Τράπεζες: Οριστική φαίνεται ότι είναι η απόφαση! Έρχονται νέες εθελούσιες και μειώσεις καταστημάτων… Δείτε αναλυτικά…
Νέο γύρο εθελούσιων εξόδων αλλά και μείωσης καταστημάτων σχεδιάζουν οι τράπεζες για το 2022 και το 2023, θέλοντας να μειώσουν έτι περαιτέρω τα λειτουργικά τους έξοδα.
Σύμφωνα με το cnn.gr, στόχος τους, είναι συνολικά το προσωπικό των τεσσάρων συστημικών τραπεζών να μην ξεπερνά τα 24.000 άτομα μέχρι το τέλος του 2023, έναντι περίπου 32.000 στο τέλος του 2020.
Αυτό σημαίνει ότι συνολικά θα αποχωρήσουν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο περισσότεροι από 8.000 εργαζόμενοι.
Ήδη, ένα σημαντικό κομμάτι, άνω των 3.000 έχει είτε συμμετάσχει σε εθελούσιες ενώ περίπου 2.500 αποτέλεσαν μέρος κάποιου “carve out”, απόσχισης δηλαδή δραστηριοτήτων, κυρίως εκείνων που αφορούν τους κλάδος των μη εξυπηρετούμενων δανείων αλλά και των πιστωτικών καρτών.
Με άλλα λόγια, περίπου 2.500 ακόμη τραπεζοϋπάλληλοι θα πρέπει, με την έναν ή τον άλλο τρόπο να βρεθούν εκτός τραπεζικού συστήματος μέσα στην επόμενη διετία.
Η συντριπτική πλειονότητα αυτών θα λάβει μέρος σε κάποιας μορφής εθελούσια έξοδο, ενώ κάποιοι θα συνταξιοδοτηθούν με τις θέσεις τους να μην καλύπτονται.
Ήδη, η Τράπεζα Πειραιώς, στην παρουσίαση του επιχειρηματικού της πλάνου προβλέπει τη διενέργεια νέας εθελούσιας, και μάλιστα εμπροσθοβαρούς, καθώς επιδιώκει σημαντική μείωση του λειτουργικού της κόστους.
Αντίστοιχα, προ ημερών ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα εθελούσιας αποχώρησης που είχε θέσει σε εφαρμογή η Τράπεζα Αττικής, ενώ σύντομα αναμένεται να προχωρήσουν σε αντίστοιχες κινήσεις η Εθνική Τράπεζα, η Alpha Bank και η Eurobank.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι κινήσεις αυτές είναι σαφώς πιο στοχευμένες σε σχέση με το παρελθόν, καθώς πλέον εστιάζονται σε συγκεκριμένους κλάδους εντός των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Για παράδειγμα, επιδίωξη των τραπεζών είναι να μειώσουν τα λειτουργικά κόστη από το δίκτυο των υποκαταστημάτων τους, προχωρώντας ταυτόχρονα στο μετασχηματισμό τους.
Έτσι, δίνουν ξεχωριστά κίνητρα στη συγκεκριμένη κατηγορία εργαζομένων.
Αντίθετα, ουσιαστικά «αποκλεισμένες» από τις εθελούσιες είναι οι διευθύνσεις επιχειρηματικών δανείων αλλά και πληροφορικής, καθώς αποτελούν βασικό μοχλό για την επίτευξη των οικονομικών στόχων αλλά και των έργων ψηφιακού μετασχηματισμού των τραπεζών.
Τράπεζες: Μεγάλη μείωση υποκαταστημάτων
Ταυτόχρονα, «χέρι-χέρι» με τα προγράμματα εθελούσιων εξόδων πηγαίνουν και οι διαδικασίες μείωσης του δικτύου των τραπεζικών υποκαταστημάτων.
Ειδικά μετά την πανδημία, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν «πατήσει γκάζι» προς αυτή την κατεύθυνση, στοχεύοντας στο κλείσιμο τουλάχιστον 150 επιπλέον καταστημάτων μέχρι το τέλος του 2023.
Η μείωση αυτή στο δίκτυο έρχεται να προστεθεί στα ήδη 250 και πλέον καταστήματα που έχουν κλείσει την τελευταία τριετία ενώ και στα εναπομείναντα αναμένεται να γίνουν σημαντικές αλλαγές ως προς τον τρόπο λειτουργίας τους.
Συγκεκριμένα, οι τράπεζες επιδιώκουν αυτά εστιάσουν περισσότερο στην παροχή τραπεζικών συμβουλών και εξειδικευμένων υπηρεσιών και όχι στην παραδοσιακή εξυπηρέτηση «από το γκισέ».
Παράλληλα, προχωρούν στην ψηφιοποίηση επιπλέον διαδικασιών ενώ δημιουργούν ειδικές υποδομές εντός των καταστημάτων, ώστε η μεγάλη πλειονότητα των συναλλαγών να γίνεται αποκλειστικά ηλεκτρονικά, δίχως να εμπλέκονται εργαζόμενοι.
Τράπεζες: Ελληνικές τράπεζες: Το μεγάλο σοκ και ο φόβος
Ελληνικές τράπεζες: Ποιο είναι εκείνο το στοιχείο που μπορεί να βάλει… δύσκολα το επόμενο διάστημα. Τι αναφέρουν αναφέρουν τραπεζικά στελέχη.
Τον προϋπολογισμό για τα έξοδα λειτουργίας τους ενδέχεται να κληθούν να ξαναγράψουν οι τράπεζες τον Ιούνιο, λόγω της «έκρηξης» του ενεργειακού κόστους και των συνεπειών του πληθωρισμού.
Μπορεί στο προσκήνιο να έχουν έρθει οι επιπτώσεις στα δανειακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών, καθώς πληθωρισμός και κόστος ενέργειας πλήττουν καίρια το διαθέσιμο εισόδημα των δανειοληπτών και απειλούν με νέα κόκκινα δάνεια, ωστόσο οι τράπεζες μετρούν ήδη το κόστος στην ίδια τη λειτουργία τους.
Όπως αναφέρουν αρμόδια τραπεζικά στελέχη στο insider.gr, οι τράπεζες αντιμετωπίζουν ήδη υπερδιπλασιασμό του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας από πέρυσι για τον φωτισμό, τη θέρμανση/κλιματισμό των καταστημάτων και των κτιρίων διοίκησης και κυρίως τη λειτουργία των πολύ ενεργοβόρων data centers.
Ενδεικτικά, για μία μόνο από τις συστημικές τράπεζες (η οποία λόγω δομής φαίνεται ότι έχει και το χαμηλότερο ενεργειακό «κονδύλι») πέρυσι το ενεργειακό κόστος ήταν ύψους 7 εκατ. ευρώ, με το μέσο κόστος της στα 70 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Ελληνικές τράπεζες
Μέχρι στιγμή το κόστος αυτό έχει ξεπεράσει σημαντικά τα 15 εκατ. ευρώ, αφού η χρέωση της μεγαβατώρας κινείται άνω των 300 ευρώ.
Σημειώνεται ότι στις 17 Μαρτίου, όταν ανακοινώθηκαν από την κυβέρνηση τα τέσσερα νέα μέτρα, συνολικού κόστους 1,1 δισ. ευρώ, για την ενίσχυση νοικοκυριών και επιχειρήσεων έναντι της ακρίβειας, η μέση τιμή της Ηλεκτρικής Ενέργειας από τις αρχές Μαρτίου διαμορφωνόταν στα 312 ευρώ/MWh όταν τον Ιανουάριο ήταν στα 227 ευρώ/MWh και τον Φεβρουάριο στα 213 ευρώ/MWh, 5 φορές υψηλότερη από τον περυσινό αντίστοιχο μήνα.
Η άνοδος του ενεργειακού κόστους είχε ξεκινήσει πριν ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι τράπεζες ήλπιζαν ότι το φαινόμενο θα ήταν παροδικό και δεν θα διαρκούσε πέραν των 3, μάξιμουμ 6 μηνών.
Στην πορεία τα δεδομένα άλλαξαν και οι τράπεζες βλέπουν πλέον μακρύτερο ορίζοντα επιβάρυνσης, εκτός και αν υπάρξει θετικός αντίκτυπος από τις συζητήσεις στην ΕΕ για την εποπτεία και των έλεγχο των τιμών στην ενέργεια.
Τα κόστη λειτουργίας των τραπεζών δεν επιβαρύνονται, ωστόσο, μόνο από την ενέργεια.
Το κόστος του πληθωρισμού αγγίζει επίσης τις τράπεζες μέσα από πτυχές που δύσκολα θα φανταζόταν κανείς. Μία τέτοια πτυχή είναι το κατασκευαστικό κόστος των νέων καταστημάτων ή οι ανακαινίσεις των υφιστάμενων.
Οι τράπεζες μπορεί να συρρικνώνουν το δίκτυο των καταστημάτων τους, ωστόσο αυτό αλλάζει μορφή προκειμένου να εκσυγχρονιστεί και να προσελκύσει νέα πελατεία.
Στο πλαίσιο αυτό, οι τράπεζες και νέα καταστήματα δημιουργούν και ακόμη περισσότερα ανακαινίζουν.
Ο πληθωρισμός έχει ανεβάσει το κατασκευαστικό κόστος για τις τράπεζες κατά 20% τουλάχιστον σε σχέση με όσα μπορεί να είχαν συμφωνήσει με τους εργολάβους κατασκευών οι τράπεζες 3 – 4 μήνες νωρίτερα.
Τα τραπεζικά στελέχη αναφέρουν στο insider.gr ότι το κόστος για μια ανακαίνιση καταστήματος που πριν ανερχόταν σε 200.000 ευρώ, έχει τώρα ανέβει στις 250.000, ενώ το κόστος για μεγαλύτερες παρεμβάσεις σε μεγαλύτερα καταστήματα έχει αυξηθεί κατά 100.000 ευρώ (από τις 400 στις 500 χιλιάδες ή από τις 500 στις 600 χιλιάδες ευρώ).
Ενδεικτικά, μία από τις συστημικές τράπεζες έχει ετήσιο κονδύλι για ανακαινίσεις καταστημάτων 7 – 8 εκατ. ευρώ.
Με την αύξηση του κατασκευαστικού κόστους κατά τουλάχιστον 20%, οι επιλογές της τράπεζας θα είναι ή να επιβαρυνθεί με το κόστος αυτό ή να αποφασίσει ότι θα μειώσει κατά 20% το άνοιγμα (αναδιαμόρφωση με νέο προφίλ εξυπηρέτησης) των καταστημάτων που είχε υπολογίσει.
Ο πληθωρισμός επηρεάζει επίσης σημαντικά τα ενοίκια που πληρώνουν οι τράπεζες για τα μη ιδιόκτητα καταστήματά τους.
Στις περισσότερες συμβάσεις μίσθωσης που έχουν υπογράψει οι τράπεζες, προβλέπεται τιμαριθμική αναπροσαρμογή.
Επίσης…
Επομένως, όσες συμβάσεις λήξουν εφεξής θα ανανεωθούν με πλήρη ενσωμάτωση της αύξησης του πληθωρισμού, ενώ είναι βέβαιον ότι οι τράπεζες θα εξαντλήσουν όπου μπορούν τα όρια επαναδιαπραγμάτευσης των μισθωτηρίων συμβολαίων τους.
Πληθωριστικό κόστος, επουσιώδες ωστόσο συγκριτικά, θα έχουν οι τράπεζες και από τις αυξήσεις στον κατώτατο μισθό.
Ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε κατά 2% τον Ιανουάριο και τον Μάιο επίκειται νέα αύξηση που οι τράπεζες αναμένουν ποσοστιαία μεγαλύτερη.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού επιβαρύνει τις τράπεζες μέσω των συμβάσεων που έχουν συνάψει με εταιρείες παροχής υπηρεσιών (facility management) και αφορούν κυρίως τους μισθούς εργαζομένων για καθαρισμό και φύλαξη (security).
Η επιβάρυνση που θα έχουν οι τράπεζες από αυτή την πηγή υπολογίζεται σε μερικές δεκάδες χιλιάδες ευρώ για την καθεμία, με το «κοντέρ» να έχει ως εκκίνηση τις 30.000 ευρώ.
Ένα κόστος, τέλος, που άρχισε να απειλεί τις τράπεζες ήδη από την κρίση της πανδημίας και πλέον έχει επιδεινωθεί με την άνοδο των τιμών των μετάλλων, είναι αυτό της παραγωγής πλαστικών καρτών.
Το κόστος των πλαστικών καρτών που πριν κυμαινόταν από 0,20 – 1,20 ευρώ ανά κάρτα (σημειώνεται ότι η κάθε τράπεζα εκδίδει ετησίως από 700.000 έως 1.000.000 κάρτες), τώρα έχει ενισχυθεί τουλάχιστον κατά 15% και αυτό έχει να κάνει με την έλλειψη τσιπ στην παγκόσμια παραγωγή, η οποία δεν μπορεί να καλύψει τη ζήτηση.
Η πανδημία δημιούργησε το πρώτο σοκ στη βιομηχανία παραγωγής ημιαγωγών (chips), καθώς προκάλεσε απότομη διαφοροποίηση της ζήτησης για τσιπάκια την οποία οι βιομηχανίες παραγωγής αδυνατούσαν να παρακολουθήσουν (π.χ. η αυτοκινητοβιομηχανία που χρησιμοποιούσε κατά κόρον chips και επηρεάστηκε από την πανδημία, αντικαταστάθηκε από τη ζήτηση για chips σε τομείς που ευνόησε η πανδημία, π.χ. τηλεργασία, επομένως chips για computers, εκτυπωτές κ.λπ., οικιακή ψυχαγωγία, άρα τηλεοράσεις, κονσόλες παιχνιδιών κ.ο.κ.).
Στελέχη εταιρειών προμήθειας ημιαγωγών υποστήριζαν από το 2021 ότι η παγκόσμια έλλειψη σε τσιπ θα διαρκέσει τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του 2022. Εν τω μεταξύ έχει ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία και έχουν εκτοξευτεί οι τιμές των μετάλλων.Ελληνικές τράπεζες:
Ακολουθήστε τον www.oparlapipas.gr στο (facebook) και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Πηγή: insider.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου