Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2017

Ἡμέρες ἀποστασίας, χρόνος ἀπωλείας .. Συνηθίσαμε νά λέμε τό ἄσπρο μαῦρο, τό κακό καλό, τό ἄσχημο ὄμορφο

Δὲν ἔφθασε, ὅμως, στὶς ἡμέρες μας μόνο ἡ ἀποστασία μας. Εἶναι καὶ ἡ διαστροφή! Τὸ ἄσπρο τὸ λέμε μαῦρο, τὸ κακὸ καλό, τὸ ἄσχημο ὄμορφο.
Ἡ κακία προβάλλεται ὡς ἀρετὴ καὶ ἡ ἀρετὴ ὡς ἁμαρτία. Καὶ ὅταν ἀμνηστεύουμε τὴν ἁμαρτία δὲνὁδηγούμαστε σὲ μετάνοια καὶ φυσικὰ σὲ ἐξομολόγηση, σὲ συντριβὴ καρδιᾶς. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐσχάτη πλάνη, ἡ χειρότερη ἁμαρτία, ἡ ἀμετανοησία καὶ ἡ ἀμνήστευση τῶν θανασίμων ἁμαρτιῶν μας. 
Γράφει ὁ Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
Εὑρισκόμενοι στὸ τέλος καὶ αὐτοῦ τοῦ χρόνου καὶ βλέποντας τὴν ἀποστασία νὰ βασιλεύει γύρω μας τολμοῦμε νὰ  ἀναρωτηθοῦμε, ἂν ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας εἶναι χρόνος σωτηρίας ἢ χρόνος ἀπωλείας


Ἀπὸ χρόνια ἀπομακρυνόμαστε διαρκῶς ἀπὸ τὸ θέλημα καὶ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ πράττοντες τὸ δικό μας θέλημα καὶ ἡ ἀποστασία μας βαθαίνει ὅσο πέρναει ὁ καιρός, ἀφοῦ ὁ δρόμος ποὺ ἔχουμε πάρει εἶναι κατηφορικός, εἶναι ὁ εὔκολος δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια. Ἡ ἀποστασία μας ἀπὸ τὸν Θεὸ    προχωρεῖ πρὸς τὸ ἀποκορύφωμά της καὶ δὲν στηρίζεται μόνο στὴ θεωρητική, ἀλλὰ καὶ στὴν πρακτικὴ ἄρνηση τῆς ὑπάρξεως τῆς ψυχῆς, τοῦ  πνευματικοῦ κόσμου καὶ τῆς αἰωνιότητος. Ἡ ἀγάπη πάγωσε στὶς καρδιές μας. Δὲν βλέπουμε τὸ διπλανό μας μὲ συμπόνοια, μὲ σπλαχνικὸ μάτι. Τὸ μόνο ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει εἶναι ἡ δική μας καλοζωΐα, τὰ δικά μας συμφέροντα. Γιὰ ἐμᾶς γράφηκε τὸ παλιὸ τραγούδι ποὺ λέει «Ὅποιος τρώει καὶ πίνει καὶ καλοπερνᾶ, δὲν τὸν νοιάζει, μάνα μου, ὁ ἄλλος ἂν πεινᾶ». Χωρὶς ἀγάπη καὶ χωρὶς μεταθανάτιες ἀνησυχίες ἡ ζωή μας δὲν διαφέρει σὲ τίποτα ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν ζώων, αὐτῶν ποὺ ζοῦν γιὰ νὰ τρῶνε, ἐνῶ ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, καὶ μάλιστα οἱ πιστοὶ στὸν Χριστό μας, πρέπει νὰ τρῶμε μόνο γιὰ νὰ ζοῦμε. Ἔχουμε ἀποστατήσει, δυστυχῶς, καί, ἔτσι, μὲ μεγάλη ἄνεση προχωροῦμε στὴν ἀσέβεια καὶ στὴ διαφθορά, στὴν ἀρχαιοελληνικὴ ρήση «φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀπονθήσκομεν».
Τὸ κακὸ στὶς ἡμέρες μας πλήθυνε καὶ διαπράττεται εὐκολότερα καὶ ἀνετώτερα μὲ τὴν ἐπιστημονικὴ ἐξέλιξη. Ζοῦμε σὲ ἐποχή, σὰν αὐτὴ ποὺ ὁμολογεῖ πρῶτα ὁ Ψαλμωδὸς Δαβὶδ (Ψαλμ. ΝΒ΄ 4) καὶ ἔπειτα ἐπαναλαμβάνει ὁ θεῖος Παῦλος: «Πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν· οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός» (Ῥωμ. γ΄ 12). Ὅλοι γύρω μας παρεκτράπησαν ἀπὸ τὸ σωστὸ δρόμο, τὸ δρόμο τῆς ἀρετῆς καὶ ἐξαχρειώθηκαν. Δὲν ὑπάρχει κανεὶς ποὺ νὰ ἐνεργεῖ τὸ ἀγαθό, νὰ ἐνεργεῖ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ μας, σύμφωνα μὲ τὶς ἀρχὲς τοῦ Εὐαγγελίου Του. Δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνας καί, ἀλλοίμονο, ὅταν θὰ ξεχειλίσει τὸ ποτήρι τῆς ὑπομονῆς τοῦ Θεοῦ!
Δὲν ἔφθασε, ὅμως, στὶς ἡμέρες μας μόνο ἡ ἀποστασία μας. Εἶναι καὶ ἡ διαστροφή! Τὸ ἄσπρο τὸ λέμε μαῦρο, τὸ κακὸ καλό, τὸ ἄσχημο ὄμορφο. Ἡ κακία προβάλλεται ὡς ἀρετὴ καὶ ἡ ἀρετὴ ὡς ἁμαρτία. Καὶ ὅταν ἀμνηστεύουμε τὴν ἁμαρτία δὲν ὁδηγούμαστε σὲ μετάνοια καὶ φυσικὰ σὲ ἐξομολόγηση, σὲ συντριβὴ καρδιᾶς. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐσχάτη πλάνη, ἡ χειρότερη ἁμαρτία, ἡ ἀμετανοησία καὶ ἡ ἀμνήστευση τῶν θανασίμων ἁμαρτιῶν μας. Βλασφημοῦμε δηλαδὴ μὲ τὴ ζωή μας τὸ Πανάγιο Πνεῦμα καὶ ἀρνούμαστε κάθε θεϊκὴ βοήθεια αὐτονομούμενοι καὶ νομίζοντας ὅτι ἐξουσιάζουμε τὰ πάντα καὶ ἰδίως τὸν ἑαυτό μας. Ὁ Θεὸς μᾶς εἶναι περιττός. Καὶ χωρὶς Αὐτὸν φθάσαμε σὲ ἰσοπέδωση θρησκειῶν, φυλῶν, κρατῶν, γλωσσῶν, ἐθίμων καὶ παραδόσεων. Φθάσαμε στὴν παγκοσμιοποίηση καὶ ἀπολαμβάνουμε τοὺς καρπούς της, τὴν κρίση, τὸ ἔγκλημα, τὴν ἀνεργία, τὴ φτώχεια. Τὸ χειρότερο, ὅμως, εἶναι ὅτι βαδίζουμε ὅλοι σὰν ὑπνωτισμένοι καὶ ἐνῶ γνωρίζαμε τὸ στραβὸ δρόμο ποὺ πήραμε δὲν ἀντιδρούσαμε, ὅπως καὶ ἀκόμη καὶ τώρα δὲν ἀντιδροῦμε καθόλου ἢ ἀντιδροῦμε ἐλάχιστα. Νομίζουμε πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς ὅτι ζοῦμε χριστιανικὴ ζωή, ἀλλὰ γελιόμαστε καὶ κοροϊδεύουμε καὶ τὸν Θεό μας. Πηγαίνουμε στὴν Ἐκκλησία, συνήθως πρὸς τὸ τέλος τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν, ὄχι γιὰ νὰ δοξάσουμε τὸν Θεό μας, γιὰ τὶς εὐεργεσίες Του πρὸς ἐμᾶς καὶ νὰ προσευχηθοῦμε θερμὰ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, ἀλλὰ γιὰ νὰ φανοῦμε στὰ μάτια τῶν συνανθρώπων μας ὅτι θρησκεύουμε, ὅτι εἴμαστε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Πόσο ἐπιφανειακοὶ ἄνθρωποι εἴμαστε! Ὁ Θεός μας, ὅμως, ὁ ὁποῖος «οὐ μυκτηρίζεται» (Γαλ. στ΄ 7),  μᾶς λέει μὲ τὸ στόμα τοῦ Προφήτη Ἡσαΐα «ὁ λαός μου ταῖς χείλεσι μὲ τιμᾷ· ἡ καρδία αὐτοῦ πόῤῥῳ ἀπέχει ἀπ’ ἐμοῦ» (Ἡσ. κθ΄ 13).
Ὅλοι μας μας, ἐκτὸς ἀπὸ ἐλάχιστες ἐξαιρέσεις, κυλιόμαστε καθημερινὰ στὸ βοῦρκο τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ἐπειδὴ ἡ ἁμαρτία μᾶς ἔχει γίνει συνήθεια δὲν νοιώθουμε ὅτι κάνουμε κάτι κακό, ἀλλὰ τὴν ἀπολαμβάνουμε σὰν κάτι τὸ φυσιολογικό. Αὐτὸ εἶναι τὸ χειρότερο, ἀφοῦ φθάνουμε στὴ διαστροφή. Ζοῦμε σὲ μιὰ κοσμογονικὴ ἐποχή, ὅπου κυριαρχεῖ τὸ παγκόσμιο πνεῦμα τῆς ἀποστασίας, τοῦ πλεονασμοῦ τῆς ἁμαρτίας, τοῦ ψεύδους, τῆς καταπτώσεως τῶν ἠθικῶν ἀξιῶν, τῆς τροφοδοσίας μας μὲ τὰ ξυλοκέρατα ποὺ μᾶς προσφέρουν γιὰ φαγητὸ τὰ μέσα ἐνημερώσεως, οἱ τηλεοράσεις, τὰ περιοδικά, τὸ διαδίκτυο. Ζοῦμε τὴν ἀποχαλίνωση τῶν πάντων στὴν ἐποχὴ τῆς «πληθύνσεως τῆς γνώσεως» (Δαν. ιβ΄ 1,2,4).
Ἡ γνώση τῶν ἀνθρώπων αὐξάνεται συνεχῶς, ἡ ἐπιστήμη προοδεύει. Ἀλλὰ τί μὲ αὐτό; Ἔγραφε κάποιες δεκαετίες πρίν ποὺ ἡ ἀποστασία δὲν εἶχε ὁλοκληρωθεῖ, ὅπως σήμερα, ὁ ἀγωνιστὴς Μητροπολίτης Φλωρίνης, π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης, ὅτι «ὁ κόσμος σήμερα καυχᾶται γιὰ τὰ ἐπιτεύγματά του. Ἐπληθύνθη ἡ γνῶσις καὶ ἡ ἐπιστήμη. Ὕστερα ἀπὸ αὐτὰ θὰ ἔλεγε κανεὶς ὅτι ζοῦμε στὶς πιὸ εὐτυχεῖς ἡμέρες. Καὶ ὅμως ὁ κόσμος σήμερα εἶναι δυστυχέστερος. Γιατί; Ἔχει τηλέφωνα, ἀεροπλάνα, πυραύλους, τὰ πάντα· τί τοῦ λείπει; Δὲν ὑπάρχει ἀγάπη. Ἔλειψε ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θυσιάζεται γιὰ τὸν ἄλλο. Μέσα στὶς καρδιὲς ὁ διάβολος ἔχυσε τὸ φαρμάκι του. Φαρμάκωσε φτωχούς, πλουσίους, ἄντρες, γυναῖκες, παιδιά, κλῆρο, λαό· φαρμάκωσε τὰ ἔθνη, φαρμάκωσε τὰ πάντα. Πικρὸ φαρμάκι πίνει ὁ κόσμος. Τί νὰ τὰ κάνῃς τὰ ἄλλα; Πάνω ἀπ᾿ τὰ κεφάλια, ἀπὸ μιὰ τρίχα ἀλόγου, ὁ διάβολος κρέμασε τώρα τὸ σπαθί του. Ἔπεσε; Ἀλλοίμονο. Αὐτὸ συμβαίνει σήμερα. Κι ὅπως τὰ παλιὰ τὰ χρόνια ἔβαλε τὸν Κάϊν νὰ μισήσῃ καὶ νὰ σκοτώσῃ τὸν ἀδερφό του, ἔτσι καὶ τώρα ἔρριξε τὸ φαρμάκι του καὶ ὁ κόσμος μισεῖται θανασίμως. Ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα, ὢ συμφορά! Μιὰ προφητεία λέει, ὅτι θ᾿ ἀραιώσῃ ὁ κόσμος τόσο, ποὺ θὰ περπατᾷς 100 χιλιόμετρα καὶ ἄνθρωπο δὲν θὰ βλέπῃς».
Ἡ ἀποστασία μας σήμερα βρίσκεται στὸ ἀποκορύφωμά της. Μαζὶ μὲ αὐτὴν βλέπουμε καὶ σημεῖα στὸν οὐρανό. Σημεῖα ἐσχατολογικά, ἀκαταστασίες, σεισμούς, πολέμους, καταστροφές, ἐγκλήματα,  ποὺ δείχνουν ὅτι «ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας» (Κολ. γ΄ 6). Τὰ βλέπουμε, ὅμως, καὶ μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας ἢ τὰ παραβλέπουμε; Συνειδητοποιοῦμε τοὺς τρόπους καταργήσεως τῆς θρησκείας μας μὲ τὰ μέτρα ἀποχριστιανοποιήσεως, ἀπαρθοδοξοποιήσεως, ἀφελληνισμοῦ; Βλέπουμε τὸν πολιτικὸ γάμο, τὴν πολιτικὴ κηδεία, τὰ ἀβάπτιστα παιδιὰ μὲ ὀνοματοδοσία στὰ ληξιαρχεῖα, τὴν καύση τῶν νεκρῶν μας; Βλέπουμε τὴν κατάργηση τοῦ Σταυροῦ ἀπὸ τὴ σημαία μας, τὴν ἀποκαθήλωση τῶν εἰκόνων μας ἀπὸ τὰ σχολεῖα καὶ τὰ δημόσια καταστήματα; Βλέπουμε τὴ μείωση τῶν γεννήσεων, τὴν αὔξηση τῶν διαζυγίων, τὴν ἐλευθερία στὶς ἐκτρώσεις, τὸν κιναιδισμὸ ποὺ ὀνομάζουν «προσωπικὴ ἰδιαιτερότητα» καί, ἀλλοίμονο, ἂν τολμήσει κάποιος νὰ θίξει τοὺς δυστυχεῖς αὐτοὺς διαστροφεῖς; Βλέπουν τὴ λατρεία τοῦ διαβόλου ἢ τὴν προβολὴ τῆς πανθρησκείας καὶ τῆς οἰκουμενικότητος;
Ἀδελφοί μου, πολὺ θλίβομαι ποὺ ἐλάχιστοι ἀσχολοῦνται μὲ τὴν τρομακτικὴ αὐτὴ ἀποστασία καὶ τὸν παγκόσμιο κατήφορο τῆς ἀνθρωπότητος ποὺ ὁδηγεῖ στὸ χάος. Οἱ ἡμέρες μας μοιάζουν μὲ τὶς ἡμέρες τοῦ Νῶε, γιὰ τὶς ὁποῖες ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε τὸν κατακλυσμὸ τῆς γῆς. Τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες ὅλοι ἀδιαφοροῦσαν γιὰ ὅτι γινόταν γύρω τους. Μήπως καὶ σήμερα δὲν ἀδιαφοροῦμε; Ἀσχολούμαστε μόνο μὲ τὰ ὑλικὰ πράγματα καὶ τὰ γλέντια καὶ ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας εἶναι χρόνος ἀπωλείας. Στὸ βοῦρκο τῆς ἁμαρτίας, ὅπου βυθιζόμαστε, δὲν μποροῦσε νὰ κινήσουμε τὰ χέρια μας, γιὰ νὰ κολυμβήσουμε καὶ νὰ βγοῦμε ἀπὸ αὐτόν. Ἔχουμε κολλήσει. Βλέπουμε, ὅμως, ἕνα Χέρι ἀπὸ ψηλὰ νὰ θέλει νὰ μᾶς τραβήξει. Μᾶς τὸ τείνει, ἀλλὰ δὲν τὸ παίρνουμε. Προτιμοῦμε νὰ πνιγοῦμε. Εἶναι τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ τῆς σωτηρίας μας, Αὐτοῦ ποὺ θέλει νὰ μᾶς σώσει, ἂν καὶ ἐμεῖς τὸ θελήσουμε καὶ τοῦ δώσουμε τὸ βρωμερὸ χέρι μας, ποὺ δὲν τὸ σιχαίνεται. Ὁ χρόνος κυλάει. Ἄλλος ἕνας χρόνος τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας τελειώνει. Ἂν τώρα δὲν τείνουμε τὸ χέρι μας στὸ χέρι τοῦ Θεοῦ μας, γιὰ νὰ μᾶς σώσει, θὰ βυθισθοῦμε μέσα στὸ τέλμα καὶ θὰ πγιγοῦμε σίγουρα στὰ βρώμικα νερὰ τῆς αἰώνιας ἀπωλείας.  Παρακαλῶ, μὴν ἀρνηθοῦμε νὰ δώσουμε τὸ χέρι μας στὸν Χριστό μας, τὸν Σωτήρα μας. «Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Ῥωμ. ιγ΄ 12).                    
Συντάκτης: ΜΠΟΥΣΙΑΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ
Πηγή: ΣΤΥΛΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2016

Δεν υπάρχουν σχόλια:

.

.

Δημοφιλείς αναρτήσεις