Δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία η πραγματική επιχειρησιακή αξία ενός μαχητικού αεροσκάφους πέμπτης γενιάς όπως είναι το αμερικανικό F-35 Lightning II της Lockheed Martin, αφού οι γνώμες είναι πολλές και εξ ορισμού υποκειμενικές.
Αυτό που έχει όμως σημασία είναι η βάση επί της οποίας είναι δομημένο αυτό το φιλόδοξο πρόγραμμα, το οποίο στόχο έχει να αντικαταστήσει το τεράστιο εμπορικό «success story» του F-16 της ιδίας εταιρίας, καθώς τα νούμερα είναι ιλιγγιώδη και οι συμμετέχοντες βιομηχανικοί εταίροι επωφελούνται, ξεκινώντας από ένα απλό «επιβιώνοντας σε εποχές τρομακτικά δύσκολες», μέχρι ένα μονολεκτικό «θησαυρίζουν»…
Αυτό που έχει όμως σημασία είναι η βάση επί της οποίας είναι δομημένο αυτό το φιλόδοξο πρόγραμμα, το οποίο στόχο έχει να αντικαταστήσει το τεράστιο εμπορικό «success story» του F-16 της ιδίας εταιρίας, καθώς τα νούμερα είναι ιλιγγιώδη και οι συμμετέχοντες βιομηχανικοί εταίροι επωφελούνται, ξεκινώντας από ένα απλό «επιβιώνοντας σε εποχές τρομακτικά δύσκολες», μέχρι ένα μονολεκτικό «θησαυρίζουν»…
Του Μιχαήλ Βασιλείου
Ο πρόλογος δεν είναι τυχαίος. Προ διημέρου, οι εκπρόσωποι της Lockheed Martin στην Ελλάδα είχαν την καθιερωμένη συνάντηση με τους δημοσιογράφους που καλύπτουν το στρατιωτικό ρεπορτάζ, τους οποίους και ενημέρωσαν για τα πεπραγμένα της εταιρίας στην Ελλάδα και παγκόσμια.
Ειπώθηκαν πολλά, καθώς το «πρόγραμμα» περιελάμβανε τα μαχητικά F-16, F-35 (τρεις εκδόσεις), F-22, το ελαφρύ μαχητικό αεροσκάφος που εξειδικεύεται και στον ρόλο της προκεχωρημένης επιχειρησιακής εκπαίδευσης T-50, τα μεταφορικά αεροσκάφη C-130J και C-5 Galaxy, τα αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας P-3 Orion που επίσης μας αφορούν, μέχρι το περίφημο Skunk Works, το οποίο για να το πούμε συνωμοτικά – συνθηματικά, ευθύνεται ιστορικά, για πολλές από τις… θεάσεις UFO με τα άκρως απόρρητα αναπτυξιακά προγράμματα που «τρέχει» από την εποχή της ίδρυσής του, το 1943, από τον Κλάρενς “Κέλι” Τζόνσον…
Θα επανέλθουμε, ειδικά σε όσα αφορούν την Πολεμική Αεροπορία, η οποία καλώς ή κακώς έχει συνδεδεμένη την πορεία της με τον αμερικανικό κολοσσό, όμως αυτό που κίνησε περισσότερο την προσοχή του «defence-point.gr» και αποφασίσαμε να προτάξουμε στην παρουσίαση της εκδήλωσης αυτής, δεν ήταν άλλο από την αναφορά, επ’ ευκαιρία μια ερώτησης που υποβλήθηκε στον εκπρόσωπο που έκανε την παρουσίαση, στο «ταμείο» που ήδη κάνουν όσοι αποφάσισαν εξ αρχής να συμμετάσχουν ως εταίροι στο πρόγραμμα, με αποτέλεσμα οι αμυντικές τους βιομηχανίες να έχουν λάβει τις θέσεις τους στην εφοδιαστική αλυσίδα του μαχητικού.
Δεν θα ήταν υπερβολή να ειπωθεί, ότι με τη διαρκή αύξηση των παραγγελιών, οσονούπω θα φτάσουμε αισίως τα 400 αεροσκάφη, συμμετέχοντας με ένα μικρό μερίδιο, φτιάχνοντας ένα μικρό κομματάκι της ατράκτου ή των πτερύγων του μαχητικού, τα χρήματα της αρχικής επένδυσης για συμμετοχή σε ένα από τα τρία επίπεδα εταιρικής σχέσης που καθορίστηκε στην αρχή του προγράμματος μοιάζουν ολοένα και πιο αστεία.
Λάθος η μη συμμετοχή της Ελλάδας είναι η προφανής θέση των υπευθύνων της εταιρίας, κάτι που μοιάζει ιδιαίτερα βαρύ την τρέχουσα περίοδο, όπου όλοι αναζητούν από ένα υπουργείου Εθνικής Άμυνας με ουσιαστικά εξαφανισμένες τις εξοπλιστικές του δαπάνες – τμήμα των αμυντικών δαπανών, για να καταλαβαινόμαστε – να ξεκινήσει προγράμματα για να στηρίξει την εγχώρια αμυντική βιομηχανία.
Πρόσφατα, εν μέσω των συνήθων διαμαρτυριών και της διακίνησης διαφόρων από τον ανταγωνισμό που έχασε την αγορά, η Δανία παρήγγειλε 27 μαχητικά αεροσκάφη. Θα είχε ενδιαφέρον λοιπόν για τη Ελλάδα μας ως ένα σχετικά συγκρίσιμο μέγεθος, να αναφερθεί ότι το κόστος της επένδυσης ως βιομηχανικός εταίρος του «Επιπέδου 3» κατέβαλε το ποσό των 110 εκατομμυρίων δολαρίων για το στάδιο της ανάπτυξης του μαχητικού και μάλιστα πληρώθηκαν σε μια εποχή κατά την οποία τα δισεκατομμύρια έρρεαν για την άμυνα.
Στοιχηματίζουμε ότι με τα ποσά που διασπαθίστηκαν στον τομέα τότε στην Ελλάδα, όχι επιπέδου τρία, αλλά στο πρώτο, δίπλα στο Ηνωμένο Βασίλειο θα μπορούσαμε να έχουμε μπει. Που λέει ο λόγος. Κατά συνέπεια, καθώς το ποσό για τα δεδομένα της άμυνας ήταν μικρό για μια επένδυση που θα φέρει έργο για αεροσκάφη που μετρώνται σε χιλιάδες, η κατάλληλη ερώτηση είναι πότε ξεκίνησε να παράγει η βιομηχανία της Δανίας για το πρόγραμμα και ποια είναι σήμερα η απόδοση της επένδυσης. Πόσα φέρνει ως βιομηχανικό έργο με τα σημερινά δεδομένα σε ετήσια βάση; Θα είχε ενδιαφέρον.
«Έλα μωρέ, ό,τι και να κάνουμε στο τέλος πάλι ένα αμερικανικό μαχητικό θα το πάρουμε», άκουγες σαν σχόλιο παντού πριν από 15 χρόνια στην Ελλάδα. Αυτό που καταλάβαινε – ορθά για πλειάδα λόγων – ο μέσος Έλληνας τότε, σήμερα ακούγεται ως η πιο ισχυρή απόδειξη της αφροσύνης της χώρας του.
Την ώρα της οικονομικής κρίσης, η οποία σε «περίεργης ιδιοσυγκρασίας» χώρες όπως η Ελλάδα (όταν αγαπάς την πατρίδα σου παραμένεις μετριοπαθής στους χαρακτηρισμούς παρά τα… περιθώρια) κρατάει περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, το κόστος μιας λανθασμένης απόφασης το αισθάνεσαι περισσότερο. Βλέποντάς το εκ των υστέρων («in retrospect» που λέμε και στα πανέμορφα ελληνικά χωριά μας), απαντάς στην ερώτηση που έθεσες στον εαυτό σου μονολεκτικά, με την πιο διάσημη λέξη του ελληνικού λεξιλογίου. Όχι το «mouzaka». Ούτε το «souvlaki».
Πάμε όμως στα της παρουσίασης. Το πρόγραμμα της αναβάθμισης των P-3B Orion έχει ξεκινήσει και ήδη εμπλέκονται ελληνικές εταιρίες. Το ζητούμενο είναι ο στόλος των F-16. Εκεί φαίνεται ότι έχει σημειωθεί πρόοδος, αλλά το μέγα ζητούμενο είναι η πολιτική απόφαση. Αυτά έχουμε, με αυτά θα πορευθούμε.
Δεν είναι κάπως γελοίο το να σκεφτόμαστε ότι την τελική ώθηση για το πράσινο φως στο πρόγραμμα αυτό, που από τη μία θα δώσει ζωή σε ένα στόλο ο οποίος ταχύτατα γερνάει και από την άλλη θα του προσθέσει πρωτόγνωρες επιχειρησιακές δυνατότητες, πέραν του έργου για την εγχώρια βιομηχανία, θα τη δώσει… ο Ερντογάν, που έχει βαλθεί να πείσει με τη συμπεριφορά του ακόμα και τον πιο… Τσίπρα (μην είμαστε άδικοι, έχει και η «άλλη πλευρά» τα δικά της «λουλούδια») της δεκαετίας του 1990, με τις θεωρίες που πλέον είναι κατάλληλες μόνο για ανέκδοτα, ότι δηλαδή «βρέξει [Κεμαλιστές] – χιονίσει [Ισλαμιστές]» το πρόβλημα ασφαλείας της χώρας βαίνει διαρκώς επιδεινούμενο, ενώ η ισχύς της φθίνουσα;
Εκτός κι αν υπάρχουν ακόμα διακομματικά οι αφελείς που σε έψεγαν κάποτε λέγοντάς σου ότι δεν κινδυνεύουμε λόγω ΕΕ, ζητώντας μάλιστα οι αφελέστατοι – και επικίνδυνοι όπως αποδείχθηκε – σχεδόν την κατάργηση των αμυντικών δαπανών. Το σπορ της άμυνας είναι ακριβό. Αν αποφασίσουμε να υπερασπίσουμε όσα διαθέτουμε, ο όποιος Καμμένος θέλει χρήμα, όσο αποτελεσματικός και να αποδεικνυόταν… στο βάψιμο των πασχαλινών αυγών. Ας κόψουμε λοιπόν τις ανοησίες και ας φροντίσουμε από τώρα και στο εξής να επιστρέφει όσο το δυνατό μεγαλύτερο μέρος της επένδυσης στη χώρα.
Οι Κινέζοι διδάσκουν ότι καλύτερα να σε μάθουν να ψαρεύεις, παρά να σε ταΐζουν για ένα διάστημα νόστιμο ψαράκι… τώρα αν το Μέγαρο Μαξίμου το έχει αντιληφθεί, όρκο δεν παίρνουμε, ή μάλλον αν παίρναμε θα ήταν για το «ΟΧΙ» ως απάντηση. Μοιράζοντας χρήμα στους συνταξιούχους – καταφανώς για να προσελκύσουν εκ νέου εκλογική πελατεία – θα δώσουν μια μικρή «ελεημοσύνη» και μάλιστα όχι σε αυτούς που την έχουν σήμερα μεγαλύτερη ανάγκη.
Τα εκατοντάδες εκατομμύρια αυτά, μήπως αντί να εξαερωθούν, επενδυόμενα κάπου (προτάσεις θα προέκυπταν πολλές) θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε κάτι που δημιουργούσε πλούτο και θα έβγαζε από την ομάδα των ανέργων, υψηλής κατάρτισης επιστημονικό – εργατικό δυναμικό, νεαρότατης ηλικίας, με μηδενικό εισόδημα σήμερα, άρα παθητικό για την οικονομία, οδηγώντας σε κάτι που θα δημιουργούσε πλούτο, θα αναδείκνυε την προστιθέμενη αξία αυτών των ανθρώπων και τελικά θα είχαμε ένα επιτυχημένο παράδειγμα που θα μπορούσαμε να το επαναλάβουμε; Και η αμυντική βιομηχανία είναι ένας από τους τομείς που θα μπορούσε να φέρει χρήμα στη χώρα. Όταν ξεφύγουμε από φαιδρά στερεότυπα και ιδεοληψίες το ξανασυζητάμε.
Ήταν απόλυτα αναμενόμενο να τεθεί ερώτημα για τα περί της φερόμενης ως προσπάθειας της ελληνικής πλευράς να εξασφαλιστούν F-35 μέσω διμερούς στρατιωτικής βοήθειας από τις ΗΠΑ στην Ελλάδα και κάπου εκεί είχε στήσει… «καρτέρι» το δικό μας μέσο να ρίξει λίγο δηλητήριο για το πώς είναι δυνατό να δοθεί χωρίς προβλήματα ένα τόσο προηγμένο οπλικό σύστημα σε έναν τόσο επικίνδυνα παρανοϊκό και απρόβλεπτο ηγέτη σαν τον Ερντογάν, με ολίγη από τη διαρκώς επιδεινούμενη ισοτιμία μεταξύ της τουρκικής λίρας και του δολαρίου, καθιστώντας το μαχητικό – όχι μόνο αυτό ασφαλώς – κάπως… ακριβούτσικο.
Παρεμπιπτόντως, στην παρουσίαση και όσον αφορά το ζήτημα του μοναδιαίου κόστους, παρουσιάστηκε πίνακας ο οποίος συνδύαζε την τιμή με τον αριθμό των παραγομένων μαχητικών αεροσκαφών και δείχνει σήμερα κόστος ανά αεροσκάφος (συμπεριλαμβάνεται ο κινητήρας / άλλος προμηθευτής) ανέρχεται στα 108 εκατομμύρια δολάρια και περί το 2018 η τιμή θα έχει μειωθεί γύρω στα 85 εκατομμύρια δολάρια.
Επιστρέφοντας στις περί της Τουρκίας ερωτήσεις, ο ελιγμός του εκπροσώπου της εταιρίας στην Ελλάδα ήταν διπλωματικός. Αυτά είναι δουλειά των κυβερνήσεων είπε, η εταιρία θα συμβληθεί με την αμερικανική Αεροπορία, εν ολίγοις υπονοούσε ότι στην αεροδιαστημική βιομηχανία, διαφήμιση με τον… Τζάμπα δεν μπορεί να γυριστεί. Εδώ είναι Ελλάδα κύριέ μου, κόψτε τα πολλά ταξίδια στα εξωτερικά, σας αλλοτριώνουν. Τούτων λεχθέντων, εγκαταλείψαμε, ή μάλλον μας εγκατέλειψε, η διάθεση υποβολής ερωτήματος.
Αν είναι τόσο πλούσια η εμπειρία που έχει αποκομίσει η ελληνική πλευρά από διαπραγματεύσεις και καταφέρει και πείσει τον Λευκό Οίκο να δώσει ένα δωράκι δισεκατομμυρίων, αφού πρώτα ρωτήσουμε τι δώσαμε σε αντάλλαγμα (έτσι για τους τύπους), θα προτείνουμε τη σύσταση εξειδικευμένης Ακαδημίας που θα εκπαιδεύει τους διπλωμάτες των φίλων και εταίρων χωρών στη θεωρία διαπραγματεύσεων, βάζοντας μοναδικό όρο μη φανεί κανένας Γιάνης (ναι, με ένα «ν»), τους πλακώσει στη θεωρία παιγνίων και λακίσουνε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου