Η Τουρκία θέλει να σφραγίσει από κάθε άποψη τον έλεγχο του κυπριακού βορρά σε περίπτωση λύσης μέσω των στρατηγικών τομέων λειτουργίας ενός κράτους, ώστε να διασφαλίσει και να επιτύχει προσάρτηση μέσω λύσης.
Γι’ αυτό ζητά διευκρινίσεις από τις Βρυξέλλες επί νομικών ζητημάτων μέσω των Τουρκοκυπρίων, για να μελετήσει με όσο το δυνατό μεγαλύτερη ακρίβεια τις επιλογές της.
Στην ουσία θέλει να προλάβει προβλήματα που θα είναι δυνατό να προκύψουν από την εμπλοκή των τουρκικών εταιρειών στα κατεχόμενα και ειδικότερα σε ό,τι αφορά στη λειτουργία τους μετά τη λύση σε στρατηγικούς τομείς, όπως είναι το νερό, ο ηλεκτρισμός, οι τηλεπικοινωνίες και η ενέργεια. Ως γνωστό, στον τομέα της ενέργειας εμπλέκεται η Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίων, η οποία έχει υπογράψει συμφωνία με το ψευδοκράτος από το 2011 και την οποία η Άγκυρα αξιώνει όπως ισχύσει και μετά τη λύση.
Στρατηγικοί τομείς και έλεγχος οικονομίας
Συναφείς με το ζήτημα αυτό ήταν οι δηλώσεις του στενού Συμβούλου του Τούρκου Προέδρου Ταγίπ Ερντογάν, Γιγίτ Μπουλέτ, ο οποίος δήλωσε ότι η χώρα του «παρέχει νερό και ηλεκτρικό ρεύμα (στο ψευδοκράτος). Η οικονομία της «ΤΔΒΚ» οργανώνεται στην Τουρκία». Διπλωματικές πηγές, που είχαν επαφές και με Αμερικανούς και Ευρωπαίους αξιωματούχους, αναφέρουν ότι τα αρμόδια τουρκικά Υπουργεία θεωρούν ότι η δομή της ομοσπονδίας και των δύο συνιστώντων κρατών είναι υποβοηθητική για τον σχεδιασμό της Άγκυρας.
Πάντως, έχουν ήδη μελετήσει λεπτομερώς τι ισχύει από πλευράς κοινοτικής νομοθεσίας για να διαφυλαχθούν οι εταιρείες τουρκικών συμφερόντων που δρουν σήμερα στα κατεχόμενα και τις οποίες η Άγκυρα θέλει να συνεχίσουν να δρουν και μετά τη λύση, καθώς και τη λειτουργία άλλων που θα επιστρατευθούν και δη της οικοδομικής βιομηχανίας, ώστε να υπάρχει τουρκικός έλεγχος της οικονομίας και της ανάπτυξης, η οποία θα συνοδευτεί με αυξημένο αριθμό Τούρκων εργατών, όπως είχε δηλώσει ο Μουσταφά Ακιντζί.
Οι πιο πάνω τομείς, όπως το νερό, οι τηλεπικοινωνίες και η ενέργεια, χαρακτηρίζονται και από πλευράς ΕΕ στρατηγικής σημασίας για τη λειτουργία των κρατών, καθώς και της εσωτερικής ενιαίας αγοράς και είναι συναφείς με την ασφάλεια και με τον ανταγωνισμό υπό την εξής έννοια: Δεν μπορούν να έχουν δεσπόζοντα χαρακτήρα κατά τρόπον ώστε να προκαλούν προβλήματα στην αγορά, δηλαδή μονοπωλιακή σχέση ή να είναι η παρουσία τους τέτοια, που να ελέγχουν την αγορά και να καθορίζουν τιμές κατά το δοκούν. Πόσω μάλλον όταν τα κεφάλαιά τους δεν είναι της ΕΕ.
Επιλογές Άγκυρας και αίτημα
Για να έχει η Άγκυρα ακόμη πιο αυξημένες πιθανότητες επιτυχίας στον σχεδιασμό της έχει τις εξής επιλογές:
1. Εάν δεν εγερθεί σοβαρό πρόβλημα, να συνεχίσουν να λειτουργούν οι τουρκικές εταιρείες στρατηγικών τομέων στα κατεχόμενα με τη σημερινή τους μορφή και να προστεθεί σε αυτές η δράση νέων για να ελέγχεται η ανάπτυξη.
2. Εάν υπάρχει πρόβλημα επειδή ανήκουν σε τρίτο μη κράτος της ΕΕ, δηλαδή στην Τουρκία, να αλλάξουν χέρια, όχι όμως αφεντικό, και να περάσουν σε ελεγχόμενα από την Άγκυρα τουρκοκυπριακά κεφάλαια, σε ποσοστό που θα είναι αναγκαίο για την αποφυγή προβλημάτων.
Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η τουρκική κυβέρνηση έχει υποδείξει προς την τουρκοκυπριακή διαπραγματευτική ομάδα και δη προς τον κ. Οζντίλ Ναμί όπως διαβιβάσει αίτημα προς τις Βρυξέλλες, για να τους εξηγηθεί ποιο καθεστώς ισχύει για εταιρείες και δη στα ποσοστά των κεφαλαίων σε στρατηγικούς τομείς, όπως είναι το νερό, ο ηλεκτρισμός, οι τηλεπικοινωνίες και η ενέργεια.
Οι τομείς αυτοί θεωρούνται για την Άγκυρα υψίστης σημασίας, ώστε να έχει τοn συνεχή έλεγχο του μελλοντικού τουρκοκυπριακού συνιστώντος κράτους, διότι εκτός της οικονομίας, οι τομείς αυτοί σχετίζονται και με τα θέματα της ασφάλειας, ειδικώς οι τηλεπικοινωνίες. Ήδη, η Τουρκία έχει ξεκαθαρίσει προς τις ΗΠΑ ότι οι τομείς αυτοί είναι «αδιαπραγμάτευτοι», υπό την έννοια ότι έχουν γίνει επενδύσεις και ότι δεν πρόκειται να αποδεχθεί απώλεια ελέγχου της κατάστασης. Σε αυτούς τους τομείς προστίθεται και εκείνος της ασφάλειας με την παραμονή τουρκικών στρατευμάτων ακόμη και με τη μορφή, όπως έχει ήδη λεχθεί και προς τους Αμερικανούς, των Βρετανικών Κυρίαρχων Βάσεων.
Τουρκική εταιρεία πετρελαίων και δεσπόζουσα θέση
Όπως πληροφορίες αναφέρουν, η τουρκική πλευρά θέλει να καλύψει από τώρα τα νώτα της, εξού και το γεγονός ότι απευθύνεται στην ΕΕ για να της εξηγήσει τι νομικώς συμβαίνει στους ανωτέρω τομείς, έτσι ώστε να μην βρεθεί εν συνεχεία, μετά τη λύση, αντιμέτωπη με νομικά προβλήματα, τα οποία θα ήταν δυνατό να προκύψουν από την εξυπηρέτηση ευρωπαϊκών συμφερόντων.
Τελευταίο κλασικό παράδειγμα είναι εκείνο που προέκυψε με το πρόγραμμα του αγωγού από τη Ρωσία στη Γερμανία, με την ονομασία «Nord Stream 2». Ο αγωγός αυτός προκαλεί σε πολλούς τρόμο, λόγω της δημιουργίας μιας ευρύτερης, πέραν της ενεργειακής, στρατηγικής συμμαχίας Ρωσίας και Γερμανίας, που θα φέρει δραματικές γεωπολιτικές αλλαγές στην Ευρώπη, και η ρωσική Gazprom θα έχει ακόμη πιο δεσπόζουσα θέση από αυτήν που έχει ήδη στην ευρωπαϊκή αγορά.
Αυτό το γεγονός, δηλαδή του ελέγχου της κατάστασης από μια εταιρεία, που δεν ανήκει στην ΕΕ, συν του κυρίαρχου ρόλου της Gazprom στην παροχή φυσικού αερίου, που είναι αγαθό ζωτικής σημασίας, όπως το νερό, για τη διαβίωση των Ευρωπαίων πολιτών των κρατικών μηχανών και της οικονομίας και δη της βιομηχανίας, έφερε στην επιφάνεια το ζήτημα της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς της ΕΕ.
Το Πολωνικό Γραφείο της Προστασίας του Ανταγωνισμού και του Καταναλωτή, προβάλλει τον ισχυρισμό ότι από μια και μόνο κατεύθυνση, δηλαδή από τους αγωγούς Nord Stream 1 και 2, η ρωσική Gazprom, εταιρεία τρίτης χώρας, θα μπορεί να διοχετεύει το 80% των εξαγωγών της στην ΕΕ. Έτσι δημιουργούνται προβλήματα στη βιωσιμότητα ανάλογων προγραμμάτων υγροποιημένου αερίου προς την ευρωπαϊκή αγορά. Στην ουσία εγείρεται ζήτημα εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς και του ανταγωνισμού.
Η καταγγελία αυτή συνοδεύεται από μια άλλη σε βάρος της Gazprom, ότι ελέγχει το 100% της παροχής φυσικού αερίου στις Βαλτικές χώρες και έχει τη δυνατότητα να καθορίζει υπερβολικές τιμές. Στα ανωτέρω προστίθεται και μια νομοθεσία της ΕΕ που είναι στα σκαριά, επί τη βάσει της οποίας η ΕΕ θα μπορεί να ελέγχει ενδελεχώς συμφωνίες κρατών-μελών της ΕΕ με τρίτες χώρες, που θα αφορούν τους όρους και τα κεφάλαια των εμπλεκόμενων μερών. Είναι πρόδηλο ότι η τουρκική πλευρά έχει στο μυαλό της:
1. Το νερό και τον αγωγό της ειρήνης, στο πλαίσιο του οποίου ακόμη και οι τεχνικοί έχουν έρθει από την Τουρκία, ενώ δεν επετράπη η συμμετοχή των τουρκοκυπριακών «δήμων».
2. Τη συμφωνία που έχει ήδη υπογράψει η Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίων με το ψευδοκράτος και την οποία αξιώνει όπως ισχύει και μετά τη λύση, με σκοπό να μπορεί να εκμεταλλευτεί και αυτή ενεργειακές πηγές στο πλαίσιο των διοικητικών ορίων του τουρκοκυπριακού συνιστώντος κράτους.
Το πρόβλημα εντοπίζεται στο γεγονός ότι η συμφωνία με το ψευδοκράτος δεν έχει συνομολογηθεί συμφώνως με τους κανονισμούς για τις προσφορές και τις νομοθεσίες της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ΕΕ, οπότε πώς μπορεί να ισχύει εντός της ΕΕ, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι έχει νομιμοποιηθεί μέσω των δημοψηφισμάτων για το σχέδιο λύσης.
Υπό αυτές τις συνθήκες δημιουργούνται προϋποθέσεις, ώστε μια τέτοια συμφωνία να προσβληθεί από οποιαδήποτε εταιρεία ή κράτος-μέλος θεωρεί ότι πλήττονται τα έννομα συμφέροντά του, και μάλιστα από εκείνες που ερευνούν ήδη εντός της κυπριακής ΑΟΖ. Ο δε πλήρης έλεγχος της αγοράς στο τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος από την Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίων ή της αγοράς του νερού, ειδικώς από εταιρείες τρίτων μη κρατών-μελών της ΕΕ, όπως είναι η Τουρκία, μπορεί να εγείρει ζητήματα ανταγωνισμού και εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς.
Τουρκικά κεφάλαια και τράπεζες
Εκείνο που τονίζεται από τεχνοκράτες στις Βρυξέλλες είναι ότι πρακτικά, και ανεξαρτήτως του νομικού σκέλους, «υπό αυτές τις συνθήκες, η αγορά του τουρκοκυπριακού συνιστώντος κράτους θα είναι στην ουσία εξαρτημένη από την Τουρκία και δη οι στρατηγικοί της τομείς». Προστίθενται, μάλιστα, και τα εξής: «Ήδη οι τουρκικές τράπεζες στον βορρά τελούν υπό την εγγύηση τουρκικών κεφαλαίων, που σημαίνει ότι η απόσυρσή τους οδηγεί σε κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος. Αυτό -τονίζουν- είναι ένα πολιτικό εργαλείο για την Τουρκία που επεκτείνεται σε όλους τους στρατηγικούς τομείς. Γι’ αυτό -παρατηρούν- θα πρέπει προ της λύσης να επιτραπούν οι έλεγχοι από τα κλιμάκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας».
Η ανησυχία έγκειται στο ότι εφόσον η Κεντρική Τράπεζα θα είναι μία, δηλαδή η Ομοσπονδιακή, και θα υπάγεται στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, οποιαδήποτε πρόβλημα στο βόρειο τμήμα θα επηρεάζει και το νότιο. «Εδώ -επισημαίνεται- με βάση το φαινόμενο της πεταλούδας, με το σπάσιμο των φτερών της στην Κίνα προκύπτουν επιπτώσεις στην ΕΕ, πόσω μάλλον σε ένα μικρό χώρο δύο πολιτειών, όπως θα είναι η Κύπρος».
Ο γενικότερος ισχυρισμός είναι ότι θα είναι πιο εύκολος ο έλεγχος της Τουρκίας επί των λοιπών στρατηγικών τομέων όπως έχουν ήδη καταγραφεί, από ό,τι στον τραπεζικό, καθότι στον τραπεζικό θα υπάρχουν διπλοί έλεγχοι της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας από τη μια και της ΕΚΤ από την άλλη. Η ουσία όμως είναι ότι η Άγκυρα θέλει από τώρα τις γνωμοδοτήσεις της ΕΕ για να ενεργήσει ανάλογα. Η εικόνα που δίδεται στις Βρυξέλλες είναι ότι ο κ. Ναμί ως διαπραγματευτής δεν αφήνει τίποτα στην τύχη, προφανώς και κατόπιν υποδείξεων της Άγκυρας.
Πυλώνες προσάρτησης
Συμπερασματικά η Τουρκία επιδιώκει να έχει με τη λύση τον έλεγχο στον βορρά στους εξής στρατηγικούς τομείς:
1. Νερού μέσω του αγωγού της ειρήνης.
2. Τηλεπικοινωνιών για λόγους ασφάλειας και δη της νέας μορφής πολέμου, δηλαδή στον κυβερνοχώρο (cyber-war), που δεν αφορά μόνο στρατιωτικά ζητήματα, αλλά επεκτείνεται σε τομείς οικονομικού και τραπεζικού εγκλήματος. Κλασικό σύγχρονο παράδειγμα είναι ο πόλεμος στην Κριμαία και η χρήση του malware με την κωδική ονομασία «Ουροβόρος», που προέρχεται από τον ελληνικό μύθο με το φίδι, το οποίο τρώει την ουρά του. Με τη χρήση του «Ουροβόρου» είχαμε την πλήρη παράλυση του ουκρανικού κράτους πριν από τη ρωσική επίθεση.
Ανάλογες επιθέσεις, δηλαδή μέσω του κυβερνοχώρου, δέχθηκε η Λετονία το 2007 από τη Ρωσία, όταν είχαν παραλύσει δημόσιοι τομείς, ακόμη και η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ από Κινέζους χάκερ. Στις πλείστες των περιπτώσεων πίσω από τις επιθέσεις αυτές κρύβονται οι μυστικές υπηρεσίες των κρατών. Σημαντικό, λοιπόν, ζήτημα είναι η πρόσβαση στις τηλεπικοινωνίες, όπως είχε η Μόσχα σε αυτές του Κίεβο αλλά και της Γεωργίας από την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης, γεγονός που τη βοήθησε αφάνταστα στους εν λόγω δύο πολέμους, όπου έδρασε καταλυτικά και αποτελεσματικά μέσω του κυβερνοχώρου.
3. Του ηλεκτρισμού.
4. Των επενδύσεων μέσω κυρίως εργοληπτικών εταιρειών.
5. Του τραπεζικού συστήματος και άλλων επενδύσεων, όπως η παιδεία και ο τουρισμός, όπου μάλιστα το τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος θα έχει δικαιώματα χωριστών συμφωνιών.
6. Της μεταφοράς Τούρκων εργατών μετά τη λύση κατά νόμιμο τρόπο, όπως έχει ήδη δηλώσει ο Μουσταφά Ακιντζί, συνδέοντάς το μάλιστα με την ανάπτυξη.
7. Της επιμονής της Τουρκίας με τη στρατιωτική παρουσία στην Κύπρο. Ακόμη και μέσω Βάσεων.
Στο ίδιο αποτέλεσμα
Γίνεται αντιληπτό ότι το βόρειο τμήμα της Κύπρου και μετά τη λύση θα είναι υπό την εξάρτηση της Τουρκίας λόγω, εκτός των άλλων ,και του τεράστιου μεγέθους της και κάτω από καθεστώς μιας οιονεί πλέον προσάρτησης. Η Άγκυρα, με τον σχεδιασμό της, οδηγεί τα πράγματα προς αυτή την κατεύθυνση, δηλαδή της προσάρτησης, η οποία ισχύει ακόμη και σήμερα, αφού οι κατοχικές Αρχές θεωρούνται υποτελείς στην Τουρκία, σε πλήρη εξάρτηση και υπό καθεστώς προσάρτησης.
Γιάννος Χαραλαμπίδης sigmalive
hellasforce.com
hellasforce.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου