ΕΘΝΙΚΗ ΑΜΥΝΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΧΩΡΙΣ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ
Γράφει ο Γεώργιος Νικολάκος*
Η στρατηγική είναι ένας όρος που ετυμολογικά έχει τις ρίζες του στην Αρχαία Ελλάδα
και η αρχική της έννοια ήταν άμεσα συνδεδεμένη με την στρατιωτική ορολογία, την τέχνη της στρατιωτικής διοίκησης και την απαραίτητη σχεδίαση έτσι ώστε να υπάρχει βέλτιστη χρησιμοποίηση των έμψυχων και άψυχων πόρων με απώτερο σκοπό την επίτευξη των τεθέντων στόχων.
και η αρχική της έννοια ήταν άμεσα συνδεδεμένη με την στρατιωτική ορολογία, την τέχνη της στρατιωτικής διοίκησης και την απαραίτητη σχεδίαση έτσι ώστε να υπάρχει βέλτιστη χρησιμοποίηση των έμψυχων και άψυχων πόρων με απώτερο σκοπό την επίτευξη των τεθέντων στόχων.
Αναφερόμενοι κυρίως στην εθνική άμυνα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι στρατηγική είναι η κατεύθυνση και το εύρος δραστηριοτήτων της άμυνας της χώρας μακροπρόθεσμα, η οποία εξασφαλίζει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για αυτήν, μέσω της διάταξης των πόρων της μέσα σε ένα εναλλασσόμενο περιβάλλον ασφάλειας, με στόχο να ανταποκριθεί στις ανάγκες και τις προσδοκίες των πολιτών της. Απώτερος σκοπός της η διαφύλαξη συλλογικών πνευματικών αγαθών, η διαφύλαξη του πολιτισμού, ελευθερίας και αξιοπρέπειας.
Ας μην ξεχνάμε αυτό που έγραψε ο Κονδύλης. «Η θεμελιώδης συνάφεια αυτοσυντήρησης και κοινωνίας καταφαίνεται στο απλό γεγονός ότι καμιά κοινωνική τάξη πραγμάτων δεν μπορεί να υπάρξει μακροπρόθεσμα αν δεν είναι σε θέση να εγγυηθεί τη συλλογική και ατομική ασφάλεια της μεγάλης πλειοψηφίας των μελών της».
Το εναλλασσόμενο περιβάλλον ασφαλείας είναι ένα από κύρια χαρακτηριστικά της στρατηγικής που διαμορφώνεται κυρίως από την αναθεωρητική στάση της Τουρκίας η οποία προβάλλει επαναστατικές και ηγεμονικές αξιώσεις αλλά και από το ασταθές διεθνές σύστημα εξαιτίας αναθεωρήσεων που αποσκοπούν στην αλλαγή του ιεραρχικού καθεστώς. Η Ελλάδα όπως είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς, εξακολουθεί να έχει αμυντικά δόγματα και ιδεοληψίες για την απειλή που ανάγονται στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μία παθητική διπλωματική στρατηγική η οποία στηρίζεται στο ¨θέσφατο¨, «δε διεκδικούμε τίποτε αλλά και δεν παραχωρούμε τίποτε» και μας αναγκάζει να τρέχουμε πίσω από τα γεγονότα.
Θα ήταν λοιπόν ασφαλές το συμπέρασμα ότι η Ελλάδα είναι αντιμέτωπη σήμερα με μία επιτακτική ανάγκη για ισχυρή αποτρεπτική αμυντική δυνατότητα. Έχει ανάγκη από νέο δόγμα, μία νέα στρατηγική η οποία να κινείται προς το μέλλον, με στόχο κάτι νέο δυναμικό, αποδοτικό, αποτελεσματικό και ικανό να διασφαλίσει την άμυνα της χώρας. Αυτό όμως υπαγορεύει αμυντική πολιτική βασισμένη στα υπαρκτά δεδομένα και στόχους και όχι σε ευχολόγια. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κάνουμε αποτίμηση της αμυντικής δυνατότητας της χώρας ως προς την άμεση απειλή.
Καμία συνθήκη ή διεθνής νόμος δεν μπορεί να μας προστατεύσει, αν δεν είμαστε σε θέση να αμυνθούμε, ή να είμαστε σε θέση να επιφέρουμε τέτοιο πλήγμα στον αντίπαλο, το οποίο να καταλήγει στο να αποθαρρύνει και να αποτρέπει κάθε επιθετική διάθεση.
– Ποια λοιπόν θα πρέπει να είναι η επομένη ημέρα για την άμυνα της χώρας μετά την συνεχιζόμενη Τουρκική προκλητικότητα;
– Ποια είναι η σημερινή αμυντική ικανότητα της χώρας μετά τις αλλεπάλληλες περικοπές στα κονδύλια των Ένοπλων Δυνάμεων (ΕΔ);
Την απάντηση στα κρίσιμα αυτά ερωτήματα πρέπει να τα δώσει η Κυβέρνηση, η οποία θεσμικά φέρει την ευθύνη, σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο, αλλά και ο πολιτικός κόσμος συνολικά σε ότι του αναλογεί. Κατά την γνώμη μου όμως, η πολιτική ηγεσία της χώρας αδυνατεί να αντιληφθεί στοιχειώδη αμυντικά ζητήματα και δεν συνειδητοποιεί παράλληλα, ποια είναι η κατάλληλη διπλωματική τακτική για την χώρα μας.
Όσο για την στρατιωτική ηγεσία και ¨αυτή δεν πάει πίσω¨. Είναι εγκλωβισμένη σε παρωχημένα δόγματα, αγώνα οπισθοφυλακών, και επιδείξεις ‘’επιπέδου διμοιρίας’’ την τελευταία πενταετία, για να διατηρήσει ένα αμυντικό σύστημα που καταφανώς χωλαίνει και ίσως να έχει οδηγήσει σε μια «επιφανειακή» επιχειρησιακή δύναμη τελείως άσχετη με την απειλή.
Ποίος όμως θα κάνει την αποτίμηση; Την εκτίμηση κινδύνου; Η στρατιωτική ηγεσία;. Υπήρξαν φωτισμένοι Αρχηγοί που προσπάθησαν αλλά βρέθηκαν εκτός Ε.Δ. γιατί δεν ήταν αρεστοί.
Δυστυχώς στη δημοκρατική Ελλάδα του 21ου αιώνα, η τελική έγκριση της επιλογής των Αρχηγών δεν περνά από σχετική επιτροπή της Βουλής ύστερα από ακρόαση του υποψηφίου. Η θητεία του Αρχηγού δεν έχει προκαθωρισμένη χρονική διάρκεια. Παρότι ο κοινωνικός ρόλος των Ενόπλων Δυνάμεων όσον αφορά στην εξωτερική ασφάλεια της χώρας είναι πρωταρχικός, οι Αρχηγοί δεν είναι ισότιμοι συνομιλητές της πολιτικής ηγεσίας επί αριθμού ζητημάτων υψίστης σημασίας που αφορούν στην εθνική ασφάλεια ούτε έχουν θεσμική ευθύνη.
Ο στρατός δεν έχει τη δική του γραμματική. Ο ρόλος των Ενόπλων Δυνάμεων διέπεται και ελέγχεται από τη λογική των πολιτικών σκοπών μιας κοινωνίας. Οι Αρχηγοί είναι εντολοδόχοι της πολιτικής εξουσίας μαζί με τα υπόλοιπα όργανα του κράτους όπως προβλέπει το δημοκρατίκό μας πολίτευμα. Αν η έγκριση των Αρχηγών ¨περνούσε από την βουλή¨, θα ήταν απορρέουσα υποχρέωση τους να ενημερώσουν το Ελληνικό κοινοβούλιο για την πραγματική κατάσταση των Ενόπλων Δυνάμεων και των αμυντικών δυνατοτήτων της χώρας, δηλαδή μία εκτίμηση των κινδύνων,μία αποτίμηση της Εθνικής άμυνας.
Αναρωτιέται κάποιος, γιατί δεν γίνεται αυτό μέχρι τώρα;
Είναι βολικό για όλους, ιδίως για τους πολιτικούς. Η πολιτική ηγεσία για ευνόητους λόγους αποφεύγει να προσεγγίσει και να καθορίσει το επίπεδο των επιθυμητών εθνικών δυνατοτήτων και να προσδιορίσει το ύψος του ανθρώπινου δυναμικού και των οικονομικών πόρων που πραγματικά θα διατεθούν, λαμβάνοντας υπόψη το δημογραφικό πρόβλημα αλλά και την οικονομική κατάσταση. Δεν θέλει να δεσμευτεί. Δυστυχώς όμως, χωρίς αυτά τα δεδομένα δεν είναι δυνατός ο καθορισμός με επιστημονικά δόκιμες προσεγγίσεις της αποστολής και του ρόλου των Ενόπλων Δυνάμεων, εντός των παραμέτρων του χώρου του χρόνου και η προσαρμογή τους στην αντιμετώπιση των απειλών σύμφωνα με τους κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένους σκοπούς.
Οι κίνδυνοι και οι απειλές παραμένουν γύρω μας και είναι μεταβαλλόμενοι. Καθημερινά εμφανίζονται και νέοι. Η άμυνα η ασφάλεια, η ακεραιότητα της εθνικής επικράτειας και η αντιμετώπιση εξωτερικών απειλών κατά της κυριαρχίας είναι καθήκον όλων μας. Αυτοί που γνωρίζουν δεν πρέπει να σιωπούν. Είναι απαραίτητη η αποτρεπτική φήμη των ΕΔ για τη διασφάλιση της συλλογικής ελευθερίας του λαού μας. Απαιτείται όμως ρεαλισμός και αλλαγή φιλοσοφίας στο να «μην υποτιμάς τους αντιπάλους σου», και να θεωρείς ότι «η δύναμη δεν είναι το παν».
* O Γεώργιος Νικολάκος είναι Αντιστράτηγος ε.α. Πτυχιούχος του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών Πανεπιστημίου Μακεδονίας (ΠΑΜΑΚ) με πιστοποιητικό εξειδίκευσης του ιδίου πανεπιστημίου στη διαχείριση κρίσεων. Είναι επίσης κάτοχος Μεταπτυχιακού Τίτλου σπουδών στις Διπλωματικές και Στρατηγικές Σπουδές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου