει να δαπανά τα ίδια μεγέθη, επί μία τουλάχιστον δεκαετία, πριν αρχίσει να ρευστοποιεί πόρους του.
Πώς μπορεί να εξηγηθεί η ικανότητα των Αραβικών μοναρχιών να ξεπερνούν τις θύελλες; Για πολλούς παρατηρητές αυτό οφείλεται στα καθεστώτα, αυτά καθεαυτά. Υπάρχουν δύο πυλώνες σε αυτές τις επιχειρηματολογίες: Οι Αραβικές μοναρχίες έχουν μία «μοναδική» νομιμοποίηση από την ίδια τους την κουλτούρα. Και ότι κατέκτησαν αυτή τη σταθερότητα ενεργώντας πιο αποτελεσματικά, ακόμη και από τις ίδιες τις δημοκρατίες. Και τα δύο επιχειρήματα δεν είναι ιδιαίτερα ισχυρά. Η πραγματικότητα όμως είναι ισχυρή.
Σημείωση: Η παραπάνω ανάλυση/μετάφραση από το Brooking Institute δημοσιεύτηκε στο ηλεκτρονικό περιοδικό του Geopolitics & Daily News τεύχος Οκτωβρίου 2016. Ολόκληρο το τεύχος μπορείτε να το διαβάσετε ΕΔΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου