Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2013

Βάλανε (ελπίζω υποθετικά και για χάρη της ιστορίας) ένα βάτραχο σε μια κατσαρόλα με νερό.

Βάλανε (ελπίζω υποθετικά και για χάρη της ιστορίας) ένα βάτραχο σε μια κατσαρόλα με νερό.

Ο βάτραχος κολύμπαγε γύρω – γύρω…


Ύστερα βάλανε το σκεύος στη φωτιά. Ο βάτραχος συνέχισε να κολυμπάει.

Το νερό έγινε χλιαρό. Ο βάτραχος συνέχισε να κολυμπά ανενόχλητος. Μπορεί να το είδε και σαν spa ένα πράμα.

Το νερό έγινε ζεστό. Ο βάτραχος κάπως ζεστάθηκε. Άρχισε να κολυμπά λίγο πιο έντονα.

Το νερό έγινε πολύ ζεστό. Ο βάτραχος άρχισε να ανησυχεί και γυρνοβολάει γύρω - γύρω.

Πιο ζεστό – πιο γρήγορα, πιο γρήγορα, πολύ πιο γρήγορα. Ο βάτραχος πανικόβλητος προσπάθησε να πηδήσει έξω από την κατσαρόλα, μα δεν είχε τις απαραίτητες δυνάμεις. Έχασε τις αισθήσεις του. Από την κούραση και τη ζέστη.

Το νερό έβρασε. Ο βάτραχος μας άφησε χρόνους.

Ύστερα πήρανε μια κατσαρόλα και την γέμισαν ζεστό νερό. Όχι πολύ ζεστό, λίγο πιο πάνω από το χλιαρό.

Ρίξανε μέσα έναν άλλο βάτραχο. Ο βάτραχος μόλις άγγιξε το νερό, στράβωσε. Έδωσε ένα σάλτο και πήδησε έξω από την κατσαρόλα και χάθηκε με καθόλου ελαφρά πηδηματάκια…

Ο μύθος δηλοί (που έλεγε και η γιαγιά μου) ότι το πόσα ανεχόμαστε είναι συνάρτηση του πόσα έχουμε υποστεί, με ποιο τρόπο τα υποστήκαμε και πόσο έντονα άλλαξε η καθημερινότητα και η ρουτίνα μας. Βέβαια, ο μύθος δηλοί και κάτι άλλο:

Κατα πόσο είμαστε σε ετοιμότητα μόλις ακουμπήσει το χλιαρό νερό το δέρμα μας, να καταλάβουμε ότι είμαστε μέσα στην κατσαρόλα και να πηδήξουμε έξω πριν μας βράσουν.

Είναι ΔυΝαΤόν… 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

.

.

Δημοφιλείς αναρτήσεις