Γράφει ο Γιώργος Αϊβαλιώτης
Αναλυτής γεωστρατηγικής και γεωπολιτικής ασφάλειας
Αναλυτής γεωστρατηγικής και γεωπολιτικής ασφάλειας
Σε προηγούμενα άρθρα είχε αναλυθεί η εντατικοποίηση του νέου ψυχρού πολέμου αλλά και οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι για την αμερικανική πολιτική, την επόμενη
ημέρα των Προεδρικών Εκλογών, καθώς και τα εσωτερικά προβλήματα για την ηγέτιδα δύναμη της Δύσης. Προκειμένου να εμβαθύνουμε στην εξέταση των διαφορών της γεωπολιτικής μάχης μεταξύ Μόσχας και Ουάσινγκτον θα πρέπει να αναλύσουμε την πολιτική και τα προβλήματα που καλείται να επιλύσει η Ρωσία στο προσεχές διάστημα.
Οι τρεις βασικοί παράγοντες που επηρεάζουν την αντιπαράθεση μεταξύ Ρωσίας και Δύσης είναι:
1. Η λήξη της θητείας του προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα,
2. Η ψηφοφορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ανανέωση των ρωσικών κυρώσεων και
3. Η οικονομική δοκιμασία που οδηγεί σε αντιπαραθέσεις επί του προϋπολογισμού στο Κρεμλίνο.
Τα διπλωματικά πεδία Συρίας και Ουκρανίας
Η Ρωσία είχε την πρόθεση να χρησιμοποιήσει το τελευταίο μέρος του έτους για να μοχλεύσει την επιρροή της σε Συρία και Ουκρανία, ώστε να βρεθεί σε πλεονεκτικότερη θέση στις συζητήσεις περί συμβιβασμού με τις νέες ηγεσίες Ηνωμένων Πολιτειών και Ευρώπης, που θα διευκολύνουν την άρση των κυρώσεων. Ωστόσο, η αναμενόμενη κλιμάκωση της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, μετά το αποτέλεσμα των Προεδρικών Εκλογών, εκτροχιάζει σοβαρά αυτή τη στρατηγική και φέρνει το Κρεμλίνο πίσω σε μια πορεία κλιμάκωσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αν και η Ουάσινγκτον υποχωρεί στον ενδεχόμενο να επαναλάβει ουσιαστικές διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία για τη Συρία, θα διατηρήσει ένα τακτικό διάλογο με τη Μόσχα για να εξασφαλίσει την αποκλιμάκωση στο πεδίο της μάχης και να αμβλύνει τις πιθανές οριστικές συγκρούσεις. Παρόλα ταύτα είναι στο χέρι της Ρωσίας να περιπλέξει τον αγώνα των ΗΠΑ κατά του Ισλαμικού κράτους και να κλιμακώσει τις συγκρούσεις στο Χαλέπι. Σε αυτό το διπλωματικό bra de fer η Μόσχα διαθέτει και άλλα εργαλεία μόχλευσης, φαινομενικά άσχετα με τη Συρία, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας αποχώρησης από τις συμφωνίες για τον πυρηνικό αφοπλισμό, με την οποία απειλεί προκειμένου να εξαναγκάσει την Ουάσιγκτον να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Στην Ουκρανία, από την άλλη πλευρά, η Ρωσία θα έχει περισσότερο χώρο για να αποκλιμακώσει την ένταση κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών του έτους με την ελπίδα κάμψης της Ευρωπαϊκής αποφασιστικότητας και εμμονής για την επιβολή κυρώσεων. Η Ρωσία θα προσπαθήσει να περιορίσει τις παραβιάσεις της κατάπαυσης του πυρός από τους αυτονομιστές, αλλά δε θα προχωρήσει σε πλήρη στρατιωτική αποχώρηση από το πεδίο μάχης στην ανατολική Ουκρανία. Η Μόσχα θα επιδείξει το βαθμό τακτικής συμβιβασμού με τις θέσεις της Ε.Ε., τη στιγμή που θα επιχειρεί να παραμείνει σταθερή σε στρατηγικά θέματα όπως ο έλεγχος των συνόρων της με τις αυτονομιστικές περιοχές. Τα πιο σκληροπυρηνικά στοιχεία μέσα στο Κρεμλίνο θα αντισταθούν σε οποιεσδήποτε ουσιαστικές παραχωρήσεις στην Ουκρανία, όσο το Κίεβο δεν θα προβεί σε σημαντικές πολιτικές παραχωρήσεις στις αυτονομιστικές περιοχές.
Η Ε.Ε. έρμαιο των διπλωματικών αντιπαραθέσεων Αμερικής και Ρωσίας
Η Μόσχα επίσης θα αναζητήσει το όποιο πλεονέκτημα στο διχασμό της ΕΕ, που υφίσταται μεταξύ των κρατών μελών που προκρίνουν την σκληρή αμερικανική πολιτική και των αντιστοίχων που προσπαθούν να ανακουφιστούν από τις κυρώσεις, γεγονός που φαίνεται και από τις συνεχείς εκκλήσεις τους για χαλάρωση των μέτρων, όπως η Ιταλία, η Ελλάδα, η Ουγγαρία, η Σλοβακία και η Κύπρος.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ωστόσο, θα συνεχίσουν να πιέζουν τα μέλη της ΕΕ να συνεχίσουν τις κυρώσεις, έως ότου η Ρωσία έχει λάβει περισσότερα βήματα προς την εφαρμογή των συμφωνιών του Μινσκ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα προσπαθήσουν, επίσης, να χρησιμοποιήσουν τις ενέργειες της Ρωσίας στη Συρία για να διατηρήσουν την ευρωπαϊκή δέσμευση για τις κυρώσεις, προς το παρόν.
Η Γερμανία, η οποία είναι πρόθυμη για τη διατήρηση των σχέσεων ηρεμίας με τη Ρωσία, θα είναι το κλειδί στην καθοδήγηση της συζήτησης της Ε.Ε. για το αν οι κυρώσεις θα πρέπει να αρθούν ή να επεκταθούν εν μέρει. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι οι ΗΠΑ έχουν στοχοποιήσει το Βερολίνο με κυρώσεις ακόμα και προς την Deutsche Bank, σε μία κίνηση υπενθύμισης των συνεπειών χάραξης ανεξάρτητης πολιτικής.
Οι οικονομικοί πονοκέφαλοι του Πούτιν
Εν τω μεταξύ, η Ρωσία θα έχει διάφορες εσωτερικές κρίσεις να αντιμετωπίσει στο άμεσο μέλλον. Η ρωσική κυβέρνηση σύντομα θα ανακοινώσει την ολοκλήρωση του προϋπολογισμού του τρέχοντος έτους, και μέχρι τα τέλη του 2016, θα πρέπει να καταλήξει σε έναν προϋπολογισμό για το 2017. Οι συζητήσεις επί του προϋπολογισμού θα φέρουν άκρως αμφίρροπες αντιπαραθέσεις μέσα και πέρα από το Κρεμλίνο, εμπνέοντας διαφωνίες που θα συνθέτουν οι αγώνες μεταξύ των ρωσικών υπηρεσιών ασφαλείας, μεγάλων επιχειρήσεων, της επιχειρηματικής ελίτ και του προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, ότι τη στιγμή που ο ίδιος ο Ρώσος Πρόεδρος δεσμεύεται για πάγωμα της παραγωγής πετρελαίου, οι ηγέτες ακόμα και των κρατικών επιχειρήσεων εξόρυξης τον αμφισβητούν ανοιχτά με δηλώσεις ανυπακοής.
Σταδιακή κρατική αναδιάρθρωση
Με τις βουλευτικές εκλογές να αργούν, ο Πούτιν είναι πιθανό να αρχίσει ενός μεγάλου βαθμού αναδιάρθρωση της ρωσικής κυβέρνησης, η οποία θα εξασφαλίσει την εξουσία του έως τις προεδρικές εκλογές του 2018. Δεν είναι τυχαίο ότι πρόσφατα άλλαξε ο επικεφαλής της Υπηρεσίας Πληροφοριών Εξωτερικού (SVR), θέση την οποία κατέλαβε ο Πρόεδρος της ρωσικής Δούμας, ο οποίος αντικαταστάθηκε από το σύμβουλο του Ρώσου Προέδρου και αναπληρωτή επιτελάρχη της Προεδρικής Διοίκησης, Vyacheslav Volodin.
Οι αλλαγές στο δυναμικό του Κρεμλίνου σχετίζονται με μία μεγάλης κλίμακας επανεκκίνηση στην Προεδρική Διοίκηση και ερμηνεύονται ως σαφής αναβάθμιση του Κοινοβουλίου, σε ένα πραγματικό κέντρο λήψης πολιτικών αποφάσεων. Με αυτόν τον τρόπο ο Πούτιν χτίζει την επόμενη ημέρα για τον έλεγχο της χώρας του, τοποθετώντας ανθρώπους του σε θέσεις κλειδιά. Σε αυτό το πλαίσιο ίσως, θα πρέπει να αναμένουμε και τη συγχώνευση των SVR και FSB, ακολουθώντας το παράδειγμα της σοβιετικής KGB, με αφορμή μάλιστα και την έντονη φημολογία για δημιουργία Υπουργείου Κρατικής Ασφάλειας.
Η οικονομική ύφεση φέρνει λαϊκή δυσαρέσκεια
Αν και η οικονομία της χώρας έχει δείξει μέτρια σημάδια ανάκαμψης, η κυβέρνηση εξακολουθεί να έχει ένα έλλειμμα 36 δισεκατομμυρίων $ για να αναπληρώσει πριν από το τέλος του έτους ή αλλιώς θα υπερβεί σίγουρα το όριο του δημοσιονομικού ελλείμματος 3,5 τοις εκατό.
Το Κρεμλίνο έχει επιλογές για την πλήρωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού του, αλλά η κάθε μία έχει τα μειονεκτήματά του. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να απορροφήσει $32 δισεκατομμύρια από το Αποθεματικό Ταμείο από τα $72 δις του Ρωσικού Εθνικού Ταμείου Πλούτου, αλλά αυτό θα αφήσει ένα μικρό μαξιλάρι στην κυβέρνηση για το επόμενο έτος. Επιπλέον, δεδομένου ότι το Ταμείο Εθνικής Περιουσίας έχει ως στόχο να στηρίξει τις συντάξεις, αντλώντας κεφάλαια από αυτό για την κάλυψη δαπανών άσχετων προς το σκοπό του θα μπορούσε να τονώσει τις εσωτερικές διαμαρτυρίες.
Η περίπτωση ιδιωτικοποίησης δύο εκ των μεγαλύτερων πετρελαϊκών εταιρειών της Ρωσίας, Rosneft και Bashneft, θα αντλούσε περίπου τα μισά από τα κεφάλαια που χρειάζεται η κυβέρνηση για να καλύψει το ανωτέρω έλλειμμα. Το Κρεμλίνο θα έχει πολλά να πραγματοποιήσει σε αυτόν τον τομέα μέχρι το τέλος του έτους, με την πολιτική μάχη για την πώληση των εταιρειών να υποκινείται από και ανάμεσα στις ελίτ της Ρωσίας. Σε αντίθετη περίπτωση, η κυβέρνηση θα μπορούσε να μειώσει τις δαπάνες και πάλι – ιδιαίτερα στους προϋπολογισμούς για στρατιωτικές υπηρεσίες και υπηρεσίες ασφαλείας – αλλά αυτό, επίσης, θα μπορούσε να προκαλέσει μια πολιτική θύελλα.
Καθώς το Κρεμλίνο θα αναλίσκεται σε συζητήσεις επί του προϋπολογισμού του, ο ρωσικός λαός θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει τις επιπτώσεις της ύφεσης. Ήδη, ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού έχει αντέξει τις περικοπές μισθών και τις απολύσεις, και πολλοί Ρώσοι αναμένουν την οικονομική τους κατάσταση να επιδεινωθεί το επόμενο έτος, παρά τις ελαφρές βελτιώσεις στην οικονομία. Ως αποτέλεσμα, οι διαμαρτυρίες θα συνεχιστούν σε όλη τη χώρα στο προσεχές διάστημα, αλλά το Κρεμλίνο θα χρησιμοποιήσει νέους νόμους κατά της τρομοκρατίας και της Εθνικής Φρουράς να πατάξει τις διαδηλώσεις και να αποτρέψει τους διαδηλωτές από τη διαμόρφωση ενός οργανωμένου κινήματος.
Τα οικονομικά προβλήματα κατευθύνουν και την εξωτερική πολιτική
Λόγω των ανωτέρω η Ρωσία θα επιχειρήσει να προχωρήσει στην ιδιωτικοποίηση της Rosneft, φλερτάροντας με Κινέζους, Ιάπωνες και ινδικές επιχειρήσεις για τη συναλλαγή $11,4 δισεκατομμυρίων. Ο Πούτιν θα ηγηθεί επίσης στην Ιαπωνία το Δεκέμβριο για μια σύνοδο κορυφής με τον πρωθυπουργό Σίνζο Άμπε. Αν και οι δύο ηγέτες ενδιαφέρονται για την αύξηση του εμπορίου και των δεσμών μεταξύ των χωρών τους, ο Πούτιν δεν είναι ακόμη έτοιμος να προτείνει μία πλήρης συνθήκη ειρήνης, συμπεριλαμβανομένου ενός σχεδίου για τα επίμαχα νησιά Kuril, λαμβάνοντας υπόψη την τρέχουσα εθνικιστική κίνηση της Ρωσίας να διατηρήσει την εδαφική ακεραιότητα.
Οι συνέπειες από το μαλακό υπογάστριο της Ρωσίας
Ακριβώς όπως η Ρωσία θα αντιμετωπίσει σημαντικές οικονομικές και πολιτικές προκλήσεις κατά το προσεχές διάστημα, το ίδιο θα ισχύσει σε διάφορες άλλες χώρες στον πρώην Σοβιετικό χώρο. Η Κεντρική Ασία, ειδικότερα, θα καταπιαστεί με πολλά προβλήματα, μεταξύ των οποίων η πολιτική αστάθεια, η κοινωνική αναταραχή και οι αντιπαλότητες.
Το Ουζμπεκιστάν βρίσκεται εν μέσω της πρώτης πολιτικής διαδοχής του ως ανεξάρτητο κράτος, μετά το θάνατο του επί μακρόν ηγέτη του Ισλάμ Καρίμοφ, τον Σεπτέμβριο. Στη χώρα θα διεξαχθούν προεδρικές εκλογές στις 4 Δεκεμβρίου, μετά τις οποίες ο τελών χρέη αρχηγού του κράτους, Shavkat Mirziyoyev, θα εγκατασταθεί επίσημα στον προεδρικό θώκο του Ουζμπεκιστάν.
Από την άποψη της εξωτερικής πολιτικής, Mirziyoyev είναι πιθανό να συνεχίσει την πολιτική απομονωτισμού του Καρίμοφ, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Στο εσωτερικό της χώρας, ο νέος πρόεδρος θα αντιμετωπίσει την πρόκληση της εξισορρόπησης των συμφερόντων των ανταγωνιστικών φυλών του Ουζμπεκιστάν και της πρόληψης διαμαρτυριών και αντιπαραθέσεων σε μια εποχή μετάβασης. Η ουδετερότητα της χώρας αποτελεί το ελάχιστο απαιτούμενο για τη Ρωσία, εφόσον η ίδια δε θα μπορεί να επηρεάσει τις εκεί εξελίξεις, ενώ αποτελεί ιδιαίτερης σημασίας η επιβολή της τάξης και η αντιμετώπιση του ισλαμικού εξτρεμισμού. Σε αντίθετη περίπτωση θα γεννηθούν σημαντικά προβλήματα από την αποσταθεροποίηση της χώρας.
Εν τω μεταξύ, το Καζακστάν θα βιώσει τα κύματα από τον πολιτικό ανασχηματισμό που πραγματοποιείται, καθιστώντας τη χώρα ευάλωτη σε διαμαρτυρίες και αντιμαχίες. Η κυβέρνηση θα επικεντρωθεί στην σύσφιξη των μέτρων ασφαλείας, ώστε να καταρτίσει το σχέδιο διαδοχής της μακροχρόνιας θητείας του Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγιεφ, ο οποίος, όπως ο Καρίμοφ, ήταν στην εξουσία από την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης. Παρά τις πολιτικές ανησυχίες και τους φόβους για την ασφάλεια, το Καζακστάν κατά πάσα πιθανότητα θα δει μία εν μέρει οικονομική ανακούφιση, όταν το πολυαναμενόμενο πετρελαϊκό project Kashagan ολοκληρωθεί. Αν και το υπέρογκα ακριβό έργο δεν θα αποπληρώσει μεσοπρόθεσμα για τουλάχιστον μια δεκαετία, ωστόσο θα δημιουργήσει έσοδα από τους φόρους και τα τέλη διέλευσης. Η σταθερότητα και η οικονομική ανάπτυξη του Καζακστάν προσφέρει έναν σημαντικό σύμμαχο για τη Ρωσία, η οποία βλέπει τη γείτονα χώρα ως ένα επιπλέον μέσο προσέγγισης του Ιράν, αλλά και της προώθησης της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης.
Βραχυπρόθεσμα, διαδηλώσεις ή επιθέσεις ανταρτών θα μπορούσαν να λάβουν χώρα στην Κιργιζία και το Τατζικιστάν. Για να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι ασφάλειας στην περιοχή και οι πιθανές δευτερογενείς επιπτώσεις από το βόρειο Αφγανιστάν, η Ρωσία, η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συνεχίσουν να ασκούν την κοινή -και, κατά καιρούς, ανταγωνιστική- συνεργασία για την ασφάλεια και τις προσπάθειες κατάρτισης αντιτρομοκρατικού σχεδίου σε όλη την Κεντρική Ασία.
Η ισορροπία της ρωσικής διπλωματίας μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν
Αλλά η πολιτική αστάθεια δεν περιορίζεται στη Ρωσία και την Κεντρική Ασία. Κατά τον ίδιο τρόπο ο ανασχηματισμός της Αρμενίας θα εξαναγκάσει τη χώρα να υπομείνει επίσης διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης. Ταυτόχρονα, αψιμαχίες μεταξύ της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν θα συνεχιστούν στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, αν και είναι απίθανο να δούμε βραχυπρόθεσμα άλλη σημαντική κλιμάκωση της βίας. Η Ρωσία θα συνεχίσει να μεσολαβεί μέσω πολιτικών διαπραγματεύσεων μεταξύ Ερεβάν και Μπακού, αλλά η οικονομική και πολιτική κρίση της Αρμενίας θα εμποδίσει οποιαδήποτε σημαντική πρόοδο προς αυτή την κατεύθυνση για τη διευθέτηση της διαφιλονικούμενης περιοχής, γεγονός που διατηρεί το πρόβλημα ασφαλείας για τη Μόσχα.
Η Ανατολική Ευρώπη
Στην Ανατολική Ευρώπη, επίσης, η πολιτική ένταση θα αυξηθεί στο προσεχές διάστημα. Η πολιτική αντιπαλότητα για τις μεταρρυθμίσεις θα διαιρέσει την ουκρανική κυβέρνηση, και δεν μπορεί να αποκλειστεί ο ανασχηματισμός του Υπουργικού Συμβουλίου. Στις 30 Οκτωβρίου, η Μολδαβία θα πραγματοποιούσε τις πρώτες άμεσες προεδρικές εκλογές μετά από 20 χρόνια, μία διαδικασία που και μετά την ολοκλήρωσή της θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως σημείο ανάφλεξης μεταξύ φιλο-ρωσικών και φιλοδυτικών δυνάμεων στη χώρα. Δεν έχει σημασία ποιος θα κερδίσει στην εν λόγω εκστρατεία, αφού διαδηλώσεις αναμένεται να εκραγούν, ενδεχομένως βυθίζοντας τη Μολδαβία πίσω στην πολιτική κρίση.
Υπό αυτό το πρίσμα η Ρωσία έχει να αντιμετωπίσει ένα αχανές τοπίο προβλημάτων, όσο αχανή είναι και τα σύνορά της. Το γεγονός αυτό δεν αποτελεί μία πρωτόγνωρη κατάσταση για μία χώρα που ανέκαθεν είχε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της συγκεντρωτικής διοίκησης σε συνδυασμό με την τεράστια επικράτειά της. Ωστόσο αποτελεί μία Κερκόπορτα για την αμερικανική πολιτική και τους γεωπολιτικούς αντιπάλους της Μόσχας, ώστε να επιδεινώσουν την κατάσταση για το Κρεμλίνο. Η οικονομική κρίση του καπιταλισμού και η απόφαση της Ρωσίας να ακολουθήσει το συγκεκριμένο οικονομικό μοντέλο αποτελεί έναν καταλύτη που δεν υπήρχε στο παρελθόν. Το ζητούμενο πλέον είναι κατά πόσο η σκακιστική διπλωματία της Μόσχας θα μπορέσει να αντιμετωπίσει την περιπλοκότητα της διαμορφούμενης γεωπολιτικής κατάστασης και κατά πόσο τα σφάλματα σε αυτή θα καλυφτούν από έτερα σφάλματα της Δύσης ώστε να παραμείνουν σταθεροί οι συσχετισμοί ισορροπιών.
geopolitics.com.gr
geopolitics.com.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου