Η εκλογή Trump είναι αναμενόμενο πως έχει θορυβήσει τον κόσμο της Μ. Ανατολής. Η διαφορά προσωπικότητας µε τον πρώην
Πρόεδρο Obama, τουλάχιστον όπως αυτή διαφημίζεται από τα διεθνή ΜΜΕ, έχει οδηγήσει πολλούς να πιστεύουν ότι ο νέος Πρόεδρος δεν θα ακολουθήσει την ίδια πολιτική προσέγγισης προς την Τεχεράνη, όπως και ότι θα κατευθυνθεί σε έναν πιο απόλυτο και παρεμβατικό ρόλο στα θέματα της Μ. Ανατολής, θυμίζοντας ίσως σε κάποια σηµεία την πολιτική BUSH.
Σε αυτό το πλαίσιο δεν είναι τυχαίο πως το ιρανικό ειδησεογραφικό πρακτορείο «MEHR NEWS» ανέφερε ότι το Ιράν και η Κίνα θα υπογράψουν τον επόµενο µήνα συμφωνία ύψους 3 δις δολ. για την αναβάθμιση της δυνατότητας διύλισης πετρελαίου του Ιράν. Τα διυλιστήρια του Ιράν βρίσκονται σε μία κατάσταση ερείπωσης, μετά από χρόνια κυρώσεων, οι οποίες απέτρεψαν την πρόσβαση του Ιράν σε ανταλλακτικά και νέα τεχνολογία. Ο Υφυπουργός Πετρελαίου της χώρας, ABBAS ΚΑΖΕΜΙ , δήλωσε ότι η συμφωνία θα εστιασθεί στην αναβάθμιση του διυλιστηρίου Abadan, ενώ η επιλογή της Κίνας ως στρατηγικού εταίρου του εγχειρήµατος, οφείλεται πολύ περισσότερο στις σχέσεις που η χώρα αυτή φαίνεται πως θα διαθέτει στο µέλλον µε τις ΗΠΑ, παρά στην τεχνογνωσία της, η οποία δεν αµφισβητείται.
Αυτή δεν είναι η μόνη οικονοµική κίνηση της Τεχεράνης, η οποία προσπαθεί να θωρακιστεί από ένα νέο ενδεχόμενο κυρώσεων εναντίον της. Το γεγονός πως ο D. TRUMP έχει ήδη δείξει τη φιλική του στάση προς το Ισραήλ αφήνει υπόνοιες πως θα είναι αρωγός, προς τις απαιτήσεις του Τελ Αβίβ, το οποίο βλέπει εχθρικά την οικονομική ανάπτυξη του Ιράν. Την ίδια στιγμή η Ισλαµική Δηµοκρατία διαθέτει την πολυετή εμπειρία από το καθεστώς κυρώσεων που της είχε επιβληθεί και τον τρόπο με τον οποίο απομονώνεται η χώρα και οι επιχειρήσεις της. Αυτό εξηγεί και την επιλογή της Κίνας η οποία διαθέτει υψηλές ανάγκες σε μαύρο χρυσό και αναμένεται να αντιµετωπίσει ένα είδος οικονοµικής αποµόνωσης σε επιχειρήσεις της, ελέω της επιθετικής πολιτικής TRUMP στη Σινική Θάλασσα.
Οι δηλώσεις αυτές έλαβαν χώρα επ’ ευκαιρίας της επισκέψεως ιρανικής αντιπροσωπίας, στις 17-01-17 στο Ιράκ, με επικεφαλής τον Υφυπουργό Βιομηχανίας, Ορυκτού Πλούτου και Ανάπτυξης, όπου συναντήθηκε με αξιωµατούχους των Υπουργείων Οικονομικών, Εμπορίου και Μεταφορών και συζήτησαν για τις εμπορικές ανταλλαγές και την παροχή διευκολύνσεων από το Ιράν στους ιρακινούς εμπόρους, για την εισαγωγή ιρανικών προϊόντων στη χώρα. Αυτό επιτρέπει στους Ιρανούς να δέσουν στο άρμα τους το σιιτικό Ιράκ, αφού η ενοποίηση του τραπεζικού συστήματος θα δημιουργούσε µία σιιτική οικονομική ένωση, που μελλοντικά θα προσέλκυε και άλλους συµμάχους του Ιράν, ενώ θα διέθετε τα ίδια εγγενή προβλήµατα, με αυτά της Ε.Ε. που θα εξυπηρετούσαν µόνο την ισχυρή, της ένωσης, Τεχεράνη.
Το τρίτο βήµα ήταν η επίσκεψη, στις 17-01-2017, του ΥΠΟΙΚ του Ιράν, ΑLΙ ΤΑΥΕΒ-ΝΙΑ στη Συρία, προκειμένου να συναντηθεί με το Σύρο ομόλογό του ADIB MAYALAH και να υπογράψει πέντε οικονομικές συµφωνίες με σκοπό την εμβάθυνση, την ενίσχυση και την περαιτέρω ανάπτυξη των σχέσεων των δύο χωρών. Ωστόσο βλέποντας τις συμφωνίες θα λέγαμε ότι ομοιάζουν περισσότερο με λήψη των συριακών ανταλλαγμάτων για την ιρανική στρατιωτική στήριξη προς το συριακό καθεστώς.
Πρόκειται για συμφωνίες που αναφέρονται στην παραχώρηση εκ µέρους της Συρίας 5.000 εκταρίων γεωργικών εκτάσεων, την ανάθεση διαχείρισης του ορυχείου φωσφορικών αλάτων που βρίσκεται στην περιοχή ΑΙ Sharqiya της Συρίας, τη διάθεση περιοχής για τη δημιουργία των εγκαταστάσεων αποθήκευσης και τερµατικού σταθµού πετρελαίου και φυσικού αερίου, καθώς και την εκχώρηση άδειας στον Ιράν για την ίδρυση εταιρείας κινητής τηλεφωνίας στη Συρία.
Βάσει των ανωτέρω, αντιλαμβανόµαστε πως το Ιράν αντιµετωπίζει την εκλογή TRUMP και την προσέγγιση αυτού προς το Ισραήλ, σχεδόν επιθετικά, αφού ο ορυµαγδός οικονομικών κινήσεων στο τρέχον χρονικό διάστηµα θα μπορούσε να αποτελεί και προετοιµασία για μία ενδεχόµενη οικονοµική θύελλα προερχόμενη από την απέναντι πλευρά του Ατλαντικού. Η επιλογή της Κίνας ως στρατηγικού εμπορικού (ενεργειακού) εταίρου τη στιγµή που εξαπολύονται επιθετικές δηλώσεις µεταξύ Ουάσινγκτον και Πεκίνου αποτελεί ένδειξη της ιρανικής αντίληψης και πρόβλεψης της αµερικανικής εξωτερικής πολιτικής απέναντι στην Τεχεράνη, ενώ η επιχείρηση δημιουργίας οικονομικού συνασπισµού με περιφερειακούς εταίρους επιχειρεί να µεγενθύνει το κόστος για τη Διεθνή Κοινότητα νέων οικονομικών κυρώσεων προς την Τεχεράνη και να προλάβει τυχόν διείσδυση σουνιτικών οικονοµικών κέντρων πριν το Ιράν βρεθεί σιδηροδέσμιο της οικονομικής αποµόνωσης που ο αµερικανός Πρόεδρος ενδεχοµένως προετοιμάζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου