1. Εντός Ευρώ, η Ελλάδα «Πακιστανοποιείται»
Τον Μάιο του 2014 που θα διεξαχθούν οι ευρωεκλογές, συμπληρώνονται ακριβώς τέσσερα χρόνια από την ημέρα που ο ελληνικός λαός υποδουλώθηκε στην τρόικα για την σωτηρία του ευρώ και των....
ξένων τραπεζών, αλλά και για την επιβίωση μιας παρασιτικής, οικονομικής και πολιτικής «ελίτ» που λυμαίνεται την χώρα.
Το λεγόμενο πρόγραμμα εσωτερικής υποτίμησης έχει αποτύχει παταγωδώς, αποδεικνύοντας, ότι η παρέμβαση του ξένου παράγοντα έγινε για τις δικές του και μόνο στρατηγικές, μια εκ των οποίων ήταν και είναι (ιδίως το 2010) να αποφύγει ένα ελληνικό χρεοστάσιο.
Είναι επίσης εντυπωσιακό, ότι σήμερα, ακόμη και η έκφραση «εσωτερική υποτίμηση» εξαφανίστηκε από την δημόσια συζήτηση. Εδώ και περίπου ένα χρόνο, έχει αντικατασταθεί από την έκφραση «ξένες επενδύσεις», που ουσιαστικά είναι η συνώνυμη έκφραση του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας. Ως στρατηγική ανάπτυξης, σύντομα θα αποδειχτεί, μεγαλύτερη σαπουνόφουσκα και από αυτήν της εσωτερικής υποτίμησης, μια που δεν υπάρχουν εισερχόμενοι «Μεσσίες» για την ελληνική οικονομία.
Η Ελλάδα δεν πρόκειται να ανακάμψει και αυτό δεν είναι μόνο «ατομικό» συμπέρασμα, αλλά και πρόβλεψη πολλών ξένων οργανισμών. Ο ΟΟΣΑ που δεν είναι ανακατεμένος στο πρόγραμμα, προβλέπει ύφεση και για το 2014. Ακόμη και μετά το 2016-2017, ο ρυθμός μεγέθυνσης δεν φαίνεται να μπορεί να ξεπεράσει το 2%. Με τέτοιους ρυθμούς ανάπτυξης η ανεργία δεν δύναται να μειωθεί.
Όπως έχουμε πει εδώ και καιρό, η Ελλάδα θα «Πακιστανοποιηθεί», δεν θα «Κινεζοποιηθεί». Θα έχουμε φτώχεια, υψηλά ποσοστά ανεργίας, καταστροφή κάθε έννοιας κοινωνικού κράτους, μετανάστευση, δραματική επιδείνωση των δημογραφικών δεικτών, εξαθλίωση, μια χώρα φτωχιά και γερασμένη, δηλαδή «Πακιστανοποίηση». Δεν πρόκειται να έχουμε ανάκαμψη (όπως π.χ., φαίνεται να φαντάζεται το ΚΚΕ), με μικρούς μεν μισθούς, αλλά με σχετικά υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και μείωση της ανεργίας, με άλλα λόγια «Κινεζοποίηση».
Βασική αιτία των δεινών, τόσο της Ελλάδας, αλλά και της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, δεν είναι κάποια «παγκόσμια κρίση», ή «στασιμότητα» στις χώρες της τριάδας (ΗΠΑ, Ε.Ε., Ιαπωνία), ούτε τα εξωτερικά τους χρέη που είναι παράγωγα των ασθενικών τους οικονομιών. H αφορμή βέβαια για την κατάρρευση της περιφέρειας της ζώνης του ευρώ ήταν εξωτερική, όμως η δομική αιτία της καταστροφής τους, είναι η συμμετοχή στην Ε.Ε. και κύρια στο «κοινό» νόμισμα. Στην πραγματικότητα αυτό που ζούμε σήμερα, δεν είναι παρά η αναγκαία προσαρμογή της χώρας, στην ζώνη του ευρώ και τίποτα παραπάνω. Η Ελλάδα λοιπόν, δεν θα βγει από το τέλμα, γιατί εντός της ζώνης του ευρώ, ανταγωνίζεται απολύτως ελεύθερα, με οικονομίες πολύ πιο αναπτυγμένες από την ελληνική, ενώ εκτός της ζώνης του ευρώ και της Ε.Ε., χρησιμοποιεί ένα νόμισμα πιο «σκληρό» και από το δολάριο. Υπό αυτές τις συνθήκες, μακροχρόνια, η παραγωγική βάση της χώρας θα εξασθενίσει και άλλο. Η Ελλάδα θα υποβαθμιστεί περαιτέρω στον ευρωπαϊκό, αλλά και στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας. Πρέπει να σημειώσουμε ότι τα παραπάνω, είναι μία θέση και μια ανάλυση, που τόσο καθαρά, μόνο από το Σχέδιο Β εκφωνείται.
Συγχρόνως, το ίδιο το σύστημα του ευρώ και της Ε.Ε., γίνεται όλο και πιο «σκληρό» και νεοφιλελεύθερο. Οι διακρατικές σχέσεις μετατρέπονται όλο και πιο πολύ σε ιεραρχικές και η Ε.Ε. σε μια αυτοκρατορία. Ο δε αυτοκράτορας, το Βερολίνο, ασκεί περισσότερη βία αντιστρόφως ανάλογα με το μέγεθος κάθε χώρας. Ήδη του χρεώνεται μια τεράστια οικονομική επιτυχία. Κατάφερε να προσαρμόσει τις χώρες της περιφέρειας, στην ζώνη του ευρώ, χωρίς να σπάσει κανένας κρίκος στην αλυσίδα του κοινού νομίσματος. Έτσι η Ελλάδα σήμερα, βρίσκεται σε εσωτερική (δημοσιονομική) και εξωτερική (έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών) ισορροπία, έπαψε δηλαδή να έχει εσωτερικά και εξωτερικά ελλείμματα. Η υπόθεση του οικονομικού «ατυχήματος», μετά την «ισορροπία» χάνει συνέχεια έδαφος και σίγουρα υπάρχουν πολύ λιγότερες πιθανότητες από ότι το 2010. Τα κλειδιά και τις αποφάσεις, τα κρατάει πια γερά το Βερολίνο. Μόνο που κάτι τέτοιο, αυτή η ισορροπία (εντός της ευρωζώνης) προϋποθέτει την κοινωνική διάλυση και ανισορροπία, σημαίνει ένα χείμαρρο αίματος.
2. Το νέο ανερχόμενο πολιτικό ρεύμα, τα καθήκοντά του, η «καθίζηση» του ΣΥΡΙΖΑ
Ο όγκος του αίματος, θα σχετίζεται πάντα με την απόφαση του Βερολίνου για το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων που θα απαιτήσει, το επόμενο διάστημα. Αν δεν υπάρξει ισχυρό πολιτικό ρεύμα, που να απαιτεί την έξοδο και να εκφράσει τα λαϊκά στρώματα, από την πλευρά των δυνάμεων της εργασίας και της δημοκρατίας, τότε ο πόνος αυτός μπορεί να οδηγήσει σε νέο άλμα της ακροδεξιάς ή σε κάποιου άλλου είδους «εκτροπή». Κανείς βέβαια δεν μπορεί να αποκλείσει και την «ήπια» προσαρμογή της συλλογικής ήττας και της απελπισίας, όπως έδειξε το παράδειγμα των λαών των ανατολικών χωρών, και το παραπάνω ρεύμα να μείνει μειοψηφικό.
Τριάμισι χρόνια όμως, αυτό το πολιτικό ρεύμα δεν άπλωσε τις ρίζες του. Χρειάστηκαν τριάμισι χρόνια για να μπορέσουμε να πούμε ότι σήμερα αρχίζει να θεμελιώνεται. Στα καφενεία ο ψίθυρος για την δραχμή δυναμώνει, γίνεται βουή. Ακούγονται πιο δυνατά και όλο και περισσότερες, οι φωνές για παύση πληρωμών και επιστροφή σε εθνικό νόμισμα. Είναι η στιγμή να εμφανιστεί στην πολιτική σκηνή, με δυναμικό τρόπο, ο αντίπαλος στον ευρωαντλαντικό παράγοντα και στο ντόπιο κατεστημένο. Είναι η στιγμή που αυτό το ρεύμα επαληθεύεται πλήρως. Δυστυχώς μέσα σε αυτήν την ευνοϊκή πολιτική συγκυρία των προηγούμενων τριάμισι ετών για τις αντι-ευρώ, αντι-Ε.Ε. δυνάμεις, το ΚΚΕ περιορίστηκε και φαίνεται να χάνει την ιστορική του ευκαιρία, -χωρίς βέβαια ποτέ να είναι αργά- ενώ σε επίπεδο εκλογών καταποντίστηκε. Η δε Ανταρσύα, στις τελευταίες εκλογές λεηλατήθηκε εις την δευτέρα σε σχέση με το ΚΚΕ από τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ άλλοι σχηματισμοί που αναφέρονταν και αυτοί σε έξοδο από το ευρώ και την Ε.Ε. δεν τα πήγαν καλύτερα. Όσον αφορά το ΚΚΕ και την Ανταρσύα, η αιτία της εκλογικής τους ήττας ήταν ότι δεν έπεισαν ότι προσφέρουν απαντήσεις για την έξοδο από την ελληνική άβυσσο, αντίθετα με τον τότε ΣΥΡΙΖΑ. Πρέπει να προσέξουν πολύ για να μην επαναλάβουν τα ίδια λάθη. Σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταγράφει πια δυναμική ανόδου. Είναι τελείως διαφοροποιημένο το πολιτικό κλίμα από τις εκλογές του 2012. Ο λαϊκός παράγοντας αρχίζει να διακρίνει ανάμεσα στο κενό περιεχόμενο, και στο ιλουστρασιόν περιτύλιγμα. Σταδιακά συνειδητοποιεί ότι δεν πρόκειται να συγκρουστεί ούτε με τον ξένο παράγοντα, ούτε με το ντόπιο κατεστημένο. Είναι για αυτό που στις δημοσκοπήσεις εμφανίζεται το «παράδοξο». Από την μια η κοινωνία, να είναι ενάντια στις πολιτικές κυβέρνησης-Ε.Ε., από την άλλη να μην επιθυμεί, να μην βλέπει λύση με τις εκλογές.
Το Σχέδιο Β, δεν έχει ακόμη δοκιμάσει την εκλογική καταγραφή του. Φαίνεται αυτήν την στιγμή να συναντιέται με μια ανερχόμενη και πραγματική τάση της κοινωνίας.
Δυστυχώς, υπάρχει σημαντική υποχώρηση του κοινωνικού κινήματος. Μετά την πλατεία Συντάγματος, ο λαός «κλείστηκε». Μεμονωμένες απεργίες, έδωσαν το χρώμα της αντίστασης, με αποκορύφωμα την ΕΡΤ, που δεν μετατράπηκε όμως σε νέο πολυτεχνείο. Ο ελληνικός λαός «χώνεψε», ότι το με το να κατεβαίνει στο πεζοδρόμιο και μόνο, δεν μπορεί να τα καταφέρει. Χρειάζεται, έναν οδικό χάρτη, μια πυξίδα, που να περιγράφει τα πρώτα βήματα της απελευθέρωσής του. Χρειάζεται απαντήσεις, απέναντι στην τρομοκρατία του συστήματος, ότι έξω από το ευρώ θα τον βρουν προκατακλυσμιαίες καταστροφές, χρειάζεται Σχέδιο Β. Οι απαντήσεις δεν μπορούν να δοθούν με ιδεολογίες, με αόριστες επικλήσεις του σοσιαλισμού και γενικά συνθήματα. Πρώτο παράδειγμα, όπως είπαμε το ΚΚΕ, που δεν κατορθώνει να «πείσει» ούτε τον παραδοσιακό του περίγυρο, αλλά αντίθετα η επιρροή του δείχνει να περιορίζεται.
Συνεπώς, η κεντρική ανάγκη του λαού, άρα και ενός μετώπου, είναι να δείξει ποιος είναι ο πρώτος σταθμός του ταξιδιού της απελευθέρωσης, που κανείς δεν αποκλείει, να έχει για τερματικό σταθμό τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Όμως ο λαϊκός παράγοντας πρέπει να ξεκαθαρίσει καταρχήν ότι το ταξίδι είναι εφικτό, ότι μπορεί να υπάρξει έξοδος από την κρίση, με ενισχυμένες τις δυνάμεις της εργασίας και της δημοκρατίας. Άλλωστε η αλλαγή της κοινωνίας δεν είναι τίποτε άλλο, από μια διαρκή αλλαγή των συσχετισμών τόσο σε επίπεδο κοινωνίας όσο και σε επίπεδο ιδεών. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι κάτι τέτοιο σε επίπεδο Ελλάδας συνδυάζεται με την αναμόρφωση της παραγωγικής της βάσης.
Μέτωπο λοιπόν, για την έξοδο από την κρίση, και επειδή είναι Μέτωπο, αυτό δεν μπορεί να γίνει παρά στα μίνιμουμ σημεία. Ενότητα, όλων όσων θέλουν να φτάσουμε στον πρώτο σταθμό. Όσοι θέλουν μετά, συνεχίζουν την προσπάθεια και για τον επόμενο. Τα μίνιμουμ αυτά σημεία που είναι απαραίτητα για να σπάσει η θηλιά του χρέους και του ευρώ, είναι χιλιοειπωμένα και γνωστά. Η θέση του ΚΚΕ, «τι ευρώ τι δραχμή, επανάσταση σοσιαλιστική» στερείται όχι μόνο σοβαρότητας, αλλά αποδοκιμάστηκε από την ελληνική κοινωνία κατά την διάρκεια των τελευταίων ετών. Γιατί επιμένουν σε αυτήν την πολιτική που δεν συμβαδίζει, με την ιστορία και τις παραδόσεις του ΚΚΕ είναι μία άλλη υπόθεση.
3. Για την ανάγκη του συγκεκριμένου, την πολυχρωμία του Μετώπου, το ΝΑΤΟ και την αποδέσμευση από την Ε.Ε.
Τα σημεία πρέπει να συγκεκριμενοποιηθούν και να αναλυθούν περισσότερο, χρειάζονται περεταίρω επιστημονικές μελέτες κλπ, και έτσι να γίνει η δημόσια συζήτηση (και με το ΚΚΕ), να σπάσει ο «φόβος» της δραχμής, και να γίνει κατανοητή η «επόμενη μέρα». Δεν έχει κανένα νόημα να βαφτίζουμε τα σημεία αυτά, αντιιμπεριαλιστικά, αντικαπιταλιστικά, εθνικοανεξαρτησιακά κλπ. Σημασία έχει να εκφράζουν θέσεις απτές, και ουσιαστικές με την εφαρμογή των οποίων θα κάνουμε μεγάλα βήματα προς την εθνική και κοινωνική χειραφέτηση. Ή αν κάποιες δυνάμεις επιθυμούν, να αναδείξουν το όραμα τους, ή την ουτοπία τους, τότε πέφτει ο κλήρος σε κάποιες άλλες, μέσα στο Μέτωπο να μιλήσουν πειστικά για την επόμενη μέρα. Δεν είναι κακή ούτε η πολυφωνία, ούτε η πολυχρωμία. Πρέπει να είναι σαφές ότι δεν είναι εφικτό, ούτε σωστό, να επιδιωχθεί ιδεολογική ή στρατηγική συμφωνία. Πρέπει να υπάρξει συμμαχία σε έναν άξονα βασικών σημείων, που οδηγούν στην σύγκρουση με τον ξένο παράγοντα και τους εγχώριους οικονομικούς και πολιτικούς του συμμάχους, και δίνουν την απαραίτητη ώθηση στο λαϊκό στοιχείο, να βγει νικητής. Θα ήταν επίσης επιθυμητό να γίνει κατανοητό από μια σειρά δυνάμεις, ότι «το κάτω η κυβέρνηση», χωρίς να προτείνεται μια άλλη κυβέρνηση είναι μάλλον άτοπο, δεν βοηθάει το λαϊκό κίνημα και δίνει σωσίβιο στην πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ.
Ούτε πρέπει να τεθούν όλα τα ζητήματα εξ αρχής και με την ίδια βαρύτητα. Η αποχώρηση από το ΝΑΤΟ που θα αποφασίσει η κυβέρνηση μιας Λαϊκής Ελλάδας, ας έρθει στην ώρα της, όταν διαμορφωθεί και παγιωθεί μια νέα εξωτερική πολιτική, και κάτι τέτοιο εξυπηρετεί άμεσες εθνικές ανάγκες. Φυσικά πρέπει να ειπωθεί από σήμερα η κατεύθυνση, για μια ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική «ίσων» αποστάσεων απέναντι στους ισχυρούς, που θα εξυπηρετεί τα ζωτικά συμφέροντα της χώρας και μόνο αυτά. Αλλά δεν μπορεί, το θέμα ΝΑΤΟ να έχει ιδία βαρύτητα με την έξοδο από το ευρώ ή με την κήρυξη χρεοστασίου. Από την άλλη, μια έξοδος και από την Ε.Ε., στο βαθμό που δεν συμβεί εκ των πραγμάτων, πρέπει να στηριχθεί σε μια απόλυτη πλειοψηφία του λαού ( 50% +1, με δημοψήφισμα). Εδώ, επίσης πρέπει να είναι συγκεκριμένη η κατεύθυνση. Το Σχέδιο Β π.χ., προτείνει μια σειρά μέτρων, από το χρεοστάσιο προς τους διεθνείς οργανισμούς, τους ελέγχους κεφαλαίων, την νομισματική χρηματοδότηση του δημοσίου ελλείμματος, την αγροτική πολιτική, την βιομηχανική πολιτική, εθνικοποιήσεις, σχέδιο για την οικονομία, προστατευτικά μέτρα, που δεν «χωρούν» στο πλαίσιο της Ε.Ε.., που έρχονται σε βαθιά ρήξη μαζί της. Ποτέ δεν έχει δηλώσει άλλωστε, ότι με την εφαρμογή ενός τέτοιου προγράμματος, δίνει την παραμικρή εγγύηση, ότι η Ελλάδα θα μείνει στην Ε.Ε.. Είναι σαφές επίσης, ότι το Σχέδιο Β είναι υπέρ της διάλυσης της Ε.Ε., και της δημιουργίας μιας άλλης συνεργασίας των λαών, που δεν θα βασίζεται στο κέρδος και στην αγορά, αλλά θα εξυπηρετεί τις ανάγκες της ευημερίας, της πλήρους απασχόλησης και του σεβασμού στην φύση. Αλλά και εδώ –στο βαθμό που κάτι τέτοιο μπορεί είναι επιλογή της χώρας – ή έξοδος από την Ε.Ε., πρέπει να τεθεί ως δεύτερο βήμα που θα επιβάλλουν οι κοινωνικοί συσχετισμοί, οι ανάγκες της παραγωγικής ανασυγκρότησης και θα εγκρίνει πανηγυρικά μια νέα κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία.
4. Η υπόθεση (που έχει όλο και λιγότερες πιθανότητες) μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ κ.α., και η ακροδεξιά
Το «κάθισμα» της κοινωνίας, σε συνδυασμό με την άνοδο της Χρυσής Αυγής είναι το καμπανάκι του κινδύνου. Στο βαθμό που κάποια στιγμή το 2015 ή 2016 γίνονταν εκλογές -υπό τους υπάρχοντες πολιτικούς συσχετισμούς, αν και βέβαια όλα δείχνουν ότι θα κλονιστούν- θα μπορούσαν να κερδηθούν είτε από τις κυβερνητικές δυνάμεις, ή από τις λεγόμενες «αντιμνημονιακές». Στην πρώτη περίπτωση θα υπήρχε «παράταση» και συνέχεια του ίδιου έργου. Σε περίπτωση που υπήρχε μια κυβέρνηση των ΑΝΕΛ με τον ΣΥΡΙΖΑ, και ίσως και άλλων, θα είχαμε μια ήπια προσαρμογή όπως έκανε και ο Σαμαράς, χωρίς να αποκλειόταν μια άμεση κατάρρευση, από τις αντιφάσεις της. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, βέβαια έχει ήδη δώσει εξετάσεις, γραπτές και προφορικές και στον ευρωαντλαντικό παράγοντα και στο εγχώριο κατεστημένο. Για αυτό δεν χωράει καμία αμφιβολία. Σε μια τέτοια κατάσταση, στο βαθμό που δεν θα υπάρχει ένας άλλος πόλος ισχυρός κοινωνικά και πολιτικά, θα ακολουθήσει η μεγάλη άνοδος της ακροδεξιάς, με πιο πιθανή εξέλιξη την Ουγγαροποίηση της Ελλάδας, και το ταξίδι θα γίνει προς στην αντίθετη κατεύθυνση. Το παιχνίδι θα χαθεί οριστικά και η πατρίδα μας θα μπει σε μια απέραντη νύχτα, χωρίς αυγή. Οι ψευδαισθήσεις που έχει κομμάτι της αριστερής πλατφόρμας και του ρεύματος, ότι στο βαθμό που θα διαθέτει 20-25 βουλευτές θα εκβιάσει τα πράγματα και θα στρίψει το τιμόνι αριστερά, θα καταρρεύσουν αμέσως. Άλλωστε δεν έχουν καμία βάση. Μια έξοδος χωρίς προετοιμασία, όχι μόνο «τεχνική», αλλά και του ίδιου του λαού, θα παρασύρει με άσχημο τρόπο και την κυβέρνηση που θα βρεθεί να την διαχειριστεί, είτε είναι «δεξιά» και «μνημονιακή», είτε είναι «αριστερή» και «αντιμνημονιακή».
Καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να σταθεί, να συγκρουστεί με το Βερολίνο, και την Ε.Ε., να βγάλει δηλαδή την χώρα με «ατύχημα» από το ευρώ, χωρίς να έχει προετοιμάσει το έδαφος, χωρίς να υπάρχουν αυτά στο πρόγραμμά της, χωρίς να έχει πείσει, και να πατάει έτσι σε ένα ισχυρό λαϊκό και πολιτικό ρεύμα, αλλά και χωρίς να έχει καταστρώσει ένα λεπτομερές τεχνικό σχέδιο. Για να το πούμε απλά, δεν μπορεί την μια μέρα να εγγυάσαι την παραμονή στο ευρώ και την «ησυχία», και την άλλη μέρα να ρισκάρεις την έξοδο. Γιατί απλούστατα δεν θα μπορέσεις να αντέξεις τις εξωτερικές και εσωτερικές πιέσεις που δεν θα είναι και μικρές. Δεν υποθέτουμε βέβαια, ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να σκεφτεί, έστω και μία στο εκατομμύριο μια τέτοια επιλογή. Με αυτή την έννοια, το ρεύμα και η αριστερή πλατφόρμα, δίνει άλλοθι στον ΣΥΡΙΖΑ και συμμετέχει έτσι στην διαμόρφωση της απέραντης σύγχυσης στην οποία βρίσκεται ο ελληνικός λαός. Κύρια όμως, αβαντάρει μια καταστροφική πολιτική που θάβει και τις θέσεις της αλλά και δυνατότητες χειραφέτησης του ελληνικού λαού. Ο κομματικός πατριωτισμός, δυστυχώς, είναι ο χειρότερος «σύμβουλος».
5. Η μεγάλη ευκαιρία των ευρωεκλογών, αφετηρία της μεγάλης ανατροπής των πολιτικών συσχετισμών
Χρειάζεται λοιπόν άμεσα να δοθεί ώθηση, στο ανερχόμενο πολιτικό ρεύμα, που θα διαμορφώσει προϋποθέσεις, για την επανεμφάνιση ενός αποφασισμένου λαϊκού παράγοντα. Δεν ζητάμε από κανέναν ούτε να πολεμήσει, ούτε να ξαναπεί ελευθερία ή θάνατος, απλώς να σπάσει τον φόβο και να παλέψει απέναντι στην πρώτη βραχυχρόνια ασφυκτική πίεση του εγχώριου κατεστημένου και του ξένου παράγοντα.
Δυστυχώς η νεολαία σκέφτεται περισσότερο πως θα εγκαταλείψει το καράβι με την ελληνική σημαία, παρά πως θα αλλάξει την κατάσταση ή τον κόσμο. Μια έστω και μικρή ανάπτυξη στο ευρωπαϊκό κέντρο θα στοιχίσει σε μεταναστευτικό άλμα για την Ελλάδα, που η μεγαλύτερη περιουσία της είναι η επιστημονική της νεολαία. Από την άλλη, όσο καταστρέφεται η οικονομία, τόσο πιο δύσκολη γίνεται η ανάκαμψη. Πρέπει λοιπόν σύντομα να συγκροτηθεί η ελπίδα.
Οι ευρωεκλογές είναι η μεγάλη ευκαιρία και το μεγάλο στοίχημα, για να μπουν οι βάσεις της συνολικής ανατροπής των πολιτικών συσχετισμών. Χρειαζόμαστε ένα «σκαμνί», για να πατήσουμε και να φανούμε, να διακρίνει ο λαϊκός παράγοντας τι λέμε. Είναι βέβαιο ότι στο βαθμό που ακουστούμε, οι πολιτικοί συσχετισμοί θα ανατραπούν. Στο βαθμό που έχουμε δίκιο, η ρεαλιστική πρόταση της απελευθέρωσης από το ευρώ και την Ε.Ε. θα αφυπνίσει και το λαϊκό κίνημα. Η ανατροπή είναι εφικτή και μπορεί να γίνει σύντομα, ίσως σε λιγότερο από δύο χρόνια.
Αν όμως «κλωτσήσουμε» το σκαμνί, δύσκολα θα μας ξαναδοθεί τέτοια ευκαιρία. Είναι κρίμα για μικροηγεμονισμούς και άγονες καθαρότητες να χαθεί η δυνατότητα ενός ευρύτατου Μετώπου. Το Σχέδιο Β καταλαβαίνει την κρισιμότητα του επόμενου διαστήματος, που σχετίζεται με το πόσο θα κλονιστούν ή και θα ανατραπούν οι υπάρχοντες πολιτικοί συσχετισμοί, θέτοντας σε πρώτη ταχύτητα τις δυνάμεις της απελευθέρωσης και της εξόδου. Με αυτήν την έννοια θα πρέπει να επιχειρήσει ένα Μέτωπο με το μέγιστο εύρος. Γνωρίζοντας ότι αν και δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια, θα πρέπει να απευθυνθεί και στο ΚΚΕ, γιατί αυτό απαιτούν οι καιροί.
Ο άνεμος που έρχεται από την Εσπερία θα είναι εναντίον του ευρώ και της Ε.Ε.. Δυστυχώς όμως θα έχει ακροδεξιό χρώμα, θλιβερό αποτέλεσμα μιας ευρωπαϊκής αριστεράς, κοσμοπολίτικής και με τεράστιο έλλειμμα ανάλυσης. Θα είναι έγκλημα στην Ελλάδα, που υπάρχει η μόνη αριστερά της Ευρώπης με καθαρές θέσεις για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, να μην πάρουμε την παρτίδα των ευρωεκλογών και την επόμενη μέρα «νικήτρια» να είναι η ακροδεξιά.
Ανεξάρτητα με το τι μεγέθους Μέτωπο θα οικοδομήσουμε, είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει η «έκπληξη». Το μεγάλο ερώτημα, έχει να κάνει με το μέγεθος της ρωγμής. Και για τους μηχανικούς, είναι γνωστό, ότι μετά από ένα σεισμό, από το πάχος των ρωγμών στον φέροντα οργανισμό κρίνεται το ζήτημα, αν ένα κτήριο είναι επιδιορθώσιμο ή κατεδαφιστέο.
6. Η ιστορία που μας διδάσκει για το Μέτωπο και τον «αντικαπιταλισμό». Η κοινωνική χειραφέτηση προϋποθέτει την εθνική απελευθέρωση
Η αντιπαράθεση μεταξύ αντικαπιταλιστικού ή όχι προγράμματος, κατά την γνώμη μου είναι φανταστική. Μεγάλες ανατροπές, αλλαγές, επαναστάσεις έγιναν εκεί που δεν ήταν εφικτό να υπάρξουν μεταρρυθμίσεις. Ακόμη και οι μεγάλες επαναστάσεις, δεν έγιναν με πρώτο σύνθημα την κοινωνική επανάσταση. Το παράδειγμα δεν είναι μόνο των μπολσεβίκων, για γη-ψωμί-ειρήνη, αλλά και όλου του πλανήτη, με εξαίρεση ίσως κάποια από τα κινήματα (και όχι τις επαναστάσεις) του 68 στο καπιταλιστικό κέντρο, τα οποία όμως κινήθηκαν σε μια κοινωνία απόλυτης εξασφάλισης και πλήρους απασχόλησης.
Σήμερα στην Ελλάδα καμία μεταρρύθμιση δεν μπορεί να γίνει μέσα στα δεσμά του χρέους και του ευρώ. Χρέος και ευρώ είναι ο πρώτος κρίκος, η μεγάλη σύγκρουση, κατά αναλογία με το γη-ψωμί-ειρήνη του 1917. Με το ευρώ είναι αγκαλιασμένη η παρασιτική αστική τάξη της χώρας, που ελέγχει τα ΜΜΕ και ένα τμήμα «βολεμένων» της ελληνικής κοινωνίας. Τραπεζίτες που γεννήθηκαν από αυτό, εργολάβοι που παρασιτούν και αυτοί από το κράτος και την Ε.Ε., συγκεκριμένες οικογένειες που από το ξεπούλημα της δημοσίας περιουσίας (για να ελαφρυνθεί το χρέος) περιμένουν να πάρουν το μερτικό τους, μεγάλοι εργοδότες οι οποίοι υπολογίζουν να επιβιώσουν από την διάλυση των εργασιακών σχέσεων.
Το μεγάλο ιστορικό παράδειγμα του ΚΚΕ στην Ελλάδα του 2ου πολέμου και της κατοχής, οι λόγοι για τον οποίο υπάρχει σήμερα ισχυρή αριστερά στην πατρίδα μας, μας διδάσκει ακριβώς το ίδιο. Αν τότε το ΚΚΕ έθετε ως πρώτο ζήτημα τον σοσιαλισμό δεν θα μάζευε γύρω του, περισσότερους από ότι ο Στίνας. Βάζοντας όμως μπροστά τον κρίκο και τα αιτήματα της εποχής, ήταν δυνατό να δημιουργήσει, με τα κατάλληλα βήματα, μια σοσιαλιστική, ελεύθερη, και ανεξάρτητη Ελλάδα.
Δυστυχώς, είμαστε τόσο από πολιτική όσο και από οικονομική κατάσταση πολύ κοντά σε εκείνη την εποχή, τηρουμένων βέβαια των αναλογιών των 70 ετών της χρονικής διαφοράς που μας χωρίζουν από το τότε. Αν μιλάμε για παραγωγική ανασυγκρότηση, είναι γιατί όπως και τότε η ελληνική οικονομία είναι διαλυμένη και πρέπει να συγκροτηθεί σχέδιο σωτηρίας της νεολαίας μας, της εργατικής τάξης, των γερόντων. Αν μιλάμε και για εθνική απελευθέρωση είναι γιατί και σήμερα, όπως και τότε η κοινωνική απελευθέρωση περνάει μέσα από την εθνική. Σε χώρες όπως η Ελλάδα που με την ενσωμάτωσή τους στην νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση (βλ: ευρώ και Ε.Ε.), έχει απολεσθεί κάθε έννοια οικονομικής και εθνικής κυριαρχίας, είναι απαραίτητη η ανάκτησή τους. Σήμερα τα κατοχικά στρατεύματα, δεν φορούν τις στρατιωτικές στολές της Βέρμαχτ. Οι σύγχρονες δυνάμεις κατοχής φορούν μαύρα κοστούμια, έχουν μαζί με τους ντόπιους συνεργάτες τους σημαία το ευρώ και η βία που εξαπολύουν είναι οικονομική, αλλά εξίσου φονική.
Αν μιλάμε για Μέτωπο, είναι γιατί όπως και τότε, χρειάζεται η ευρύτατη δυνατή συμπόρευση για την έξοδο από την κρίση που θα ενισχύσει τις δυνάμεις της δημοκρατίας και της εργασίας, δηλαδή τελικά και τις δυνάμεις της σοσιαλιστικής προοπτικής.
Κώστας Παπουλής
Επιμέλεια Τζούλια Λιακοπούλου - Δημοσιογράφος
http://www.madatoforos.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ο ΠΑΡΛΑΠΙΠΑΣ δεν παίρνει θέση με πολιτική άποψη σε άρθρα που αναδημοσιεύονται από διαφορά ιστολόγια. Δημοσιεύονται όλα για την δίκη σας ενημέρωση.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.