Ο μεγαλύτερος συστημικός κίνδυνος προέρχεται από την τράπεζα - κολόνα της Ευρώπης
Μπορεί η Deutsche Bank να εξασφάλισε μια μικρή αναβολή από την καταιγίδα που ξέσπασε και που θα μπορούσε να την καταπιεί, όμως ήδη αποκαλύφθηκε πόσο εύθραυστο παραμένει το ευρωπαϊκό τραπεζικό οικοδόμημα.
Εν μέσω της τρικυμίας ο Τζον Κρίαν, διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bank, ταξίδεψε στις ΗΠΑ την περασμένη εβδομάδα για να βρεθεί ο τρόπος ενός συμβιβασμού με το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, που αξιώνει 14 δισ. δολάρια, έπειτα από διερεύνηση για καταχρηστικές πωλήσεις τίτλων ενυπόθηκων δανείων.
Πράγματι, φάνηκε ότι ένας συμβιβασμός είναι πιθανός. Η είδηση ότι η τράπεζα ήταν κοντά σε συμφωνία για να καταβάλει τελικά 5,4 δισ. δολάρια, πολύ λιγότερα από τα 14 δισ., εκτίναξε τη μετοχή της, η οποία, την περασμένη – «μαύρη» – Παρασκευή είχε πέσει στο χαμηλότερο σημείο της από το 1983.
Όμως, αν και οι φόβοι για κατάρρευση του γερμανικού κολοσσού μπορούν να θεωρηθούν ακόμα και υπερβολικοί, η περασμένη εβδομάδα αποκάλυψε ρωγμές και αδυναμίες στο τραπεζικό οικοδόμημα της Ευρώπης. Αναλυτής της JP Morgan «διέγνωσε» ότι «η καρδιά των προβλημάτων της Deutsche Bank είναι η αδυναμία της να δημιουργήσει κεφάλαια». Να γεννήσει νέο χρήμα δηλαδή.
Στον τραπεζικό τομέα, η εμπιστοσύνη είναι η βάση των πάντων. Έτσι, δεν ήταν έκπληξη όταν επενδυτές και hedge funds άρχισαν να αποσύρουν κεφάλαια από την Deutsche Bank, προκαλώντας πανικό στις «αγορές» και κλίμα διεθνούς ανασφάλειας, αφού ένα ενδεχόμενο κραχ στον πυλώνα του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος θα δημιουργούσε μεγαλύτερο ντόμινο από τη Lehman Brothers το 2008.
Στην πραγματικότητα, τώρα έρχονται οι λογαριασμοί για τις παράτολμες κινήσεις τής προ κρίσης εποχής: Τα 14 δισ. που ζητά το υπ. Δικαιοσύνης των ΗΠΑ σχετίζονται με κινήσεις της Deutsche Bank την περίοδο 2005-2007.
Δεν πληρώνει
Σε παρεμφερείς περιπτώσεις, αμερικανικές τράπεζες έφτασαν σε συμβιβασμό με το αμερικανικό υπ. Δικαιοσύνης για καταβολή ποσών μεταξύ 3,2 δισ. δολαρίων (περίπτωση Morgan Stanley) και 16,7 δισ. (Bank of America). Η Citigroup, που κατέληξε σε συμβιβαστικό ντιλ με τις αμερικανικές αρχές το 2014, μείωσε το ποσό που θα επιβαρυνόταν από 12 δισ. δολάρια στα 7.
Η Deutsche Bank επιμένει ότι δεν πρόκειται να πληρώσει το ποσό που της ζητά το αμερικανικό υπ. Δικαιοσύνης. Ακόμα κι έτσι, η τράπεζα θα επιβαρυνθεί με ένα υψηλό πρόστιμο. Ήδη το 2015 έχασε 6,8 δισ. ευρώ. Ο Τζον Κρίαν, μάλιστα, ενημέρωσε τους μετόχους της τράπεζας να μην περιμένουν κέρδη για το 2016, μεγάλο πλήγμα για το πρεστίζ της Deutsche Bank.
Ο τραπεζικός κολοσσός προσανατολίζεται να ξεφορτωθεί το μερίδιό του στην κινεζική τράπεζα Hua Xia αλλά και να πουλήσει την Postbank. Ήδη η Deutsche Bank έχει «βάλει στην άκρη» 5,5 δισ. ευρώ για δικαστικά έξοδα, υπολογίζοντας ότι το ποσό αυτό καλύπτει και την αξίωση του αμερικανικού υπ. Δικαιοσύνης, όπως και τα πιθανά κόστη των ερευνών που διεξάγονται από βρετανικές και αμερικανικές αρχές για το αν τελικά οι χαλαροί έλεγχοι στην Deutsche Bank επέτρεψαν σε διαφόρους να φυγαδεύσουν κεφάλαια από τη Ρωσία μέσω μεθόδων ξεπλύματος. Όμως κάθε ευρώ παραπάνω σε ποινές που ενδεχομένως καταλήξει να πληρώσει η τράπεζα θα επιβαρύνει τις προβλέψεις της.
Στο στόχαστρο
Αναλυτές έχουν υπολογίσει ότι η καμπάνα μπορεί να είναι από 3 δισ. δολάρια ώς και άνω των 6 δισ. Αυτή η αβεβαιότητα για το ποιο ακριβώς ποσό θα πληρώσει τελικώς η Deutsche Bank δημιουργεί επιπλέον αναταράξεις και μεγάλη ανασφάλεια στις αγορές.
Η Deutsche Bank δεν είναι η μόνη ευρωπαϊκή τράπεζα που βρίσκεται στο στόχαστρο των αμερικανικών αρχών. Είναι και οι Barclays, HSBC, Credit Suisse, UBS και Royal Bank of Scotland (RBS). Μόλις, μάλιστα, μαθεύτηκε η είδηση για την απαίτηση ύψους 14 δισ. δολάρια από την Deutsche Bank, οι μετοχές της RBS και της Credit Suisse έπεσαν αστραπιαία κατά 4%. Η Credit Suisse έχει ξοδέψει 1,6 δισ. δολάρια για δικαστικές δαπάνες, ενώ η RBS έχει ήδη βάλει στην άκρη 7,5 δισ. λίρες για πιθανά έξοδα - πρόστιμα.
Τελευταία, εξάλλου, συζητείται ότι η Deutsche Bank ίσως συγχωνευτεί με την Commerzbank, κάτι που θα ενίσχυε το παγκόσμιο εκτόπισμα του γερμανικού ομίλου. Όμως ο διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bank είπε στο προσωπικό να μην ασχολείται με υποτιθέμενες συγχωνεύσεις. Ίσως, άλλωστε, μια λύση για την επιβίωση της τράπεζας να είναι η μερική συρρίκνωσή της κι όχι η περαιτέρω γιγάντωσή της.
Ο ακήρυχτος πόλεμος
Η αμερικανική απαίτηση όχι μόνο ταρακούνησε τη μεγαλύτερη τράπεζα της Γερμανίας και ανανέωσε τους φόβους για ολόκληρο τον κλάδο, αλλά ξεκίνησε τη συζήτηση για ένα bail-out του Βερολίνου, πράγμα που η Άνγκελα Μέρκελ δεν μπορεί να «σηκώσει» πολιτικά.
Μία εβδομάδα αφότου έσκασε η βόμβα των 14 δισ. δολαρίων, το Βερολίνο, παρά τους φόβους ότι μια τόσο τεράστια ποινή μπορεί να επιφέρει σημαντικό πλήγμα στην οικονομική δύναμη της Deutsche Bank, απέκλεισε το ενδεχόμενο να διασώσει την τράπεζα. Όμως, παρά τις σφοδρές αρνήσεις από την τράπεζα αλλά και τη γερμανική κυβέρνηση περί παρέμβασης, εικάζεται ευρέως ότι η Deutsche Bank ίσως χρειαστεί κρατική διάσωση.
Η Deutsche Bank είναι ο μεγαλύτερος παίκτης στην οικονομία της Ευρώπης και ζωτικής σημασίας γρανάζι στην παγκόσμια αγορά. Τα τελευταία 30 χρόνια προσπάθησε να σπάσει την παντοκρατορία των ΗΠΑ στον τραπεζικό επενδυτικό τομέα. Στον αγώνα της με τους ανταγωνιστές της στη Wall Street, έγινε μεγάλη κι εξαιρετικά «διασυνδεδεμένη», με αποτέλεσμα τα νέα να προκαλούν τρόμο στις αγορές σε όλο τον κόσμο.
Ίσως σ’ αυτό ακριβώς το παζλ να «χωράει» και ο ακήρυχτος πόλεμος ΗΠΑ - Γερμανίας, αφού οι πυλώνες της γερμανικής επιχειρηματικότητας (Volkswagen, Siemens) ήδη έχουν βρεθεί στο αμερικανικό στόχαστρο τα τελευταία χρόνια.
Για την καγκελάριο Μέρκελ, της οποίας η δημοτικότητα έχει πάρει την κατιούσα λόγω της ανοιχτής πολιτικής της στο προσφυγικό, μια διάσωση (bail-out) της Deutsche Bank θα ήταν πολιτικό δηλητήριο:
* Το να επιβαρυνθούν οι φορολογούμενοι για τους μπελάδες της τράπεζας θα προκαλούσε σοβαρή πολιτική ζημιά στη Μέρκελ εν όψει των εκλογών το 2017.
* Στο εξωτερικό, θα υπήρχε κύμα δυσαρέσκειας για δυο μέτρα και σταθμά, αφού η Γερμανία είναι αυτή που έχει επιβάλει για τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες τη «συνταγή» ότι οι μέτοχοι θα πρέπει να επιβαρύνονται πρώτοι τις απώλειες, προτού παρέμβουν οι κυβερνήσεις.
Υψηλά ιστάμενοι της τράπεζας ελπίζουν ότι τελικά θα αντιμετωπιστεί όπως η Goldman Sachs, από την οποία αρχικά το αμερικανικό υπ. Δικαιοσύνης απαίτησε 15 δισ. δολάρια πριν συμβιβαστούν στο 1/3.
Όμως η Goldman Sachs είχε κάνει τις διαπραγματεύσεις της με μυστικότητα. Στην περίπτωση της γερμανικής τράπεζας, η απαίτηση της αμερικανικής αρχής δημοσιοποιήθηκε μόλις κάποιες εβδομάδες πριν από τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, πράγμα που ίσως κάνει δυσκολότερη τη διαπραγμάτευση για μείωση του ποσού.
Οι εναλλακτικές
Ακόμη κι αν η Deutsche Bank δεν καταφέρει να πείσει τους Αμερικανούς να μειώσουν το ποσό, έχει επιλογές. Σημαντικότατη λεπτομέρεια αποτελεί το γεγονός ότι τα 14 δισ. δολάρια είναι μια αξίωση διακανονισμού και όχι πρόστιμο. Που σημαίνει ότι η τράπεζα θα πληρώσει μόνο αν συμφωνήσει.
Η επιμονή του διευθύνοντος συμβούλου της τράπεζας ότι μια κρατική διάσωση αποκλείεται υποδηλώνει ότι η Deutsche Bank θα προτιμήσει να καταφύγει μάλλον στο δικαστήριο παρά να συμφωνήσει να πληρώσει ένα ποσό που θα την ανάγκαζε να αναζητήσει επιπλέον κεφάλαια από επενδυτές ή από το γερμανικό κράτος.
Ενδεχομένως η τράπεζα να πληρώσει τον λογαριασμό πουλώντας κομμάτια των επιχειρήσεών της. Την προηγούμενη εβδομάδα συμφώνησε να δώσει την ασφαλιστική Abbey Life Insurance αντί 1,09 δισ. ευρώ. Προσπαθεί να πουλήσει την Postbank, που άρχισε να αποκτά σταδιακά από το 2008.
Επενδυτές της Deutsche Bank προτείνουν ακόμη και πώληση κομματιών του ευρωπαϊκού retail δικτύου.
Πάντως αυτές οι κινήσεις δεν είναι εύκολο να γίνουν γρήγορα και θα μείωναν τα έσοδα της τράπεζας. Προς αποφυγή τέτοιας ζημιάς, ίσως προσπαθήσει να αυξήσει κεφάλαια. Το θέμα, όμως, είναι ποιος θα αγόραζε μετοχές της Deutsche Bank σε αυτές τις τιμές και συνθήκες.
Το δίλημμα της Μέρκελ
Αν ούτε οι πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων ούτε η αύξηση κεφαλαίου καταφέρουν να εξασφαλίσουν στην Deutsche Bank το μετρητό που χρειάζεται για τα δικαστικά της προβλήματα – εκκρεμεί και η έρευνα για τις ρωσικές μπίζνες της τράπεζας –, τότε η γερμανική κυβέρνηση θα βρεθεί αντιμέτωπη με την επιλογή είτε του bail-in (πληρώνουν οι πιστωτές της τράπεζας) είτε του bail-out (κρατική διάσωση).
Αθόρυβα εκτιμάται ότι, αν το πράγμα φτάσει εκεί, η γερμανική κυβέρνηση θα συνεισφέρει επειδή η Deutsche Bank είναι η μόνη «παγκόσμια» τράπεζα που διαθέτει η Γερμανία. Η κυβέρνηση τελικώς θα παρέμβει, όμως πολλά θα προηγηθούν μέχρι την έσχατη λύση.
Δημοσίως, οι Γερμανοί αξιωματούχοι περιορίζονται στο να επισημαίνουν ότι κάθε τράπεζα που χρειάζεται οικονομική διάσωση πρέπει να ακολουθήσει τις ευρωπαϊκές διαδικασίες, τις οποίες η Γερμανία πάσχισε διά ροπάλου να θεσπιστούν, μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008.
Πίσω από κλειστές πόρτες, όμως, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι αναγνωρίζουν ότι, σε περίπτωση ανάγκης, μπορεί να βρεθεί παραθυράκι στους ευρωπαϊκούς κανόνες να διοχετευτούν κρατικά κεφάλαια για να στηριχθεί μια τράπεζα, φτάνει να γίνει ευθυγραμμισμένα με τις συνθήκες της αγοράς. Κάτι τέτοιο, όμως, θα έσπαγε ουσιαστικά τους κανόνες που η ίδια η Γερμανία έχει επιβάλει.
Αν η κατάσταση φτάσει στα άκρα, η Deutsche Bank θα μπορούσε να στραφεί στην ΕΚΤ. Ένα bail-in θα ενείχε το ρίσκο επιπτώσεων στον εύθραυστο οικονομικό τομέα της ευρωζώνης. Η γερμανική κυβέρνηση, ύστερα και από όσα απαίτησε από τη Ρώμη να κάνει με τις ετοιμόρροπες ιταλικές τράπεζες, επιμένει ότι δεν θα υπάρξει bail-out από τους φορολογούμενους.
Πάντως, η όλη υπόθεση βγάζει στην επιφάνεια ερωτήματα για το επιχειρηματικό μοντέλο των τραπεζών όχι μόνο της Γερμανίας, αλλά όλης της Ευρώπης. Ο Μάριο Ντράγκι, άλλωστε, προειδοποίησε ότι ο τραπεζικός τομέας έχει γίνει υπερβολικά μεγάλος σχετικά με τις ανάγκες της ευρωπαϊκής οικονομίας, ενώ μαίνεται και ο πόλεμος των επιτοκίων μεταξύ Γερμανίας - Ντράγκι, με τον τελευταίο να μην υποκύπτει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου