Συνέντευξη εφ΄ όλης της ύλης στο «Κ» της «Καθημερινής», παραχώρησε η Γιάννα Αγγελοπούλου.
Όπως αναφέρει στον πρόλογό του ο δημοσιογράφος Δημήτρης Ρηγόπουλος: «Η Γιάννα Αγγελοπούλου είναι από τα ελάχιστα πρόσωπα που έχουν τόσο μεγάλο δημοσιογραφικό ενδιαφέρον, ενώ θεωρητικά δεν πρωταγωνιστούν στη δημόσια ζωή. Και δέχθηκε την πρότασή μας να συζητήσουμε ανοιχτά για όλα τα θέματα. Για το γεγονός ότι δεν είναι πια κάτοικος Αθηνών, για την σχέση της με τον Αλέξη Τσίπρα και την κυβέρνηση, τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες , τον Ντόναλντ Τραμπ και την Χίλαρι Κλίντον. Και για το τι νιώθει κάθε φορά που παρακολουθεί μια τελετή έναρξης των Αγώνων που ακολούθησαν τη διοργάνωση της Αθήνας».
«Ναι είναι αλήθεια ότι οικογενειακά μετακινήσαμε το κέντρο βάρους της παρουσίας μας εκτός Ελλάδος», απαντά η κ. Αγγελοπούλου στην παρατήρηση του δημοσιογράφου ότι «τα τελευταία χρόνια έχουμε χάσει λίγο τα ίχνη σας στην Αθήνα». «Όσο αισθανόμουν ότι μπορώ να κάνω κάτι, να δημιουργήσω, να είμαι χρήσιμη, να προσφέρω, ήμουν και είμαι εδώ. Μην ξεχνάτε πως, όταν μου ζήτησαν να ηγηθώ της διεκδίκησης, ήμουν κάτοικος εξωτερικού, αρχικά στην Ελβετία μετά στην Αγγλία, ο δε Θόδωρος ήταν πάνω από 30 χρόνια. Στην Ελλάδα, εδώ και χρόνια δεν έχουμε επιχειρηματική δραστηριότητα...».
Απαντώντας σε δημοσιεύματα που αποδίδουν αυτή την επιλογή της σε φορολογικούς λόγους, επισήμανε::
«Επειδή κι εγώ τα έχω δει να γράφονται αυτά τα περί ''φορολογικής μετανάστευσης'', θα μου επιτρέψετε να πω δύο πράγματα: ότι φόρους και πληρώναμε και θα συνεχίσουμε να πληρώνουμε. Όμως, αν ήταν για φορολογικούς λόγους να αποφασίσουμε να μείνουμε εκτός Ελλάδος, αυτό θα είχε γίνει πριν από πολύ καιρό. Ο λόγος που φέραμε τα πάνω κάτω στην οικογένειά μας ήταν επειδή η ''μαμά ήταν στην Αθήνα''».
Σε ερώτηση για το αν δεν ζει στην Αθήνα γιατί δεν μπορεί να είναι χρήσιμη στον τόπο, απάντησε ότι οι συνθήκες το έφεραν και δεν της ζήτησαν βοήθεια. Διευκρίνισε όμως ότι δεν νιώθει πικρία. «Νομίζω ότι η μελαγχολία θα περιέγραφε καλύτερα το συναίσθημα, βρίσκω ότι είναι πιο κοντά στην αλήθεια», συμπλήρωσε.
Για τις σχέσεις με την κυβέρνηση Τσίπρα
Σε ό,τι αφορά τις αναφορές για καλές σχέσεις της με την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, σχολίασε ότι έχει παρακολουθήσει αυτή την παραφιλολογία, κάποιες φορές με χαμόγελο.
«Είναι απλό: είδα μία απόπειρα καινούριων ανθρώπων- και νέων, κυρίως όμως καινούριων- να δουν τα πράγματα αλλιώς σε μία Ελλάδα κουρασμένη. Μίλησα μαζί τους, σημειώστε ότι το έκανα πηγαίνοντας στα γραφεία στη Βουλή αρχικά, στο Μαξίμου αργότερα: το φως κάνει καλό σε αυτές τις υποθέσεις! Οπότε θεώρησα ότι θα τους ήταν χρήσιμο, συνέβαλα στο να γίνουν επαφές με το διεθνές σύστημα».
Πρόσθεσε ότι δεν υπήρχαν κρυφές συναντήσεις και ότι η ατζέντα ήταν γνωστή. «Το αντικείμενο ήταν η διοργάνωση του συνεδρίου του Ιδρύματος Κλίντον πρώτη φορά στην Ευρώπη και μάλιστα στην Αθήνα και αυτός ήταν ο λόγος που ζήτησα να συναντήσω τόσο τον Αντώνη Σαμαρά όσο και τον Αλέξη Τσίπρα», συμπλήρωσε.
Σε ερώτηση για το τι είδε να προκύπτει μετά από 18 μήνες, απάντησε:
«Οχι πάντα πράγματα συμβατά με τις προσδοκίες που δημιουργήθηκαν: τις προσδοκίες του κόσμου εννοώ, ποιος ενδιαφέρεται για τις δικές μου! Κάποιες στιγμές είδα τα πράγματα να παίρνουν δρόμο ολισθηρό και για αυτό αισθάνθηκα υποχρεωμένη να θυμίσω τις θεμελιώδεις αγκυρώσεις που θεωρώ ότι η Ελλάδα δεν είναι νοητό να χάσει: αναφέρομαι στο ευρωπαϊκό της ανήκειν. Από εκεί και πέρα, άλλοτε κρύο άλλο ζέστη...».
Σχολιάζοντας το τι έφερε τη χώρα στην άκρη του γκρεμού, απάντησε ότι οι διαδοχικές πολιτικές ηγεσίες της χώρας δεν θέλησαν να εμπιστευτούν τους ανθρώπους και τις δυνατότητές τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου