Τι είναι αυτό που κάνει όλους τους ξένους επιστήμονες (εξαιρούνται οι Σλάβοι και Τούρκοι) να μιλούν για την σπουδαιότητα της ελληνικής γλώσσας
Προ ημερών δημοσιοποιήθηκε η επιστολή που έστειλε προς τον Ν. Φίλη, ο πρόεδρος της
Διεθνούς Ομοσπονδίας Κλασικών Σπουδών, Φράνκο Μοντανάρι, με αφορμή την υποβάθμιση της ελληνικής παιδείας, η οποία έγινε αντιληπτή ακόμη και εκτός των ελληνικών συνόρων.
Στην επιστολή της η Διεθνής Ομοσπονδία καλεί τον υπουργό να λάβει μέτρα ώστε να εμποδίσει την υποβάθμιση της ανθρωπιστικής Παιδείας, καλώντας τον παράλληλα να υποστηρίξει την διδασκαλία των Κλασικών γλωσσών και της Λογοτεχνίας. Συγκεκριμένα, αναφέρεται στην μείωση των ωρών διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών και στο σχέδιο κατάργησης των αρχαίων ελληνικών κειμένων από το πρωτότυπο στις τάξεις του Γυμνασίου, την ώρα που σ’ αυτά τα κείμενα αυξάνονται οι ώρες διδασκαλίας σε σοβαρές χώρες.
Ο Ν. Φίλης, όπως και η Ρεπούση με τις άλλες κυρίες περί το Υπουργείο Παιδείας, λόγω των διεθνιστικών τους αντιλήψεων, υποστηρίζουν πως δεν έχουμε σχέση με τους αρχαίους Έλληνες, πως το όνομά μας ουσιαστικώς το κλέψαμε κατά την Εθνεγερσία του 1821,και πως τα αρχαία ελληνικά είναι νεκρή γλώσσα. Όλα αυτά τα υποστήριξαν δημοσίως. Οι ιδεοληψίες τους εκεί οδηγούν. Όμως, οι αποφάσεις για το μέλλον ενός λαού, δεν πρέπει να λαμβάνονται από τα ορμέμφυτα των αρμοδίων, αλλά επί τη βάσει των επιστημονικών πορισμάτων.
Τι είναι αυτό που κάνει όλους τους ξένους επιστήμονες (προφανώς εξαιρούνται οι γείτονές μας Σλάβοι και Τούρκοι) να μιλούν για την σπουδαιότητα της ελληνικής γλώσσας; Είναι απλό. Η ελληνική δεν είναι «ηχοποιητική» γλώσσα. Σε μια συνηθισμένη γλώσσα, όπως τα αγγλικά, αν αποφασίσουμε όλοι να λέμε το σύννεφο car και το αυτοκίνητο cloud, και από την στιγμή που το συμφωνήσουμε να είναι έτσι, δεν θα υπάρξει εμπόδιο να συμβεί.
Στα ελληνικά όμως κάτι τέτοιο είναι αδύνατον. Το «αυτοκίνητο» υποδηλοί εξ εαυτού για ποιο πράγμα μιλάμε, και δεν μπορούμε να το πούμε σύννεφο. Γι’ αυτόν τον λόγο πολλοί διαχωρίζουν τα ελληνικά ως «εννοιολογική» γλώσσα από τις υπόλοιπες «σημειολογικές» γλώσσες. Μάλιστα ο μεγάλος φιλόσοφος και μαθηματικός Βένερ Χάιζενμπεργκ είχε παρατηρήσει αυτή την σημαντική ιδιότητα για την οποία είχε πει «Η θητεία μου στην αρχαία Ελληνική γλώσσα υπήρξε η σπουδαιότερη πνευματική μου άσκηση. Στην γλώσσα αυτή υπάρχει η πληρέστερη αντιστοιχία ανάμεσα στην λέξη και στο εννοιολογικό της περιεχόμενο». Όπως μάς έλεγε και ο Αντισθένης, «αρχή σοφίας, η των ονομάτων επίσκεψις».
Θα μεταφέρω αποσπάσματα από ένα σχετικώς άγνωστο κείμενο, του Σέρβου Βασιλιά Στεφάνου Νεμάνια προς τον γιο του, στο οποίο περιγράφει την σπουδαιότητα της διατήρησης της εθνικής γλώσσας αναλλοίωτης. Θα δείτε στοιχεία που έχουν απόλυτη σχέση με την σημερινή ελληνική πραγματικότητα. Ένα κείμενο ιστορικό αλλά και συνάμα διδακτικό, και επειδή είναι μεγάλο, κάποια άλλη φορά ευκαιρίας δοθείσης, θα αναδημοσιεύσω και άλλα τμήματα.
Γράφει λοιπό ο Νεμάνια:
Πρόσεξε, αγαπητό μου τέκνο, τη γλώσσα όπως την πατρίδα σου. Μια λέξη μπορεί να χαθεί, όπως μια πόλη, όπως η χώρα, όπως η ψυχή. Τι γίνεται όμως όταν ο λαός χάνει τη γλώσσα, τη χώρα, την ψυχή του;
Μην πιάνεις ξένη λέξη στο στόμα σου. Αν πιάσεις ξένη λέξη στο στόμα σου, να ξέρεις ότι δεν την κατέκτησες, αλλά ότι αποξενώθηκες από τον εαυτό σου. Καλύτερα είναι για σένα να χάσεις τη μεγαλύτερη και την ισχυρότερη πόλη της χώρας σου, παρά την πιο μικρή και την πιο άγνωστη λέξη της γλώσσας σου.
Οι χώρες και τα κράτη δεν κατακτιώνται μόνο με τα σπαθιά, αλλά και με τις γλώσσες. Να ξέρεις ότι ο εχθρός σ’ έχει τόσο περισσότερο κυριεύσει και κατακτήσει, όσο σού έχει σβήσει τις λέξεις και τις έχει εξαφανίσει. Ένας λαός που έχει χάσει τις λέξεις του, παύει να είναι λαός.
Οι χώρες και τα κράτη δεν κατακτιώνται μόνο με τα σπαθιά, αλλά και με τις γλώσσες. Να ξέρεις ότι ο εχθρός σ’ έχει τόσο περισσότερο κυριεύσει και κατακτήσει, όσο σού έχει σβήσει τις λέξεις και τις έχει εξαφανίσει. Ένας λαός που έχει χάσει τις λέξεις του, παύει να είναι λαός.
Υπάρχει, τέκνο μου, μια αρρώστια που ενσκύπτει στη γλώσσα, όπως μια επιδημία στο σώμα. Θυμάμαι τέτοιες επιδημίες και εφιάλτες της γλώσσας. Αυτό συμβαίνει συχνότατα στα χείλη του λαού, στις επαφές ενός λαού μ’ έναν άλλον, εκεί όπου η γλώσσα ενός λαού σβήνει εξ αιτίας της γλώσσας ενός άλλου λαού. Δύο λαοί, αγαπημένε μου, μπορούν να υπάρχουν και να ζουν εν ειρήνη. Δύο γλώσσες όμως δεν μπορούν ποτέ να ειρηνεύσουν. Δύο λαοί μπορούν να ζήσουν με τη μεγαλύτερη ειρήνη και αγάπη, αλλά οι γλώσσες τους μόνο να μάχονται μεταξύ τους μπορούν.
Όποτε δύο γλώσσες συναντιώνται και αναμειγνύονται, είναι σαν δυο στρατοί σε μάχη ζωής και θανάτου. Όσο σ’ αυτήν τη μάχη ακούγεται και η μία και η άλλη γλώσσα, η μάχη είναι ισόπαλη. Όταν αρχίζει όλο και περισσότερο και όλο πιο δυνατά ν’ ακούγεται μία από τις δύο, αυτή θα υπερισχύσει. Τελικά ακούγεται μόνο μία. Η μάχη έχει ολoκληρωθεί. Έχει εξαφανιστεί μια γλώσσα, έχει εξαφανιστεί ένας λαός.
Μάθε, παιδί μου, ότι αυτή η μάχη ανάμεσα στις γλώσσες δεν διαρκεί μία μέρα ή δύο, όπως η μάχη ανάμεσα στους στρατούς, ούτε μία ή δύο χρονιές, όπως ο πόλεμος ανάμεσα στους λαούς, αλλά έναν αιώνα ή δύο, και ότι για τη γλώσσα είναι το ίδιο ένα μικρό μέτρο χρόνου, όπως για τον άνθρωπο μία ή δύο στιγμές. Γι’ αυτό, τέκνο μου, είναι καλύτερα να χάσεις όλες τις μάχες και τους πολέμους, παρά να χάσεις τη γλώσσα σου. Μετά από μια χαμένη γλώσσα δεν υπάρχει λαός.
Μάθε, παιδί μου, ότι αυτή η μάχη ανάμεσα στις γλώσσες δεν διαρκεί μία μέρα ή δύο, όπως η μάχη ανάμεσα στους στρατούς, ούτε μία ή δύο χρονιές, όπως ο πόλεμος ανάμεσα στους λαούς, αλλά έναν αιώνα ή δύο, και ότι για τη γλώσσα είναι το ίδιο ένα μικρό μέτρο χρόνου, όπως για τον άνθρωπο μία ή δύο στιγμές. Γι’ αυτό, τέκνο μου, είναι καλύτερα να χάσεις όλες τις μάχες και τους πολέμους, παρά να χάσεις τη γλώσσα σου. Μετά από μια χαμένη γλώσσα δεν υπάρχει λαός.
Μακεδών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου