Παναγιώτης Μπαλακτάρης
Ως γνωστόν, η αιματηρή – εμφύλια λεγομένη – σύγκρουση στη Συρία και το Ιράκ είναι μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου αναδιαμόρφωσης της Μέσης Ανατολής. Είναι επίσης
γνωστό, ότι η Μέση Ανατολή είναι μία από τις περιοχές του πλανήτη, όπου ασκείται τεράστια πίεση πάντοτε και συγχρόνως από τους διεθνείς δρώντες, κράτη, κρατικές οντότητες και οργανώσεις.
Ευρισκόμενοι στα τέλη Οκτωβρίου 2016 και με το σταυρόλεξο ισχύος στην «μπαρουταποθήκη του κόσμου» να έχει γίνει ακόμη πιο δυσεπίλυτο, όλοι οι παγκόσμιοι «παίχτες» συμμετέχουν στην ισορροπία του τρόμου. ΗΠΑ και Ρωσική Ομοσπονδία αναβιώνουν στιγμές του Ψυχρού Πολέμου, όχι τον Ψυχρό Πόλεμο. Η Τουρκία έχοντας χάσει την ευκαιρία του 2014, οπότε και ο Πρόεδρος Ομπάμα θα έδινε πολλά σε περίπτωση ανάληψης δράσης από μέρους της, τρέχει να προφτάσει τις εξελίξεις. Οι δύο προαιώνιοι εχθροί στον χώρο, Ιράν και Σαουδική Αραβία, μάχονται σε Συρία, Ιράκ και Υεμένη να ανατρέψουν τις καταστάσεις υπέρ τους και να εκμεταλλευτούν ο ένας τα λάθη και τις ήττες του άλλου.
Από την άλλη, Συρία και Ιράκ έχοντας στο πλευρό τους διαφορετικούς συμμάχους πολεμούν μεταξύ άλλων για να καθαρίσουν τα εδάφη τους από το λεγόμενο Ισλαμικό Κράτος. Το τελευταίο βρίσκεται σε κάμψη. Από στρατιωτικής, εδαφικής, οικονομικής και διαφημιστικής άποψης είναι ίσως στο χειρότερο σημείο από την ίδρυσή του και η πιθανότητα εγκαθίδρυσης του παγκόσμιου «Χαλιφάτου» οσημέραι απομακρύνεται.
Σε αυτό το πολεμικό χάος εκάστη δύναμη προσπαθεί να επιφέρει πλήγματα στους γεωπολιτικούς ανταγωνιστές της, κερδίζοντας κυριολεκτικά έδαφος και αποκτώντας δορυφόρους, οι οποίοι θα δίνουν τις δικές της μάχες. Αυτό, δηλαδή, που ονομάζεται «πόλεμος δι’ αντιπροσώπων».
Μία από αυτές τις δυνάμεις είναι το σιιτικό Ιράν, το οποίο εξέρχεται από έναν επώδυνο οικονομικό αποκλεισμό που είχε επιβληθεί από τις ΗΠΑ, εξαιτίας του πυρηνικού του προγράμματος. Αντίπαλο των σουννιτικών κάστρων, Σαουδικής Αραβίας, Τουρκίας και των κρατών του Κόλπου, έχει αποκτήσει νέο περιφερειακό ρόλο με αναπτερωμένη εθνική και θρησκευτική αυτοπεποίθηση. Θα μπορούσαμε να πούμε, ότι το σιιτικό αυτό προπύργιο είναι σε ανοδική πορεία, την ίδια ώρα που στους αντιπάλους του έχει χρεωθεί η εγκληματική έξαρση του ουαχαμπιτισμού, ακραίας αίρεσης του σουννιτικού Ισλάμ.
Μία άλλη από τις εμπλεκόμενες δυνάμεις είναι η ασθμαίνουσα, σουννιτική κατά κύριο λόγο, Τουρκία. Όταν το θέρος του 2014 προσκλήθηκε να εισέλθει στον πόλεμο αρνήθηκε. Αυτό είχε ως συνέπεια, οι εξελίξεις να διαμορφωθούν εν τη απουσία της και ακόμη χειρότερα για αυτήν, να αναβαθμισθούν οι κουρδικές δυνάμεις, οι οποίες επιδεικνύουν στα πεδία των μαχών ιδιαίτερη ικανότητα.
Αυτό που ξεκίνησε ως «Αραβική Άνοιξη», έχει καταλήξει να είναι πόλεμος μεγάλων δυνάμεων, θρησκειών, μορφών του Ισλάμ, φυλών και φατριών. Το πολυεπίπεδο της σύγκρουσης εξηγεί και το δυσχερές της επίλυσης. Έτσι, μέσα στη φωτιά της σύρραξης, οι σουννίτες ανταγωνίζονται τους σιίτες και το αντίστροφο. Το Ιράν προωθεί το σενάριο ένωσης των κουρδικών καντονιών στη Βόρεια Συρία, σε συνδυασμό με τη φιλική του κυβέρνηση στο Ιράκ, προκειμένου να αποκτήσει έξοδο στη Μεσόγειο Θάλασσα. Η Τουρκία τρέμει ένα τέτοιο ενδεχόμενο, διότι η ολοκλήρωση του σχεδιασμού της οριζόντιας φιλοσιιτικής λωρίδας στα νότιά της θα σημαίνει την ολοκληρωτική αποκοπή της από τον σουννιτικό κόσμο. Περίπτωση που αποτελεί εφιάλτη για την Άγκυρα, λόγω της κατ’ ουσίαν θρησκευτικής και γεωπολιτικής της «παράλυσης».
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η ανάληψη στρατιωτικής δράσης εκ μέρους των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων. Στην αρχή με την «Ασπίδα του Ευφράτη» και τώρα με την προπαρασκευή δεύτερης πολεμικής παρέμβασης. Απειλεί για επίθεση στην απελευθερωθείσα από το YPG Μένμπετζ, βομβαρδίζει κουρδικούς πληθυσμούς στο καντόνι του Αφρίν, επιμένει για συμμετοχή στην επιχείρηση ανακατάληψης της Μοσούλης και ταυτοχρόνως, εκκαθαρίζει τους Κούρδους βιολογικά και πολιτικά στις νότιες επαρχίες της. Κατά την κρίση των τουρκικών Αρχών, αυτές οι ενέργειες είτε θα αποτρέψουν την υλοποίηση του «κουρδικού διαδρόμου», είτε θα εξαλείψουν τους επικίνδυνους για τον τουρκικό εθνικισμό κουρδικούς πληθυσμούς στα νοτιοανατολικά της, σύμφωνα με την τακτική της «καμένης γης», ακόμη και αν η Ροζάβα λάβει κρατικά χαρακτηριστικά, είτε και τα δύο! Κατά τη δική μας εκτίμηση, οι ανωτέρω χειρισμοί της Τουρκίας θα έχουν τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα, μειώνοντας την ισχύ της και καθιστώντας την αιχμάλωτη και εν τέλει θύμα των επιλογών της.
Αφότου η Τουρκία εισέβαλε παράνομα στο έδαφος της βόρειας Συρίας και παρέλαβε από το ΙΚ κάμποσα χωριά, έχει επιβραδύνει την κίνησή της, διότι αυτό απαιτεί ο βάλτος, στον οποίον βυθίσθηκε. Ήδη, προαλείφεται για να διαπράξει κι άλλο μεγάλο λάθος. Να εισβάλει στο βόρειο Ιράκ και ειδικότερα δυτικά της Μοσούλης. 55 χιλιόμετρα δυτικά της υπό πολιορκία Μοσούλης κείται το Ταλ Αφάρ, για την κατάληψη του οποίου η Τουρκία κάνει σχέδια. Εκεί υπάρχουν περίπου 100.000 Τουρκομάνοι, η προστασία των οποίων λειτουργεί σαν άλλοθι για την επιθετική τακτική της Άγκυρας. Σε ανώτατο επίπεδο, δια στόματος του Προέδρου Ερντογάν, η Άγκυρα έχει προειδοποιήσει για επίθεση στην περιοχή του Σιντζάρ που την νέμονται Κούρδοι και είναι όμορη του Ταλ Αφάρ. Επιπλέον, πληθαίνουν τα δημοσιεύματα στις φιλοπροεδρικές τουρκικές εφημερίδες που καλούν σε εισβολή στο Ταλ Αφάρ για να αποφευχθεί ο διαμελισμός της Τουρκίας.
Όμως, οι λεονταρισμοί που πηγάζουν από την αδυναμία της Τουρκίας να καθορίσει την πορεία των πραγμάτων θα λειτουργήσουν ως αυτεπίστροφον (μπούμερανγκ), προκαλώντας ζημία στην πολιτική ηγεσία της γείτονος έως και καταστροφικής ήττας. Και τούτο, διότι η σιιτική φιλοκυβερνητική ιρακινή οργάνωση πολιτοφυλακής Δυνάμεις Λαϊκής Κινητοποίησης (ΔΛΚ/PMF) «Χασντ Αλ Σάαμπι» είναι έτοιμη να διαλύσει τον πυρήνα των προσδοκιών της Τουρκίας, δεδομένου ότι ο αρχηγός της διατράνωσε την επικείμενη επιχείρηση απελευθέρωσης του Ταλ Αφάρ. Σημειωτέον, ότι η οργάνωση πολιτοφυλακής «Χασντ Αλ Σάαμπι» κατευθύνεται αμέσως από το Ιράν και τους Φρουρούς της Επανάστασης. Ιδρύθηκε το 2014 και έχει δεσπόζουσα θέση ανάμεσα στις ιρακινές αντιτζιχαντιστικές προσπάθειες. Ήτοι, το Ιράν βάζει πρώτο πόδι την περιοχή που εποφθαλμιούσε η Άγκυρα χτυπώντας την ευθέως.
Στην πράξη, η επίθεση των Δυνάμεων Λαϊκής Κινητοποίησης στην περιοχή του Ταλ Αφάρ είτε θα ακινητοποιήσει τον εκ νέου «μεγάλο ασθενή», την Τουρκία, είτε θα την εξαναγκάσει σε αντίδραση βεβιασμένη και με ανυπολόγιστες συνέπειες εις βάρος της.
Η ηγεσία της Τουρκίας και οι σύμβουλοι του Προέδρου Ερντογάν έχουν φιλοτεχνήσει ένα πορτραίτο νεοοθωμανικής εξάπλωσης, με «τα σύνορα της καρδιάς τους». Ωστόσο, η αμετροέπεια και κυρίως η ιμπεριαλιστική δίψα είναι κακοί σύμβουλοι.
Αντί λοιπόν για «τα σύνορα της καρδιάς τους», μπορεί να τους μείνει «το κράτος της μνήμης τους».
Πρωτίστως, αυτό πρέπει να φοβούνται…
Πρωτίστως, αυτό πρέπει να φοβούνται…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου